Βολβοσηραγγώδης μυς | |
---|---|
![]() | |
Λεπτομέρειες | |
Αναγνωριστικά | |
Λατινικά | musculus bulbospongiosus |
TA | A09.5.02.005 |
FMA | 19729 |
Ορολογία ανατομίας |
Στην ανθρώπινη ανατομία, ο βολβοσηραγγώδης μυς είναι ένας από τους επιφανειακούς μύες του ανθρώπινου περινέου.[1][2] Ο μυς εντοπίζεται και στα δύο φύλα με ορισμένες διαφορές ως προς τη δομή και τη λειτουργία του. Στους άνδρες, ο βολβοσηραγγώδης μυς καλύπτει τον βολβό του πέους και τείνει να είναι μακρύτερος από τον αντίστοιχο της γυναίκας,[3] ο οποίος εντοπίζεται γύρω από τον κόλπο.
Στους άνδρες, ο βολβοσηραγγώδης μυς βρίσκεται στο κέντρο του περίνεου, πάνω από τον πρωκτό. Αποτελείται από δύο ινώδη συμμετρικά τμήματα, τα οποία εσωκλείουν τον βολβό και το σηραγγώδες σώμα της ουρήθρας. Οι πρόσθιες ίνες του μυός εκτείνονται στα πλάγια των σηραγγωδών σωμάτων του πέους. Τα δύο μέρη συνενώνονται μεταξύ τους στο σημείο της περινεϊκής ραφής.
Ο συγκεκριμένος μυς συμβάλλει στη στύση, τις συσπάσεις του πέους κατά τον οργασμό και την εκσπερμάτιση.[1] Κατά την ούρηση, οι ίνες του μυός είναι χαλαρές, ενώ συσπώνται για την πληρέστερη κένωση της ουρήθρας στο τέλος της διαδικασίας. Οι πρόσθιες ίνες συμβάλλουν στην ανόρθωση του πέους κατά τη στύση συμπιέζοντας την ραχιαία φλέβα και τον στυτικό ιστό των σηραγγωδών σωμάτων.
Στις γυναίκες, τα δύο τμήματα του μυός δεν συνενώνονται, αλλά εντοπίζονται στα δύο άκρα γύρω από το αιδοίο, πάνω από τον πρωκτό. Μαζί με άλλους μύες σχηματίζουν μια υποστηρικτική μυϊκή δομή που περιβάλλει τον κόλπο και τα υπόλοιπα γεννητικά όργανα της γυναίκας. Συμβάλλει στις συσπάσεις του αιδοίου, στο κλείσιμο των τοιχωμάτων και την κένωση του κόλπου.[3]