Συντεταγμένες: 52°3′30″N 19°12′0″E / 52.05833°N 19.20000°E
Γουεντσίτσα | ||
---|---|---|
| ||
52°3′30″N 19°12′0″E | ||
Χώρα | Πολωνία | |
Διοικητική υπαγωγή | Łęczyca County | |
Έκταση | 9 km²[1] | |
Πληθυσμός | 13.587 (31 Δεκεμβρίου 2021)[1] | |
Ταχ. κωδ. | 99-100 | |
Ζώνη ώρας | UTC+01:00 (επίσημη ώρα) UTC+02:00 (θερινή ώρα) | |
Ιστότοπος | Επίσημος ιστότοπος | |
Σχετικά πολυμέσα | ||
Η Γουεντσίτσα (πολωνικά: Łęczyca, γερμανικά: Lentschitza, εβραϊκά: לונטשיץ), με πλήρης ονομασία Βασιλική Πόλη της Γουεντσίτσα (Królewskie Miasto Łęczyca), είναι πόλη και η έδρα του Πόβιατ Γουεντσίτσα στο Βοεβοδάτο Λοτζ στην κεντρική Πολωνία. Ο πληθυσμός της είναι 13.786 κάτοικοι (2020).[2]
Η πόλη πιθανότατα πήρε το όνομά της από μία δυτική σλαβική (Λεχίτες) φυλή που ονομαζόταν Γουεντσάνοι (Łęczan), η οποία κατοίκησε στη κεντρική Πολωνία στις αρχές του Μεσαίωνα. Ωστόσο, ορισμένοι μελετητές ισχυρίζονται ότι η πόλη πήρε το όνομά της από την παλαιά πολωνική λέξη łęg, που σημαίνει βαλτώδης πεδιάδα.
Στα μεσαιωνικά λατινικά έγγραφα, η Γουεντσίτσα ονομάζεται Lonsin, Lucic, Lunciz, Lantsiza, Loncizia, Lonsitia και Lunchicia. Στις αρχές του 12ου αιώνα, ο Γάλλος Ανώνυμος ονόμασε την Γουεντσίτσα ως «Lucic», και το 1154, ο Άραβας γεωγράφος Μουχάμαντ αλ-Ιντρίσι την ονόμασε Nugrada (Νουγκράντα), τοποθετώντας την ανάμεσα σε άλλες κύριες πόλεις του Βασιλείου της Πολωνίας, όπως η Κρακοβία, το Σιέρατς, το Γκνιέζνο, το Βρότσουαφ και το Σάντοκ.
Η Γουεντσίτσα βρίσκεται στη μέση του πόβιατ και καλύπτει έκταση 8,95 τετραγωνικών μιλίων. Στο παρελθόν, η πόλη ήταν η πρωτεύουσα της Ζιέμια Γουεντσίτσα, η οποία αργότερα μετατράπηκε σε Βοεβοδάτο Γουεντσίτσα. Στη Δεύτερη Πολωνική Δημοκρατία και την περίοδο 1945-1975, η Γουεντσίτσα ανήκε στο Βοεβοδάτο Λοτζ. Το 1975-1998, ήταν μέρος του Βοεβοδάτου Πουότσκ. Το γεωμετρικό κέντρο της Πολωνίας βρίσκεται κοντά στη Γουεντσίτσα.
Η Γουεντσίτσα είναι μια από τις παλαιότερες πόλεις της Πολωνίας, που αναφέρεται στον 12ο αιώνα. Ήταν ο τόπος της πρώτης καταγεγραμμένης συνεδρίασης του Σέιμ, του πολωνικού κοινοβουλίου, το 1182. Το 1229, κατά την περίοδο του κατακερματισμού του Βασιλείου της Πολωνίας, έγινε η πρωτεύουσα του Δουκάτου της Γουεντσίτσα, το οποίο το 1263 χωρίστηκε σε δύο μέρη - το Δουκάτο της Γουεντσίτσα και το Δουκάτο του Σιέρατς. Στις αρχές του 14ου αιώνα, δημιουργήθηκε το Βοεβοδάτο Γουεντσίτσα, με τη Γουεντσίτσα να είναι η πρωτεύουσα. Αυτή η διοικητική μονάδα του Στέμματος του Βασιλείου της Πολωνίας ήταν μέρος της Επαρχίας Μείζονος Πολωνίας του Πολωνικού Στέμματος και υπήρχε μέχρι τους διαμελισμούς της Πολωνίας στα τέλη του 18ου αιώνα. Ήταν μια βασιλική πόλη του Πολωνικού Στέμματος.
Η Γουεντσίτσα, η οποία βρίσκεται στο κέντρο της Πολωνίας, ήταν για αιώνες μια από τις πιο σημαντικές πόλεις της χώρας. Έλαβε δικαιώματα του Μαγδεβούργου πριν από το 1267, και το 1331 οι Τεύτονες Ιππότες κατέστρεψαν την πόλη κατά τη διάρκεια μιας από τις επαναλαμβανόμενες επιδρομές τους στην Πολωνία. Κάηκαν πολλά κτίρια, συμπεριλαμβανομένων δύο εκκλησιών. Λίγες δεκαετίες αργότερα, με πρωτοβουλία του Καζίμιρ Γ΄ του Μέγα, η πόλη οχυρώθηκε και χτίστηκε ένα Βασιλικό Κάστρο στη νοτιοανατολική πλευρά της.[3]
Η Γουεντσίτσα ευημερούσε την περίοδο μεταξύ των μέσων του 14ου και του 17ου αιώνα. Το βασιλικό κάστρο, που χτίστηκε από τον Καζίμιρ Γ΄ τον Μέγα, βρισκόταν σε ένα μικρό λόφο, προστατευμένο από τάφρο με νερό από τον ποταμό Μπζούρα. Το συγκρότημα ήταν φτιαγμένο από κόκκινα τούβλα, σε πέτρινα θεμέλια. Προστατεύοταν από ένα τοίχος ύψους 10 μέτρων και υπήρχε ένας πύργος στη νοτιοδυτική γωνία του. Ο πύργος της πύλης τοποθετήθηκε στο δυτικό τείχος, στο υπόγειο υπήρχε φυλακή και στην αυλή υπήρχε ένα διώροφο κτήριο. Οι αίθουσες αυτού του κτιρίου στέγαζαν συχνά συνεδριάσεις του Βασιλικού Συμβουλίου. Το 1964, ξεκίνησε εκτεταμένη ανακαίνιση του συγκροτήματος. Ένα άλλο κτίριο προστέθηκε εκείνη την εποχή, το οποίο στεγάζει τώρα το Μουσείο της Γης της Γουεντσίτσα.
Λίγο μετά την ολοκλήρωσή του στα μέσα του 14ου αιώνα, το κάστρο ορίστηκε ως μία από τις βασιλικές κατοικίες και η έδρα του Σταρόστα της Γουεντσίτσα. Το 1406, κάηκε από τους Τεύτονες Ιππότες, αλλά το συγκρότημα ξαναχτίστηκε τόσο γρήγορα, που το 1409 ο Βασιλιάς Λαδίσλαος Β΄ Γιαγκελόν παρευρέθηκε εδώ σε μια συνάντηση των συμβούλων του, συζητώντας τον επερχόμενο πόλεμο με τους Ιππότες.
Μετά τη Μάχη του Γκρούνβαλντ (1410), ένας αριθμός υψηλόβαθμων Τευτόνων κρατουμένων κρατήθηκε εδώ για λύτρα. Εδώ πραγματοποιήθηκαν τέσσερις σύνοδοι του Σέιμ (πολωνικό κοινοβούλιο): το 1420, 1448, 1454 και 1462. Το 1420, μια αντιπροσωπεία του Βασιλείου της Βοημίας προσέφερε εδώ το Τσεχικό Στέμμα στον Γιαγκελόν. Το 1433, η Εκεχειρία της Γουεντσίτσα υπογράφηκε στην πόλη. Επιπλέον, το κάστρο χρησίμευσε ως έδρα του Βασιλιά Καζίμιρ Δ΄ της Πολωνίας, κατά τη διάρκεια του Δεκατριετούς Πολέμου (1454-1466). Η εξέχουσα θέση της πόλης τερματίστηκε με τη σουηδική εισβολή στην Πολωνία, όταν το κάστρο καταλήφθηκε και το μεγαλύτερο μέρος της πόλης καταστράφηκε και πάλι, και παρέμεινε σε κατάσταση κρίσης μέχρι τους διαμελισμούς.[3] Μία από τις δύο κύριες διαδρομές που συνδέουν τη Βαρσοβία και τη Δρέσδη διέσχιζε την πόλη τον 18ο αιώνα και οι Βασιλείς Αύγουστος Β΄ ο Δυνατός και Αύγουστος Γ΄ της Πολωνίας συχνά ταξίδευαν σε αυτήν την διαδρομή.[4]
Κατά τη διάρκεια της γερμανικής εισβολής στην Πολωνία, η οποία ξεκίνησε το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι Γερμανοί εκτέλεσαν 29 Πολωνούς, συμπεριλαμβανομένων δύο οικογενειών στις 9-10 Σεπτεμβρίου 1939.[5] Η Γουεντσίτσα καταλήφθηκε τότε από τη ναζιστική Γερμανία και ενσωματώθηκε στην περιοχή που είναι γνωστή ως Ράιχσγκαου Βάρτελαντ,[6] ως μέρος της περιοχής (kreis) του Lentschütz (Λέντσουτς, γερμανική λέξη για τη «Γουεντσίτσα»). Οι Γερμανοί απέλασαν 330 Πολωνούς από την πόλη τον Δεκέμβριο του 1939.[7] Περαιτέρω απελάσεις των Πολωνών πραγματοποιήθηκαν το 1940.[8] Οι Πολωνοί απελάθηκαν σε στρατόπεδο διέλευσης στο κοντινό Οζόρκουφ και στη συνέχεια απελάθηκαν νεαρά άτομα από το στρατόπεδο σε καταναγκαστική εργασία στη Γερμανία και τα παιδιά και οι ηλικιωμένοι απελάθηκαν στο Γενικό Κυβερνείο (γερμανοκρατούμενη κεντρική Πολωνία), ενώ τα σπίτια, τα καταστήματα και τα εργαστήρια τους παραδόθηκαν σε Γερμανούς αποίκους στο πλαίσιο της πολιτικής του Lebensraum (Ζωτικός χώρος). Τον Ιανουάριο του 1942 λειτουργούσε στρατόπεδο καταναγκαστικής εργασίας μέσα ή κοντά στην πόλη.[9]
Οι Εβραίοι αποτελούσαν σημαντικό μέρος του πληθυσμού της Γουεντσίτσα από τα τέλη του 1400. Στην αρχή του πολέμου το 1939, ο εβραϊκός πληθυσμός ήταν πάνω από 4000 κάτοικοι, περίπου το 30 τοις εκατό της κοινότητας. Οι Γερμανοί άρχισαν να τρομοκρατούν, να λεηλατούν και να εξευτελίζουν τον εβραϊκό πληθυσμό από την αρχή της κατοχής. Οι Γερμανοί δημιούργησαν ένα γκέτο στα τέλη του 1939, και αργότερα απαγόρευαν στους Εβραίους να φύγουν με ποινή θανάτου. Μετά τον εγκλεισμό του γκέτο, η πείνα και ο τύφος κατασπάραξαν τον πληθυσμό του γκέτο. Περιοδικά, εκατοντάδες Εβραίοι της κοινότητας εκδιώχθηκαν σε άλλα μέρη, ενώ Εβραίοι από άλλες τοποθεσίες μεταφέρθηκαν στην Γουεντσίτσα. Τον Απρίλιο του 1942, οι εναπομείναντες Εβραίοι, περίπου 1.700, στάλθηκαν στο στρατόπεδο εξόντωσης του Χέλμνο, όπου αμέσως δολοφονήθηκαν με αέριο. Οι ντόπιοι Πολωνοί ανέλαβαν να πάρουν τα σπίτια τους και τα λιγοστά αντικείμενα που άφησαν πίσω τους.[10]
Μετά τον πόλεμο, η Γουεντσίτσα επανεντάχθηκε στη Λαϊκή Δημοκρατία της Πολωνίας.
Η τοπική ομάδα ποδοσφαίρου είναι η Γκούρνικ Γουεντσίτσα. Συμμετέχει στις κατώτερες κατηγορίες.
Μετά το 1305, μέρη του Ηνωμένου Βασιλείου της Πολωνίας αρχικά ως δύο υποτελείς δουκάτα, αργότερα ενσωματώθηκαν ως Βοεβοδάτο Γουεντσίτσα και Βοεβοδάτο Σιέρατς.
Μετά το 1305, μέρος του Ηνωμένου Βασιλείου της Πολωνίας ως υποτελές δουκάτο, αργότερα, μετά το 1343, ενσωματώθηκε από τον βασιλιά Καζίμιρ Γ΄ το Μέγα ως το Βοεβοδάτο Γουεντσίτσα.
Η Γουεντσίτσα είναι αδελφοποιημένη με τέσσερις πόλεις: