Τα καροτενοειδή είναι κίτρινες, πορτοκαλί και κόκκινες χρωστικές. Βρίσκονται σε όλα τα φωτοσυνθετικά κύτταρα, όμως το χρώμα τους καλύπτεται από αυτό της χλωροφύλλης. Το φθινόπωρο, όταν η χλωροφύλλη αποσυντίθεται, γίνεται ορατό το χρώμα τους. Είναι γραμμικά μόρια που περιέχουν συζυγιακά συστήματα διπλών δεσμών, στα οποία οφείλεται και το χρώμα τους. Αυτά είναι υδρογονάνθρακες στα καροτένια και οξυγονωμένοι υδρογονάνθρακες στις ξανθοφύλλες με αλυσίδες 40 ατόμων άνθρακα.
Τα καροτενοειδή βρίσκονται συνήθως σε στενή επαφή με τις χλωροφύλλες. Η ενέργεια που απορροφούν μπορεί να μεταφερθεί στη χλωροφύλλη. Επίσης, σε καταστάσεις έντονου φωτισμού, τα καροτενοειδή προστατεύουν τη χλωροφύλλη. Τα καροτενοειδή προσλαμβάνουν την επιπλέον ενέργεια από την χλωροφύλλη και την αποδίδουν ως θερμότητα, αντί αυτή η ενέργεια να δοθεί στο οξυγόνο, με αποτέλεσμα την φωτοξείδωση και καταστροφή του φωτοσυνθετικού μηχανισμού. Στον άνθρωπο, τα καροτενοειδή (κυρίως το β καροτένιο, το πιο άφθονο καροτένιο στις τροφές) έχουν δράση παρόμοια με την βιταμίνη Α, δηλαδή μπορούν να μετατραπούν σε ρετινάλη, και έχουν επίσης αντιοξειδωτική δράση.
Η βιοσύνθεσή του γίνεται μέσω του μονοπατιού των ισοπρενοειδών, το οποίο ξεκινάει από το ακέτυλο-συνένζυμο Α. Το πρώτο κύριο τερπενοειδές στο μονοπάτι είναι το 15-cis-φυτοένιο, το οποίο ύστερα από μια σειρά οξειδώσεων σχηματίζει το λυκοπένιο. Μετά το 15-cis-φυτοένιο το μονοπάτι διακλαδίζεται και τα δύο μόρια από τα οποία συντίθενται τα υπόλοιπα είναι τα γ και δ καροτένιο. Τα καροτενοειδή παράγονται κυρίως στα φυτά, στα φύκη και στα φωτοσυνθετικά βακτήρια και κάποια είδη μυκήτων. Τα ζώα δεν μπορούν να τα βιοσυνθέσουν, οπότε πρέπει να τα λαμβάνουν μέσω της τροφής.
Πιστεύεται ότι η κατανάλωση τροφών πλούσιων σε καροτενοειδή θα μπορούσε να μειώσει τον κίνδυνο κακοηθειών του παχέος εντέρου, του πνεύμονα, και του μαστού.[1][2] Μεταξύ των καροτενοειδών, η φυκοξανθίνη και η ασταξανθίνη (ΑΧ) είναι γνωστές για την αντιοξειδωτική τους δράση, που θα μπορούσε να βοηθήσει στον έλεγχο της προόδου του καρκίνου. Η φυκοξανθίνη, ένα σημαντικό καροτενοειδές των φαιοφυκών, έχει πρόσφατα αποδειχθεί ότι αναστέλλει τον πολλαπλασιασμό των κυττάρων του καρκίνου του παχέος εντέρου.[3] Η ασταξανθίνη βρίσκεται σε αφθονία στα φύκη, και έχει αναφερθεί ότι παρουσιάζει διάφορες βιολογικές δραστηριότητες ανάμεσα στις οποίες και προληπτικές επιδράσεις ενάντια στον καρκίνο της ουροδόχου κύστης, δράση που ίσως οφείλεται εν μέρει στην καταστολή του πολλαπλασιασμού των καρκινικών κυττάρων.[4]