Πιέτρο ντελ Μόντε | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 1495 (περίπου)[1] Μόντε Σαν Σαβίνο[1] |
Θάνατος | 27 Ιανουαρίου 1572[1] Βαλέτα |
Θρησκεία | Καθολικισμός |
Θρησκευτικό τάγμα | Τάγμα του Αγίου Ιωάννη της Ιερουσαλήμ |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | πολεμιστής μοναχός |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Αξίωμα | Μεγάλος Μάγιστρος του Τάγματος του Αγίου Ιωάννη της Ιερουσαλήμ (1568–1572) |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Πιέτρο ντελ Μόντε (ιταλικά: Pietro del Monte, Ιταλία, 1499 - 26 Ιανουαρίου 1572), γεννημένος ως Πιέτρο Γκουινταλόττι (ιταλικά: Pietro Guidalotti), ήταν Ιταλός ευγενής που έγινε 50ος Μέγας Μάγιστρος του Κυρίαρχου Στρατιωτικού Τάγματος της Μάλτας των Ιωαννιτών Ιπποτών (1568 - 1572). Το αυθεντικό του όνομα ήταν Γουίντο Λοττί αλλά πήρε το όνομα Σαν Σαβίνο ντε Μοντ (1550), ήταν ανεψιός του πάπα Ιουλίου Γ΄. Ο Πιέρ ντε Μοντ πριν την άφιξη του στη Μάλτα ήταν ιερέας στην Κάπουα και βοήθησε τους ιππότες στην Πολιορκία της Ρόδου (1522). Στην Πολιορκία της Μάλτας (1565) από την Οθωμανική αυτοκρατορία διετέλεσε διοικητής του κάστρου του Αγίου Μιχαήλ στη Σενγκλέα. Στη διάρκεια της πολιορκίας οι δυνάμεις του διέκοψαν τις επαφές με τις υπόλοιπες δυνάμεις του Τάγματος στην Μπίργκου. Ο ντε Μοντ κράτησε το κάστρο 55 μέρες μέχρι τότε που ήρθαν στρατιωτικές ενισχύσεις από τη Σικελία υπό τον Τολέδο (8 Σεπτεμβρίου 1522). Σε τρεις μέρες μετά τον θάνατο του Μεγάλου Μαγίστρου Ζαν Παριζό ντε Λα Βαλέτ εξελέγη διάδοχος του (23 Αυγούστου 1568), συνέχισε το έργο του προκατόχου του ολοκληρώνοντας τη νέα πρωτεύουσα του Τάγματος Βαλέτα. Ανέθεσε στον διάσημο αρχιτέκτονα Φραντσέσκο Λαπαρέλι την κατασκευή της Πύλης ντε Μοντ, κατεδαφίστηκε από τους Βρετανούς (1884) με στόχο να κατασκευάσουν τον δρόμο που οδηγεί στη μεγαλύτερη Πύλη Βικτώρια.[2] Το Τάγμα των Ιπποτών μετακινήθηκε στη νέα του πρωτεύουσα Βαλέτα την εποχή που ήταν Μάγιστρος ο Πιέρ ντε Μοντ (18 Μαρτίου 1571). Ο στόλος του Τάγματος ενισχύθηκε σημαντικά στη διάρκεια της ηγεμονίας του και συμμετείχε στη Ναυμαχία της Ναυπάκτου (1571) (7 Οκτωβρίου 1571). Ο Πιέρ ντε Μοντ κυβέρνησε μέχρι τον θάνατο του και τον διαδέχθηκε ο Ζαν ντε λα Κασιέρ.