Πίτερ Μπένενσον | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Peter Benenson (Αγγλικά) |
Γέννηση | 31 Ιουλίου 1921[1][2][3] Λονδίνο |
Θάνατος | 25 Φεβρουαρίου 2005[1][2] Οξφόρδη |
Αιτία θανάτου | πνευμονία |
Συνθήκες θανάτου | φυσικά αίτια |
Χώρα πολιτογράφησης | Ηνωμένο Βασίλειο |
Θρησκεία | Καθολικισμός |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Αγγλικά[4] |
Σπουδές | Κολέγιο Μπέλιολ Κολέγιο Ήτον |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | δικηγόρος πολιτικός αγωνιστής/στρια υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων[5] νομικός |
Εργοδότης | Διεθνής Αμνηστία |
Πολιτική τοποθέτηση | |
Πολιτικό κόμμα/Κίνημα | Εργατικό Κόμμα |
Οικογένεια | |
Γονείς | Flora Solomon |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Αξίωμα | Secretary-General of Amnesty International (1961–1966) |
Βραβεύσεις | βραβείο ειρήνης Γκάντι (1978) |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Πίτερ Μπένενσον (πλήρες όνομα: Πίτερ Τζέιμς Χένρι Σόλομον, 31 Ιουλίου 1921 – 25 Φεβρουαρίου 2005) ήταν Βρετανός δικηγόρος, ακτιβιστής για τα ανθρώπινα δικαιώματα και ιδρυτής της Διεθνής Αμνηστίας. Αρνήθηκε όλες τις τιμές, αλλά το 2001 δέχτηκε το βραβείο δια βίου επιτευγμάτων "Υπερηφάνεια της Βρετανίας", κυρίως για την ευχαρίστηση της οικογένειας του.[6]
Γεννήθηκε στο Λονδίνο σε μια εβραϊκή οικογένεια,[7] όντας γιος του Χάρολντ Σόλομον και της ρωσίδας Φλόρας Μπένενσον. Ο Μπένενσον υιοθέτησε αργότερα το επώνυμο της μητέρας του. Ο πατέρας του πέθανε το 1930 έπειτα από ένα μακροχρόνιο τραυματισμό που είχε από τον πόλεμο. Ο προσωπικός του δάσκαλος ήταν ο Ουίσταν Ώντεν πριν φοιτήσει στο κολέγιο Ήτον. Στην ηλικία των δεκαέξι, βοήθησε στη δημιουργία ενός ταμείου αρωγής με άλλους μαθητές για τα παιδιά που έμειναν ορφανά από τον Ισπανικό Εμφύλιο Πόλεμο. Πήρε το πατρικό όνομα της μητέρας του Φλόρας Μπένενσον, ως φόρο τιμής στον παππού του, Γκριγκόρι Μπένενσον (ρώσο επιχειρηματία που ασχολούταν με τα χρυσορυχεία), μετά το θάνατο του παππού του.
Εγγράφηκε στο κολέγιο Μπάλιολ της Οξφόρδης αλλά ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος διέκοψε τις σπουδές του. Εργάστηκε στην υπηρεσία πληροφοριών στο υπουργείο πληροφοριών όπου γνώρισε τη Μάργκαρετ Άντερσον, την πρώτη σύζυγό του. Δούλεψε στο Μπλέτσλεϊ Παρκ κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου στο δοκιμαστήριο. Είναι καταγεγραμμένος ως RSM Benenson στο δωμάτιο 41 ως κρυπτογράφος.[8]
Μετά την αποστράτευση του το 1946, ο Μπένενσον άρχισε να εργάζεται ως δικηγόρος πριν ενταχθεί στο Εργατικό Κόμμα, όπου έκανε κάποιες ανεπιτυχείς προσπάθειες να εκλεγεί στο Στρίτχαμ το 1950 και στο Νορθ Χερτς μέχρι το 1959. Το 1957 ίδρυσε την οργάνωση JUSTICE με άλλους βρετανούς δικηγόρους, μια οργάνωση για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη μεταρρύθμιση του νομικού συστήματος. Το 1958, έπεσε άρρωστος και μετακόμισε στην Ιταλία για να αναρρώσει. Το ίδιο έτος, βαπτίστηκε στην Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία.
Ο Μπένενσον φαίνεται ότι σοκαρίστηκε και εξοργίστηκε από ένα άρθρο εφημερίδας που αναφερόταν σε δύο πορτογάλους φοιτητές από την Κόιμπρα καταδικάστηκε σε επτά χρόνια φυλάκιση γιατί σήκωσαν τα γυαλιά τους σε μια πρόποση για την ελευθερία στο καθεστώς του Αντόνιο ντι Ολιβέιρα Σαλαζάρ, αλλά η ιστορία έχει αποδειχθεί ότι είναι ένας μύθος.[9] Εκείνη την εποχή η Πορτογαλία κυβερνόταν από το καθεστώς του Νέου Κράτους και οι αντικαθεστωτικές συνωμοσίες θεωρούνταν από την κρατική αστυνομία μη πορτογαλικές και καταστέλονταν. Έγραψε στον Ντέιβιντ Άστορ, αρχισυντάκτη του The Observer. Στις 28 Μαΐου 1961, δημοσιεύτηκε το άρθρο του Μπένενσον με τίτλο "The Forgotten Prisoners". Η επιστολή ζήτησε από τους αναγνώστες να γράψουν γράμματα που να δείχνουν την υποστήριξη για όλους τους φυλακισμένους για τις πολιτικές ή θρησκευτικές πεποιθήσεις. Για τον συντονισμό των δράσεων αυτών, ίδρυσε την οργάνωση της Διεθνούς Αμνηστίας τον Ιούλιο του 1961 μαζί με άλλους έξι άνδρες, μεταξύ άλλων ένα βουλευτή των Συντηρητικών, των Φιλελεύθερων και των Εργατικών.[10][11] Η ανταπόκριση ήταν τόσο μεγάλη, που σε ένα έτος είχαν ιδρυθεί σε πάνω από 12 χώρες ομάδες συγγραφέων γραμμάτων.
Αρχικά διορίστηκε γενικός γραμματέας της Διεθνούς Αμνηστίας, αλλά παραιτήθηκε το 1964, λόγω προβλημάτων υγείας. Το 1966, η Διεθνής Αμνηστία βρισκόταν αντιμέτωπη με μια εσωτερική κρίση. Η συμβουλευτική θέση του Διεθνούς Εκτελεστικού προέδρου δημιουργήθηκε για τον ίδιο. Το 1966, μετά από μια έκθεση που ανέφερε ότι οι βρετανοί έπραταν βασανιστήρια στην Υεμένη, άρχισε να ισχυρίζεται ότι η Βρετανική κυβέρνηση είχε διεισδύσει στη διακυβέρνηση της οργάνωσης.[12] Μια σχετική έρευνα αναφέρθηκε στο Ελσινόρε στη Δανία το 1967. Οι ισχυρισμοί απορρίφθηκαν και ο Μπένενσον παραιτήθηκε.
Ενώ δεν ασχολήθηκε ποτέ ξανά με την οργάνωση, αργότερα ήρθε και πάλι σε επαφή με άλλα ηγετικά πρόσωπα της οργάνωσης όπως ο Σιν ΜακΜπράιντ.
Ο Μπένενσον νυμφεύτηκε τη Μάργκαρετ Άντερσον με την οποία χώρισε το 1972. Παντρεύτηκε τη Σούζαν Μπουθ το 1973, με την οποία απέκτησε δύο παιδιά και ήταν παντρεμένοι μέχρι το θάνατό του το 2005.[13][14]
Ο Μπένενσον πέθανε από πνευμονία στις 25 Φεβρουαρίου 2005, στο νοσοκομείο Τζον Ράντκλιφ στην Οξφόρδη, σε ηλικία 83 ετών. Ήταν κάτοικος του κοντινού χωριού Νιούνχαμ Κουρτενέ όπου ετάφη.[15]