Κάπακ Γιουπάνκι | |
---|---|
Ο Κάπακ Γιουπάνκι σε αναπαράσταση στο χρονικό του Φελίπε Γκουαμάν Πόμα ντε Αγιάλα, του 1615 | |
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 1320 Κούζκο |
Θάνατος | 1350 Κούζκο |
Τόπος ταφής | Κούζκο |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | μονάρχης |
Οικογένεια | |
Τέκνα | Ίνκα Ρόκα |
Γονείς | Μάιτα Κάπακ |
Αδέλφια | Tarco Huamán |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Αξίωμα | Sapa Inca (1320–1350) |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Κάπακ Γιουπάνκι (Κέτσουα Qhapaq Yupanki Inka, ο "θαυμάσιος λογιστής Ίνκα", ισπ. Cápac Yupanqui) ήταν ο πέμπτος αυτοκράτορας των Ίνκας. Ήταν γιος του Μάιτα Κάπακ (ισπ. Mayta Cápac) και της Μάμα Κούκα (ισπ. Mama Cuca). Ήταν ο τελευταίος της δυναστεία Ούριν[1], που ίδρυσε ο Μάνκο Κάπακ. Βασίλεψε περίπου το 1320 ενώ παντρεύτηκε τη Μάμα Κούσι (ισπ. Mama Cusi), ή αλλιώς Κυριιλπάι (ισπ. Curihilpay) όπως ήταν το κανονικό της όνομα, η οποία ήταν κόρη ενός ευγενή της φυλής Αγιαρμάκα[2]. Γιος του ήταν ο Ίνκα Ρόκα, ο οποίος τον διαδέχθηκε στο θρόνο της αυτοκρατορίας[3].
Δεν ήταν ο πρωτότοκος γιος του Μάιτα Κάπακ αλλά κατάφερε να παραμερίσει τον νόμιμο διάδοχο, τον Κόντε Μάιτα. Ο Κόντε Μάιτα είχε δυσμορφία στο πρόσωπο και στο σώμα του και δεν θεωρούνταν σωματικά ικανός να λάβει το χρίσμα του αυτοκράτορα έτσι ο Μάιτα Κάπακ τον παραμέρισε και έχρισε διάδοχο του τον Κάπακ Γιουπάνκι. Ο τελευταίος όταν έγινε αυτοκράτορας των Ίνκας έκανε μέγα ιερέα, Άπου, τον Μάιτα Κάπακ. Ωστόσο ο Κάπακ Γιουπάνκι έπρεπε για να σταθεροποιήσει τη βασιλεία του να σκοτώσει εννέα από αδέρφια του ώστε να αναγκάσει τα υπόλοιπα να δηλώσουν υποταγή.
Όσο ήταν κυβερνήτης στις βόρειες επαρχίες του βασιλείου, υπό την ηγεσία του πατέρα του, πραγματοποίησε την πρώτη εκστρατεία έξω από το οροπέδιο του Κούσκο, σύμφωνα με τις πηγές.
Ο Κάπακ Γιουπάνκι έχρισε διάδοχο του τον Ίνκα Ρόκα, γιο της Μάμα Κούσι, αλλά είχε άλλα έξι παιδιά από άλλες γυναίκες. Αυτά ήταν ο Άπου Κάγια (Κέτσουα Apu Calla), ο Άπου Τσιματσάουι (Κέτσουα: Apu Chimachaui), ο Άπου Σάκα (Κέτσουα Apu Saca), ο Ουμπίρι (Κέτσουα Humpiri), ο Άπου Ούρκο Γκουαράνγκα (Κέτσουα Apu Urco Guaranga) και ο Ουτσουνκούνα (Κέτσουα Uchuncuna).
Προηγούμενος Μάιτα Κάπακ |
Σάπα Ίνκα περίπου το 1320 |
Επόμενος Ίνκα Ρόκα |