Γερμανάνιο | |||
---|---|---|---|
Γενικά | |||
Όνομα IUPAC | Γερμανάνιο | ||
Άλλες ονομασίες | Μονογερμανάνιο Τετραϋδρογερμάνιο Τετραϋδρίδιο του γερμανίου Γερμανομεθάνιο | ||
Χημικά αναγνωριστικά | |||
Χημικός τύπος | GeH4 | ||
Μοριακή μάζα | 76,67 ± 0,01 amu | ||
Σύντομος συντακτικός τύπος |
GeH4 | ||
Αριθμός CAS | 7782-65-2 | ||
SMILES | [Ge] | ||
InChI | 1S/GeH4/h1H4 | ||
PubChem CID | 23984 | ||
ChemSpider ID | 22420 | ||
Δομή | |||
Διπολική ροπή | 0 D | ||
Μοριακή γεωμετρία | τετραεδρική | ||
Φυσικές ιδιότητες | |||
Σημείο τήξης | -165 °C | ||
Σημείο βρασμού | -88,5 °C | ||
Πυκνότητα | 3,3 kg/m³ (αέριο) | ||
Διαλυτότητα στο νερό |
Χαμηλή | ||
Χημικές ιδιότητες | |||
Επικινδυνότητα | |||
Εύφλεκτο (F+) και τοξικό (T+) | |||
Φράσεις κινδύνου | 12, 17, 26 | ||
Φράσεις ασφαλείας | (1/2), 9, 16, 33, 36, 45 | ||
LD50 | 622 ppm (εισπνοή) | ||
Κίνδυνοι κατά NFPA 704 |
|||
Εκτός αν σημειώνεται διαφορετικά, τα δεδομένα αφορούν υλικά υπό κανονικές συνθήκες περιβάλλοντος (25°C, 100 kPa). |
To (μονο)γερμανάνιο[1] (αγγλικά: germane) είναι ανόργανη δυαδική[2] χημική ένωση, που περιέχει γερμάνιο και υδρογόνο, με μοριακό τύπο GeH4. Είναι το γερμανιούχο ανάλογο του μεθανίου, το απλούστερο υδρίδιο του γερμανίου, καθώς και μια από τις πιο χρήσιμες χημικές ενώσεις του στοιχείου (γερμανίου). Το χημικά καθαρό γερμανάνιο, στις «κανονικές συνθήκες περιβάλλοντος, δηλαδή σε θερμοκρασία 25°C και υπό πίεση 1 atm, είναι πολύ εύφλεκτο και τοξικό αέριο. Όπως και στις συγγενικές ενώσεις του, δηλαδή στις ενώσεις του μεθανίου και του σιλανίου, το μόριο του γερμανανίου είναι τετραεδρικό, με το άτομο του γερμανίου στο κέντρο και τα άτομα του υδρογόνου στις κορυφές. Καίγεται παρουσία ατμοσφαιρικού αέρα, παράγοντας διοξείδιο του γερμανίου (GeO2) και νερό.
Η ονομασία γερμανάνιο προκύπτει από το πρόθεμα «γερμαν-» και την κατάληξη «-άνιο», σε αναλογία με την ονοματολογία των αλκανίων.
Η τετραεδρική μοριακή δομή του ομοιάζει γεωμετρικά με αυτήν του μεθανίου. Ωστόσο, οι δεσμοί Ge-Η είναι πολωμένοι κατά την έννοια Geδ+-Hδ-, δηλαδή αντίθετα από τους δεσμούς C-Η του μεθανίου, που είναι πολωμένοι κατά την έννοια Cδ--Hδ+, γιατί το γερμάνιο έχει μικρότερη ηλεκτραρνητικότητα (2,01 κατά Paouling) από το υδρογόνο (2,20 κατά Paouling), ενώ ο άνθρακας μεγαλύτερη (2,55 κατά Paouling) από το υδρογόνο.
Δεσμοί[3][4] | |||||
Δεσμός | τύπος δεσμού | ηλεκτρονική δομή | Μήκος δεσμού | Ιονισμός | Ισχύς δεσμού |
---|---|---|---|---|---|
Ge-H | σ | 4sp³-1s | 153 pm | 1% Ge+ H- | 288 kJ/mol |
Γωνίες | |||||
HGeH | 109° 28' | ||||
Στατιστικό ηλεκτρικό φορτίο[5] | |||||
Η (Ge-H) | -0,01 | ||||
Ge | +0,04 |
Το γερμανάνιο ανιχνεύθηκε στην ατμόσφαιρα του πλανήτη Δία[6].
Ανόργανα και οργανικά υποκατεστημένα παράγωγα του γερμανάνιου, είναι γνωστά και ονομάζονται «γερμανάνια».
Το γερμανάνιο εἰναι η πιο χρήσιμη πηγή γερμανίου, βιομηχανικά. Για το λόγο αυτό αναπτύχθηκαν πολλές βιομηχανικές μέθοδοι παραγωγής του. Οι μέθοδοι αυτές μπορούν να ταξινομηθούν σε τρεις (3) γενικές κατηγορίες:
Το γερμανάνιο μπορεί να παραχθεί με οξείδωση αλατόμορφων γερμανιούχων μετάλλων με οξέα, όπως για παράδειγμα το γερμανιούχο μαγνήσιο (Mg2Ge) με αραιό υδροχλωρικό οξύ:[8]
Το γερμάνιο είναι δυνατό να παραχθεί και με ολική σύνθεση, δηλαδή με άμεση αντίδραση γερμανίου και υδρογόνου. Και με τις δύο (2) παραπάνω μεθόδους συμπαράγονται και άλλα γερμανάνια, όπως διγερμανάνιο (Ge2H6) και τριγερμανάνιο (Ge3H8).
Η παραγωγή μόνο γερμανάνιου επιτυγχάνεται ευκολότερα και σε υψηλότερη χημική καθαρότητα αν το γερμάνιο μετατραπεί αρχικά σε τετραχλωρογερμάνιο (GeCl4) ή σε διοξείδιο του γερμανίου (GeO2) και μετά «αναχθεί»[9] σε γερμανάνιο.
Η αναγωγή τόσο του τετραχλωρογερμάνιου όσο και του διοξειδίου του γερμανίου μπορεί να πραγματοποιηθεί με μια πληθώρα αναγωγικών ενώσεων και συνδυασμών, όπως το λιθιοβοριοϋδρίδιο (LiBH4), το νατριοβοριοϋδρίδιο (NaBH4), το καλιοβοριοϋδρίδιο (KBH4), το λιθιοαργιλιοϋδρίδιο (LiAlH4), το νατριοαργιλιοϋδρίδιο (NaAlH4), το υδρίδιο του λιθίου (LiH), το υδρίδιο του νατρίου (NaH), το υδρίδιο του μαγνησίου (MgH2), το «υδρογόνο εν τω γεννάσθαι», δηλαδή υδρογόνο που μόλις παράγεται μετά από επίδραση οξέος σε ηλεκτροθετικότερο του υδρογόνου μέταλλο, καθώς και το μεθάνιο (CH4), παρουσία παλλαδίου ως καταλύτη.
Η απόδοση αυτής αντίδρασης με το μεθάνιο είναι 98% και συμπαράγεται τετραχλωράνθρακας (CCl4):
Το γερμανάνιο παράγεται, ακόμη, και με «αναγωγή» γερμανικών ενώσεων με υδρίδια ηλεκτροθετικότερων στοιχείων, συνήθως με νατριοβοριοϋδρίδιο, καλιοβοριοϋδρίδιο, λιθιοβοριοϋδρίδιο, λιθιαργιλιοϋδρίδιο και νατριοαργιλιοϋδρίδιο. Η αντίδραση καταλύεται με διάφορα οξέα και μπορεί να διεξαχθεί τόσο σε υδατικό περιβάλλον, όσο και σε περιβάλλον διαλύματος σε οργανικό διαλύτη.
Σε εργαστηριακή κλίμακα, το γερμανάνιο μπορεί να παραχθεί με αντίδραση ενώσεων του GeIV με οποιοδήποτε από τα προηγουμένως αναφερθέντα υδρίδια αντιδραστήρια[10][11]. Μια τυπική σύνθεση γερμανανίου περιλαμβάνει αντίδραση γερμανικού νατρίου με νατριοβοριοϋδρίδιο[12]:
Η ηλεκτροχημική αναγωγή περιλαμβάνει την εφαρμογή ηλεκτρόλυσης σε ένα ένυδρο διάλυμα ηλεκτρολύτη με κάθοδο από μεταλλικό γερμάνιο και άνοδο συνήθως από μολυβδαίνιο η κάδμιο. Με αυτή τη μέθοδο παράγεται υδρογόνο στην κάθοδο, που αντιδρά με το μεταλλικό γερμάνιο και παράγει γερμανάνιο, ενώ στην άνοδο παράγεται οξείδιο του μολυβδαινίου ή οξείδιο του καδμίου, αντίστοιχα:
ή
Η μέθοδος πλάσματος περιλαμβάνει βομβαρδισμό (πλάκας) μεταλλικού γερμανίου με άτομα υδρογόνου, που παράγονται με τη χρήση μιας πηγής πλάσματος υψηλής συχνότητας. Έτσι παράγεται γερμανάνιο, αλλά συμπαράγεται και διγερμανάνιο:
Το γερμανάνιο είναι ασθενώς όξινο. Αν το γερμανάνιο διαλυθεί σε υγρή αμμωνία ιονίζεται και (τελικά) σχηματίζονται ιόντα NH4+ και GeH3-[13]:
Με επίδραση αλκαλιμετάλλων (θα συμβολιστούν παρακάτω γενικά με Μ) σε διάλυμα γερμανανίου σε υγρή αμμωνία, το (γερμανάνιο) αντιδρά με αυτά (τα αλκαλιμέταλλα) και δίνει λευκές κρυσταλλικές ενώσεις, του γενικού τύπου MGeH3:
Το γερμανυλοκάλιο (KGeH3) και το γερμανυλορουβίδιο (RbGeH3) έχουν τη δομή του χλωριούχου νατρίου (NaCl), πράγμα που συνεπάγεται μια ελεύθερη περιστροφή του ιόντος GeH3-, ενώ το γερμανυλοκαίσιο (CsGeH3), σε αντιδιαστολή έχει τη δομή του ιωδιούχου θαλλίου (TlI), δηλαδή παραμορφωμένη δομή χλωριούχου νατρίου[13].
Το αέριο γερμανάνιο διασπάται γύρω στους 280 °C σε γερμάνιο και υδρογόνο:
Η παρουσία γερμανανίου μπορεί να ανιχνευθεί με διέλευση αερίου δείγματος διαμέσου διαλύματος νιτρικού αργύρου (AgNO3). Αν υπάρχει γερμανάνιο στο δείγμα σχηματίζεται μαύρο ίζημα από γερμανιούχο άργυρο (Ag4Ge):
Επίσης, το γερμανάνιο αντιδρά με στοιχειακό θείο, με τη βοήθεια θέρμανσης:
Εξαιτίας της (σχετικής) θερμικής αστάθειάς του, το γερμανάνιο χρησιμοποιείται από τη βιομηχανία ημιαγωγών για επιταξιακή ανάπτυξη (epitaxy) γερμανίου με επίταξη φάσης μεταλλοργανικού ατμού (MOVPE = MetalΟrganic Vapour Phase Epitaxy) ή με επίταξη χημικής ακτίνας (chemical beam epitaxy)[14]. Επίσης, έχουν εξεταστεί και διάφορα οργανικά (υποκατεστημένα) γερμανάνια, όπως ισοβουτυλογερμανάνιο, αλκυλοτριχλωρογερμανάνια και δι(μεθυλαμινο)τριχλωρογερμανάνιο, ως λιγότερο βλαβερά υγρά υποκατάστατα του γερμανανίου, επίσης για απόθεση γερμανιούχων μεμβρανών με MOVPE[15].
Το γερμανάνιο είναι πολύ εύφλεκτο και εν δυνάμει πυροφορικό[16], και πολύ τοξικό αέριο. Το 1970, το American Conference of Governmental Industrial Hygienists (ACGIH) δημοσίευσε τις τελευταίες αλλαγές, θέτοντας το θεωρούμενο μέγιστο επιτρεπόμενο όριο στα 0,2 ppm, για έκθεση 8 ωρών σε γερμανάνιο[17]. To LD50 για αρουραίους που εκτέθηκαν για μία (1) ώρα σε γερμανάνιο είναι 622 ppm[18]. Η εισπνοή γερμανανίου μπορεί να προκαλέσει δυσφορία, κεφαλαλγία, ζάλη, λιποθυμία, δύσπνοια, ναυτία, έμετο, νεφρική βλάβη, και αιμολυτικά φαινόμενα[19][20][21].
Σύμφωνα με την ταξινόμηση του Τομέα Κινδύνων Μεταφορών των ΗΠΑ (US Department of Transportation hazard class), το γερμανάνιο κατατάσσεται ως 2,3 τάξης δηλητηριώδες αέριο[17].