Μπαρτολομέους φαν ντερ Χελστ | |
---|---|
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Bartholomeus van der Helst (Ολλανδικά) |
Γέννηση | 1613[1][2][3] Χάαρλεμ |
Θάνατος | 16 Δεκεμβρίου 1670[4] Άμστερνταμ |
Χώρα πολιτογράφησης | Ολλανδική Δημοκρατία[5] |
Ιδιότητα | ζωγράφος[4] και εικαστικός καλλιτέχνης[6] |
Σύζυγος | Anna du Pire |
Τέκνα | Λοντεβάικ φαν ντερ Χελστ |
Κίνημα | ζωγραφική της "Χρυσής ολλανδικής εποχής" |
Είδος τέχνης | προσωπογραφία |
Καλλιτεχνικά ρεύματα | ζωγραφική της "Χρυσής ολλανδικής εποχής" |
Σημαντικά έργα | Portrait of Paulus Potter, Portrait of Aert van Nes (1626-93), Vice admiral, Portrait of Geertruida den Dubbelde (1647-84), wife of Aert van Nes και Portrait of Gerard Andriesz Bicker, son of Andries Bicker and lord of Muiden |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Μπαρτολομέους φαν ντερ Χελστ (ολλανδικά: Bartholomeus van der Helst, 1613 - 16 Δεκεμβρίου 1670 (ταφή)[7]) ήταν Ολλανδός ζωγράφος πορτρέτων της περιόδου της ολλανδικής Χρυσής Εποχής στη ζωγραφική.
Ο φαν ντερ Χελστ ήταν γιος πανδοχέα. Γεννήθηκε στο Χάαρλεμ το 1613 και μετοίκησε στο Άμστερνταμ περί το 1636[8]. Εκείνη τη χρονιά νυμφεύτηκε την Άννα Ντυ Πίρε (Anna du Pire), θυγατέρα ευκατάστατης οικογένειας από τη Νότια Ολλανδία. Ο πρώτος χρονολογημένος πίνακας Οι έφοροι του Ορφανοτροφείου της Βαλλωνίας (σήμερα στο Maison Descartes του Άμστερνταμ) είναι του 1637 και υφολογικά προσομοιάζει με έργα του Νικολάες Ελίας Πινκενόι (Nicolaes Eliasz. Pickenoy), γεγονός που υποδηλώνει ότι ίσως ήταν ο δάσκαλός του[7], αν και είναι ατεκμηρίωτο από ποιον εκπαιδεύτηκε, παρότι η εκπαίδευσή του, σύμφωνα με το Ρέικσμουζεουμ, έγινε στο Άμστερνταμ.[9] Στο Χάαρλεμ γνώρισε τα έργα του Φρανς Χαλς, ο οποίος επίσης ποτέ δεν ταξίδεψε στην Ιταλία και ειδικεύτηκε στην προσωπογραφία. Ο Χαλς είχε αρνηθεί ακόμη και να ταξιδεύσει ως το Άμστερνταμ για να ζωγραφίσει τα επικερδή πορτρέτα των schutterij (πολιτοφυλάκων). Όταν, το 1632, άρχισε να λειτουργεί το trekschuit (σύστημα ποταμοπλοίων που τα έσερναν άλογα από τη στεριά μέσα σε ειδικά διαμορφωμένα κανάλια και ένωνε όλες τις μεγάλες πόλεις της Ολλανδίας), ο Χαλς αποπειράθηκε το ταξίδι αυτό το 1636 και άρχισε να ζωγραφίζει τον πίνακα De Magere Compagnie, ομαδικό πορτρέτο της πολιτοφυλακής, γνωστό και ως ο Λόχος του λοχαγού Reinier Reael και του υπολοχαγού Cornelis Michielsz, αλλά ζωγράφισε μόνο το αριστερό μισό του, αφήνοντας τον πίνακα στον Πίτερ Κόντε για να τον ολοκληρώσει. Ως γιος πανδοχέα, ο φαν ντερ Χελστ είδε αμέσως το συγκριτικό πλεονέκτημα που αποκτούσε με το σύστημα trekschuit το Άμστερνταμ και, το 1639, πήρε την πρώτη του παραγγελία για ομαδικό πορτρέτο πολιτοφυλακής και ζωγράφισε το έργο Ο Λόχος του Λοχαγού Roelof Bicker και του υπολοχαγού Jan Michielsz Blaeuw.
Στο Άμστερνταμ ο φαν ντερ Χελστ ήταν σύγχρονος του Ρέμπραντ. Γρήγορα έγινε ο δημοφιλέστερος προσωπογράφος στην πόλη, με τις κολακευτικές του απεικονίσεις, σε ύφος του Άντονι βαν Ντάικ να είναι πιο ελκυστικές σε σχέση με τις σκοτεινές και εσωστρεφείς απεικονίσεις στα έργα του Ρέμπραντ. Ορισμένοι από τους μαθητές του Ρέμπραντ, όπως οι Φέρντιναντ Μπολ και Χόφερτ Φλινκ υιοθέτησαν το ύφος του φαν ντερ Χελστ αντί γι' αυτό του Δασκάλου τους.
Το μεγάλο ομαδικό πορτρέτο Συμπόσιο της πολιτοφυλακής του Άμστερνταμ κατά τον εορτασμό της Ειρήνης του Μύνστερ ζωγραφίστηκε το 1648 και έτυχε μεγάλης επευφημίας από το κοινό. Αυτός ήταν ο πίνακας που, σύμφωνα με τον Άρνολντ Χαουμπράκεν, που εγκαθίδρυσε τη φήμη του και στις επόμενες γενεές και αποθαυμάστηκε από τον Άγγλο ζωγράφο Γκόντφρεϊ Νέλλερ (Godfrey Kneller).[10]
Όταν ο Άγγλος προσωπογράφος Σερ Τζόσουα Ρέινολντς επισκέφθηκε το Άμστερνταμ το 1781, εγκωμίασε τον πίνακα, αναφέροντας γι' αυτόν ότι "είναι ίσως ο πρώτος πίνακας με πορτρέτα στον κόσμο που περιλαμβάνει τα περισσότερα από τα ποιοτικά χαρακτηριστικά που κάνουν ένα πορτρέτο τέλειο, απ' όλους όσους έχω μέχρι σήμερα δει". Στις 25 Ιουνίου 2006 ο Χανς Γιοάχιμ Μπόλμαν, βάνδαλος που είχε ήδη προκαλέσει ζημιές (υπολογιζόμενες σε 130 εκ. ευρώ) σε πίνακες των Ρέμπραντ, Ντύρερ και Ρούμπενς, τους οποίους βανδάλισε στη Γερμανία, προκάλεσε ζημιές στο έργο, ψεκάζοντας στην επιφάνειά του καύσιμο αναπτήρων και ανάβοντάς το. Ο Μπόλμαν είχε αφεθεί ελεύθερος από δικαστήριο, ύστερα από νοσηλεία μεγαλύτερη των 16 ετών, με το σκεπτικό ότι αν και οι ψυχίατροι συνέχιζαν να προβλέπουν ότι υπήρχε κίνδυνος για νέες επιθέσεις από πλευράς του, παρόμοιο ρίσκο για ζημιές σε περιουσία δεν μπορούσε να επιφέρει δια βίου κράτηση. Αν και η ζημιά στον πίνακα αυτή τη φορά είχε περιοριστεί κυρίως στο επιφανειακό βερνίκι, επηρεάστηκαν και μερικά σημεία των χρωμάτων και του καμβά, καθώς και το πλαίσιό του.[11] Ο Μπόλμαν συνελήφθη και καταδικάστηκε σε τριετή φυλάκιση από δικαστήριο του Άμστερνταμ.
Ο φαν ντερ Χελστ ήταν ο δάσκαλος του γιου του, Λόντεβαϊκ φαν ντερ Χελστ, ο οποίος υφολογικά ακολούθησε τον πατέρα του. Ο Μπαρτολομέους φαν ντερ Χελστ απεβίωσε στο Άμστερνταμ το 1670.
Εκτός από τα πορτρέτα του, για τα οποία κυρίως έγινε διάσημος, ο φαν ντερ Χελστ ζωγράφισε και μερικούς πίνακες με ιστορικό, βιβλικό και μυθολογικό περιεχόμενο. Μετά τον θάνατό του, η χήρα του προσέφερε τα έργα του προς αγορά με αγγελία στην εφημερίδα Haarlems Dagblad[12] κάτι στο οποίο πιθανώς υποχρεώθηκε λόγω της οικονομικής ύφεσης στην Ολλανδία της εποχής:
Σήμερα το πλέον διάσημο πορτρέτο του φαν ντερ Χελστ είναι το ημίσωμο πορτρέτο του Χέραρντ Άντριες Μπίκερ (Gerard Andriesz Bicker), γιου του Άντριες Μπίκερ, Δημάρχου του Άμστερνταμ, του οποίου επίσης ζωγράφισε πορτρέτο το 1642. Συχνά το πορτρέτο αυτό χρησιμοποιείται ως απεικόνιση της παχυσαρκίας ως συμβόλου της οικονομικής ευμάρειας των εμπόρων του Άμστερνταμ της Ολλανδικής Χρυσής Εποχής. Πιθανόν ζωγραφίστηκε το 1639, ίδιο έτος με το πρώτο schutterstuk, όπου ο ΡΟύλοφ Μπίκερ (Roelof Bicker) αποτελεί κεντρική φυσιογνωμία. Την εποχή εκείνη ο Χέραρντ Μπίκερ ήταν 17 ετών και κατείχε τους τίτλους "Λόρδος του Ενχέλεμπουρχ" και "Ανώτατος Δικαστικός Κλητήρας του Μάουντεν". Συνηθιζόταν οι καλλιτέχνες να αναλαμβάνουν παραγγελίες για πορτρέτα ολόκληρων των οικογενειών των μελών του schutterij μετά τη δημιουργία ομαδικών πορτρέτων. Αυτός είναι ο λόγος του έντονου ανταγωνισμού για τους schutterstukken, που άρχισε με τον πίνακα του Ρέμπραντ Νυχτερινή περίπολος.