Ιωάννης Κακριδής | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Ιωάννης Κακριδής (Ελληνικά) |
Γέννηση | 17 Νοεμβρίου 1901 Αθήνα |
Θάνατος | 20 Μαρτίου 1992 (90 ετών) Αθήνα |
Τόπος ταφής | Πρώτο Νεκροταφείο Αθηνών |
Χώρα πολιτογράφησης | Ελλάδα |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | νέα ελληνική γλώσσα[1] Γερμανικά[2] |
Σπουδές | Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών Πανεπιστήμιο Χούμπολτ Πανεπιστήμιο της Βιέννης Πανεπιστήμιο της Λειψίας |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | ελληνιστής ποιητής διδάσκων πανεπιστημίου |
Εργοδότης | Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών Πανεπιστήμιο του Τύμπιγκεν Πανεπιστήμιο της Στοκχόλμης Πανεπιστήμιο της Λουντ Πανεπιστήμιο της Ουψάλα |
Οικογένεια | |
Τέκνα | Φάνης Ι. Κακριδής |
Γονείς | Θεοφάνης Κακριδής |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Βραβεύσεις | βραβείο Χέρντερ |
Ο Ιωάννης Κακριδής (Αθήνα, 17 Νοεμβρίου 1901, – 20 Μαρτίου 1992) ήταν Έλληνας κλασικός φιλόλογος.
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1901. Πατέρας του ήταν ο λατινιστής Θεοφάνης Κακριδής και μητέρα του η Μαρία-Ελένη Χατζηδάκη. Σπούδασε φιλολογία στα Πανεπιστήμια Αθηνών, Βερολίνου, Βιέννης και Λειψίας.[3] Μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα εργάστηκε ως προγυμναστής φιλολογικών μαθημάτων.[4] Έλαβε το διδακτορικό του από το Πανεπιστήμιο Αθηνών το 1925. Διετέλεσε υφηγητής από το 1930 ως το 1939 και έκτακτος καθηγητής στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, από το 1939 ως το 1945 τακτικός καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών και από το 1948 ως το 1968 τακτικός καθηγητής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Δίδαξε μετά από πρόσκληση στο Τύμπινγκεν, Στοκχόλμης, Λουντ και Ουψάλα.[5] Ο Κακριδής ήταν μελετητής του Ομήρου και ένας από τους σημαντικότερους κλασικιστές του 20ού αιώνα στην Ελλάδα. Ήταν επίσης ένας από τους πρώτους και πλέον ένθερμους υποστηρικτές του μονοτονικού συστήματος στην Ελληνική γλώσσα.
Το 1941, καταγγέλθηκε από τους καθηγητές του πανεπιστημίου Αθηνών για την αναδημοσίευση μιας διάλεξης σε μονοτονικό σύστημα. Αυτό οδήγησε στην αποκαλούμενη «Δίκη των τόνων» και τη δίωξή του[6], ενώ αργότερα αποπέμφθηκε από το πανεπιστήμιο.
Την περίοδο μεταξύ 1964 και 1967 διετέλεσε πρόεδρος του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, βοηθώντας στην εκπαίδευτική μεταρρύθμιση που πραγματοποιούσε η κυβέρνηση του Γεωργίου Παπανδρέου. Το 1968 παραιτήθηκε από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης εξαιτίας της δικτατορίας των συνταγματαρχών. Το 1971 μαζί με τους Λίνο Πολίτη, Γιώργο Σεφέρη και Μανόλη Παπαθωμόπουλο ίδρυσε έναν ιδιωτικό οργανισμό για την έκδοση κειμένων της παλιότερης φάσης της νεοελληνικής λογοτεχνίας (11ος-17ος αι.) με τίτλο Βυζαντινή και Νεοελληνική Βιβλιοθήκη.[7] Μετά τη μεταπολίτευση συνεργάστηκε με το Κέντρο Εκπαιδευτικών Μελετών και Επιμορφώσεως ως συνταξιούχος μετέχοντας σε επιμορφωτικά σεμινάρια και σε συγγραφή τόμων με επιμορφωτικές εισηγήσεις.[8] Πέθανε στην Αθήνα το 1992.[9][10]
Το 1971 εκδόθηκε τιμητικός τόμος από τη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης με τίτλο, Μελέτες και άρθρα. Ακόμη, ήταν επίτιμος καθηγητης από τη Φιλοσοφική Αθηνών, ενώ του απενεμήθη το Βραβείο Χέρντερ το (1976). Ανακηρύχθηκε επίτιμος διδάκτορας του Πανεπιστημίου της Τυβίγγης το 1961, ενώ το 1977 του απονεμήθηκε ο γερμανικός μεγαλόσταυρος εξόχων πράξεων και το σουηδικό παράσημο του Πολικού Αστέρα.[11]
Τα παιδιά του Φάνης και Ελένη ασχολήθηκαν επίσης με τη φιλολογία.
ΠΗΓΗ[12]