Συντεταγμένες: 52°57′11″N 17°54′52″E / 52.95306°N 17.91444°E
Γουαμπίσιν | |||
---|---|---|---|
| |||
52°57′11″N 17°54′52″E | |||
Χώρα | Πολωνία | ||
Διοικητική υπαγωγή | Γκμίνα Γουαμπίσιν | ||
Έκταση | 2,89 km² | ||
Πληθυσμός | 4.494 (31 Μαρτίου 2021)[1] | ||
Ταχ. κωδ. | 89-210 | ||
Ζώνη ώρας | UTC+01:00 (επίσημη ώρα) UTC+02:00 (θερινή ώρα) | ||
Ιστότοπος | Επίσημος ιστότοπος | ||
Σχετικά πολυμέσα | |||
Το Γουαμπίσιν (πολωνικά: Łabiszyn, γερμανικά: Labischin, 1940-45: Lüderitz) είναι πόλη του Πόβιατ Ζνιν, στο Βοεβοδάτο Κουγιαβίας-Πομερανίας της Πολωνίας. Ο πληθυσμός του είναι 4.480 κάτοικοι (2020).[2] Βρίσκεται στον ποταμό Νότετς κοντά στο Ζνιν, στα σύνορα μεταξύ των ιστορικών περιοχών Παουούκι και Κουγιαβία.
Η πρώτη γραπτή αναφορά του Γουαμπίσιν προέρχεται από τον 13ο αιώνα ως κτήμα που ανήκε σε έναν ιππότη, το οποίο βρισκόταν στη μεσαιωνική Πολωνία που κυβερνούσε ο Οίκος των Πιαστ. Ένα έγγραφο του 1247 αναφέρει τον Ντεζιντέρι του Γουαμπίσιν, πιθανότατα τον ιδιοκτήτη του οικισμού. Το 1362 το χωριό αναφέρεται ως Labissino και Lambissiono.[3] Τον 14ο αιώνα, το Γουαμπίσιν ανήκε στην οικογένεια Πράβντζιτς (Prawdzic). Χάρη στις προσπάθειές τους, ο οικισμός και το κάστρο απέκτησαν προνόμια πόλης το 1369. Το 1407, η πόλη είχε ήδη τη δική της κέρινη σφραγίδα με το οικόσημο που απεικόνιζε το δεξί, ανοιχτό και κομμένο χέρι με την επιγραφή "Łabiszyn". Ο Βασιλιάς Βλαδίσλαος Β΄ Γιαγκέλο πέρασε από το Γουαμπίσιν στις 2 Νοεμβρίου 1410, στο δρόμο του από το Ινοβρότσουαφ στο Σούμπιν μετά τη νικηφόρα Μάχη του Κορονόβο. Σύμφωνα με την παράδοση, ο Γιαγκέλο φύτεψε δύο βελανιδιές στο Λόφο Γουαμπισίνσκι, μία από τις οποίες σώζεται μέχρι σήμερα.
Το Γουαμπίσιν ήταν μια ιδιωτική πόλη, διοικητικά τοποθετημένη στο Πόβιατ Κτσίνια στο Βοεβοδάτο Κάλις (1314-1793) στην Επαρχία Μείζονος Πολωνίας του Πολωνικού Στέμματος.[4] Κατά τα έτη 1604-1610, ιδιοκτήτης της πόλης με το κάστρο και τα γύρω χωριά ήταν ο Άντζεϊ Τσαρνκόφσκι, ο βοεβόδας του Κάλις. Από τον 16ο έως τον 19ο αιώνα, η πόλη ανήκε στις οικογένειες Τσαρνκόφσκι, Οπαλίνσκι, Γκεμπίτσκι και Σκουζέφσκι. Το 1678, ο καστελάνος Πάβεου Γκεμπίτσκι επιβεβαίωσε τα προνόμια πόλης για τον Γουαμπίσιν. Τον 17ο και 18ο αιώνα, η πόλη καταστράφηκε από πυρκαγιές και λοιμούς. Με την προσάρτηση της πόλης από το Βασίλειο της Πρωσίας στα τέλη του 18ου αιώνα, στους διαμελισμούς της Πολωνίας, άρχισαν να καταφθάνουν Προτεστάντες ενδυματοποιοί από γερμανικά κράτη. Στις 30 Σεπτεμβρίου 1794, κατά τη διάρκεια της Εξέγερσης του Κοστσιούσκο, τα στρατεύματα του Στρατηγού Γιαν Χένρικ Ντομπρόφσκι νίκησαν τον Πρωσικό Στρατό κοντά στο Γουαμπίσιν και κατέλαβαν την πόλη, την οποία υπερασπιζόταν η πρωσική φρουρά του υπολοχαγού Μπάιερ. Το Γουαμπίσιν ανακτήθηκε από τους Πολωνούς το 1807 και συμπεριλήφθηκε στο βραχύβιο πολωνικό Δουκάτο της Βαρσοβίας και στη συνέχεια προσαρτήθηκε εκ νέου από την Πρωσία μετά τη διάλυση του δουκάτου το 1815. Μια άλλη μάχη μεταξύ των Πολωνών ανταρτών και του πρωσικού στρατού κοντά στο Γουαμπίσιν έλαβε χώρα το 1848, κατά τη διάρκεια της Εξέγερσης της Μείζονος Πολωνίας, ως μέρος των Επαναστάσεων του 1848.
Υπό πρωσική κυριαρχία, η πόλη ήταν μέρος του Κράις Σούμπιν στην Επαρχία Πόζεν μέχρι το 1919. Ήταν επίσης μέρος της Γερμανικής Αυτοκρατορίας από το 1871. Σύμφωνα με τη γερμανική απογραφή του 1890, η πόλη είχε πληθυσμό 2.328 κατοίκων, εκ των οποίων οι 900 (38,7%) ήταν Πολωνοί.[5] Στον απόηχο του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, οι κάτοικοι της πόλης έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην Εξέγερση της Μείζονος Πολωνίας (1918-1919). Το 1919, οι αντάρτες του Γουαμπίσιν κέρδισαν μια αποφασιστική νίκη εναντίον των Γερμανών και η πόλη έγινε μέρος της νεοσύστατης Δεύτερης Πολωνικής Δημοκρατίας. Στη μεσοπολεμική Πολωνία, η πόλη βρισκόταν αρχικά στο Βοεβοδάτο Πόζναν (1921-1939) και στη συνέχεια στο Βοεβοδάτο Πομερανίας (1919-1939).
Μετά τη γερμανοσοβιετική εισβολή στην Πολωνία, η οποία ξεκίνησε το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο τον Σεπτέμβριο του 1939, στην πόλη έκανε εισβολή και την κατέλαβε η Ναζιστική Γερμανία. Το Γουαμπίσιν ήταν ένας από τους τόπους εκτελέσεων Πολωνών που πραγματοποιήθηκαν από τη Γερμανία το 1939 ως μέρος του Ιντελιγκέντσακτιον.[6] Το 1940, οι Γερμανοί μετονόμασαν την πόλη Lüderitz (Λύντεριτς), στη μνήμη του Άντολφ Λύντεριτς, ιδρυτή της Γερμανικής Νοτιοδυτικής Αφρικής. Προς το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου το 1945, η πόλη κατελήφθη από τον Κόκκινο Στρατό και αποκαταστάθηκε στην Πολωνία.