Η εννοιολογική τέχνη είναι όρος που επινοήθηκε τη δεκαετία του 1960 από τον Αμερικανό καλλιτέχνη Χένρι Φλιντ (Henry Flynt) για ένα καλλιτεχνικό κίνημα της σύγχρονης τέχνης.[1][2]
Με αφετηρία τον μινιμαλισμό, η εννοιολογική τέχνη αποτελεί σε τελική ανάλυση έναν συλλογικό όρο για την περαιτέρω ανάπτυξη των τάσεων της αφηρημένης ζωγραφικής και για διάφορα καλλιτεχνικά ρεύματα όπως η τέχνη των έτοιμων αντικειμένων (readymades) ή των happenings, τα οποία θεωρούν ότι η σκέψη για το νόημα ενός έργου τέχνης έχει προτεραιότητα έναντι της υλοποίησής του.[3]
Η πρώτη έκθεση του Μελ Μπόχνερ το 1966 με τίτλο «Working Drawings and Other Visible Things on Paper Not Necessarily Meant to Be Viewed as Art» (Σχέδια εργασίας και άλλα οπτικά αντικείμενα σε χαρτί που δεν προορίζονται απαραίτητα να θεωρηθούν ως τέχνη) στη γκαλερί της Σχολής Εικαστικών Τεχνών της Νέας Υόρκης θεωρείται η πρώτη έκθεση του κινήματος της εννοιολογικής τέχνης.[4]
Η εκτέλεση του έργου τέχνης είναι δευτερεύουσας σημασίας και δεν είναι απαραίτητο να γίνεται από τον ίδιο τον καλλιτέχνη. Η έμφαση δίνεται στην έννοια και την ιδέα, οι οποίες θεωρούνται εξίσου σημαντικές για το καλλιτεχνικό έργο. Στη θέση των ολοκληρωμένων πινάκων και γλυπτών, εμφανίζονται με αυτή την έννοια σκίτσα, γραπτά, κείμενα οδηγιών ή ενδεχομένως βιβλία καλλιτεχνών, τα οποία αναπτύσσουν τις δικές τους αισθητικές ιδιότητες. Ένας από τους στόχους είναι η «αποϋλοποίηση» του έργου τέχνης και η εμπλοκή του θεατή. Οι συνήθεις τρόποι θέασης, οι έννοιες και τα συμφραζόμενα του κόσμου αμφισβητούνται και νέοι κανόνες επινοούνται. Εξετάζονται τα συμφραζόμενα, τα νοήματα και οι συσχετισμοί.[5]
Θεωρητικοί της εννοιολογικής τέχνης είναι οι Μελ Μπόχνερ, Σολ Λέβιτ, Art & Language, Τζόζεφ Κοσούθ και Βίκτορ Μπέρτζιν. Ο Μαρσέλ Ντυσάν υπήρξε καλλιτεχνικό πρότυπο αυτού του κινήματος. Ξεχώρισε την τέχνη του από την «τέχνη του αμφιβληστροειδούς», η οποία ενεργεί κυρίως στο μάτι (για παράδειγμα, με έναν επιτηδευμένο τρόπο) και όχι ως ιδέα ή σύνδεση νοήματος στη σκέψη. Αυτή η προσέγγιση συχνά κάνει την εννοιολογική τέχνη να φαίνεται ελιτίστικη, εύθραυστη και δύσκολα προσβάσιμη στον απλό άνθρωπο. Ορισμένα έργα εννοιολογικής τέχνης μπορούν να γίνουν κατανοητά μόνο μέσω της εξέτασης του καλλιτέχνη και της σκέψης του.[6][7]
Τα ποικιλόμορφα ρεύματα της πρωτοπορίας της δεκαετίας του 1960, όπως η ζωγραφική του Ρόμπερτ Ρίμαν[8], τα φωτογραφικά βιβλία του Εντ Ρούσα[9], τα γλυπτά του Καρλ Αντρέ[10], του Ρόμπερτ Μόρις[11] ή του Ρόμπερτ Σμίθσον[12], αλλά και τα happenings, το ρεύμα Fluxus και ο βιεννέζικος ακτιβισμός ήταν άμεσοι και συχνά συγκεχυμένα παρόμοιοι πρόδρομοι της εννοιολογικής τέχνης.[5]
Υπό την επιρροή περιοδικών τέχνης όπως το Artforum και τα Avalanche, Parachute, Flash Art, Art Press, μεταξύ άλλων, δημιουργήθηκαν γρήγορα ομάδες εννοιολόγων στην Αμερική και την Ευρώπη, οι οποίες προσανατολίστηκαν προς τη Νέα Υόρκη και σχημάτισαν ανεξάρτητα περιφερειακά κέντρα, στη Βόρεια Αμερική για παράδειγμα το Σαν Φρανσίσκο, το Λος Άντζελες, το Σαν Ντιέγκο, το Βανκούβερ και το Τορόντο.[13]