Μελάμποδας | |
---|---|
Πληροφορίες ασχολίας | |
Οικογένεια | |
Σύζυγος | Ιφιάνασσα[1] Ιφιάνειρα |
Τέκνα | Άβας Αντιφάτης[1] Μάντιος[1] Προνόη |
Γονείς | Αμυθάονας[1][2] και Ειδομένη[2] |
Αδέλφια | Βίας[1][2] |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Αξίωμα | βασιλιάς του Άργους |
Στην Αρχαία ελληνική μυθολογία ο Μελάμπους ήταν θρυλικός Μάντης και Ιατρός που βασίλευσε στο Άργος ή την Πύλο.[3] Ο Ηρόδοτος γράφει ότι εισήγαγε την λατρεία του Διονύσου, διδάχθηκε την μαντική τέχνη από τους Αιγυπτίους και μπορούσε να αναγνωρίζει τις φωνές των ζώων.[4] Μια μεγάλη σειρά θείων έργων κυκλοφόρησαν στην Κλασσική Αρχαιότητα και την Ελληνιστική περίοδο σχετικά με το όνομα του Μελάμποδα. Ο Ηρόδοτος και ο Παυσανίας γράφουν ότι ο πατέρας του ήταν ο Αμυθάονας που το όνομα του μεταφράζεται ως "πολύ τεράστιος", οι διάδοχοι του ονομάστηκαν "Οίκος του Αμυθάονα".[5] Ο Όμηρος στην Οδύσσεια κάνει μια σύντομη αναφορά στον Μελάμποδα που είχε σχέση με τον Θεοκλύμενο: "ένας προφήτης που δημιούργησε μια μεγάλη γενιά προφητών".[6] Ο Νηλέας στην Πύλο είχε σφετεριστεί τον "υψηλό Οίκο" του Μελάμποδα και τον έστειλε εξορία. Ο Μελάμπους βρέθηκε στην αυλή του Φύλακος για λογαριασμό της κόρης του Νηρέα Πηρώς την οποία επιθυμούσε για σύζυγο ο αδελφός του Βίας. Τον επισκέφτηκε ένα "δαιμονικό πνεύμα που δεν μπόρεσε να τον θανατώσει". Ο Μελάμπους κατάφερει τελικά να δαμάσει τα βόδια του Φύλακα και να εκδικηθεί τον Νηλέα. Ο αδελφός του Βίας πήρε σύζυγο την Πηρώ.
Σε μια μετέπειτα ημερομηνία κυκλοφόρησε ένα ιστορικό ανέκδοτο σε σχέση με τον Μελάμποδα: επισκέφτηκε την Πύλο την εποχή που ήταν βασιλιάς ο Αναξαγόρας ή ο Προίτος. Ο γιος του βασιλιά υπέφερε από μια σπάνια βαριά ασθένεια. Ο Μελάμπους έσφαξε ένα βόδι και ρώτησε τα όρνια που πήγαν να το κατασπαράξουν την αιτία που υποφέρει ο γιος του βασιλιά. Τα όρνια του απάντησαν ότι το παιδί τρόμαξε με την τελευταία θυσία ζώου και ο βασιλιάς πέταξε το μαχαίρι μακριά για να ηρεμήσει το παιδί. Το μαχαίρι καρφώθηκε σε μια από τις Αμαδρυάδες μέσα σε μια Βελανιδιά που καταράστηκε το παιδί. Η λύση θα ήταν να βγάλει το μαχαίρι, να το θρυμματίσει στο νερό και να το δώσει στο παιδί να το πιεί. Μετά την θεραπεία ο Μελάμπους ζήτησε τα δύο τρίτα του βασιλείου για τον εαυτό του και το ένα τρίτο για τον αδελφό του Βία, και ο βασιλιάς συμφώνησε. Σε μια άλλη έκδοση της ιστορίας του Μελάμποδα, ο Διόνυσος έσπειρε τρέλα στις γυναίκες του Άργους την εποχή που ήταν βασιλιάς ο Αναξαγόρας ή ο Προίτος. Ο Μελάμπους ζήτησε από τον βασιλιά να τις θεραπεύσει με αντάλλαγμα το ένα τρίτο του βασιλείου αλλά εκείνος αρνήθηκε. Η τρέλα στις γυναίκες έγινε πολύ μεγαλύτερη με αποτέλεσμα ο Μελάμπους να ζητήσει από τον βασιλιά τα δύο τρίτα για τον εαυτό του και το ένα τρίτο για τον αδελφό του Βία, και ο βασιλιάς αυτή την φορά συμφώνησε. Ο Μελάμπους οδήγησε τις γυναίκες στην πόλη Λουσοί και τις θεράπευσε σε ένα ιερό της Αρτέμιδος.[7] Την ικανότητα ο Μελάμπους σύμφωνα με τον θρύλο την απέκτησε όταν ήταν μικρό παιδί. Οι υπηρέτες του επιχείρησαν να σκοτώσουν δύο Φίδια, εκείνος τους σταμάτησε και τα φίδια για να τον ευχαριστήσουν του έδωσαν το χάρισμα να επικοινωνεί με ζώα. Μια άλλη έκδοση αναφέρει ότι βρήκε ο ίδιος ένα σκοτωμένο φίδι με τα δύο νεογνά του, τα φρόντισε και όταν μεγάλωσαν τον αντάμειψαν με το χάρισμα της επικοινωνίας με τα ζώα. Τον Μελάμποδα τον διαδέχθηκε στον θρόνο του Άργους η δυναστεία του: αρχικά ο γιος του Μάντιος, και τελευταίοι βασιλείς ήταν ο Αλκμαίων και ο Αμφίλοχος που συμμετείχαν στα Τρωικά. Στα τέλη της ζωής του απήχθη και φυλακίστηκε. Στο κελί του άκουσε δύο Τερμίτες να λένε ότι το φαγητό τους θα τελειώσει το βράδυ από την οροφή του κελιού. Ο Μελάμπους ζήτησε έντονα να αλλάξει κελί, το βράδυ η οροφή κατέρρευσε και οι απαγωγείς του αναγνώρισαν ότι είναι Προφήτης και τον ελευθέρωσαν.
Ο Μελάμπους αποτελεί εξέχουσα φυσιογνωμία στην υπόθεση του Μίδα, του θρυλικού βαθύπλουτου βασιλιά της Φρυγίας, ο οποίος τον επέλεξε ως κριτή στον μουσικό αγώνα ανάμεσα στον Απόλλων και τον Μαρσύα. Ο Απόλλων ήταν τελικά ο νικητής αλλά ο Μίδας αμφισβήτησε την άποψη των κριτών και ο θεός, για να τον τιμωρήσει, άγγιξε το κεφάλι του και σε αυτό φύτρωσαν αυτιά πιθήκου. Ο Μίδας περιήλθε σε πανικό και προσπάθησε να τα καλύψει με ένα Φρυγικό καπέλο το οποίο φορούσε από τότε μόνιμα. Το μυστικό γνώριζαν μόνο ο ίδιος ο βασιλιάς και ο κουρέας του, τον οποίο απείλησε να μην το αποκαλύψει με ποινή θανάτου. Ο κουρέας αισθανόταν άσχημα και για να εκτονωθεί άνοιξε μια τρύπα στον ποταμό Πακτωλό και φώναξε μέσα σε αυτήν "ο βασιλιάς έχει αυτιά πιθήκου". Μετά από αυτό κάλυψε την τρύπα και ηρέμησε. Την επόμενη άνοιξη φύτρωσε ένα καλάμι που ψιθύρισε στα άλλα καλάμια ότι ο βασιλιάς Μίδας έχει αυτιά πιθήκου. Το μυστικό μεταδόθηκε από τα καλάμια στα πουλιά που μετέφεραν το μήνυμα στον Μελάμποδα, και ολόκληρο το βασίλειο έμαθε σύντομα ότι ο βασιλιάς έχει αυτιά πιθήκου. Ένα έργο που αποδίδεται στον Μελάμποδα έχει γράψει ο Ησίοδος αλλά είναι τόσο πολύ αποσπασματικό που η ανακατασκευή του όπως γράφει ο Γουόλτερ Μπάρκερτ είναι αδύνατη.[8] Σύμφωνα με άλλη εκδοχή, ο Μελάμποδας πιστεύεται ότι είχε για σύζυγό του την πριγκιποπούλα Ιφιάνειρα, κόρη του βασιλιά του Άργους Μεγαπένθη. Την ζωή και τα κατορθώματα του Μελάμποδα διηγούνταν ένα χαμένο ψευδοησιόδειο έπος, η Μελαμπόδεια.