Πέτερ Κάντιντ | |
---|---|
Γέννηση | 1548[1][2][3] Μπρυζ |
Θάνατος | Μάρτιος 1628[1][2][4] Μόναχο[5] |
Κατοικία | Φλωρεντία (από 1568) |
Χώρα πολιτογράφησης | Κάτω Χώρες των Αψβούργων[6] Εκλεκτοράτο της Βαυαρίας |
Ιδιότητα | ζωγράφος, γραφίστας και εικαστικός καλλιτέχνης[7] |
Σημαντικά έργα | Old Schleissheim Palace και Madonna and Child adored by Sts. John the Baptist, Francis of Assisi and Catherine of Alexandria |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Πέτερ Κάντιντ (γνωστός επίσης και ως Πέτερ ντε Βίττε, φλαμανδικά: Peter Candid ή Πέτερ ντε Βίττε (Peter de Witte)[8], 1548 - 1628) ήταν Φλαμανδός μανιεριστής ζωγράφος, σχεδιαστής και σχεδιαστής ταπισερί, ο οποίος δραστηριοποιήθηκε κατά κύριο λόγο στην Ιταλία και στη Βαυαρία, όπου εργάστηκε σε πολλές Αυλές.[9]
Ο Κάντιντ γεννήθηκε στη Μπρυζ και μετοίκησε με τους γονείς του στη Φλωρεντία όταν ήταν 10 ετών. Ο πατέρας του ήταν υφαντής ταπισερί, ο οποίος είχε μόλις προσληφθεί στο νεοδημιουργημένο υφαντικό εργαστήριο των Μεδίκων, το Arazzeria Medicea. Το αρχικό όνομα της οικογένειας ήταν ντε Βίττε, το οποίο άλλαξαν σε Καντίντο στην Ιταλία. Ο Πέτερ θα χρησιμοποιούσε το όνομα Κάντιντ όταν μετοίκησε στη Γερμανία. Ο Πέτερ ξεκίνησε τη μαθητεία του στις αρχές της δεκαετίας του 1560 με άγνωστο Δάσκαλο.[10]
Η πρώτη γνωστή καταγραφή του Κάντιντ ως καλλιτέχνη σχετίζεται με την πληρωμή για μια τοιχογραφία που έφτιαξε στη Φλωρεντία το 1569. Πρωτοαναφέρεται ως μέλος της "Ακαδημίας του Σχεδίου" (Accademia del Disegno) το 1576.[9] Σύμφωνα με τον βιογράφο του 16ου αιώνα Κάρελ φαν Μάντερ, ο οποίος τον γνώρισε όταν επισκέφθηκε την Ιταλία, ο Κάντιντ εργάστηκε με τον Τζόρτζιο Βαζάρι στη "βασιλική αίθουσα" (Sala Regia) στο Αποστολικό Ανάκτορο του Βατικανού και στον θόλο του Καθεδρικού ναού της Φλωρεντίας. Κατά την περίοδο 1582 - 1583 εργάστηκε στη βασιλική αίθουσα και στη συνέχεια επέστρεψε στη Φλωρεντία.[10]
Το 1586 προσλήφθηκε στην Αυλή του Μονάχου, ύστερα από σύσταση του γλύπτη Τζανμπολόνια. Αρχικά ήταν ο ζωγράφος της Αυλής του Γουλιέλμου Ε΄, Δούκα της Βαυαρίας και στη συνέχεια του Μαξιμιλιιανού Α΄, εκλέκτορια της Βαυαρίας. Για λογαριασμό του Μαξιμιλιανού ο Κάντιντ έφτιαξε τις τοιχογραφίες σε πολλά κτίσματα, ανάμεσα στα οποία το Ανάκτορό του στο Μόναχο και το Ανάκτορο Σλέσσχάιμ (Schleissheim). Κατά την περίοδο 1600 - 1628 ήταν ο εξέχων καλλιτέχνης στο Μόναχο. Δραστηριοποιήθηκε, επίσης, ως έμπορος έργων τέχνης και είχε επαγγελματικές συναλλαγές με τον Φίλιπ Χαϊνχόφερ (Philipp Hainhofer).[10]
Νυμφεύτηκε και απέκτησε πέντε παιδιά, ανάμεσα στα οποία ο γιος του Βίλχελμ (δραστηριοποιήθηκε ως καλλιτέχνης κατά την περίοδο 1613 - 1625) και αργότερα έγινε αξιωματούχος της Αυλής. Η θυγατέρα του παντρεύτηκε τον χαράκτη Φίλιπς Σάντελερ το 1624.[10] Διετέλεσε Δάσκαλος του Γιόχαν Ούλριχ Λοτ (Johann Ulrich Loth). Απεβίωσε στο Μόναχο το 1628.[9] Προς τιμή του στο Μόναχο το όνομά του φέρει ένα τμήμα της περιφερειακής οδού της πόλης αλλά και ένας σταθμός του μετρό (Candidplatz).
Ο Κάντιντ ζωγράφισε ιστορικές αναπαραστάσεις, πορτρέτα, μυθολογικές σκηνές και αλληγορίες.[9] Ολοκλήρωσε πολλές τοιχογραφίες και ελαιογραφίες στην Ιταλία και φιλοτέχνησε σχέδια για ταπισερί και άλλα έργα για λογαριασμό του Κόζιμο Α΄ των Μεδίκων, Μεγάλου Δούκα της Τοσκάνης. Το ύφος του στην Ιταλία είχε επηρεαστεί από τη σχολή του Μικελάντζελο, αν και ήταν πιο κοντά σε αυτό του Άνιολο Μπροντσίνο και του Αλεσσάντρο Αλλόρι παρά του Βαζάρι. Το έργο του μαρτυρεί, επίσης, την επιρροή της φλαμανδικής παράδοσης.[10]
Στο Μόναχο αρχικά εργάστηκε ως μέλος μιας ομάδας Ιταλών καλλιτεχνών υπό την εποπτεία του Ολλανδοϊταλού καλλιτέχνη Φρίντριχ Σούστρις, ο οποίος επίσης είχε βρεθεί στη Φλωρεντία. Υλοποίησε τοιχογραφίες σε σχέδια του Σούστρις για λογαριασμό της Αυλής. Δημιούργησε, επίσης, πολλές εικόνες για Αγία Τράπεζα. Έγινε πιο αυτόνομος όταν ο Σούστρις απεβίωσε και ο Μαξιμιλιανός Α΄ ανέβηκε στον θρόνο κατά τα τέλη του αιώνα. Όταν ο Δούκας δημιούργησε εργαστήριο ύφανσης ταπισερί με τεχνίτες από τις Κάτω Χώρες το 1604, ο Κάντιντ έφτιαξε τα "χαρτόνια" (cartoons, όπως αποκαλούνταν τα σχέδια για την ύφανση των ταπισερί) για τέσσερις εκτεταμένες σειρές που περιλάμβαναν περίπου 50 ταπισερί, υφασμένες με νήμα χρυσού με θέματα Τα κατορθώματα του Όττο φαν Βίττελσμπαχ, (ιδρυτή της δυναστείας του Δούκα), Οι Μήνες, Οι Εποχές και Οι ώρες της ημέρας. Επέβλεψε, επίσης, την υλοποίηση των ταπισερί από τους υφαντές. Ο Κάντιντ ήταν, επίσης, υπεύθυνος για όλες τις ζωγραφιές στο εσωτερικό των νέων κτιρίων που πρόσθετε ο Μαξιμιλιανός στα ανάκτορά του, ενώ παράλληλα συνέχισε να ζωγραφίζει εικόνες για Αγία Τράπεζα. Φιλοτέχνησε επίσης μικρούς πίνακες σε πλάκες χαλκού με θρησκευτικά, αλληγορικά και μυθολογικά θέματα, με μανιεριστικό ύφος.[10]