Λυκόπερδο
|
|
Συστηματική ταξινόμηση
|
|
Συνώνυμα[1]
|
- Sufa, Adans. (1763)
- Priapus, Raf. (1808)
- Cerophora, Raf. (1814)
- Utraria, Quél. (1873)
- Bovistella, Morgan (1892)
- Calvatiella, C.H.Chow (1936)
- Capillaria, Velen. (1947)
- Handkea, Kreisel (1989)
- Lycoperdon υπογένος Bovistella, (Morgan), Jeppson & E.Larss. (2008)
- Lycoperdon υπογένος Utraria (Quél.), Jeppson & E.Larss. (2008)
|
Το λυκόπερδο (επιστημονική-λατινική ονομασία Lycoperdon) είναι γένος από μύκητες που παράγουν μανιτάρια. Το γένος έχει ευρεία γεωγραφική κατανομή και περιλαμβάνει περί τα πενήντα είδη.[2] Παλαιότερα ταξινομείτο στην απαρχαιωμένη σήμερα δική του ξεχωριστή τάξη «λυκοπερδώδη» (Lycoperdales), αλλά μετά από μια αναδόμηση της ταξινομήσεως των μυκήτων που επέφερε η μοριακή φυλογενετική, η τάξη αυτή διαλύθηκε. Σήμερα το λυκόπερδο τοποθετείται στην οικογένεια αγαρικοειδή της τάξεως αγαρικώδη.
Τα περισσότερα είδη λυκόπερδου είναι φαγώσιμα, με γεύση που κυμαίνεται από ασθενική μέχρι παρόμοια με τη γεύση της γαρίδας.
- ↑ «Synonymy: Lycoperdon Pers». Species Fungorum. CAB International. Ανακτήθηκε στις 13 Ιουλίου 2014.
- ↑ Kirk P.M., Cannon P.F., Minter D.W., Stalpers J.A. (2008). Dictionary of the Fungi (10η έκδοση). Wallingford, U.K.: CAB International. σελ. 394. ISBN 978-0-85199-826-8. CS1 maint: Uses authors parameter (link)
- ↑ Cortez V.G., Baseia I.G., Silveira R.M.B. (2011). «Lycoperdon ovoidisporum sp. nov. from Brazil» (PDF). Sydowia 63 (1): 1–7. https://www.researchgate.net/publication/277370158.
- ↑ 4,0 4,1 Jeppson M., Larsson E., Martín M. (2012). «Lycoperdon rupicola and L. subumbrinum: two new puffballs from Europe». Mycological Progress 11 (4): 887-897. doi:10.1007/s11557-011-0804-8.