Γιουτζήν Άραμ | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 1704[1][2][3] Γιόρκσιρ |
Θάνατος | 6 Αυγούστου 1759[4][5] Γιορκ[6] |
Αιτία θανάτου | απαγχονισμός |
Συνθήκες θανάτου | θανατική ποινή |
Χώρα πολιτογράφησης | Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | κλασικός φιλόλογος |
Ποινική κατάσταση | |
Κατηγορίες εγκλήματος | δολοφονία |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Γιουτζήν (Ευγένιος) Άραμ (αγγλ. Eugene Aram, 1704 – 16 Αυγούστου 1759) ήταν Άγγλος φιλόλογος, που έμαθε μόνος του πολλές ξένες γλώσσες και κατέδειξε τη συγγένεια ανάμεσα στις κελτικές και στις άλλες ινδοευρωπαϊκές γλώσσες. Ωστόσο έμεινε στην ιστορία και ως διαβόητος δολοφόνος, που απαθανάτισε ο Τόμας Χουντ στην μπαλάντα του The Dream of Eugene Aram, καθώς και ο Έντουαρντ Μπούλβερ-Λύττον στο μυθιστόρημά του Γιουτζήν Άραμ (1832), αλλά και τρεις κινηματογραφικές ταινίες από την πρώτη ήδη εποχή του σινεμά.
Ο Άραμ γεννήθηκε στο χωριό Ράμσγκιλ στο δυτικό Γιόρκσερ, όπου ο πατέρας του ήταν κηπουρός στο κτήμα ενός αριστοκράτη, και είχε καλή γνώση της βοτανικής και της κηπουρικής.[7]
Τέλειώνοντας το δημοτικό σχολείο, ο Γιουτζήν άρχισε από τα 13 του να βοηθεί τον πατέρα του στο κτήμα, του οποίου ο ιδιοκτήτης σερ Εδουάρδος Μπλάκετ του επέτρεψε να διαβάζει βιβλία από τη βιβλιοθηκη του, οπότε ο Γιουτζήν έμαθε μόνος του αρχαία ελληνικά και λατινικά. Τρία χρόνια αργότερα, το 1720 πήγε στο Λονδίνο για να εργασθεί σε λογιστικό γραφείο που είχε ένας συγγενής του Εδουάρδου. Ωστόσο εκεί κόλλησε ευλογιά, την οποία πέρασε βαριά. Τότε απεφάσισε να επιστρέψει στπ Γιόρκσερ και βρήκε μια θέση δασκάλου στο χωριό Νέδερντεϊλ.[8] Νεαρός ακόμα νυμφεύθηκε εκεί, όπου τα επόμενα χρόνια έμαθε μόνος του και την εβραϊκή γλώσσα.
In 1734 ο Άραμ μετεγκαταστάθηκε στη πόλη Ναίρσμπορω, όπου παρέμεινε ως διευθυντής πλέον σχολείου μέχρι το 1744. Το έτος εκείνο, ένας φίλος του υποδηματοποιός, ο Ντάνιελ Κλαρκ, διαδόθηκε ότι είχε προσβαση σε πολλά χρήματα μέσω της συζύγου του. Ο Άραμ συζήτησε το θέμα με έναν άλλον, τον Ρίτσαρντ Χάουζμαν (R. Houseman), και τον συμβούλευσαν να αγοράσει εμπόρευμα βερεσέ, καθώς οι προμηθευτές του γνώριζαν ότι είχε πλουτίσει. Το έπραξε και έφθασε να χρωστά περισσότερα από το κεφάλαιό του.
Ο Κλαρκ εξαφανίσθηκε ξαφνικά στις 8 Φεβρουαρίου 1744. Μαζί του εξαφανίσθηκαν και κοσμήματα, πλάκες αργύρου και άλλα, μεγάλης αξίας πράγματα. Φάνηκε αρχικώς ότι είχε διαφύγει για να γλιτώσει από τους πιστωτές του. Λίγο αργότερα ο Άραμ άρχισε να εξοφλεί όλα τα δικά του χρέη. Οι γείτονές του άρχισαν να σχολιάζουν το γεγονός και τον Απρίλιο του 1744 ο Άραμ επέστρεψε στο Λονδίνο, αφήνοντας τη σύζυγό του πίσω. Στην πρωτεύουσα βρήκε εργασία σε σχολείο στο Πικαντίλυ και έμαθε τρεις ακόμη γλώσσες: την κλασική συριακή, την αραμαϊκή («χαλδαϊκή») και την αραβική.
Επί αρκετά χρόνια ο Άραμ ταξίδεψε σε διάφορα μέρη στην Αγγλία, εργαζόμενος ως θυρωρός σε σχολεία και τελικώς καταστάλαξε στο γυμνάσιο του Κινγκς Λυν, στο Νόρφοκ. Στα ταξίδια του αυτά συγκέντρωσε σημαντικό υλικό για ένα έργο ετυμολογίας που είχε σχεδιάσει να εκπονήσει: ήταν το Συγκριτικόν Λεξικόν της Αγγλικής, της Λατινικής, της Ελληνικής, της Εβραϊκής και των Κελτικών γλωσσών. Υπήρξε αδιαμφισβήτητα ένας πρωτοπόρος στο πεδίο αυτό της γλωσσολογικής φιλολογίας[9], αντιλαμβανόμενος αυτό που οι λόγιοι δεν ήταν τότε ακόμα έτοιμοι να παραδεχθούν, δηλαδή τη βαθύτερη συγγένεια της κελτικής με τις άλλες ευρωπαϊκές γλώσσες, ακόμα και τις κλασικές. Μπόρεσε επίσης να υποστηρίξει με επιχειρήματα ότι, παρά την επικρατούσα τότε άποψη, η λατινική δεν προερχόταν από την ελληνική, αλλά αποτελούσαν δύο συγγενικές γλώσσες που είχαν εξελιχθεί παράλληλα.
Τα κείμενα του Άραμ καταδεικνύουν ότι είχε συλλάβει την ιδέα του ινδοευρωπαϊκού χαρακτήρα των κελτικών γλωσσών, που καθιερώθηκε μόλις το 1831 με την έκδοση του βιβλίου του Τζέιμς Κόουλς Πρίτσαρντ Η Ανατολική προέλευσις των Κελτικών παραδόσεων.
Τον Φεβρουάριο του 1758 ανακαλύφθηκε ένας ανθρώπινος σκελετός στον λόφο Θισλ, στο Ναίρσμπορω, από λιθοξόους που αναζητούσαν πέτρες για οικοδομές. Υποπτευόμενες ότι ο σκελετός ανήκε στον Κλαρκ, οι αρχές ρώτησαν τη σύζυγο του Άραμ, που είπε ότι μάλλον ήταν του Κλαρκ και υπαινίχθηκε ότι ο σύζυγός της μπορεί να είχε αναμιχθεί, καθώς είχε μεγάλη γνωριμία μαζί του και έδωσε το όνομα του Χάουζμαν.
Ο Χάουζμαν βρέθηκε, ανακρίθηκε και τελικώς παραδέχθηκε ότι ήταν παρών στη δολοφονία του Κλαρκ από έναν άλλον άνδρα, τον «Τέρυ», αλλά τελικώς ομολόγησε ότι ο δολοφόνος ήταν ο Άραμ.
Ο Άραμ δεν είχε επιχειρήσει να αλλάξει το όνομά του και τελικώς συνελήφθη στο γυμνάσιο του Κινγκς Λυν, στις 21 Αυγούστου 1758. Στάλθηκε στην Υόρκη και προφυλακίσθηκε στη Φυλακή Τάυμπουρν. Η μαρτυρία του Χάουζμαν έγινε δεκτή ως στοιχείο εναντίον του.[10] Η δίκη του άρχισε μόλις ένα έτος αργότερα, στις 3 Αυγούστου 1759, στο Δικαστήριο της Υόρκης.
Ο Άραμ υπερασπίσθηκε ο ίδιος τον εαυτό του και ανέφερε ότι τα οστά που βρέθηκαν δεν μπορούσαν να ταυτοποιηθούν. Ισχυρίσθηκε ότι ο Κλαρκ τού είχε παραδώσει αρκετά αντικείμενα για φύλαξη. Αλλά ο Χάουζμαν είπε ότι είχε δει τον Άραμ να σκοτώνει τον Κλαρκ και ότι είχαν μοιράσει τα πλούτη του, τα οποία ο Χάουζμαν είχε θάψει στον κήπο του. Επιπλέον, η σύζυγος του Άραμ είπε ότι είχε βρει τον άντρα της να καίει ρούχα στον δικό τους κήπο την επόμενη ημέρα της εξαφανίσεως του Κλαρκ.
Ο Άραμ καταδικάσθηκε σε θάνατο. Στο κελί του κατόπιν ομολόγησε την ενοχή του, παρουσιάζοντας μια άλλη ερμηνεία ως αίτιο της πράξεώς του: ότι δηλαδή είχε ανακαλύψει ότι ο Κλαρκ ήταν εραστής της συζύγου του. Ο Άραμ εκτελέσθηκε με απαγχονισμό εντός της Φυλακής Τάυμπουρν της Υόρκης, στις 16 Αυγούστου 1759, σε ηλικία 55 ετών. Το κρανίο του διατηρείται σήμερα στο μουσείο του Κινγκς Λυν.
Η μπαλάντα του Τόμας Χουντ The Dream of Eugene Aram (= «Το όνειρο του Ευγενίου Άραμ») επικεντρώνεται στην εργασία του Άραμ ως εκπαιδευτικού, φέρνοντας σε αντίθεση τη μόρφωσή του με τις κρυμμένες δολοφονικές ορμές του. Το μυθιστόρημα του Έντουαρντ Μπούλβερ-Λύττον από την άλλη πλευρά δημιουργεί μια ρομαντική μορφή, που διίσταται μεταξύ της βίας και των οραματισμών και ιδανικών του. Η ίδια εικόνα προκύπτει και από το επίσης ομώνυμο θεατρικό έργο του Γ. Τζ. Γουίλς Eugene Aram.
Ο Άραμ επίσης αναφέρεται στο ποίημα του Τζωρτζ Όργουελ «A Happy Vicar I Might Have Been»[11] του 1935, καθώς και σε πολλά άλλα βρετανικά λογοτεχνικά έργα.