Με τον όρο αποταμίευση, που αποτελεί καθαρά οικονομικό όρο χαρακτηρίζεται γενικά πάσης φύσεως συσσωρεύσεις αγαθών για μελλοντική χρήση. Η αποταμίευση απορρέει από την παραδοχή του ανθρώπου ότι κάθε ποσό που ξοδεύεται στο τώρα, αφαιρείται από τον μελλοντικό του εαυτό.
Παρότι ο παραπάνω ορισμός φέρεται απλούστατος, φερόμενος ετυμολογικά εκ του ρήματος αποταμιεύω, όπου η λέξη απαντάται από βασιλείας του Όθωνα, το 1833, στους "Ελληνικούς Κώδικες", στην πραγματικότητα οι οικονομολόγοι δεν έχουν καταφέρει να δώσουν έναν ακριβή και πλήρη ορισμό που να καλύπτει όλες τις σύγχρονες μορφές εκδήλωσής της. Παλαιότερα δε, οι οικονομολόγοι, δεν έτρεφαν και τόση ευνοϊκή διάθεση απέναντι στην αποταμίευση, θεωρώντας την, ούτε λίγο ούτε πολύ, ως στείρα δραστηριότητα ακόμα και κατακριτέα απόκρυψη αγαθών που έχαναν την παραγωγική χρησιμοποίησή τους ιδιαίτερα σε περιόδους κλίματος εμπιστοσύνης, ή νομισματικής ισορροπίας. Υπό αυτή την άποψη η αποταμίευση καταδικαζόταν ως τροχοπέδη της ευρύτερης οικονομικής ανάπτυξης.
Χαρακτηριστικές περιπτώσεις αυτής της αντίληψης ήταν το έργο "Ο μύθος των μελισσών", (1714),του Μπερνάρ ντε Μαντεβίλ που αποτελεί ένα εγκώμιο των πολυτελών δαπανών, καθώς ακόμα και το περίφημο απόφθεγμα του Μοντεσκιέ :"Αν οι πλούσιοι δεν ξοδέψουν πολύ, οι φτωχοί θα πεθάνουν από την πείνα".
Η έννοια της αποταμίευσης ήταν γνωστή από την αρχαιότητα περισσότερο με την έννοια της Πρόνοιας. Αρχαίοι λαοί, όπως ιδιαίτερα οι αρχαίοι Αιγύπτιοι διατηρούσαν τεράστιες αποθήκες φύλαξης αγαθών για δύσκολες περιόδους. Ομοίως και στην αρχαία Αθήνα υπήρχαν αποθήκες φύλαξης σίτου και άλλων αγαθών, όπως στο Πομπείο, κατά αναφορά του Δημοσθένη, καθώς και στον Πειραιά. Ο Ησίοδος είναι ο αρχαιότερος που εξήρε ιδιαίτερα το πνεύμα της αποταμίευσης και τη σημασία του τονίζοντας "Ει γαρ κεν σμικρόν κατά σμικρόν καταθείο, και θαμά τούτ΄ έρδοις, μέγα και το γένοιτο" (= αν καταθέτεις λίγα - λίγα και αυτό κάνεις ακατάπαυστα, θα πετύχεις μέγα έργο). Χαρακτηριστική και η σύγχρονη ελληνική παροιμία "Φασούλι το φασούλι γεμίζει το σακούλι".
Με την έννοια της αποταμίευσης στη σύγχρονη εποχή προσδιορίζονται τέσσερις συναφείς περιπτώσεις δραστηριοτήτων, οι οποίες και είναι
Αντικείμενο και των τεσσάρων παραπάνω περιπτώσεων χρήσης του όρου μπορεί ν΄ αφορούν χρήμα ή υλικά αγαθά. Γενικά όμως οι οικονομολόγοι αποδίδουν μεγαλύτερη σημασία στην α) περίπτωση, από το γεγονός ότι τα διάφορα στατιστικά και δημοσιονομικά χαρακτηριστικά της σύγχρονης βιομηχανικής κοινωνίας καθιστούν ιδιαίτερα δύσκολη την εκτίμηση της αποταμίευσης σε τρόπους μη νομισματικούς. Εξ ου και η δεσπόζουσα έννοια της αποταμίευσης του χρήματος. Το δε γεγονός ότι η αποταμίευση χρήματος και η αποταμίευση υλικών αγαθών μπορούν να εναλλαχθούν ως αμοιβαία υποκατάστατα, που αναπτύσσεται τις τελευταίες δεκαετίες, προσελκύει περισσότερο το ενδιαφέρον των οικονομολόγων.
Είναι γεγονός ότι στις οικονομικές αναλύσεις "κανείς δεν αμφισβητεί ότι η αποταμίευση κατά την β) περίπτωση, ως ροή χρήματος ή διαθεσίμων αποτελεί το εισόδημα που πλεονάζει σε σχέση με τις δαπάνες στη κατανάλωση". Αυτό δόθηκε και ως ορισμός εν προκειμένω από τον Μ. Keynes [1]. Τον ορισμό αυτό έλαβαν ως βάση οι δημόσιες υπηρεσίες για την εκτίμηση της αποταμίευσης των καταναλωτών. Επί του τελευταίου όμως, ο οικονομολόγος D. Robertson αντιπρότεινε εναλλακτική διατύπωση λαμβάνοντας υπόψη τη μελέτη της ανάλογης συμπεριφοράς των καταναλωτών με τρέχοντα ορισμό ότι "Η αποταμίευση ισούται με το πραγματοποιηθέν εισόδημα κατά την τελευταία περίοδο μείον τις δαπάνες της τρέχουσας κατανάλωσης".
Παρά ταύτα και οι δύο παραπάνω ορισμοί παρουσιάζουν αμφίβολη εμπειρική αξία. Αυτό διότι ο μεν ορισμός του Κέυνες οδηγεί σε υποτίμηση της πραγματικής αποταμίευσης, σύμφωνα με διάφορες στατιστικές, ενώ ο ορισμός του Ρόμπερτσον είναι μεν εύχρηστος και ακριβής μόνο όταν οι περίοδοι πληρωμών είναι συχνές και καθορισμένες.
Ο δε ορισμός κατά την περίπτωση γ) "διαδικασία εξοικονόμησης" πηγάζει από την α) περίπτωση δεδομένου ότι η συσσώρευση διαφυλάσσει τα αγαθά για μελλοντική χρήση. Αυτό όμως ισχύει ιδιαίτερα στα μέσα παραγωγής, όταν η αναβολή χρήσης αποσκοπεί σε μελλοντικούς παραγωγικούς σκοπούς. Ο δε ορισμός κατά τη περίπτωση δ) αφορά περισσότερο στον τεχνολογικό τομέα για καλλίτερη κατανομή των πόρων (διαθεσίμων) αλλά και με αποδοτικότερες μεθόδους. Πρόκειται για το πρόβλημα της "μεγιστοποίησης" που προκαλεί ιδιαίτερο ενδιαφέρον.
Αποταμίευση μπορεί να εφαρμόσει οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, επιχείρηση και γενικότερα μια χώρα όπου και διακρίνεται αντίστοιχα, όπως π.χ. προσωπική, επιχειρηματική, δημοσιονομική, μέχρι και αποταμιευτική πολιτική μιας χώρας.