Έντουαρντ Τόμας | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 3 Μαρτίου 1878[1][2][3] Λάμπεθ[4] |
Θάνατος | 9 Απριλίου 1917[1][2][3] Αράς |
Τόπος ταφής | Agny Military Cemetery[5] |
Ψευδώνυμο | Edward Eastaway |
Χώρα πολιτογράφησης | Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και Ιρλανδίας |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Αγγλικά[6][7] |
Σπουδές | Κολλέγιο Λίνκολν Σχολείο Σέιντ Πολ Battersea Grammar School |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | ποιητής συγγραφέας κριτικός λογοτεχνίας |
Οικογένεια | |
Σύζυγος | Helen Thomas[8] |
Τέκνα | Myfanwy Thomas |
Γονείς | Philip Henry Thomas |
Αδέλφια | Julian Thomas |
Στρατιωτική σταδιοδρομία | |
Βαθμός/στρατός | Βρετανικός Στρατός |
Πόλεμοι/μάχες | Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Φίλιπ Έντουαρντ Τόμας (αγγλικά: Philip Edward Thomas) (3 Μαρτίου 1878 – 9 Απριλίου 1917) ήταν Βρετανός συγγραφέας ποίησης και πεζογραφίας. Συγκαταλέγεται στους ποιητές του πολέμου αν και λίγα από τα ποιήματά του αναφέρονται άμεσα στις εμπειρίες του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου. Άρχισε να γράφει ποίηση σε ηλικία 36 ετών, αλλά μέχρι τότε ήταν ήδη γνωστός κριτικός λογοτεχνίας, βιογράφος και συγγραφέας για δύο δεκαετίες. Το 1915 κατατάχθηκε στον Βρετανικό Στρατό και σκοτώθηκε στη μάχη στη μάχη του Αράς το 1917, σχεδόν αμέσως μετά την άφιξή του στη Γαλλία.[9]
Ο Έντουαρντ Τόμας γεννήθηκε στο Λάμπεθ του Σάρρεϋ, μια περιοχή του σημερινού νότιου Λονδίνου. Ο πατέρας του ήταν δημόσιος υπάλληλος. Η οικογένεια κατάγονταν από την Ουαλία και όπως και ο πατέρας του, ο ποιητής «καλλιέργησε επιμελώς τις ουαλικές του σχέσεις», διατήρησε σημαντικές φιλίες και επηρεάστηκε από τη φύση και τον πολιτισμό της περιοχής.[10]
Από το 1898, ο Τόμας σπούδασε ιστορία στο κολέγιο Λίνκολν του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης. Τον Ιούνιο του 1899, παντρεύτηκε ενώ ήταν ακόμη φοιτητής και στη συνέχεια μετά τις σπουδές του εργάστηκε κυρίως ως δημοσιογράφος και κριτικός λογοτεχνίας, έγραφε έως και δεκαπέντε κριτικές την εβδομάδα. Το έργο του περιλάμβανε δοκίμια, φυσική ιστορία, βιογραφίες, μυθοπλασία, εισαγωγές έργων και τοπογραφικές περιγραφές.
Οι κριτικές ποίησης, ειδικά για νέους συγγραφείς, ήταν ένα από τα κύρια σημεία εστίασής του και έγραψε θετικά για τις πρώτες δημοσιεύσεις των Ρούπερτ Μπρουκ, Ουίλιαμ Χένρι Ντέιβις, Ουόλτερ ντε λα Μέαρ, Ντ. Χ. Λώρενς και Έζρα Πάουντ. Οι κριτικές του δεν καθοδηγούνταν από φιλίες ή εμπορικές σκοπιμότητες, αλλά αντιπροσώπευαν τη δική του ανεξάρτητη άποψη. Ήταν επίσης φίλος με τον επιδραστικό λάτρη της τέχνης Έντουαρντ Μαρς και διετέλεσε μέλος της επιτροπής βραβείων της Επιθεώρησης Ποίησης. Ήταν ήδη γνωστός συγγραφέας πριν το ξέσπασμα του πολέμου, έχοντας δημοσιεύσει αρκετά δοκίμια λογοτεχνικής κριτικής, επίσης ένα μυθιστόρημα, The Happy-Go-Lucky Morgans (1913) και μια συλλογή παιδικών ιστοριών (Four and Twenty Blackbirds). 1915).[11]
Από τον γάμο του απέκτησε έναν γιο και δύο κόρες. Μετά τον πόλεμο, η χήρα του Έλεν (1877–1967) έγραψε δύο αυτοβιογραφικά βιβλία για τη ζωή της με τον Έντουαρντ Τόμας: Όπως ήταν (As It Was, 1926) και Κόσμος χωρίς τέλος (World Without End, 1931).
Ο Τόμας κατατάχθηκε εθελοντικά στον Βρετανικό στρατό τον Ιούλιο του 1915, αν και η ηλικία και η οικογενειακή του κατάσταση θα του επέτρεπαν να αποφύγει τη στράτευση. Σύντομα προήχθη σε δεκανέα και τον Νοέμβριο του 1916 αποσπάστηκε στο Πυροβολικό της Βασιλικής Φρουράς ως ανθυπολοχαγός. Σκοτώθηκε στη μάχη λίγο μετά την άφιξή του στη Γαλλία στο Αράς τη Δευτέρα του Πάσχα, 9 Απριλίου 1917. Τα ποιήματα που έγραψε ενώ βρισκόταν στο μέτωπο δημοσιεύτηκαν μετά θάνατον.
Στις 11 Νοεμβρίου 1985 ο Έντουαρντ Τόμας ήταν μεταξύ των 16 ποιητών του Μεγάλου Πολέμου που τα ονόματά τους αναρτήθηκαν σε αναμνηστική πλακέτα στη Γωνιά των ποιητών στο Αββαείο του Γουέστμινστερ.
Ο Τόμας άρχισε να γράφει ποίηση σε ηλικία 36 ετών μόλις στα τέλη του 1914, όταν ήταν ήδη καταξιωμένος πεζογράφος και κριτικός, ενθαρρυμένος από τον φίλο του Αμερικανό ποιητή Ρόμπερτ Φροστ, ο οποίος ζούσε τότε στην Αγγλία. Ήταν μέλος της ομάδας «ποιητών του Ντύμοκ» και δημοσίευσε τα ποιήματά του με το ψευδώνυμο Έντουαρντ Ίσταγουεϊ. Στα ποιήματά του, πολλά από τα οποία απεικονίζουν την αγροτική Αγγλία αν και αποτυπώνεται διακριτικά η επίδραση του πολέμου, διακρίνεται η τάση του Μοντερνισμού προς την αποδόμηση. Η ποίησή του εκφράζει μια επίγνωση της ατομικής αποξένωσης και της αίσθησης της μοναξιάς που συνήθως συνδέεται με τον υπαρξισμό.[12] [13]
Κατέχει «περίοπτη θέση στην ανάπτυξη της ποίησης του 20ου αιώνα», έχοντας εισάγει μια σύγχρονη ευαισθησία στην Εδουαρδιανή ποίηση. Ο Τόμας άσκησε μεγάλη επιρροή σε σημαντικούς μεταγενέστερους ποιητές, όπως ο Ουίσταν Ώντεν και ο Τεντ Χιουζ, ο οποίος τον αποκάλεσε «ο πατέρας όλων μας».[14]
Στην εποχή μας, η ζωή και το έργο του Τόμας επανεξετάζονται όλο και συχνότερα από ποιητές και μελετητές. Το 2012, ο Νικ Ντέαρ (γενν. το 1955) έγραψε ένα θεατρικό έργο για τα τελευταία επτά χρόνια της ζωής του ποιητή: The Dark Earth and the Light Sky και ο Μάθιου Χόλις (γενν. το 1971) κάλυψε παρόμοιο υλικό στην αφήγηση του για τη φιλία του Τόμας με τον Ρόμπερτ Φροστ: Now All Roads Lead to France: The Last Years of Edward Thomas (2012). Η πλήρης βιογραφία του Τόμας, Edward Thomas: From Adlestrop to Arras (2015) της Βρετανίδας ακαδημαϊκού και συγγραφέα Τζέιν Μούρκροφτ Γουίλσον δίνει μια αξιολόγηση της ζωής του Τόμας, αποκαλύπτει τον αγώνα του με την κατάθλιψη, τα συζυγικά προβλήματα και τις πολλές απόπειρες αυτοκτονίας του. [9]