Η Εξέταση Καναδικής Ιθαγένειας (αγγλικά: Canadian Citizenship Test) είναι μια εξέταση την οποία διαχειρίζεται το Υπουργείο Μετανάστευσης, Προσφύγων και Ιθαγένειας του Καναδά, η οποία απαιτείται για όλους τους αιτούντες για καναδική υπηκοότητα ηλικίας μεταξύ 18 και 54 ετών και πληρούν τις βασικές προϋποθέσεις ιθαγένειας. Η εξέταση διατίθεται στα γαλλικά και στα αγγλικά, δηλαδή στις επίσημες γλώσσες του Καναδά. Συνήθως είναι γραπτή, αλλά σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να είναι προφορική και να πραγματοποιηθεί με τη μορφή συνέντευξης με έναν υπάλληλο ιθαγένειας. Το Υπουργείο Μετανάστευσης, Προσφύγων και Ιθαγένειας αποφασίζει εάν η εξέταση του αιτούντος είναι γραπτή ή προφορική, ανάλογα με τα διάφορα κριτήριά τους.[1]
Η εξέταση διαρκεί 30 λεπτά και περιέχει 20 ερωτήσεις πολλαπλών επιλογών. Οι υποψήφιοι για ιθαγένεια πρέπει να απαντήσουν σωστά τουλάχιστον 15 (75%) ερωτήσεις για να περάσουν επιτυχώς το τεστ.[2]
Η εξέταση περιέχει ερωτήσεις που προέρχονται από περίπου 200 ομάδες και βασίζεται στο περιεχόμενο του επίσημου οδηγού «Discover Canada (The Rights and Responsibilities of Citizenship)». Η εξέταση θέτει ερωτήσεις σχετικές με τα ακόλουθα θέματα:[3][4]
Οι καναδικές αξίες, όπως η δημοκρατία, η φυλετική ισότητα και τα ανθρώπινα δικαιώματα, τονίζονται πολύ περισσότερο σε αυτήν τη νέα έκδοση. Οι εγγενείς ρίζες και ο πληθυσμός του Καναδά απεικονίζονται επίσης πολύ καλύτερα.
Η εξέταση αξιολογεί επίσης τις γλωσσικές ικανότητες. Για να περάσει την εξέταση, ο αιτών πρέπει να κατανοήσει απλές προτάσεις και ερωτήσεις και να εκφέρει απλές πληροφορίες στο προσωπικό του καναδικού υπουργείου Μετανάστευσης, Προσφύγων και Ιθαγένειας ή στα γαλλικά ή στα αγγλικά.
Στις 15 Μαρτίου 2010, παρουσιάστηκε μια νέα πιο διεξοδική εξέταση. Αυτή η εξέταση βασίζεται σε έναν μακρύτερο οδηγό 63 σελίδων που ονομάζεται Discover Canada. Αυτό δίνει στους μετανάστες μια πιο πλούσια εικόνα για την ιστορία, τον πολιτισμό, τον νόμο και την πολιτική του Καναδά. Ταυτόχρονα, οι μετανάστες υποχρεούνται να απομνημονεύουν περισσότερα στοιχεία για την εξέταση.
Το ποσοστό αποτυχίας στην εξέταση ιθαγένειας ήταν χαμηλό μέχρι πρόσφατα· το 2008, περίπου το 4% των 145.000 υποψηφίων απέτυχαν.[5]
Ωστόσο, το ποσοστό αποτυχίας για το νέο τεστ ιθαγένειας είναι πολύ υψηλότερο. Όταν πρωτοεμφανίστηκε στις 15 Μαρτίου 2010, το ποσοστό αποτυχίας αυξήθηκε στο 30%. Αργότερα, μια επανεπεξεργασμένη έκδοση της ιθαγένειας που εισήχθη στις 14 Οκτωβρίου 2010 έφερε το εθνικό ποσοστό αποτυχίας σε περίπου 20%, αλλά το ποσοστό ήταν ακόμα σημαντικά υψηλότερο από αυτό της παλιάς εξέτασης.[6]
Όταν ο αιτών πληροί το πρότυπο των 15 σωστών απαντήσεων και ο κριτής ιθαγένειας θεωρεί ότι ο αιτών πληροί όλες τις προϋποθέσεις για την ιθαγένεια, ο αιτών είτε καλείται να παραστεί σε τελετή ιθαγένειας εντός έξι μηνών είτε λαμβάνει ερωτηματολόγιο διαμονής που ζητάει περαιτέρω αποδείξεις ότι ζει στον Καναδά.
Εάν η απαραίτητη προϋπόθεση γνώσεως της αγγλικής ή γαλλικής γλώσσας βρίσκεται σε αμφισβήτηση, τότε προγραμματίζεται ακρόαση με κριτή ιθαγένειας.
Ο αιτών υποχρεούται να ορκιστεί ή να επιβεβαιώσει έναν όρκο και του προσκομίζεται Πιστοποιητικό Ιθαγένειας.
Ένας υποψήφιος που δεν πληροί τις προδιαγραφές προγραμματίζεται να επαναλάβει τη γραπτή εξέταση πολλαπλών επιλογών. Εάν αποτύχει ξανά, πρέπει να έχει συνέντευξη 15 έως 20 λεπτών με έναν κριτή ιθαγένειας. Ο κριτής υποβάλλει στον αιτούντα 20 ερωτήσεις που μπορεί να είναι πολλαπλών επιλογών, σωστό ή λάθος, ή ερωτήσεις και απαντήσεις. Ο κριτής αξιολογεί εάν ο αιτών απάντησε σωστά σε 15 ερωτήσεις και αν απέδειξε τις απαραίτητες γνώσεις για να του χορηγηθεί η ιθαγένεια. Το 2008, περίπου στο 20% των συνεντευξιαζομένων απορρίφθηκε η χορήγηση ιθαγένειας.[5]