Ο αντεχίνος (επιστημονική-λατινική ονομασία
Antechinus) είναι γένος μικρών δενδρόβιων μαρσιποφόρων ζώων, ενδημικών της Αυστραλίας. Μοιάζουν εκπληκτικά με ποντίκια ή αρουραίους, ενώ το τρίχωμά τους θυμίζει εκείνο της μυγαλής.
Οι αντεχίνοι έχουν κοντό, πυκνό και συνήθως μαλακό τρίχωμα, με γενικώς γκρίζο έως καφετί χρώμα, αναλόγως με το είδος.[1]. Οι ουρές τους είναι λεπτές, με μήκος που κυμαίνεται από λίγο μικρότερο έως λίγο μεγαλύτερο από το μήκος του σώματος.[1] Η κεφαλή έχει κωνικό σχήμα, με μικρά έως μεσαίου μεγέθους αυτιά.[1] Ορισμένα είδη έχουν σχετικώς μακρύ και στενό ρύγχος, που τους δίνει μια ομοιότητα με μυγαλή.[1] Το ολικό μήκος των ενήλικων αντεχίνων είναι αναλόγως του είδους από 12 έως 31 εκατοστά και η μάζα τους από μόλις 16 έως 170 γραμμάρια.[1] Το μικρότερο είδος είναι το Antechinus agilis και το μεγαλύτερο το Antechinus swainsonii . Υπάρχει διμορφισμός των φύλων στα περισσότερα είδη, με τα αρσενικά να είναι γενικώς μεγαλύτερα σε μέγεθος και βαρύτερα.
Σήμερα αναγνωρίζονται 15 είδη στο γένος Antechinus, αλλά υπάρχουν και υποείδη.[2] Αρχικώς είχαν «αναγνωρισθεί» λίγα είδη της Νέας Γουινέας, αλλά έχουν πλέον υπαχθεί στο διαφορετικό γένος Murexia.[3] Οι σχέσεις μεταξύ των ειδών του γένους αντεχίνος βρίσκονται ακόμα υπό εξέταση.[2] Με βάση την τρέχουσα φυλογενετική άποψη υπάρχουν 4 κλάδοι στο γένος[2][4], που αντιστοιχούν κυρίως σε είδη με παρόμοια γεωγραφική κατανομή[2] και είναι οι εξής με τα είδη που υπάγονται στον καθένα (επιστημονικές και κοινές ονομασίες):
Εικονογράφηση άγνωστου είδους αντεχίνου στο Brehms Tierleben (1869)
Οι αντεχίνοι είναι κυρίως εντομοφάγα ζώα, με τη σύνθεση της διατροφής τους να ποικίλλει από είδος σε είδος, κυρίως ανάλογα με το ενδιαίτημα όπου ζουν.[8][9] Βασικές τροφές τους είναι τα κολεόπτερα, οι προνύμφες εντόμων και οι αράχνες.[8][10] Τα αμφίποδα και οι σαρανταποδαρούσες αποτελούν επίσης συνηθισμένο μέρος της διατροφής τους.[8][10] Έχει διαπιστωθεί ωστόσο ότι μετά από μια πυρκαγιά πάνω από το μισό της τροφής των αντεχίνων είναι μυρμήγκια.[11] Επίσης έχει αναφερθεί ότι οι αντεχίνοι τρέφονται και με σπονδυλωτά ζώα, κυρίως τα μικρότερα ερπετά, ή και θηλαστικά όπως το μικρό «ιπτάμενο ποντίκι» Acrobates pygmaeus.[1][12] Αυτό είναι πιθανό να συμβαίνει επίσης μετά από πυργκαγιές ή όποτε άλλοτε υπάρχει δυσκολία στην εξεύρεση τροφής.[12] Στα περιττώματά τους έχουν ανιχνευθεί και υπολείμματα φυτών, το πιθανότερο όμως είναι να καταπόθηκαν κατά λάθος μαζί με τη ζωική τροφή.[10]
Η θηρευτική αποτελεσματικότητα των αντεχίνων αυξάνεται με την ηλικία τους, καθώς μαθαίνουν ποια είναι η καλύτερη λεία.[1] Παρατηρήθηκαν να τρίβουν σαλιγκάρια πάνω σε πέτρες ή άλλα αντικείμενα για να βγάλουν τη βλέννα τους και να τα κάνουν έτσι πιο ευκολοφάγωτα.[1]
↑ 2,02,12,22,32,42,5Mutton, Thomas Y.; Phillips, Matthew J.; Fuller, Susan J.; Bryant, Litticia M.; Baker, Andrew M. (2019-04-27). «Systematics, biogeography and ancestral state of the Australian marsupial genus Antechinus (Dasyuromorphia: Dasyuridae)». Zoological Journal of the Linnean Society186 (2): 553-568. doi:10.1093/zoolinnean/zly062. ISSN0024-4082.
↑Grossek, G.L.; Woolley, P.A.; Menzies, J.I. (2010). «The diet of some New Guinean dasyurid marsupials». Australian Mammalogy32 (2): 145. doi:10.1071/am10002. ISSN0310-0049.
↑Andrew M. Baker, Thomas Y. Mutton & Harry B. Hines (2013). «A new dasyurid marsupial from Kroombit Tops, south-east Queensland, Australia: the silver-headed antechinus, Antechinus argentus sp. nov. (Marsupialia: Dasyuridae)». Zootaxa3746 (2): 201-239. doi:10.11646/zootaxa.3746.2.1. PMID25113476.
↑Baker, A.M.; Mutton, T.Y.; Dyck, S. van: «A new dasyurid marsupial from eastern Queensland, Australia: the buff-footed Antechinus, Antechinus mysticus sp. nov. (Marsupialia: Dasyuridae)», Zootaxa, τόμ. 3515, έτος 2012, σσ. 1-37 Σύνοψη
↑ 8,08,18,2Hall, S. (1980). «The Diets of Two Coexisting Species of Antechinus (Marsupialia: Dasyuridae)». Wildlife Research7 (3): 365. doi:10.1071/wr9800365. ISSN1035-3712.
↑Green, K. (1989). «Altitudinal and Seasonal Differences in the Diets of Antechinus-Swainsonii and Antechinus-Stuartii (Marsupialia, Dasyuridae) in Relation to the Availability of Prey in the Snowy Mountains». Wildlife Research16 (6): 581. doi:10.1071/wr9890581. ISSN1035-3712.
↑ 10,010,110,2Allison, Louise M.; Gibson, Lesley A.; Aberton, John G. (2006). «Dietary strategy of the swamp antechinus (Antechinus minimus maritimus) (Marsupialia:Dasyuridae) in coastal and inland heathland habitats». Wildlife Research33 (1): 67. doi:10.1071/wr05038. ISSN1035-3712.
↑Matthews, Jaya K.; Stawski, Clare; Körtner, Gerhard; Parker, Cassandra A.; Geiser, Fritz (2016-10-12). «Torpor and basking after a severe wildfire: mammalian survival strategies in a scorched landscape». Journal of Comparative Physiology B187 (2): 385-393. doi:10.1007/s00360-016-1039-4. ISSN0174-1578. PMID27734149.
↑ 12,012,1Lunney, Daniel; Matthews, Alison; Grigg, Jan (2001). «The diet of Antechinus agilis and A. swainsonii in unlogged and regenerating sites in Mumbulla State Forest, south-eastern New South Wales». Wildlife Research28 (5): 459. doi:10.1071/wr00015. ISSN1035-3712.