Γιαν φαν ντε Καπέλλε | |
---|---|
Γέννηση | 1624[1][2][3] ή 1626[4] Άμστερνταμ[5] |
Θάνατος | 22 Δεκεμβρίου 1679[6][7][8] Άμστερνταμ |
Χώρα πολιτογράφησης | Ολλανδική Δημοκρατία[9] |
Ιδιότητα | ζωγράφος[10][11], εικαστικός καλλιτέχνης[10] και συλλέκτης τέχνης[12] |
Είδος τέχνης | θαλασσογραφία |
Σημαντικά έργα | Winter Landscape, Ships off the Coast και The Home Fleet Saluting the State Barge |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Γιαν φαν ντε Καπέλλε (ολλανδικά: Jan van de Cappelle, αναφερόμενος με διάφορους συνδυασμούς των Joannes / van der / Capelle[13], 25 Ιανουαρίου 1626 (βάπτιση) - 22 Δεκεμβρίου 1679 (ταφή)) ήταν Ολλανδός ζωγράφος της Χρυσής Ολλανδικής Εποχής στη ζωγραφική. Ζωγράφισε κυρίως θαλασσογραφίες και χειμωνιάτικα τοπία, ήταν όμως, παράλληλα, επιτυχημένος βιομήχανος και συλλέκτης έργων τέχνης. Σήμερα θεωρείται ως «μια από τις ηγετικές μορφές στη θαλασσογραφία της Ολλανδίας του 17ου αιώνα».[14] Έζησε όλη του τη ζωή στο Άμστερνταμ αλλά ενώ εργαζόταν ως καλλιτέχνης, τον περισσότερο χρόνο του τον δαπανούσε εργαζόμενος στη βιομηχανία του πατέρα του[15] τον οποίο βοηθούσε στη διεύθυνση της βιομηχανία βαφών που διέθετε. Ο Φρανσουά φαν ντε Καπέλλε διέθετε μεγάλες μονάδες βαφής και ειδικευόταν στην ακριβή βαφή του καρμινέρυθρου χρώματος, τις οποίες ο Γιαν κληρονόμησε το 1674. Πιθανόν λόγω της διπλής του απασχόλησης, σήμερα διασώζονται μόνον περί τους 150 πίνακές του,[14] αριθμός σχετικά μικρός για τους υπερπαραγωγικούς ζωγράφους της Ολλανδικής Χρυσής Εποχής. Οι θαλασσογραφίες του απεικονίζουν κυρίως σκηνές σε ποταμούς ή στις εκβολές τους, παρά σκηνές σε ανοικτή θάλασσα. Τα νερά είναι πάντα πολύ ήρεμα, ώστε να ανακλούν τους σχηματισμούς των νεφών στον ουρανό. Αυτό είναι και το βασικό χαρακτηριστικό των πινάκων του.
Ο πατέρας του, Φρανσουά (1594 - 1674), ήταν βαφέας υφασμάτων, ενώ η μητέρα του ήταν από το Ρόττερνταμ. Παντρεύτηκαν το 1622 στο Άμστερνταμ. Καταγράφεται η βάπτιση του Γιαν στη Νιούε Κερκ (Nieuwe Kerk, Νέα Εκκλησία) της πόλης στις 25 Ιανουαρίου 1626.[16] Ο ζωγράφος και αγαπημένος μαθητής του Ρέμπραντ Χέρμπραντ φαν ντεν Έικχαουτ (Gerbrand van den Eeckhout) τον αναφέρει ως αυτοδίδακτο καλλιτέχνη, αλλά πιθανότατα έλαβε κάποιας μορφής εκπαίδευση από τον Σίμον ντε Φλίχερ, του οποίου το ύφος μιμήθηκε στα πρώτα τους έργα, αλλά πιθανόν είναι να διδάχτηκε και από τον Βίλλεμ φαν ντε Φέλντε τον πρεσβύτερο. Στις 24 Ιουλίου 1653 έλαβε τον τίτλο του πολίτη του Άμστερνταμ σε μια ιδιαίτερα τιμητική τελετή για κάποιον που ανήκε στην ελίτ της πόλης.[17] Λίγους μήνες πριν, στις 2 Φεβρουαρίου 1653, είχε νυμφευτεί την Αννέτγε Γιανσντρ. Χρότινγκ (Annetje Jansdr. Grotingh), θυγατέρα ενός πλινθοκτίστη.
Ο φαν ντε Καπέλλε ήταν ιδιαίτερα ευκατάστατος, ώστε ποτέ δεν χρειάστηκε να στηριχτεί στη ζωγραφική του για να αποκομίσει τα προς το ζην,[14] και δεν είναι γνωστό αν έγινε μέλος στη Συντεχνία του Αγίου Λουκά της πόλης ή στον διαφορετικό φορέα που είχε δημιουργηθεί το 1653, την «αδελφότητα των ζωγράφων».[18] Δεν είναι, επίσης, σαφές αν και πώς πωλούσε τα έργα του.
Ο Άμπραχαμ Μπρέντιους πρότεινε την εκδοχή ότι ο φαν ντε Καπέλλε ήταν φίλος του Ρέμπραντ,[19] στις πωλήσεις του οποίου, λόγω οικονομικών προβλημάτων, υπήρξε από τους μεγαλύτερους αγοραστές. Ο Ρέμπραντ δημιούργησε πορτρέτα και του φαν ντε Καπέλλε και της συζύγου του. Πιθανολογείται ότι ίσως να χρησιμοποίησε τις επαγγελματικές του γνωριμίες, ώστε να δοθεί η τελευταία, και πολύ προσοδοφόρα οικονομικά, παραγγελία στον Ρέμπραντ για ομαδικό πορτρέτο, αυτό της Συντεχνίας των υφασματοποιών, που ο ζωγράφος δημιούργησε το 1662.[20]
Ο πρώτος του χρονολογημένος πίνακας είναι του 1645, ενώ κατά τη δεκαετία του 1660 υπάρχει μόνον ένας.[21] Από αυτό το γεγονός οι περισσότεροι ιστορικοί τέχνης συμπεραίνουν ότι αφιέρωσε τα τελευταία χρόνια της ζωής του στην επιχείρησή του, στην οποία εργαζόταν επίσης ο αδελφός του, Φρανσουά. Τον Μάιο του 1661 αγόρασε σπίτι στην Κουρστράατ (Koestraat)[22] κοντά στη Νιούμαρκτ (Nieuwmarkt, Νέα Αγορά), μετακομίζοντας από την ακριβότερη Κάιζερσχραχτ (Keizersgracht).[23] Η αγορά του σπιτιού προκαλεί έκπληξη. Ο Λίντκε (Liedtke) υποθέτει ότι η μετακόμιση αυτή οφείλεται στη μείωση της απόστασης από την επιχείρησή του.[24] Το σπίτι με τον κήπο, πλάι σε σχολείο, πωλήθηκε από τον γιο του συνθέτη και οργανίστα Γιαν Πίτερς Σβέιλινκ (Jan Pieterszoon Sweelinck). Στο συμβόλαιο ο φαν ντε Καπέλλε αποκαλείται απλά schilder (ζωγράφος, διαβάζεται σίλντερ) και όχι «Δάσκαλος».[25]
Η σύζυγός του απεβίωσε το 1677 και ο φαν ντε Καπέλλε τάφηκε στη Νέα Εκκλησία στις 22 Δεκεμβρίου 1679. Είχαν αποκτήσει επτά παιδιά.[26] Η απογραφή της περιουσίας του έχει διασωθεί και αποτελεί τη βασική πηγή πληροφοριών για την εντυπωσιακή συλλογή έργων τέχνης που διέθετε. Χρειάστηκαν επτά μήνες για να καταγραφούν όλα.[27]
Στα παιδιά του άφησε έξι σπίτια (τρία από τα οποία ανήκαν στη σύζυγό του), ένα εξοχικό νότια του Λούνεν ααν ντε Φεχτ (Loenen aan de Vecht) στον ποταμό Φεχτ, ένα σκάφος αναψυχής, «44 τσάντες γεμάτες δουκάτα», μεταξωτά και μετοχές, τα οποία αποτιμήθηκαν σε 92.720 γκίλντερς.[28] Καταρτίστηκε, επίσης, μακροσκελής κατάλογος με τα ενδύματα της εκπληκτικής του γκαρνταρόμπας,[29] αλλά και ένας κατάλογος με την μεγάλη και σημαντική του συλλογή από έργα τέχνης.[26]
Η πλειονότητα των έργων του είναι απόψεις θάλασσας ή ποταμών, σχεδόν πάντα με κάποια σκάφη, αλλά ζωγράφισε, επίσης, μερικούς μικρούς πίνακες με χειμωνιάτικα τοπία, με την τεχνοτροπία του Ερτ φαν ντερ Νέιρ[30] και όλοι χρονολογούνται στο διάστημα 1652 - 1654.[31] Οι θαλασσογραφίες του (με την ευρύτερη έννοια του όρου) είναι και μικρών και μεγάλων διαστάσεων. Οι εννέα πίνακες που διαθέτει η Εθνική Πινακοθήκη Λονδίνου, η μεγαλύτερη ομάδα πινάκων του σε δημόσια συλλογή, ποικίλλουν σε διαστάσεις από 122 x 154,5 εκ. ως 34,8 x 48,1 εκ.[32]
Δεν ενδιαφερόταν για την ταραγμένη θάλασσα και τον ανέφελο ουρανό (ένας πίνακας με τίτλο «Θύελλα» που αναφέρεται στην απογραφή δεν έχει εντοπιστεί). Απεικόνιζε συννεφιασμένο τον ουρανό, με χαμηλό ορίζοντα, περίπου 15 - 20% του όλου κατά τον οριζόντιο άξονα. τα σύννεφα συχνά ανακλώνται στην ήρεμη θάλασσα, αν και μπορεί να εμφανίζονται ελαφρές ρυτιδώσεις. Αυτό συμβαίνει πραγματικά στις ολλανδικές θαλασσογραφίες: Συχνά υπάρχει ένα πολεμικό ή κρατικό σκάφος (statenjacht) που χρησιμοποιείται για μεταφορές και τα άλλα σκάφη το χαιρετούν επίσημα. Το άκρο της σύνθεσης συχνά «κόβει» κάποιο σκάφος, το οποίο μισοφαίνεται. Ο φαν ντε Καπέλλε ζωγράφισε πολλές σκηνές με σκάφη που πλέουν σε παράταξη σαν σε παρέλαση, απεικονίζοντας «μια επίσημη συγκέντρωση σκαφών για κάποια τελετή».[14]
Άλλοι πίνακες, κυρίως μικρότεροι και με αραιότερη διάταξη, ανήκουν σε τύπο που συχνά αποκαλείται «γαλήνη» και απεικονίζει «διεισδυτική φωτεινή ατμόσφαιρα που μαλακώνει όλα τα περιγράμματα, ενοποιεί τις μορφές και τα τοπικά χρώματα"[14] ή, όπως το θέτει ο Κένεθ Κλαρκ «Όταν ο ουρανός ανακλάται στο νερό, επιτυγχάνεται αυτή η ενότητα της φωτεινής ατμόσφαιρας, που... αποτελεί το βασικό στοιχείο των φαν ντε Καπέλλε και φαν ντε Φέλντε».[33] Στα πρώιμα έργα του ακολούθησε τη μουντή παλέτα της «τονικής σχολής», που ζωντανεύει με τοπικές εμφάσεις με λαμπρό χρώμα, αλλά στα κατοπινά του έργα αλλάζει την παλέτα του σε «μια θερμότερη, χρυσαφένια τονικότητα, που του επιτρέπει μεγαλύτερη χρωματική πληθωρικότητα, όταν τοποθετεί την με αποχρώσεις του κόκκινου ανάκλαση του ουρανού στο βαθύ μπλε τυρκουάζ της θάλασσας, όπως συμβαίνει στη σκηνή στο ποτάμι με σκάφη που πλέουν (Μουσείο Μπόιμανς - φαν Μπένινγκεν».[14] Σύμφωνα με την κορυφαία ιστορικό τέχνης επί της ολλανδικής ζωγραφικής Μαργκαρίτα Ράσσελ (Margarita Russell) «περισσότερο από κάθε άλλον καλλιτέχνη της εποχής του, με εξαίρεση μόνον τον Ρέμπραντ, ο φαν ντε Καπέλλε ήταν ζωγράφος του φωτός».[14]
Ο φαν ντε Καπέλλε δημιούργησε και μερικά χαρακτικά. Μόνον δύο υπογεγραμμένα, με θέμα τοπία, αποδίδονται με βεβαιότητα σε αυτόν.[34] Λιγότερα από είκοσι από τα περίπου 750 σχέδιά του, που καταγράφονται στην απογραφή του 1680, έχουν διασωθεί.[35]
Ο φαν ντε Καπέλλε διέθετε μια από τις μεγαλύτερες συλλογές έργων τέχνης της εποχής του με 192 πίνακες[36] και περισσότερα από 7.000 σχέδια,[14] σχεδόν όλα Ολλανδών και λίγων Φλαμανδών δημιουργών και εστίαζε ειδικότερα στη δική του ειδίκευση, τις θαλασσογραφίες και στα χειμωνιάτικα τοπία. Διέθετε πορτρέτα του, φολοτεχνημένα από τον Ρέμπραντ (ένα μαζί με τη σύζυγό του) και τον Φρανς Χαλς και είναι το μοναδικό πρόσωπο που ζωγράφισαν και οι δύο κορυφαίοι Ολλανδοί προσωπογράφοι.[37] Εν τούτοις, αν έχουν διασωθεί, δεν έχει γίνει δυνατόν να εντοπιστούν. Αρχικά είχε υποτεθεί ότι ένα πορτρέτο του Ρέμπραντ απεικόνιζε τον φαν ντε Καπέλλε και ευρισκόταν στο Κάστρο Χάουαρντ[38] ενώ το 1961 το Μουσείο Νόρτον Σάιμον αγόρασε έναν πίνακα του Χαλς, που τότε είχε αποκληθεί «πορτρέτο του Γιαν φαν ντε Καπέλλε», αλλά σήμερα αποκαλείται απλώς Πορτρέτο νεαρού άνδρα.[39] Πορτρέτα του φαν ντε Καπέλλε είχαν δημιουργήσει, επίσης, ο Χέρμπραντ φαν ντεν Εϊκχάουτ και ο Γιαν φαν Νόορντ, αλλά κι αυτά δεν έχουν εντοπιστεί.[14]
Η συλλογή μπορεί να κατανεμηθεί στις εξής ομάδες:
Στη συλλογή περιλαμβάνονταν έργα των Γιαν Λίφενς, Χέντρικ Χόλτσιους, Πάουλους Πόττερ, Άνταμ Έλσχαϊμερ, Άλμπρεχτ Ντύρερ, Ντάβιντ Φίνκμποονς, Πίτερ Άρτσεν, Χανς Χολμπάιν του νεότερου, Γιάκομπ Πάινας, Γιαν Μίνσε Μόλενερ, Μάαρτεν φαν Χέιμσκερκ, Φρανς Φλόρις, Φίλιπς Κόνινκ και Πίτερ Λάστμαν. Υπήρχαν, ακόμη, έργα Φλαμανδών ζωγράφων, όπως οι Πέτερ Πάουλ Ρούμπενς (3 πίνακες), Άντονι βαν Ντάικ, Γιάκομπ Γιόρντενς, Πίτερ Μπρίγκελ του πρεσβύτερου και Άντριεν Μπράουβερ. Ο φαν ντε Καπέλλε κατείχε, επίσης, 83 σχέδια του Γιαν φαν Όιλ. Οι μεγάλες ομάδες σχεδίων ανά καλλιτέχνη μαρτυρούν ότι είχε αγοράσει το εργαστηριακό τους στοκ από σχέδια εργασίας, πλήρες, μετά τον θάνατο ή την απόσυρσή τους από τη ζωγραφική. Τα σχέδια του Ρέμπραντ πιθανόν αγοράστηκαν κατά τις πωλήσεις που πραγματοποίησε λόγω χρεωκοπίας ο Ρέμπραντ το 1656 και το 1658.[43]
Ο φαν ντε Καπέλλε είχε σημαντική επίδραση στους ζωγράφους που ασχολήθηκαν τόσο με τη θαλασσογραφία όσο και με τα χειμερινά θέματα, περιλαμβανομένων των Βίλλεμ φαν ντε Φέλντε του νεότερου, του Γιαν φαν Κέσσελ (θαλασσογραφίες) και του Χέντρικ Ντάμπελς (και στα δύο θέματα).[14]
Ο φαν ντε Καπέλλε δεν φαίνεται να είχε μεγάλη συμμετοχή στις εμπορικές συναλλαγές έργων τέχνης της εποχής του, κάτι που κατά πάσαν πιθανότητα είναι υπεύθυνο για την απουσία του από όλες τις συλλογές βιογραφιών των καλλιτεχνών της εποχής του, όπως το έργο του Άρνολντ Χαουμπράκεν De groote schouwburg der Nederlandsche kunstschilders en schilderessen, Οι Γιοάχιμ φον Σάντραρτ και Σάμουελ φαν Χόοχστρατεν επίσης τον αγνοούν. Εν μέρει, βέβαια, αυτό οφείλεται και στο ότι οι βιογράφοι ακολουθούν τις προκαταλήψεις της εποχής κατά της θαλασσογραφίας, της τοπιογραφίας και της νεκρής φύσης, που θεωρούνταν ως «κατώτερες μορφές τέχνης» στην ιεραρχία της ζωγραφικής. Επί μεγάλο χρονικό διάστημα ήταν περισσότερο γνωστός στην Αγγλία παρά στην Ολλανδία και αυτό μαρτυράται από την κατανομή των έργων του: Η μεγαλύτερη συλλογή έργων του είναι οι εννέα πίνακές του που, όπως προαναφέρθηκε, βρίσκονται στο Λονδίνο. Έργα του υπάρχουν, επίσης, στο Ρέικσμουζεουμ, στο Μαουριτσχάους,[44] στο Κρατικό Μουσείο του Τβέντε, στο Μουσείο Γκέτι, στο Μητροπολιτικό Μουσείο Νέας Υόρκης,[45] στο Εθνικό Μουσείο Ουαλίας, στο Ίδρυμα Τέχνης του Ντιτρόιτ, στην Πινακοθήκη του Μάντσεστερ, στο Μουσείο Βάλραφ-Ρίχαρτς και σε άλλα μουσεία.[46]
Πολυμέσα σχετικά με το θέμα Jan van de Cappelle στο Wikimedia Commons