Ίρμφριντ Έμπερλ | |
---|---|
Γέννηση | 8 Σεπτεμβρίου 1910 Μπρέγκεντς, Αυστροουγγαρία |
Θάνατος | 16 Φεβρουαρίου 1948 (37 ετών) Ουλμ, Γερμανία |
Χώρα | Ναζιστική Γερμανία |
Κλάδος | Schutzstaffel |
Εν ενεργεία | 1931–1945 |
Βαθμός | Obersturmführer |
Μονάδες | SS-Totenkopfverbände |
Διοικήσεις | Πρόγραμμα Ευθανασίας T-4 (Action T4), Τρεμπλίνκα, 11 Ιουλίου – 26 Αυγούστου 1942 |
Ιδιότητα | Ψυχίατρος |
Σχετικά πολυμέσα | |
δεδομένα ( ) |
Ο Ίρμφριντ Έμπερλ (γερμανικά: Irmfried Eberl) (8 Σεπτεμβρίου 1910 – 16 Φεβρουαρίου 1948) ήταν Αυστριακός ψυχίατρος και ιατρικός διευθυντής των κέντρων ευθανασίας στο Βρανδεμβούργο και στο Μπέρνμπουργκ, ο οποίος βοήθησε να στηθούν. Ήταν επίσης ο πρώτος διοικητής του στρατοπέδου εξόντωσης στην Τρεμπλίνκα, όπου εργάστηκε ως SS-Obersturmführer από τις 11 Ιουλίου 1942 μέχρι την απόλυσή του στις 26 Αυγούστου 1942. Συνελήφθη μετά το τέλος του πολέμου, τον Ιανουάριο του 1948. Για να αποφύγει τη δίκη, έβαλε τέλος στη ζωή του τον επόμενο μήνα.
Ο Έμπερλ γεννήθηκε στο Μπρέγκεντς, Αυστρία, στις 8 Σεπτεμβρίου 1910. Έγινε μέλος του Εθνικοσοσιαλιστικού Γερμανικού Εργατικού Κόμματος (Κόμμα των Ναζί) στις 8 Δεκεμβρίου 1931, ενώ ήταν ακόμα φοιτητής ιατρικής στο Πανεπιστήμιο του Ίνσμπρουκ. Αποφοίτησε από τη σχολή το 1933 και απέκτησε το διδακτορικό του έναν χρόνο αργότερα. Από τον Φεβρουάριο του 1935 δούλευε ως βοηθός γιατρός.[1] Έχοντας ειδικευτεί ως ψυχίατρος, ήταν σταθερός υποστηρικτής των μαζικών δολοφονιών ατόμων με ψυχικές ασθένειες.
Όταν ξεκίνησε το Πρόγραμμα Ευθανασίας T-4 (Action T4), ο Έμπερλ ήταν πρόθυμος συμμετέχων. Την 1η Φεβρουαρίου 1940, στην ηλικία των 29 ετών, ο Έμπερλ έγινε ιατρικός διευθυντής στο κέντρο ευθανασίας του Βρανδεμβούργου. Το φθινόπωρο του 1941, ανέλαβε την ίδια θέση στο κέντρο ευθανασίας του Μπέρνμπουργκ.[1][2][3] Παρά το γεγονός πως δεν είχαν λάβει επίσημη διαταγή να λάβουν μέρος στο πρόγραμμα, ψυχίατροι σαν τον Έμπερλ βρίσκονταν στο κάθε στάδιο αιτιολόγησης, σχεδιασμού και εκτέλεσης των μαζικών δολοφονιών ατόμων με ψυχικές ασθένειες και απετέλεσαν τη σύνδεση με τον μεταγενέστερο αφανισμό των Εβραίων κι άλλων «ανεπιθύμητων» στο Ολοκαύτωμα.[4]
Όταν η δημόσια κατακραυγή για το Πρόγραμμα Ευθανασίας T-4 οδήγησε στην παύση του, ο Έμπερλ βρέθηκε χωρίς δουλειά. Αυτό όμως δεν κράτησε για πολύ καθώς η ηγεσία των Ναζί αποφάσισε να χρησιμοποιήσει το προσωπικό του προγράμματος για τη δολοφονία πολύ περισσότερων ανθρώπων στην Πολωνία, με τη χρήση διαφόρων μεθόδων που χρησιμοποιήθηκαν στο πρόγραμμα. Ο Έμπερλ μεταφέρθηκε αρχικά για ένα σύντομο χρονικό διάστημα στο στρατόπεδο εξόντωσης Χέλμνο.[5] Στις 11 Ιουλίου 1942, μεταφέρθηκε ως διοικητής στην Τρεμπλίνκα, ως μέρος της Επιχείρησης Ράινχαρντ. Σύμφωνα με τη γνώμη του συναδέλφου του, Βίλι Μεντζ, η κακή οργανωτική ικανότητα του Έμπερλ αποδείχτηκε σύντομα καταστροφική, αν και ιστορικοί επισημαίνουν πως ο μεγάλος αριθμός μεταφοράς κρατουμένων που έφτανε στο στρατόπεδο αντανακλούσε τις μη ρεαλιστικές προσδοκίες της ανώτατης διοίκησης των Ναζί για την ικανότητα της Τρεμπλίνκα να «επεξεργαστεί» αυτούς τους αριθμούς.[6]
Ο Βίλι Μεντζ, SS αξιωματικός στην Τρεμπλίνκα, κατέθεσε για την ηγεσία του Έμπερλ:
« | Ήταν πολύ φιλόδοξος. Λέγόταν πως διέταζε περισσότερες μεταφορές από αυτές που μπορούσε να «επεξεργαστεί» στο στρατόπεδο. Αυτό σήμαινε πως τα τρένα έπρεπε να περιμένουν έξω από το στρατόπεδο, επειδή οι επιβάτες της προηγούμενης μεταφοράς δεν είχαν ακόμα θανατωθεί. Υπήρχε πολλή ζέστη και ως αποτέλεσμα των μεγάλων αναμονών μέσα στα τρένα μεταφοράς, πολλοί άνθρωποι πέθαιναν λόγω της έντονης ζέστης. Εκείνη την περίοδο ολόκληρα βουνά πτωμάτων ήταν παρατημένα στην πλατφόρμα. Τότε, ο Hauptsturmführer Κρίστιαν Βιρτ ήρθε στην Τρεμπλίνκα και έβαλε μία τάξη. Κι έπειτα, μία μέρα, ο Δρ. Έμπερλ δεν ήταν πια εκεί...[7] | » |
Σύμφωνα με τον SS-Unterscharführer Χανς Χίνγκστ:
« | Η φιλοδοξία του Δρ. Έμπερλ ήταν να φτάσει τους υψηλότερους πιθανούς αριθμούς και να ξεπεράσει όλα τα άλλα στρατόπεδα. Έφταναν τόσες πολλές μεταφορές που το ξεμπακάρισμα και η θανάτωση των ανθρώπων σε θαλάμους αερίων δεν μπορούσε πλέον να αντιμετωπιστεί.[8][9] | » |
Στις 26 Αυγούστου 1942, ο Έμπερλ απολύθηκε από την Τρεμπλίνκα λόγω ανικανότητας να ξεφορτωθεί τα πτώματα των χιλιάδων ανθρώπων που σκοτώνονταν,[10] και αντικαταστάθηκε από τον Φραντς Στανγκλ, ο οποίος ήταν προηγουμένως διοικητής στο στρατόπεδο εξόντωσης του Σομπίμπουρ. Ο Έμπερλ απαλλάχθηκε επίσης των καθηκόντων του επειδή δεν σκότωνε τους ανθρώπους με αρκετά αποτελεσματικό και έγκαιρο τρόπο κι επειδή δεν έκρυβε σωστά τις μαζικές δολοφονίες από τους ντόπιους.[11] Για παράδειγμα, η δυσωδία της αποσύνθεσης από τα άταφα σώματα ήταν τόσο έντονη που έφτανε μέχρι και 10 χιλιόμετρα μακριά από το στρατόπεδο σε κοντινό χωριό, το οποίο με τη σειρά του θα το έκανε αυτονόητο πως λάμβανε χώρα ασυνήθιστος αριθμός θανάτων, κάτι το οποίο θα προκαλούσε ανησυχία στους κατοίκους.[11] Η ηγεσία των Ναζί ήθελε να αποφύγει τυχόν ενοχλήσεις για τις επιχειρήσεις τους που θα προέκυπταν από τοπικές κατακραυγές.
Ο Έμπερλ, όσο βριστόταν στο στρατόπεδο, αποτελούσε μέλος μίας ομάδας που έκλεβε τα υπάρχοντα των ανθρώπων που σκότωναν και τα έστελναν στην Καγκελαρία του Χίτλερ στο Βερολίνο. Αυτή η δραστηριότητα είχε απαγορευτεί ρητά από τον Χίμλερ, καθώς ήθελε αυτή η περιουσία να συνεισφερθεί στη Γερμανική πολεμική προσπάθεια.[12]
Το 1970, ο Στανγκλ, φυλακισμένος τότε για τα δικά του εγκλήματα, περιέγραψε την Τρεμπλίνκα όταν πρωτοέφτασε στο στρατόπεδο θανάτου, ενώ αυτό βρισκόταν ακόμη υπό τη διοίκηση του Έμπερλ:
« | Έφτασα εκεί με έναν SS οδηγό...Μπορούσαμε να το μυρίσουμε από χιλιόμετρα μακριά. Ο δρόμος προχωρούσε παράλληλα με τις σιδηροδρομικές γραμμές. Καθώς πλησιάζαμε στην Τρεμπλίνκα, έχοντας ακόμα περίπου δεκαπέντε, είκοσι λεπτά μπροστά μας, αρχίσαμε να βλέπουμε πτώματα δίπλα στις γραμμές, αρχικά μόνο δυο-τρία, έπειτα περισσότερα, και καθώς φτάναμε στον σταθμό της Τρεμπλίνκα, υπήρχαν εκατοντάδες – απλά να κοίτονται εκεί – και ήταν προφανές πως βρίσκονταν εκεί για μέρες, στη ζέστη. Στον σταθμό υπήρχε ένα τρένο γεμάτο Εβραίους, κάποιοι νεκροί, κάποιοι ακόμα ζωντανοί – έμοιαζε σαν να βρίσκονταν εκεί για μέρες. Όταν εισήλθα στο στρατόπεδο και κατέβηκα από το αμάξι στην πλατεία, βυθίστηκα μέχρι το γόνατο σε χρήματα. Δεν γνώριζα προς τα πού να πάω. Τσαλαβούτησα σε σημειώσεις, συνάλλαγμα, πολύτιμες πέτρες, κοσμήματα, ρούχα... Η μυρωδιά ήταν απερίγραπτη· τα εκατοντάδες, όχι, τα χιλιάδες πτώματα βρίσκονταν παντού, σε αποσύνθεση, σαπισμένα. Απέναντι από την πλατεία στο δάσος, μόλις μερικές γιάρδες μακριά από την άλλη πλευρά του φράχτη συρματοπλέγματος και στην περίμετρο του στρατοπέδου, υπήρχαν σκηνές και αναμμένες φωτιές με ομάδες Ουκρανών φρουρών και κοριτσιών – όπως έμαθα αργότερα ήταν πόρνες από τη Βαρσοβία – μεθυσμένοι, να χορεύουν, να τραγουδούν, να παίζουν μουσική. Ο Δρ. Έμπερλ, ο Kommandant, με ξενάγησε στο στρατόπεδο, υπήρχαν παντού πυροβολισμοί...[12] |
» |
Μετέπειτα, ο Έμπερλ στάλθηκε για μία σύντομη χρονική περίοδο πίσω στο κέντρο ευθανασίας του Μπέρνμπουργκ.[2]
Το 1944, ο Έμπερλ έγινε μέλος της Βέρμαχτ για το υπόλοιπο του πολέμου. Μετά το τέλος του πολέμου, συνέχισε να εξασκεί την ιατρική στην πόλη Μπλαουμπόιρεν (Blaubeuren). Συνελήφθη τον Ιανουάριο του 1948 και, για να αποφύγει τη δίκη, έβαλε τέλος στη ζωή του (κρεμάστηκε) τον επόμενο μήνα.[3][7]