Συγγραφέας | Τζον Φορντ |
---|---|
Τίτλος | ’Tis Pitty Shee’s a Whore |
Γλώσσα | Αγγλικά |
Ημερομηνία δημοσίευσης | 1633 |
Μορφή | θεατρικό έργο |
Σχετικά πολυμέσα | |
δεδομένα ( ) |
Κρίμα που είναι πόρνη (αγγλικός τίτλος: 'Tis Pity She's a Whore) είναι θεατρικό έργο του Άγγλου συγγραφέα Τζον Φορντ, που παίχτηκε για πρώτη φορά μεταξύ 1629 και 1633 και δημοσιεύτηκε το 1633.
Πρόκειται για μια τραγωδία εκδίκησης που λόγω του προκλητικού τίτλου και κυρίως του θέματος της αιμομιξίας προκάλεσε έντονες αντιδράσεις. Αφηγείται την ιστορία της αιμομικτικής σχέσης μεταξύ δύο αδελφών, η οποία τελικά οδηγεί στον θάνατό τους. Η ιστορία διαδραματίζεται σε μια κοινωνία λαγνείας, εκδίκησης και απληστίας που χρησιμεύει ως κριτική της διαφθοράς και της κοινωνικής υποκρισίας. Ωστόσο, η αντιμετώπιση της αιμομιξίας από τον Φορντ χωρίς να την καταδικάζει το έχει κατατάξει ως ένα από τα πιο αμφιλεγόμενα έργα της αγγλικής λογοτεχνίας.[1]
Η ιστορία διαδραματίζεται στην Πάρμα, στο αρχοντικό του Φλόριο. Ο νεαρός γιος του Τζιοβάνι, που πρόσφατα επέστρεψε από το Πανεπιστήμιο της Μπολόνιας, κατακλύζεται από ένα κολασμένο πάθος για την αδερφή του Αναμπέλα, παρά τις προσπάθειες του μοναχού Μποναβεντούρα να τον μεταπείσει. Η Αναμπέλα ομολογεί ότι είναι και εκείνη ερωτευμένη μαζί του, με την υπηρέτριά της να ενθαρρύνει τη σχέση. Τα αδέρφια ολοκληρώνουν τη σχέση τους και ζουν το βίαιο πάθος τους σε μια αφύσικη αιμομικτική σχέση.
Η Αναμπέλα, εν τω μεταξύ, προσεγγίζεται από τρεις υποψήφιους μνηστήρες, τον Μπερτζέτο, τον Γκριμάλντι και τον Σοράντζο αλλά δεν ενδιαφέρεται για κανέναν. Ο Σοράντζο ταυτόχρονα έχει μια παράνομη σχέση με την όμορφη και αισθησιακή Ιππολύτη, η οποία είναι έξαλλη μαζί του γιατί ενώ έστειλε τον σύζυγό της Ρικαρντέτο σε ένα επικίνδυνο ταξίδι με σκοπό να σκοτωθεί, οπότε να μπορέσουν να ζήσουν μαζί, ο Σοράντζο την εγκατέλειψε.
Ο Ρικαρντέτο δεν σκοτώθηκε, αλλά βρίσκεται κρυφά στην Πάρμα επιζητώντας να εκδικηθεί τον Σοράντζο. Πείθει τον Γκριμάλντι ότι για να κερδίσει την Αναμπέλα, πρέπει να δολοφονήσει τον Σοράντζο. Ο Γκριμάλντι αντί για τον Σοράντζο κατά λάθος μαχαιρώνει και σκοτώνει τον Μπερτζέτο. Ο Ντονάντο (θείος του Μπερτζέτο) και ο Φλόριο (πατέρας της Αναμπέλα και του Τζιοβάνι) πηγαίνουν στο σπίτι του καρδινάλιου, όπου έχει καταφύγει ο Γκριμάλντι, για να ζητήσουν δικαιοσύνη. Ο καρδινάλιος αρνείται να τον παραδώσει λόγω της υψηλής θέσης του Γκριμάλντι και τον στέλνει στη Ρώμη. Ο Φλόριο λέει στον Ντονάντο να περιμένει τον Θεό να αποδώσει δικαιοσύνη.[2]
Ως αποτέλεσμα της απαγορευμένης σχέσης, η Αναμπέλα μένει έγκυος και για να διαφυλαχθεί η τιμή της, πείθεται να παντρευτεί τον Σοράντσο, πριν γίνει εμφανής η εγκυμοσύνη της. Η Ιππολύτη εξοργίζεται και προσπαθεί να δηλητηριάσει τον Σοράντζο προσφέροντάς του μια κούπα κρασί αλλά με την παρέμβαση του υπηρέτη του Σοράντζο Βάσκες δηλητηριάζεται η ίδια και πεθαίνει εκτοξεύοντας βρισιές και κατάρες στους νεόνυμφους.
Τη νύχτα του γάμου, ο Σοράντζο ανακαλύπτει την εγκυμοσύνη της Αναμπέλας, την κλειδώνει στο δωμάτιο και σχεδιάζει με τον Βάσκες να εκδικηθούν την άπιστη γυναίκα και τον άγνωστο εραστή της. Ο Βάσκες μαθαίνει από την υπηρέτρια το όνομα του ένοχου και βάζει να της βγάλουν τα μάτια ως τιμωρία για τις τρομερές πράξεις που πρόθυμα κάλυψε. Στο δωμάτιό της, η Αναμπέλα γράφει ένα γράμμα στον αδερφό της με το αίμα της, προειδοποιώντας τον ότι ο Σοράντζο γνωρίζει και σύντομα θα εκδικηθεί. Ο μοναχός παραδίδει το γράμμα, αλλά ο Τζιοβάνι είναι πολύ αλαζονικός για να πιστέψει ότι μπορεί να τον βλάψουν και αγνοεί τη συμβουλή να αρνηθεί την πρόσκληση σε γιορτή του Σοράντζο. Στη συνέχεια, ο μοναχός φεύγει από την Πάρμα για να αποφύγει περαιτέρω ανάμειξη στην πτώση του Τζιοβάνι.[3]
Την ημέρα της γιορτής, ο Τζιοβάνι επισκέπτεται την Αναμπέλα στο δωμάτιό της και τη μαχαιρώνει ενώ τη φιλάει. Στη συνέχεια μπαίνει στη γιορτή, όπου είναι όλοι παρόντες, κρατώντας ένα στιλέτο πάνω στο οποίο βρίσκεται η καρδιά της αδερφής του, και λέει σε όλους για την αιμομικτική υπόθεση. Ο Φλόριο πεθαίνει αμέσως από σοκ. Ο Σοράντζο επιτίθεται στον Τζιοβάνι αλλά αυτός τον μαχαιρώνει θανάσιμα. Ο Βάσκες επεμβαίνει και ο Τζιοβάνι σκοτώνεται. Μετά τη σφαγή, ο καρδινάλιος διατάζει να καεί η υπηρέτρια στην πυρά, να εξοριστεί ο Βάσκες και όλος ο πλούτος και η περιουσία των νεκρών να περιέλθει στην εκκλησία. Το έργο τελειώνει με τον καρδινάλιο να λέει για την Αναμπέλα: «Κρίμα που είναι πόρνη».[4]
Η ανοιχτή αντιμετώπιση του θέματος της αιμομιξίας το έκανε ένα από τα πιο αμφιλεγόμενα έργα της αγγλικής λογοτεχνίας. Το έργο παραλείφθηκε εντελώς από μια συλλογή θεατρικών έργων του Φορντ του 1831. Ο τίτλος του έχει συχνά αλλάξει σε ηπιότερο όπως Ο Τζιοβάνι και η Αναμπέλα ή Ο αδελφός και η αδελφή. Μέχρι τον 20ό αιώνα, οι κριτικοί ήταν συνήθως επικριτικοί τόσο για το θέμα όσο και για το ότι ο Φορντ δεν καταδίκασε τον πρωταγωνιστή του.[5] Ο κριτικός Μαρκ Στάβιγκ έγραψε: «Αντί να τονίζει την κακία, ο Φορντ απεικονίζει τον Τζιοβάνι ως έναν προικισμένο, ενάρετο και ευγενή άνθρωπο που κυριεύεται από ένα ταραχώδες, αναπόφευκτο πάθος που επιφέρει την καταστροφή του».[6] Από τα μέσα του 20ού αιώνα, μελετητές και κριτικοί έδειξαν γενικά μεγαλύτερη εκτίμηση για την πολυπλοκότητα του έργου και την καταγγελία της υποκρισίας, του κοινωνικού καθωσπρεπισμού και της διαφθοράς των ηθών και της Εκκλησίας, αν και η αντιμετώπιση του κύριου θέματος εξακολουθεί να παραμένει «ανησυχητική» επειδή ο Φορντ δεν συγχωρεί αλλά ούτε καταδικάζει την αιμομιξία: απλά την παρουσιάζει σαν μια ασυγκράτητη δύναμη.[7]
Το δράμα έχει διασκευαστεί αρκετές φορές. Το 1961, ο Λουκίνο Βισκόντι σκηνοθέτησε μια θεατρική διασκευή του έργου με πρωταγωνιστές τη Ρόμι Σνάιντερ και τον Αλέν Ντελόν. Ο Σουηδός σκηνοθέτης Βίλγκοτ Σιόμαν κινηματογράφησε το υλικό το 1966 ως Syskonbädd 1782 (Κρεβάτι αδελφών) με την Μπίμπι Άντερσον και τον Περ Όσκαρσον και το 1971 ο Ιταλός Τζουζέπε Πατρόνι Γκρίφι σκηνοθέτησε το Addio fratello crudele (Αντίο σκληρέ αδερφέ) με την Σαρλότ Ράμπλινγκ και τον Όλιβερ Τομπάιας στους πρωταγωνιστικούς ρόλους.[8] Το βρετανικό BBC γύρισε μια τηλεταινία το 1980 (σε σκηνοθεσία Ρόλαντ Τζόφι) και μια ραδιοφωνική διασκευή το 2018. Το 2019, μια ομώνυμη όπερα της Γερμανίδας συνθέτριας Άνο Σράιερ βασισμένη σε λιμπρέτο της Κέρστιν Μαρία Πέλερ έκανε πρεμιέρα στο Ντίσελντορφ.
Στην Ελλάδα το έργο ανέβηκε για πρώτη φορά την θεατρική περίοδο του 1981 στη σκηνή του Τεχνοχώρου[9] και το 1986-1987 στο «Ανοιχτό Θέατρο» και στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος σε σκηνοθεσία Γιώργου Μιχαηλίδη με την Καρυοφυλλιά Καραμπέτη.[10][11]