Ίνε του Ουέσσεξ | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 26 Μαρτίου 670 |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | μονάρχης |
Οικογένεια | |
Σύζυγος | Έθελμπουργκ του Ουέσσεξ[1] |
Γονείς | Κένρεντ του Ουέσσεξ[2] και unnamed wife of Cenred of Wessex[2] |
Αδέλφια | Ingild of Wessex[2] |
Οικογένεια | Οίκος του Ουέσσεξ |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Αξίωμα | King of Wessex (689–726) |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Ίνε του Ουέσσεξ (Ine of Wessex, πέθανε το 728) βασιλιάς του Ουέσσεξ (688–726) ήταν γιος του Κένρεντ του Ουέσσεξ, εγγονός του Κεολβάλδου αδελφού του Κινεγκίλς του Ουέσσεξ με καταγωγή απ'ευθείας από τον Κέρντικ του Ουέσσεξ γενάρχη του Οίκου του Ουέσσεξ.[3] Ο προκάτοχος του Κεντβάλλα του Ουέσσεξ κατόρθωσε να φέρει ολόκληρη τη νότια Αγγλία υπό την εξουσία των Δυτικών Σαξόνων του Ουέσσεξ αλλά ο Ίνε δεν κατόρθωσε να το διατηρήσει. Στα τέλη της βασιλείας του το Κεντ, το Σάσσεξ και το Έσσεξ δεν βρίσκονταν υπό την κυριαρχία του Ουέσσεξ αλλά ο Ίνε κατόρθωσε να επεκτείνει την κυριαρχία του σε ολόκληρο το Χαμσάιρ και στα νότια τμήματα της χερσονήσου. Οι "Νόμοι του Ίνε" ήταν οι πρώτοι νόμοι οι οποίοι εκδόθηκαν γύρω στο 694 από Αγγλοσάξονα βασιλιά εκτός του Κεντ, οι νόμοι του Ίνε αποκαλύπτουν τα έθιμα της Αγγλοσαξονικής κοινωνίας και τις χριστιανικές πεποιθήσεις των κατοίκων. Το εμπόριο την εποχή του Ίνε γνώρισε τεράστια ακμή σε ολόκληρη την Αγγλία με σημαντικότερο εμπορικό κέντρο την περιοχή της Σαουθάμπτον. Την εποχή του Ίνε το βασίλειο του Ουέσσεξ ξεκίνησε την κοπή νομισμάτων τα οποία έφεραν το όνομα του. Μετά από 38 χρόνια βασιλείας παραιτήθηκε από τον θρόνο προκειμένου να πραγματοποιήσει προσκύνημα στην Ρώμη (728), άφησε διάδοχο του στον θρόνο του Ουέσσεξ τον νεαρό Έθελχερντ του Ουέσσεξ.
Ο Ίνε είχε άλλον έναν αδελφό τον Ίνγκιλντ (πέθανε το 718) και άλλες δυο αδελφές την Κάθμπουρ και την Κουένμπουρ, η Κάθμπουρ παντρεύτηκε τον Άλντφριθ της Νορθουμβρίας και ο ίδιος ο Ίνε παντρεύτηκε την Έθελμπουργκ του Ουέσσεξ.[3] [4] Ο Βέδας αναφέρει ότι ο Ίνε καταγόταν από "βασιλικό αίμα" της δυναστείας των Δυτικών Σαξόνων.[5] Το γενεαλογικό δέντρο του Ίνε και των βασιλέων του Ουέσσεξ φαίνεται από δυο βασικά πηγές : το Αγγλοσαξωνικό χρονικό και τον "Γενεαλογικό Κατάλογο των βασιλέων των Δυτικών Σαξόνων". Το Αγγλοσαξωνικό χρονικό συνεγράφη τον 9ο αιώνα στη βασιλική αυλή του Ουέσσεξ και περιέχει μερικές σοβαρές διαφορές σε σχέση με τον Γενεαλογικό Κατάλογο των βασιλέων των Δυτικών Σαξόνων. Οι διαφορές οφείλονται στις σκληρές προσπάθειες των μετέπειτα ιστορικών να πείσουν με όσο το δυνατό περισσότερα στοιχεία την καταγωγή όλων των βασιλέων του Ουέσσεξ από τον Κέντρικ.[6] Ο προκάτοχος του Ίνε στον θρόνο του Ουέσσεξ ήταν επίσημα ο Κεντβάλλα αλλά αυτό αμφισβητείται από μερικούς ιστορικούς. Σύμφωνα με τον "Γενεαλογικό Κατάλογο των βασιλέων των Δυτικών Σαξόνων" ο Κεντβάλλα παραιτήθηκε προκειμένου να αναχωρήσει για προσκύνημα στη Ρώμη και να βαπτιστεί χριστιανός, ο κατάλογος καταγράφει ότι ο Ίνε βασίλευσε 37 χρόνια και παραιτήθηκε το 726. Οι ημερομηνίες παραπέμπουν ότι δεν ανέβηκε στον θρόνο πριν από το 689 συνεπώς υπάρχει κενό ενός έτους ανάμεσα στην παραίτηση του Κεντβάλλα και στην άνοδο στον θρόνο του Ίνε. Είναι πολύ πιθανό να συμβασίλευσε μαζί με τον πατέρα του Κένρεντ αλλά δεν υπάρχουν ενδείξεις για συμβασιλεία εκείνη την εποχή στο Ουέσσεξ, περισσότερες πληροφορίες αναφέρουν για υποτελείς βασιλείς στο Ουέσσεξ.[7] Ο Ίνε έχει αναγνωρίσει τη βοήθεια που του είχε προσφέρει ο πατέρας του Κένρεντ στη σύνταξη των νόμων ενώ είναι βέβαιο ότι συμμετείχε στην κυβέρνηση του βασιλείου και μετά την άνοδο του γιου του στον θρόνο.[8][9][10]
Η μεγάλη επέκταση του Ουέσσεξ την περίοδο που ο Ίνε ανέβηκε στον θρόνο είναι γνωστή. Στην κοιλάδα βόρεια του Τάμεση που βρισκόταν υπό την κυριαρχία των Ουαλλών το Ουέσσεξ έχασε την ηγεμονία του λίγο πριν την παραίτηση του Κεντβάλλα ενώ στα δυτικά μέχρι το Κανάλι του Μπρίστολ η περιοχή είχε κατακτηθεί από τον Κιούλιν του Ουέσσεξ περίπου έναν αιώνα πριν.[11] Οι Δυτικοί Σάξονες είχαν επεκταθεί στη χερσόνησο νοτιοδυτικά φτάνοντας τα σύνορα τους μέχρι το Βρετανικό βασίλειο της Νταμνονίας στην περιοχή που βρίσκονται σήμερα το Ντέβον και η Κορνουάλη.[12] Στα ανατολικά σύνορα του βασιλείου των Δυτικών Σαξόνων βρισκόταν το βασίλειο των Ανατολικών Σαξόνων στο οποίο ανήκε το Λονδίνο και η περιοχή του Σάρρεϋ. Το βασίλειο των Νότιων Σαξόνων στα νοτιοανατολικά έφθανε μέχρι τις ανατολικές ακτές της Νήσου του Γουάιτ, πέρα από το Σάσσεξ βρισκόταν το βασίλειο του Κεντ.[13] Ο προκάτοχος του Ίνε Κεντβάλλα κέρδισε την ηγεμονία σε όλα τα κράτη νότια του Τάμεση αφήνοντας τη Μερκία να ασκεί την εξουσία μονάχα βόρεια του Τάμεση.[14] Ο Ίνε διατήρησε την ηγεμονία του στη Νήσο του Γουάιτ και σε όλες τις περιοχές μέχρι της Νταμνονίας αλλά στα τέλη της βασιλείας του πρέπει να είχαν χαθεί για το Ουέσσεξ το Σάσσεξ, το Σάρρεϋ και το Κεντ.[12]
Ο Ίνε έκλεισε ειρήνη με το Κεντ (694) και ο βασιλιάς Γουίτρεντ του Κεντ αναγκάστηκε να πληρώσει μεγάλη χρηματική αποζημίωση για τον θάνατο του αδελφού του Ίνε Μουλ του Κεντ ο οποίος σκοτώθηκε κατά τη διάρκεια μιας εξέγερσης στο Κεντ. Το ποσό της αποζημίωσης αναφέρεται ως "τριάντα χιλιάδες" πιθανότατα ήταν το τεράστιο ποσό των τριάντα χιλιάδων λιρών που ήταν καθορισμένο για την αποζημίωση της ζωής ενός μεγάλου ευγενούς.[15][16] Οι Νότιοι Σάξονες είχαν κατακτηθεί από τον Κεντβάλλα και υποτάχθηκαν την ίδια περίοδο.[17] Ο Νόθχελμ του Κεντ αναφέρεται σε ένα διάταγμα (692) σαν ευγενής του Ίνε, μάλλον από γάμο.[9][18] Το Σάσσεξ φαίνεται ότι βρισκόταν ακόμα υπό την κυριαρχία των Δυτικών Σαξόνων την εποχή που ο Νόθχελμ είχε εκστρατεύσει στο πλευρό του Ίνε εναντίον της Νταμνονίας (710).[12] Ο έλεγχος του Σάρρεϋ το οποίο δεν ήταν ποτέ ανεξάρτητο βασίλειο πέρασε πριν τα χρόνια της βασιλείας του Ίνε στο Κεντ, τη Μερκία, το Έσσεξ και το Ουέσσεξ. Το Έσσεξ φαίνεται ότι περιείχε το Λονδίνο και η επισκοπή του Λονδίνου είχε στις τάξεις της το Σάρρεϋ, αυτό ήταν πιθανότατα πηγή σύγκρουσης ανάμεσα στο Ουέσσεξ με τους Ανατολικούς Σάξονες και τη Μερκία μέχρι την εποχή που η επαρχία μεταφέρθηκε στην επισκοπή του Γούστερ. (705)[19] Η απόδειξη ότι ο Ίνε είχε στα πρώτα χρόνια της βασιλείας του τον έλεγχο του Σάρρεϋ φαίνεται από την αναφορά του Ίνε για τον Έορκενβαλντ, επίσκοπο του Λονδίνου σαν "ο επίσκοπος μου".[12][20]
Οι σχέσεις του Ίνε με τους Ανατολικούς Σάξονες εμφανίζονται σε ένα γράμμα (704 - 705) από τον Ουίλντχιρ, επίσκοπο του Λονδίνου προς τον Μπρίτγουλντ, αρχιεπίσκοπο του Καντέρμπερι. Το γράμμα παρουσιάζει τις διαφωνίες που δημιουργήθηκαν ανάμεσα στον βασιλιά του Ουέσσεξ και τους υπόλοιπους βασιλείς της χώρας, ο Ουίλντχιρ αναφέρεται στους βασιλείς Σίγκεχιρντ και Σουίφριντ, η αιτία της διαφωνίας ήταν η εξορία τους από τους Δυτικούς Σάξονες. Οι Ίνε συμφωνούσε ότι θα κλείσει ειρήνη μόνο υπό την προϋπόθεση ότι οι εξόριστοι θα απελαθούν, ένα συμβούλιο στο Μπρέντφορντ συνεκλήθη για να λύσει τις διαφορές.[21] Την περίοδο αυτή φαίνεται ότι το Σάρρεϋ έφυγε από τον έλεγχο των Δυτικών Σαξόνων.[18] Ο Βέδας αναφέρει ότι ο Ίνε κράτησε το Σάσσεξ υπό την εξουσία του "μερικά χρόνια" αλλά το 722 ένας εξόριστος ο Έαλντμπερτ δραπέτευσε στο Σάσσεξ, ο Ίνε απάντησε με επίθεση στην πόλη.[22] Τρία χρόνια αργότερα ο Ίνε επιτέθηκε ξανά στο Σάσσεξ και σκότωσε τον Έαλντμπερτ, την ίδια περίοδο όμως οι Δυτικοί Σάξονες έχασαν τον έλεγχο του.[12] Σε αυτό το σημείο έχει αναφερθεί ότι ο Έαλντμπερτ μπορεί να ήταν γιος του Ίνε ή του αδελφού του Ίνε Ίνγκιλντ.[23]
Το 710 ο Ίνε και ο Νόθχελμ σύμφωνα με το Αγγλοσαξωνικό χρονικό βρέθηκαν σε πόλεμο με τον Τζέρεντ της Νταμνονίας, ο Ιωάννης του Γούστερ αναφέρει ότι ο Τζέρεντ σκοτώθηκε σε αυτή τη μάχη.[24] Είναι παραδοσιακά αποδεκτό ότι ο Ίνε απέκτησε τον έλεγχο της περιοχής του Ντέβον και τα σύνορα με την Νταμνονία έφτασαν μέχρι τον ποταμό Θάμαρ.[18] Το γεγονός αυτό δεν ταιριάζει με την πληροφορία που μας παρέχεται στη συνέχεια για τη μάχη της Χεχίλ, τα "Χρονικά του Καμπραί" αναφέρουν ότι οι Βρετανοί νίκησαν τους εχθρούς τους σε αυτή τη μάχη (722).[25] Οι εχθροί ήταν ο Ίνε και ο λαός του αλλά η τοποθεσία της μάχης δεν έχει διευκρινιστεί, ιστορικοί αναφέρουν ότι πιθανότατα να ήταν η Κορνουάλη ή το Ντέβον.[12][26] Ο Ίνε πολέμησε στο Γούντεν'ς Μπάροου εναντίον του Κέολρεντ της Μερκίας (715), το αποτέλεσμα δεν έχει διευκρινιστεί, το Γούντεν'ς Μπάροου ήταν ένας τύμβος ο οποίος ονομάζεται σήμερα "Λίθος του Αδάμ" στη μονή του Άλτον στο Γουιλσάιρ.[27] Ο Ίνε μπορεί να μην ανέκτησε περιοχές βόρεια του Τάμεση κάτι που είχαν κατορθώσει παλιότεροι αλλά είχε αποκτήσει τον πλήρη έλεγχο στον νότο, ένα διάταγμα (687) τον παρουσιάζει να παρέχει δωρεές γης κοντά στο Μπέιζιλντον.[12][28] Το 721 το χρονικό γράφει ότι ο Ίνε σκότωσε τον Κίνεγουλφ αλλά τίποτα άλλο δεν είναι γνωστό γι'αυτόν πιθανότατα συνδέεται με τον βασιλικό Οίκο του Ουέσσεξ, μια εμφύλια διαμάχη ξέσπασε αμέσως μετά, σύμφωνα με το χρονικό η σύζυγος του Ίνε Έθελμπουργκ κατέστρεψε το Τόουντον που ο ίδιος ο σύζυγος της είχε οικοδομήσει τα πρώτα χρόνια.[3] Η πρώτη αναφορά για τον τίτλο του κόμη στο Ουέσσεξ παρουσιάζεται την εποχή του Ίνε, φαίνεται ότι μοίρασε τη χώρα σε διοικητικές περιφέρειες όπως το Χάμσαιρ, το Ουίλτσαιρ, το Σάμερσετ, το Ντέβον και το Ντόρσετ με όρια τα σύνορα που υπήρχαν μεταξύ τους.[17] Οι περιοχές αυτές έγιναν ανεξάρτητες κομητείες που κυβερνήθηκαν από μέλη της βασιλικής οικογένειας.[7]
Στα μέσα της βασιλείας του Ίνε η εμπορική εγκατάσταση του Χάμγουικ μεταφέρθηκε στη δεξιά όχθη του ποταμού Ίτσεν στη θέση που βρίσκεται σήμερα το Σαουθάμπτον. Τα αγαθά ήταν κυρίως γυάλινα δοχεία και εργαλεία αγγειοπλαστικής ενώ όπως φάνηκε σε ευρήματα από οστά ζώων υπήρχε και εμπόριο δέρματος, σε περισσότερο εκτεταμένες έρευνες βρέθηκαν νομίσματα από τη Φρισία, υφαντά και εργαλεία μεταλλουργίας. Δεν είναι γνωστό αν ο ίδιος ο Ίνε έδειξε προσωπικό ενδιαφέρον αλλά το βέβαιο είναι ότι οι εμπορικές συναλλαγές δεν μπορούσαν να γίνουν χωρίς βασιλική προστασία. Ο συνολικός πληθυσμός του Χάμγουικ εκτιμάται εκείνη την εποχή στους 5000 κατοίκους, μεγάλο τμήμα του πληθυσμού εγκαταστάθηκε στην πόλη από τον ίδιο τον βασιλιά.[29][30] Η μεγάλη επέκταση του εμπορίου φαίνεται από την κυκλοφορία του νέου νομίσματος στην κοιλάδα του Τάμεση, είναι βέβαιο ότι το πρώτο νομισματοκοπείο εγκαταστάθηκε την εποχή της βασιλείας του Ίνε αν και τα πρώτα νομίσματα δεν είχαν τυπωμένο το όνομα του βασιλιά.[17][18]
Οι παλαιότεροι Αγγλοσαξονικοί νόμοι που έχουν διασωθεί χρονολογούνται την περίοδο 602 - 603 από τον Έθελμπερτ του Κεντ του οποίου η βασιλεία τελείωσε το 616.[31][32] Τη δεκαετία του 670 και του 680 νομικοί κώδικες εκδόθηκαν στα ονόματα του Χλόθχερ και του Έαντρικ του Κεντ, οι επόμενοι βασιλείς οι οποίοι εξέδωσαν νόμους ήταν ο Ουίτρεντ του Κεντ και ο Ίνε.[33][34][35] Οι ημερομηνίες οι οποίες εκδόθηκαν οι νόμοι του Ουίτρεντ και του Ίνε είναι αβέβαιες αλλά υπάρχουν πολλές ενδείξεις ότι οι νόμοι του Ουίτρεντ εκδόθηκαν στις 6 Σεπτεμβρίου 695 ενώ οι νόμοι του Ίνε λίγο πριν από το 694.[36] Ο Ίνε έκανε ειρηνική συμφωνία με τον Ουίτρεντ μετά την αποζημίωση για τον θάνατο του Μουλ ενώ υπάρχουν πολλές ενδείξεις ότι οι δυο βασιλείς συνεργάστηκαν για τη δημιουργία των νόμων τους, υπάρχει επιπλέον μια ρήτρα η οποία εμφανίζεται με κοινή μορφή και στους δυο κώδικες.[37] Είναι πολύ πιθανό ο Ίνε και ο Ουίτρεντ να συνεργάστηκαν για να αποκαταστήσουν και οι δυο την εξουσία τους μετά από μια περίοδο μεγάλης διαταραχής που προηγήθηκε στα βασίλεια τους.[18]
Οι νόμοι του Ίνε διασώθηκαν μόνο χάρη στο γεγονός ότι ο Αλφρέδος ο Μέγας στηρίχτηκε σε αυτούς για να δημιουργήσει τους δικούς του νόμους.[38] Τα παλαιότερα έγγραφα με τους νόμους του Ίνε και του Αλφρέδου περιέχονται στα παλαιότερα κείμενα του Αγγλοσαξονικού χρονικού. Δυο κείμενα έχουν επιπλέον διασωθεί, το πρώτο από αυτά είναι αντιγραφή των νόμων του Ίνε που μεταφέρθηκε στη Βρετανική Βιβλιοθήκη αλλά καταστράφηκε από φωτιά, ένα τμήμα τους τα κεφάλαια 66 - 76.2 διασώθηκε από την καταστροφή, τμήμα των νόμων του Ίνε βρίσκεται σήμερα στο Βρετανικό Μουσείο.[34] Οι αυθεντικοί νόμοι του Ίνε δεν έχουν διασωθεί αφού ο Αλφρέδος ο Μέγας στον πρόλογο του αναφέρει ότι έχει απορρίψει τους νόμους του Ίνε με τους οποίους δεν συμφωνούσε, δεν έχει αναφέρει ποιους νόμους έχει απορρίψει αλλά το βέβαιο είναι ότι οι αυθεντικοί νόμοι του Ίνε δεν έχουν διασωθεί.[34] Στον πρόλογο του ο Ίνε αναφέρει τους συμβούλους του οι οποίοι ήταν οι επίσκοποι Έορκενβαλντ, Χίντ και ο πατέρας του Κένρεντ, ήταν χριστιανός βασιλιάς και η θρησκεία φαίνεται καθαρά στους νόμους του. Οι όρκοι ενός χριστιανού έχουν μεγάλη βαρύτητα στους νόμους, εξετάζονται η βάπτιση, η τήρηση των θρησκευτικών κανόνων και δίνει μεγάλη προσοχή στις αστικές υποθέσεις.[39]
Ένας από τους νόμους αναφερόταν στη χρήση της κοινής γης η οποία θα έπρεπε να διανεμηθεί σε έναν αριθμό από κατόχους, κάθε κάτοχος θα είχε τη δική του μερίδα την οποία θα έπρεπε να περιφράξει επειδή θα ήταν υπεύθυνος αν τα βοοειδή του διέφευγαν και έκαναν ζημιά σε περιοχή άλλου κατόχου.[38] Είναι αξιοσημείωτο γιατί χρειαζόταν βασιλικός νόμος για να διευθετηθεί ένα τέτοιο τοπικό ζήτημα ενώ ο νόμος δεν αναφερόταν καθόλου για τον ρόλο των αρχόντων στην επίλυση των προστριβών μεταξύ των κατόχων.[40] Είναι ξεκάθαρο ότι ο κάτοχος δεν είχε υπό την ιδιοκτησία του τη γη αλλά βρισκόταν με τον άρχοντα σε μια σχέση ενοικιαστή με ιδιοκτήτη, η σχέση αυτή βρισκόταν υπό την επίβλεψη του βασιλιά.[41] Η ασχολία των νόμων με την εκτροφή των βοοειδών δείχνει ότι η οικονομία του Ουέσσεξ τότε βασιζόταν στην αγροτική παραγωγή, στη γεωργία στηριζόταν τότε ολόκληρη η Βρετανία ακόμα και περιοχές βόρεια του Ουέσσεξ όπως το Λίντσει και η Ντέιρα, υπήρχαν και περιοχές όμως στο Ουέσσεξ όπως το Ντέβον που δεν εφαρμόστηκε το σύστημα.[40] Οι νόμοι καθόριζαν ένα μέτρο έκτασης τη Γιάρδα η οποία κωδικοποιείται για πρώτη φορά σε βασιλικά έγγραφα, η τιμή της διέφερε από περιοχή σε περιοχή αλλά δεν μπορούσε πουθενά να ξεπεράσει τα 120 Έικρ. Η γιάρδα έγινε στη συνέχεια η συνηθισμένη μονάδα μέτρησης για τον αγροτικό πληθυσμό του μεσαίωνα τους γνωστούς "βιγκράτες". Ένας ιστορικός αναφέρει "οι αρχές της μόνιμης οικονομίας αναφέρονται σαφέστατα στους νόμους του Ίνε".[41]
Οι νόμοι αναφέρουν τα πρόστιμα που θα έπρεπε να καταβληθούν στον βασιλιά για την άρνηση της στρατιωτικής θητείας τα οποία έφταναν στο ποσό των 120 σεληνίων για έναν ευγενή και 30 σεληνίων για έναν ελεύθερο πολίτη.[38] Οι ιστορικοί διαφωνούν στο θέμα σχετικά με την περίοδο θητείας του ελεύθερου πολίτη, είναι σαφές σύμφωνα με τους νόμους ότι έπρεπε όλοι να υπηρετήσουν επειδή η ήττα από τον εχθρό ισοδυναμούσε με σκλαβιά.[42] Ένας άλλος νόμος αφορούσε τις δίκες σχετικά με φόνους εισάγοντας τον θεσμό των ενόρκων οι οποίοι θα μπορούσαν να ορκιστούν σχετικά με την αθωότητα του κατηγορουμένου, ένας από αυτούς θα ήταν ευγενείς δεν εμπιστευόταν δηλαδή τον θεσμό αποκλειστικά σε απλούς πολίτες. Αυτό άλλαζε σαφώς τις παλαιότερες μορφές που διεξάγονταν οι δίκες, στις παλιότερες δίκες μονάχα οι συγγενείς θα μπορούσαν να ορκιστούν για την αθωότητα του κάθε κατηγορουμένου.[43] Οι νόμοι του Ίνε έκαναν σαφή διαχωρισμό ανάμεσα στους Βρετανούς και τους Σάξονες υπηκόους, οι νόμοι ήταν περισσότερο καταπιεστικοί για τους Σάξονες αλλά σε καμιά περίπτωση εξοντωτικοί. Οι πηγές εκείνης της εποχής δείχνουν ότι οι πληθυσμοί δεν ενσωματώθηκαν, υπήρχε σαφής διάκριση μεταξύ τους ενώ το δυτικό τμήμα του Ουέσσεξ κατοικήθηκε ελάχιστα από τους νεοφερμένους Σαξονικούς πληθυσμούς.[14] Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι ο Ίνε έγραψε τους νόμους του με Αγγλική ορολογία, αυτό δείχνει ότι υπήρχαν σημάδια από τότε για τη μελλοντική ενοποίηση όλων των λαών που κατοικούσαν τη Βρετανία σε έναν ενιαίο.[44]
Ο Ίνε ήταν χριστιανός βασιλιάς, φέρεται καθαρά από τους νόμους του ως προστάτης της εκκλησίας. Η εισήγηση των νόμων του έγινε με τη συνεργασία επισκόπων όπως ο Έονκερβαλντ, επίσκοπος του Λονδίνου και ο Χίντε επίσκοπος του Γούστερ, στον πρόλογο αναφέρει "όλοι οι ευγενείς, οι σύμβουλοι του λαού μου μαζί με μια μεγάλη συνάθροιση με τη χάρη του Θεού".[20][45] Οι νόμοι παρουσιάζουν καθαρά τις χριστιανικές του πεποιθήσεις καθορίζοντας υποχρεωτική τη βάπτιση και αναφέροντας το ποσό του προστίμου για τα αβάπτιστα βρέφη.[17] Υποστήριξε την εκκλησία, αυτό φάνηκε καθαρά με την ίδρυση της επισκοπής του Σέρμπορν η οποία διαχωρίστηκε από την επισκοπή του Γούστερ (705), αρχικά αντιτάχθηκε στον διαχωρισμό και δέχτηκε απειλές για αφορισμό από τον αρχιεπίσκοπο του Καντέρμπερι αλλά συμφώνησε μετά τον θάνατο του επισκόπου Χέιντ.[18] Τα πρώτα μοναστήρια των Δυτικών Σαξόνων ιδρύθηκαν την περίοδο της βασιλείας του Ίνε από την ευγενή του Μπούγκα, την κόρη του Κεντγουίν και την αδελφή του Κάθμπουρ η οποία ίδρυσε το Γουίμπορν Μίνστερ όταν χώρισε από τον σύζυγο της Άλντφριθ της Νορθουμβρίας.[30][46] Με την εισήγηση του επισκόπου Άντχελμ (705) ο Ίνε ίδρυσε την εκκλησία η οποία έγινε αργότερα ο Καθεδρικός ναός της Ουαλίας, το Αγγλοσαξωνικό χρονικό αναφέρει επιπλέον ότι ίδρυσε αβαείο στο Γκλάστονμπερι το οποίο πιθανότατα να υπήρχε από παλιά και ο ίδιος ανέλαβε την επέκταση του.[47]
Ο Ίνε αναφέρεται σαν ιδρυτής της οργανωμένης εκκλησίας του Ουέσσεξ αν και ήταν ξεκάθαρο ότι ο χριστιανισμός είχε εισαχθεί στο βασίλειο του πριν από τον ίδιο, προέδρευσε σε όλες τις Σαξονικές συνόδους συναθροίζοντας τους κληρικούς.[48] Υπήρξε μια παράδοση ότι μετά τον θάνατο του ο Ίνε αγιοποιήθηκε και ότι η εκκλησία του Αγίου Ίνα στο Νιουκουέι της Ουαλίας ήταν αφιερωμένη στον ίδιο αλλά οι μετέπειτα έρευνες έδειξαν ότι ήταν αφιερωμένη σε κάποιον τοπικό Ουαλό άγιο τον Άγιο Ίνα ο οποίος έζησε τον 5ο αιώνα.[49][50]
Ο Βέδας αναφέρει ότι ο Ίνε παραιτήθηκε από τον θρόνο αφήνοντας το βασίλειο του σε έναν νεαρό άντρα τον Έθελχερντ του Ουέσσεξ (726) για να πραγματοποιήσει ταξίδι για προσκύνημα στη Ρώμη όπου και πέθανε, την ίδια τακτική είχε ακολουθήσει και ο προκάτοχος του Κεντβάλλα που βαπτίστηκε από τον πάπα. Σύμφωνα με τον Βέδα επίσης όχι μονάχα ο βασιλιάς, αλλά πολλοί ευγενείς ακόμα και ο απλοί λαϊκοί πραγματοποιούσαν αυτό το ταξίδι πριν τον θάνατο τους για να εξαγνίσουν την ψυχή τους.[5] Ο Ίνε ή ο Όφα της Μερκίας πιστώνονται για την ίδρυση της Σαξονικής συνοικίας της Ρώμης, η συνοικία έγινε αργότερα ο δημοφιλής προορισμός σε όλους τους Άγγλους επισκέπτες στην αιώνια πόλη.[51] Δεν είναι τίποτα γνωστό για τη σχέση του Ίνε με τον διάδοχο του Έθελχερντ αλλά κάποιες πηγές αργότερα αναφέρουν ότι μπορεί να ήταν κουνιάδος του.[52] Η διαδοχή του Έθελχερντ στην αρχή αμφισβητήθηκε έντονα από τον Όσβαλντ αλλά τοποθετήθηκε τελικά βασιλιάς με τη στήριξη του Έθελμπαλντ της Μερκίας.[3][23] Ο αδελφός του Ίνε Ίνγκιλντ ο οποίος πέθανε το 718 ήταν ο προπάτορας του Εγβέρτου του Ουέσσεξ και των μετέπειτα σημαντικών Αγγλοσαξόνων βασιλέων.[53]