Συντεταγμένες: 41°22′51.03″N 43°17′1.54″E / 41.3808417°N 43.2837611°E
Βάρτζια | |
---|---|
ვარძია | |
Είδος | cave monastery |
Γεωγραφικές συντεταγμένες | 41°22′51″N 43°17′2″E |
Θρήσκευμα | Ανατολικός Ορθόδοξος Χριστιανισμός |
Θρησκευτική υπαγωγή | Γεωργιανή Ορθόδοξη Εκκλησία |
Διοικητική υπαγωγή | Σάμτσκε-Τζαβακέτι |
Χώρα | Γεωργία |
Έναρξη κατασκευής | 12ος αιώνας |
Προστασία | Πολιτισμικά Μνημεία Εθνικής Σημασίας της Γεωργίας |
Πολυμέσα | |
δεδομένα (π) |
Η Βάρτζια ( γεωργιανά: ვარძია) είναι μια τοποθεσία με μοναστήρια λαξευμένα σε σπήλαια, που βρίσκεται στις πλαγιές του όρους Ερουσέτι, στην αριστερή όχθη του ποταμού Κύρος, σε απόσταση 30 χλμ. από την Ασπίντζα, στη νότια Γεωργία. Η κύρια περίοδος κατασκευής ήταν το δεύτερο μισό του 12ου αιώνα. Τα σπήλαια εκτείνονται κατά μήκος του γκρεμού κατά περίπου 500 μ. και έως και 19 βαθμίδες. Η Εκκλησία της Κοίμησης, που χρονολογείται από τη δεκαετία του 1180 κατά τη χρυσή εποχή των Θαμάρ και Ρουσταβέλι, διαθέτει μια σημαντική σειρά από τοιχογραφίες. Μετά την κατάκτηση από τους Οθωμανούς τον 16ο αιώνα, η τοποθεσία ως επί το πλείστον εγκαταλείφθηκε. Τώρα, ως μέρος ενός αποθέματος κρατικής κληρονομιάς, η εκτεταμένη περιοχή της Βαρτζία- Κερτβίσι έχει προταθεί για να συμπεριληφθεί στον Κατάλογο με Μνημεία Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO. [1] [2] [3] [4]
Οι ανασκαφές κατά τη Σοβιετική περίοδο έδειξαν ότι η περιοχή της Βάρτζα ήταν κατοικημένη κατά την εποχή του Χαλκού και υπήρχαν ενδείξεις για την παρουσία του πολιτισμού Τριαλέτι. Πόλεις-σπήλαια όπως το Ουπλιστσίχε είναι γνωστό ότι υπήρχαν κατά μήκος του ποταμού Κύρος από τον 5ο αιώνα π.Χ., ενώ η αρχιτεκτονική λάξευσης βράχων στο πλαίσιο του Γεωργιανού Χριστιανισμού είναι γνωστή από τα Ζενταζένι και Γκαρέτζι του 6ου αιώνα μ.Χ., και πιο τοπικά από τα Βάνις Κβαμπέμπι, Χόλτα και Μαργκαστάνι του 8ου αιώνα. [5] Στη Βάρτζια έχουν διακριθεί 4 ξεχωριστές φάσεις κατασκευής: η 1η κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Γεωργίου Γ ' (1156-1184), όταν είχε ανακαλυφθεί η τοποθεσία και λαξεύτηκαν τα πρώτα σπήλαια. Η 2η στο χρονικό διάστημα μεταξύ του θανάτου του και του γάμου της διαδόχου του, Θαμάρ, το 1186, όταν λαξεύτηκε και διακοσμήθηκε η εκκλησία της Κοίμησης. Η 3η φάση διήρκεσε από τότε μέχρι τη μάχη των Φασιανών το ~1203, κατά την οποία κατασκευάστηκαν περισσότερα οικήματα, συστήματα άμυνας, η υδροδότηση και το αρδευτικό δίκτυο. Η 4η φάση ήταν μια περίοδος μερικής ανακατασκευής μετά από τις ζημιές που προκάλεσε ο σεισμός του 1283. [5]
Υπάρχει μια σειρά από πηγές και τεκμήρια για την ιστορία του τόπου. Στη συλλογή χρονικών που ονομάστηκε Ιστορία της Γεωργίας αναφέρεται ότι η Θαμάρ έκτισε μια εκκλησία για να στεγάσει την εικόνα της Παρθένου της Βάρτζια, όταν είχε τη θεϊκή βοήθεια στις εκστρατείες της, προτού μεταφέρει το μοναστήρι από την Άνω ή τη Ζέντα Βάρτζια. Λέγεται ότι η Θαμάρ αναχώρησε από τη Βάρτζια για την εκστρατεία κατά των Μουσουλμάνων και η επακόλουθη νίκη στους Φασιανούς εορτάστηκε στο Ύμνοι προς Τιμήν της Παρθένου της Βαρτζία του Ιωάννη Σαβτέλι. Στα Γεωργιανά Χρονικά αναφέρεται επίσης το πώς γλίτωσε η Βάρτζια τις εισβολές των Μογγόλων κατά τη δεκαετία του 1290. Ο Πέρσης χρονικογράφος των Σαφαβιδών Χασάν Μπέη Ρούμλου περιγράφει τη Βάρτζια ως ένα «θαύμα», «απόρθητη όπως το τείχος του Μεγάλου Αλεξάνδρου», προτού εξιστορήσει τη λεηλασία της από τους Πέρσες υπό τον Σαχ Ταχμάσπ Α' το 1551. Ένα σχεδόν σύγχρονο της περιόδου σημείωμα στο Ευαγγέλιο της Βάρτζια μιλά για την παλιννόστησή του από ένα Περσικό παζάρι. Μετά την άφιξη των Οθωμανών το 1578, οι μοναχοί αναχώρησαν και η περιοχή εγκαταλείφθηκε. [5]
Η ευρύτερη περιοχή της Βάρτζια περιλαμβάνει επίσης την εκκλησία των αρχών του 11ου αιώνα στο Ζέντα Βάρτζια και το χωριό στους βράχους με τις εκκλησίες σπήλαια του 10ου-12ου αιώνα στο Αναναούρι. Το κύριο χαμηλότερο επίπεδο λαξεύτηκε στο κεντρικό στρώμα του γκρεμού από τουφοειδή λατυποπαγή σε υψόμετρο 1300 μ. από την επιφάνεια της θάλασσας.
Διακρίνεται σε ανατολικό και δυτικό τμήμα από την Εκκλησία της Κοίμησης. Στο ανατολικό τμήμα του συγκροτήματος υπάρχουν 79 ξεχωριστά οικήματα σπηλαίων, σε οκτώ βαθμίδες και με συνολικά 242 δωμάτια, με συμπεριλαμβανόμενα 6 παρεκκλήσια, την «Αίθουσα της Θαμάρ», μία αίθουσα συνεδριάσεων, μία αίθουσα υποδοχής, ένα φαρμακείο και 25 κελάρια κρασιών. 185 περιέκτες κρασιών που βρέθηκαν βυθισμένοι στο πάτωμα είναι τεκμήρια για την σημασία της αμπελουργίας για τη μοναστηριακή οικονομία. Στο δυτικό τμήμα, ανάμεσα στο καμπαναριό και την κύρια εκκλησία, υπάρχουν ακόμα 40 οικήματα, σε 13 βαθμίδες και με συνολικά 165 δωμάτια, με συμπεριλαμβανόμενα 6 παρεκκλήσια, μία τραπεζαρία με έναν φούρνο, άλλους φούρνους για αρτοπαρασκευή και ένα σιδηρουργείο. Πέρα από το καμπαναριό το συγκρότημα φτάνει τις 19 βαθμίδες, και υπάρχουν σκαλιά που οδηγούν σε ένα νεκροταφείο. Στις υποδομές περιλαμβάνονται σήραγγες πρόσβασης, εγκαταστάσεις ύδρευσης και αμυντικές δομές. [4] [5] [6]
Η Εκκλησία της Κοίμησης ήταν η κεντρική πνευματική και μνημειακή εστία της περιοχής. Λαξευμένη στους βράχους, οι τοίχοι της είναι ενισχυμένοι με πέτρες, και έχει διαστάσεις 8,2 μ. x 14,5 μ. και ύψος 9,2 μ.. Η εκκλησία και ο νάρθηκας είναι διακοσμημένοι με ζωγραφιές «ζωτικής σημασίας για την ανάπτυξη της μεσαιωνικής Γεωργιανής τοιχογραφίας». [3] Ο χορηγός της, Ράτι Σουραμέλι, μνημονεύεται σε μία προσωπογραφία χορηγού στον βόρειο τοίχο με τη συνοδευτική επιγραφή: «Μητέρα του Θεού, δέξου ... την προσφορά του υπηρέτη σου Ράτι, εριστάβι (εθνικού αρχηγού) του Κάρτλι, ο οποίος διακόσμησε με ζήλο αυτή την ιερή εκκλησία δοξάζοντας το όνομά Σου». [5] Στον ίδιο βόρειο τοίχο υπάρχουν προσωπογραφίες των βασιλέων ιδρυτών, Γεωργίου Γ' και Θαμάρ, όπου από την εικόνα της Θαμάρ λείπει η κορδέλα που συμβολίζει την ιδιότητα της παντρεμένης γυναίκας και συνοδεύεται από την επιγραφή: «ο Θεός να την ευλογήσει με μακροζωία», που δεν υπάρχει στην εικόνα του Γεωργίου Γ'. Ως εκ τούτου, οι προσωπογραφίες χρονολογούνται της περιόδου μεταξύ του θανάτου του Γεωργίου Γ', το 1184, και του γάμου της Θαμάρ, το 1186. [5] Επεισόδια από τη ζωή του Χριστού εξιστορούνται στους θόλους και τα πάνω μέρη των τοίχων σε μια ακολουθία, ξεκινώντας με τον Ευαγγελισμό, ακολουθούμενο από τη Γέννηση, την Υπαπαντή, Τη Βάπτιση, τη Μεταμόρφωση, την Ανάσταση του Λαζάρου, τη Θριαμβευτική είσοδο στην Ιερουσαλήμ, το Μυστικό Δείπνο, τον Ιερό Νιπτήρα, τη Σταύρωση, την Κάθοδο στον Άδη, την Ανάληψη, την Επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος και την Κοίμηση. [5] [7] Σε ένα χαμηλότερο επίπεδο, πιο προσιτοί ως μεσολαβητές, υπάρχουν εικόνες αγίων και στυλιτών. Στον οπίσθιο τοίχο του ιερού, πίσω από την Αγία Τράπεζα, απεικονίζονται οι Δώδεκα Εκκλησιαστικοί Πατέρες. Στο νάρθηκα υπάρχουν σκηνές από την Τελική Κρίση, το Εν Κόλποις Αβραάμ, οι Άγγελοι που φέρουν ένα Μενταγιόν με τον Σταυρό και τρεις σκηνές από τη ζωή του Αγίου Στεφάνου . Άλλα έργα χάθηκαν στον σεισμό του 1283. [5] Οι πίνακες δεν είναι τοιχογραφίες αλλά έργα ζωγραφικής εν ξηρώ σε γύψο (fresco-secco), και «μαρτυρούν επαφές με την Χριστιανική Ανατολή και τo Bυζαντινό κόσμο, αλλά έχουν εφαρμοστεί τοπικές καλλιτεχνικές παραδόσεις». [6]
Από το 1985 ο χώρος αποτελεί μέρος του Ιστορικού-Αρχιτεκτονικού Μουσείου-Αποθέματος της Βάρτζια, που περιλαμβάνει 46 αρχιτεκτονικές τοποθεσίες, 12 αρχαιολογικούς χώρους και 21 τοποθεσίες με μνημειακά έργα τέχνης. [2] [6] Το 1999 οι Βάρτζια- Κερτβίσι αιτήθηκαν για καταχώρηση στον Κατάλογο με Μνημεία Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO σύμφωνα με τα Πολιτιστικά κριτήρια ii, iii, iv, v και vi. [6] Κατά την αξιολόγησή τους, το συμβουλευτικό σώμα ICOMOS ανέφερε το Γκιόρεμε στην Καππαδοκία ως το πλησιέστερο συγκρίσιμο μνημείο μεταξύ των μοναστηριακών συγκροτημάτων σε σπήλαια διεθνούς σημασίας. [6] Το 2007 υπέβαλλαν εκ νέου αίτηση ως μεικτή πολιτιστική και φυσική περιοχή σύμφωνα με το κριτήριο vii. [3] Από το 2012, η συντήρηση των τοιχογραφιών στην Εκκλησία της Κοίμησης πραγματοποιείται από την Πινακοθήκη Κουρτώ σε συνεργασία με την Εθνική Υπηρεσία για τη Διατήρηση της Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Γεωργίας και την Κρατική Ακαδημία Τεχνών της Τιφλίδας . [7]