Οι Έλληνες στην Κιργιζία αποτελούν μια από τις μικρότερες μειονοτικές ομάδες της χώρας. Τα υπάρχοντα δεδομένα είναι αντιφατικά. Σύμφωνα με την απογραφή του 2009 υπάρχουν 451 Έλληνες. Σύμφωνα με το ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών, υπάρχουν 150 οικογένειες ελληνικής καταγωγής (650–700 άτομα).[2] Ωστόσο, τα στοιχεία της Γενικής Γραμματείας Απόδημου Ελληνισμού δίνουν ένα ακόμη μικρότερο αριθμό (50 άτομα).[3]
Σύμφωνα με την επίσημη απογραφή του 1920, οι Έλληνες της Κιργιζίας αριθμούσαν μόνο 344 άτομα.[4] Από το 1939 και κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου οι Έλληνες που ζούσαν στη Σοβιετική Ένωση, από τους οποίους οι περισσότεροι ήταν έμποροι, αλλά υπήρχαν και ορισμένοι αγρότες, υπέστησαν απελάσεις, κυρίως προς τις στέπες της Κεντρικής Ασίας, ιδίως προς το Καζακστάν, το Ουζμπεκιστάν, το Κιργιστάν και τη Σιβηρία.[5] Για αρκετά χρόνια μετά το τέλος του πολέμου, οι απελαυμένοι Έλληνες δεν είχαν αποκατασταθεί και δεν είχαν τη δυνατότητα να επιστρέψουν στην περιοχές εποικισμού πριν την απέλαση. Έτσι, κάποιοι από αυτούς επέλεξαν να φύγουν από τη Σιβηρία για να εγκατασταθούν στο Καζακστάν και (σε μικρότερο βαθμό) στο Κιργιστάν.[6] Οι περισσότεροι από αυτούς τους Έλληνες τελικά συγκεντρώθηκαν στην Περιφέρεια Ος και την πόλη του Νοοκάτ ειδικότερα.[7]
Κατά τη διάρκεια ενός δεύτερου κύματος απελάσεων (1944–1949) που ξεκίνησε από το Σταλινικό καθεστώς, περισσότερες από 31.000 οικογένειες (Πόντιοι και Έλληνες από την Κριμαία) εστάλησαν στο Μπισκέκ. Μόνο 5.000 βρήκαν καταφύγιο οι οποίοι ζούσαν σε άθλιες συνθήκες. Αυτή τη φορά, η απελαυμένοι Έλληνες τελικά εγκαταστάθηκαν στην περιφέρεια Ταλάς.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1990, η ελληνική κοινότητα της Κιργιζίας ήταν ακόμα ζωντανή,[8] και αριθμούσε 3.000 άτομα.[9] Ωστόσο, από το 1985 και μετά, ο αριθμός τους μειώνεται, λόγω της μετανάστευσης από τους Έλληνες σε αναζήτηση εργασίας. Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία, κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990 860 μέλη της ελληνικής κοινότητας της Κιργιζίας (που αποτελεί το 0.57% του συνολικού αριθμού των ελλήνων μεταναστών από την πρώην Σοβιετική Ένωση) εγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα.
Η κοινότητα εκπροσωπείται από το Σύνδεσμο Φιλίας των Εθνοτικών Ελλήνων, με επικεφαλής την πρόεδρο Όλγα Κουπριγιάνοβα. Σύμφωνα με αυτήν, ο σύλλογος έχει 300 μέλη.[10] Λειτουργεί ένα ελληνικό σχολείο με έλληνα δάσκαλο του οποίου ο μισθός καλύπτεται από την ελληνική κυβέρνηση, μέσω της Γραμματείας Απόδημου Ελληνισμού. Το Πανεπιστήμιο του Μπισκέκ άνοιξε τμήμα ελληνικής γλώσσας το 2003.
↑Hess, Christin (November 2008). «The Contested Terrain of the Parallel Society: The Other Natives in Contemporary Greece and Germany». Europe–Asia Studies60 (9): 1521–1522. doi:10.1080/09668130802362276.
↑Abazov, Rafis (November 1999). «Economic Migration in Post-Soviet Central Asia: The Case of Kyrgyzstan». Post-Communist Economies11 (2): 240. * Hess (2008), 1521–1522 * Kekis, Theoharis. " «The Pontian Question as of 2008». Ανακτήθηκε στις 7 Μαΐου 2008.[νεκρός σύνδεσμος]