Το Ναουρού είναι Προεδρική Δημοκρατία. Η εκτελεστική εξουσία ασκείται από την κυβέρνηση. Η νομοθετική εξουσία ασκείται από την κυβέρνηση και το Κοινοβούλιο. Η δικαιοσύνη είναι ανεξάρτητη από την εκτελεστική και τη νομοθετική εξουσία. Το Σύνταγμα της χώρας υιοθετήθηκε τον Ιανουάριο του 1968.
Οι πιο πρόσφατες βουλευτικές εκλογές διεξήχθησαν τον Σεπτέμβριο του 2022.
Οι πρώτες εκλογές πριν γίνει ανεξάρτητη η χώρα ήταν για την ανάδειξη τοπικών συμβουλίων και έγιναν το 1951, το 1955, το 1959 και το 1963.
Οι πρώτες και μοναδικές εκλογές για Νομοθετικό Συμβούλιο στο Έδαφος του Ναουρού διεξήχθησαν στις 25 Ιανουαρίου 1966.[1] Ακολούθησαν οι εκλογές για Συντακτική Συνέλευση στις 19 Δεκεμβρίου 1967 και η διεξαγωγή εκλογών για νομοθετική συνέλευση στις 26 Ιανουαρίου 1968.
Εν συνεχεία βουλευτικές εκλογές έγιναν τα έτη 1971, 1973, 1976, 1977, 1980, 1983, 1986, 1987, 1989, 1992, 1995, 1997, 2000, 2003, 2004, 2007, 2008, 2010 (Απρίλιο), 2010 (Ιούνιο), 2013, 2016, 2019 και 2022.
Στις πρόωρες βουλευτικές εκλογές, που διεξήχθησαν στις 26 Απριλίου του 2008, οι υποστηρικτές του Προέδρου Στίβεν κέρδισαν 12 επί συνόλου 18 εδρών στο Κοινοβούλιο.
Οι επόμενες εκλογές διεξήχθησαν πρόωρα στις 24 Απριλίου 2010 μετά τη διάλυση του Κοινοβουλίου από τον πρόεδρο Μάρκους Στίβεν, στις 16 Μαρτίου 2010.[2] Οι εκλογές προκηρύχθηκαν εξαιτίας των συνεχών αποπειρών να ανατραπεί η κυβέρνηση με πρόταση μομφής. Συνολικά έλαβαν μέρος 86 υποψήφιοι, από τους οποίους οι 8 ήταν γυναίκες.[3]
Στις 26 Απριλίου ανακοινώθηκε ότι και τα 18 μέλη του Κοινοβουλίου είχαν επανεκλεγεί.[4]
Το Κοινοβούλιο απέτυχε στην τρίτη ψηφοφορία του να εκλέξει πρόεδρο της Βουλής στις 4 Μαΐου 2010.[5] Έπειτα και από την έκτη προσπάθεια, στις 13 Μαΐου 2010, ο Γκόντφρεϊ Τόμα εξελέγη τελικά πρόεδρος.[6] Ο Τόμα πρότεινε την εκ νέου διάλυση του Κοινοβουλίου.[7] Μετά την άρνηση της κυβέρνησης να το πράξει, ο πρόεδρος Τόμα παραιτήθηκε στις 18 Μαΐου 2010.[8]
Νέες πρόωρες εκλογές προκηρύχθηκαν για τις 19 Ιουνίου 2010. Έπειτα από εκείνες, αν και εξελέγη ένας παραπάνω βουλευτής, δεν υπάρχει πιθανότητα να ξεπεραστεί το πολιτικό αδιέξοδο.[9]
Έδρες | |||
---|---|---|---|
Υποστηρικτές του Μάρκους Στίβεν που δεν ανήκουν σε κόμμα | 9 | ||
Λοιποί | 9 | ||
Σύνολο | 18 | ||
Πηγή: Australia Network News. |
Έδρες | |||
---|---|---|---|
Υποστηρικτές του Μάρκους Στίβεν μη ανήκοντες σε κόμμα | 9 | ||
Αντίπαλοι του Μάρκους Στίβεν μη ανήκοντες σε κόμμα | 8 | ||
Ανεξάρτητος | 1 | ||
Σύνολο | 18 | ||
Πηγή:Australia Network News |
Μετά τις βουλευτικές εκλογές, αποφασίστηκε να διεξαχθούν τον Ιούνιο εκλογές για πρόεδρο (από το κοινοβούλιο). Ωστόσο, δύο απόπειρες για εκλογή προέδρου στις 3 Ιουνίου και στις 4 Ιουνίου απέτυχαν.[10][11] Ο Μάρκους Στίβεν εξελέγη πρόεδρος από το νέο Κοινοβούλιο, με 11 ψήφους έναντι 6 για τον Μίλτον Ντιούμπ, σε μυστική ψηφοφορία, την 1η Νοεμβρίου 2010. Το πολιτικό αδιέξοδο τερματίστηκε έπειτα από την αποδοχή του Λούντβιχ Σκότι να αναλάβει στο αξίωμα του προέδρου της Βουλής.[12]
Προσκείμενοι σε | Υποψήφιοι | Ψήφοι |
---|---|---|
Κυβέρνηση | Μπάρον Γουάκα | 13 |
Αντιπολίτευση | Ρόλαντ Καν | 5 |
Σύνολο | 18 |
Στις βουλευτικές εκλογές που διεξήχθησαν στις 8 Ιουνίου 2013 ο αριθμός των εδρών αυξήθηκε από 18 σε 19 για να αποφευχθεί η ισότητα εδρών (9+9) σε κυβέρνηση -αντιπολίτευση.[13] Στις εκλογές εκείνες ο συνολικός αριθμός των υποψηφίων ήταν 68, που αποτελεί αριθμό-ρεκόρ.[14] Εξελέγησαν 19 ανεξάρτητοι βουλευτές, 7 εκ των οποίων για πρώτη φορά.[15]
Στο Ναουρού έχει γίνει μέχρι στιγμής ένα δημοψήφισμα, το 2010.
Στις 27 Φεβρουαρίου 2010 διενεργήθηκε συνταγματικό δημοψήφισμα με στόχο την αλλαγή του τρόπου εκλογής του Προέδρου (αντί να εκλέγεται από το Κοινοβούλιο να γίνεται η εκλογή από το λαό) και επίσης για την ενδυνάμωση της νομοθεσίας αναφορικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα.[16] Για να περάσουν οι αλλαγές στο Σύνταγμα απαιτείτο η πλειοψηφία των δύο τρίτων.[17] Οποιεσδήποτε αλλαγές θα ετίθεντο σε ισχύ με τη διεξαγωγή των επόμενων γενικών εκλογών, το 2011.[18] Η συμμετοχή ήταν 78%, με σχεδόν 4.400 ψηφοδέλτια. Οι πολίτες απέρριψαν τις συνταγματικές αλλαγές με πλειοψηφία σχεδόν 3.000 ψήφων. [19][20] Εν συνεχεία άρχισε να εξετάζεται η διεξαγωγή και δεύτερου δημοψηφίσματος σε σύντομο χρονικό διάστημα.[21]