Το Βραβείο Ορθής Διαβίωσης είναι διεθνές βραβείο που «τιμά και υποστηρίζει εκείνους που προσφέρουν πρακτικές και υποδειγματικές απαντήσεις στις πιο επείγουσες προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε σήμερα».[1] Το βραβείο ιδρύθηκε το 1980 από τον γερμανοσουηδό φιλάνθρωπο Γιάκομπ φον Ούξκουλ και παρουσιάζεται στις αρχές Δεκεμβρίου.[2] Μια διεθνής πενταμελή επιτροπή αποφασίζει τους παραλήπτες του βραβείου σε τομείς όπως η προστασία του περιβάλλοντος, τα ανθρώπινα δικαιώματα, τη βιώσιμη ανάπτυξη, την υγεία, την εκπαίδευση και την ειρήνη.[3] Οι νικητές (συνήθως 4) μοιράζονται το χρηματικό έπαθλο των 200.000 ευρώ. Πολύ συχνά ένας από τους τέσσερις παραλήπτες λαμβάνουν ένα τιμητικό βραβείο, το οποίο σημαίνει ότι οι άλλοι τρεις μοιράζονται το χρηματικό έπαθλο.
Στον τύπο αναφέρεται και ως «Εναλλακτικό Βραβείο Νόμπελ»,[4][5][6][7][8] αλλά δεν σχετίζεται με τα βραβεία Νόμπελ. Δεν έχει κανένα δεσμό με τους οργανισμούς που απονέμουν τα Βραβεία Νόμπελ ή το Ίδρυμα Νόμπελ.
Ωστόσο, τα βραβεία Ορθής Διαβίωσης μπορεί να σχετίζονται μερικές φορές με τα βραβεία Νόμπελ, επειδή το βραβείο απονέμεται στο παλιό κτίριο του Ρίκσνταγκ μια μέρα πριν από την απονομή των βραβείων Νόμπελ στη Στοκχόλμη. Επίσης τα βραβεία κατανοούνται ως μια εναλλακτική και κριτική μορφή των παραδοσιακών Νόμπελ.[8] Η ίδρυση του βραβείου ακολούθησε μια προσπάθεια του βραβείου Νόμπελ να ιδρύσει βραβεία στους τομείς της προστασίας του περιβάλλοντος, την αειφόρο ανάπτυξη και τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Για το 2019, οι παραλήπτες είναι οι: Γκρέτα Τούνμπεργκ, Αμινατού Χαϊντάρ, Γκουό Σιανμέι και Νταβί Κοπενάουα Γιανομαμί (από τη Σουηδία, Δυτική Σαχάρα, Κίνα και Βραζιλία αντίστοιχα). Ο μοναδικός Έλληνας παραλήπτης του βραβείου είναι ο Γιώργος Βυθούλκας (1996).