Βούνιον το περσικόν (Bunium persicum) | ||||||||||||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
Συστηματική ταξινόμηση | ||||||||||||||||
| ||||||||||||||||
Διώνυμο | ||||||||||||||||
Βούνιον το περσικόν (Bunium persicum) (Boiss.) (B. Fedtsch.)[1] | ||||||||||||||||
Συνώνυμα[2] | ||||||||||||||||
|
Το Βούνιον το περσικόν (Bunium persicum) είναι ένα πολυετές φυτό της οικογένειας των Απιίδων, που προγενέστερα περιλαμβανόταν στο γένος Carum και συγγενεύει με το κύμινο (Cuminum cyminum).
Οι ονομασίες μαύρο κύμινο και μαύρο αγριοκύμινο αναφέρονται στους σπόρους από το Βούνιον το περσικόν (Bunium persicum).[3]
Το Βούνιον το περσικόν είναι ένα πολυετές φυτό (perennial)[Σημ. 1] το οποίο δύναται να φθάσει σε ύψος τα 0,6 μ. (2 πόδια). Τα άνθη του είναι μόνοικα μονοκλινή (ερμαφρόδιτα) και γονιμοποιούνται από τα έντομα.[3]
Το στενά συγγενικό του είδος Βούνιον το βολβοκάστανον (Bunium bulbocastanum), το οποίο χρησιμοποιείται ως καρύκευμα και ως λαχανικό και που κοινώς ονομάζεται μεγάλη λεπτοκαρυά,[4] μαύρη ζήρα[4] ή earthnut[Σημ. 2] είχε προηγουμένως θεωρηθεί ως συνώνυμο του Β. του περσικού (Β persicum).[5]
Οι σπόροι από το Βούνιον το περσικόν ονομάζονται μαύρο κύμινο και είναι παρόμοιοι στο σχήμα με το γνωστό κύμινο, αλλά το χρώμα τους είναι πιο σκούρο καφέ. Όταν συνθλίβονται γίνονται πολύ αρωματικοί, και θυμίζουν περισσότερο πεύκο παρά γήινους τόνους.[3] Η γεύση τους είναι παρόμοια με αυτή του πεύκου, είναι επίσης στυπτικοί και πικροί.[3] Οι σπόροι από το μαύρο κύμινο δεν πρέπει να συγχέονται με αυτούς από το Μελάνθιον το ήμερον (Νιγέλα η εδώδιμος) (Nigella sativa), οι οποίοι επίσης, συχνά αποκαλούνται σπόροι μαύρου κύμινου.[3]