Συντεταγμένες: 38°57′N 23°9′E / 38.950°N 23.150°E
Ιστιαία | |
---|---|
Χάρτης | |
Διοίκηση | |
Χώρα | Ελλάδα |
Αποκεντρωμένη Διοίκηση | Θεσσαλίας-Στερεάς Ελλάδας |
Περιφέρεια | Στερεάς Ελλάδας |
Περιφερειακή Ενότητα | Ευβοίας |
Δήμος | Ιστιαίας-Αιδηψού |
Δημοτική Ενότητα | Ιστιαίας |
Γεωγραφία | |
Γεωγραφικό διαμέρισμα | Στερεά Ελλάδα |
Νομός | Ευβοίας |
Υψόμετρο | 46 μέτρα |
Πληθυσμός | |
Μόνιμος | 4.067 |
Έτος απογραφής | 2021 |
Πληροφορίες | |
Ταχ. κώδικας | 342 00 |
Τηλ. κωδικός | 22260 |
Σχετικά πολυμέσα | |
Η Ιστιαία είναι κωμόπολη της Στερεάς Ελλάδας στην Περιφερειακή Ενότητα Εύβοιας[1][2] και έδρα του Δήμου Ιστιαίας-Αιδηψού[3].
Η Ιστιαία βρίσκεται στην βόρεια άκρη της Εύβοιας, στο κέντρο εύφορης πεδιάδας,[2] σε υψόμετρο 36 μέτρα[4] και σε απόσταση 5 χιλιόμετρα από τη θάλασσα. Απέχει περίπου 102 χλμ. βορειοδυτικά από την Χαλκίδα και 20 χλμ. ανατολικά από το πορθμείο του Αγιόκαμπου. Από τον 15ο μέχρι και τον 19ο αιώνα (το 1913) αναφερόταν ως Ξηροχώρι.[5] Η Ιστιαία ως δημοτική ενότητα έχει πληθυσμό 5.522 κατοίκους ενώ ως οικισμός 4.067 (απογραφή 2021).[6] Επίνειό της είναι στα δυτικά και στο Στενό Αρτεμισίου οι Ωρεοί και αποτελεί εμπορικό και γεωργικό κέντρο της περιοχής. Οι κάτοικοί της ασχολούνται με την καλλιέργεια κηπευτικών και αμπελιών.[2]
Σύμφωνα με τη μυθολογία η Ιστιαία οφείλει το όνομά της στη νύμφη Ιστιαία, την κόρη του Υριέα (γιου του Ποσειδώνα και της Αλκυόνης) και αδελφή του Ωρεού. Επίσης, το όνομα πιθανολογείται ότι προέρχεται από τις λέξεις ιστίον ή ιστός λόγω της μεγάλης παραγωγής καταρτιών για την κατασκευή πλοίων από τα δέντρα του όρους Τελεθρίου. Η πόλη παλαιότερα ονομαζόταν «Ξηροχώρι» από τον ποταμό Ξηριά.[7]
Η ιστορία της Ιστιαίας αρχίζει πολύ πριν από την εποχή του Ομήρου. Ευρήματα του 2000 π.Χ., στην περιοχή μεταξύ Ιστιαίας και Ωρεών, μαρτυρούν την ύπαρξη μεσοελλαδικών οικισμών.
Στον Τρωικό πόλεμο, κατά τον Όμηρο, η Ιστιαία ανήκε στη χώρα του Χαλκοδωντιάδη Ελεφήνορα, του Βασιλέως των Αβάντων και έλαβε μέρος μαζί με τις σπουδαιότερες ευβοϊκές πόλεις, όπως ήταν η Χαλκίδα, η Ερέτρια, η Κήρινθος κ.α.
Στον 5ο π.Χ. αιώνα, Ιστιαιείς ίδρυσαν στην Ανατολική Ρωμυλία την αποικία Στενήμαχο, ενώ μετά τη Ναυμαχία του Αρτεμισίου η Ιστιαία υπέστη μεγάλες καταστροφές από τις στρατιές του Ξέρξη, που κατέλαβαν την πόλη και στρατοπέδευσαν εκεί για ένα μικρό διάστημα, όπως μαρτυρεί ο Ηρόδοτος (Η΄ 23). Στα επόμενα χρόνια και μετά το τέλος των Μηδικών πολέμων, η περιοχή της Ιστιαίας πέρασε μία σχετικά ειρηνική περίοδο, κάτω από την επιρροή των Αθηναίων, στην Α΄ Αθηναϊκή Συμμαχία.[2]
Στις αρχές του καλοκαιριού του 446 π.Χ., όπως μας πληροφορεί ο Θουκυδίδης, η Βόρεια Εύβοια αποστάτησε από την Αθηναϊκή Συμμαχία. Η αποστασία αυτή οφείλεται μάλλον στην επιδίωξη των ολιγαρχικών φίλων της Σπάρτης να ανατρέψουν τους δημοκρατικούς φίλους της Αθήνας, με αφορμή την οικονομική καταπίεση που προκαλούσε η Αθηναϊκή Συμμαχία. Αυτό συνάγεται από τα προνόμια που είχαν δοθεί στους Ευβοείς από τους Αθηναίους. Το σπουδαιότερο από τα προνόμια ήταν αυτό της επιγαμίας, του δικαιώματος δηλαδή να συνάπτουν γάμους με Αθηναίους και Αθηναίες ως ισότιμοι πολίτες με αυτούς της Αθήνας.[εκκρεμεί παραπομπή]
Η αποστασία αυτή υπήρξε τραγική για την πόλη της Ιστιαίας, διότι έγινε ο κύριος αποδέκτης της οργής του Περικλή, που χωρίς δυσκολία εκστράτευσε και κατέλαβε την Εύβοια επιβάλλοντας ανήκουστες τιμωρίες. Οι κάτοικοι της Ιστιαίας εκδιώχθηκαν όλοι στην Θεσσαλία και τη Μακεδονία, τα κτήματά τους μοιράστηκαν σε 1.000 ή 2.000 Αθηναίους εποίκους κληρούχους και η πόλη μετονομάστηκε σε Ωρεοί.[2]
Μετά τη λήξη του Πελοποννησιακού πολέμου, η πόλη περιήλθε στην Σπάρτη, οι Αθηναίοι έποικοι εκδιώχθηκαν, οι δε κλήροι τους κατασχέθηκαν και η πόλη έλαβε το προηγούμενο όνομά της. Τότε πολλοί απόγονοι των διωκόμενων από τον Περικλή επέστρεψαν στο πάτριο έδαφος.
Η αρχαία πόλη της Ιστιαίας που αναφέρεται από τον Όμηρο ως «πολυστάφυλος» («πολυστάφυλόν θ᾽ Ἱστίαιαν», Ιλιάδα ραψ. Β', στ. 537) από τους πολλούς αμπελώνες της, δεν βρισκόταν στο σημείο που είναι χτισμένη η σύγχρονη, αλλά δύο περίπου χιλιόμετρα δυτικά, προς το μέρος των Ωρεών και του Ταξιάρχη, στις πλαγιές του όρους Τηλέθριου, παρά τον ποταμό Κάλλαντα (Ξεριά), στη θέση καλούμενη Δρυμός επί βραχώδους λόφου.[1][2]
Η καινούρια πόλη, όπως εμφανίζεται σήμερα, άρχισε να δημιουργείται λίγο πριν από την Τουρκοκρατία στην Εύβοια (1470), με το όνομα «Ξηροχώρι», αρχικά στην απογραφή του 1474 και πολύ αργότερα μέσα από τα ποιήματα του περιηγητή μοναχού Δαπόντε στα μέσα του 17ου αιώνα. Λίγο πριν από την Επανάσταση η Βόρεια Εύβοια εντάχθηκε στην εμβέλεια των εδαφών που έλεγχε και διοικούσε ο Αλή Πασάς. Η επαρχία της Ιστιαίας έμεινε στην δικαιοδοσία του Αλή Πασά μέχρι την μέρα της δολοφονίας του τελευταίου (Ιανουάριος 1822).
Η Ιστιαία υπήρξε το θέατρο μερικών από τις πρώτες συγκρούσεις Ελλήνων και Τούρκων κατά την Επανάσταση του 1821. Η 8η Μαΐου 1821 είναι η μέρα του ξεσηκωμού των Ελλήνων της περιοχής. Η οριστική ένταξη της πόλης στο νέο ελληνικό κράτος έγινε τον Μάρτιο του 1833, μαζί με ολόκληρο το νησί της Εύβοιας. Έκτοτε η Ιστιαία ήταν η σημαντικότερη πόλη της Β. Εύβοιας. Κατά τη διάρκεια του Μακεδονικού Αγώνα δεκάδες εθελοντές Ιστιαιείς έλαβαν μέρος, ενώ κάποιοι από αυτούς έπεσαν στα πεδία των μαχών.
Στην Ιστιαία σήμερα λειτουργεί Μουσείο Φυσικής Ιστορίας, δημιουργημένο και συντηρούμενο από τον Κυνηγετικό Σύλλογο της πόλης. Στεγάζεται σε ιδιόκτητο κτίριο 630 τ.μ. και διαθέτει την μεγαλύτερη συλλογή πτηνών στην Ελλάδα (191 είδη της ελληνικής πανίδας).[8]
Οι απογραφές πληθυσμού μετά τον Β' Παγκόσμιο πόλεμο είναι:
Έτος | Πληθυσμός |
---|---|
1951 | 3.662[9] |
1961 | 3.882[10] |
1971 | 4.059[11] |
1981 | 4.017[12] |
1991 | 3.996[13] |
2001 | 4.125[14] |
2011 | 4.339 |
Αυτό το λήμμα σχετικά με τη γεωγραφία της Ελλάδας χρειάζεται επέκταση. Μπορείτε να βοηθήσετε την Βικιπαίδεια επεκτείνοντάς το. |