Πολ Κοέν | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Paul Joseph Cohen (Αγγλικά Αμερικής) |
Γέννηση | 2 Απριλίου 1934[1][2][3] Λονγκ Μπραντς |
Θάνατος | 23 Μαρτίου 2007[4][1][2] Πάλο Άλτο[5] |
Χώρα πολιτογράφησης | Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής[6] |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Αγγλικά[7][8] |
Σπουδές | Λύκειο Στούιβεσαντ (έως 1950)[5] Κολέγιο του Μπρούκλιν (1950–1953)[5] Πανεπιστήμιο του Σικάγου (1953–1958)[5] |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | μαθηματικός[9] λογικολόγος διδάσκων πανεπιστημίου |
Εργοδότης | Πανεπιστήμιο Στάνφορντ (1961–2004)[5] Πανεπιστήμιο του Ρότσεστερ (1957–1958)[5] Τεχνολογικό Ινστιτούτο Μασαχουσέτης (1958–1959)[5] Ινστιτούτο Προηγμένων Σπουδών του Πρίνστον (1959–1961)[10][5] |
Αξιοσημείωτο έργο | forcing Cohen algebra Cohen–Hewitt factorization theorem |
Επηρεάστηκε από | Γκέοργκ Κάντορ |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Βραβεύσεις | μετάλλιο Φιλντς (1966)[5] Υποτροφία Γκούγκενχαϊμ (1969)[11] Εθνικό Μετάλλιο των Επιστημών (1967)[5] βραβείο Μπότσερ (1964)[12][5] |
Ιστότοπος | |
paulcohen | |
Ο Πολ Τζόζεφ Κοέν (Paul Joseph Cohen, γεννήθηκε στις 2 Απριλίου 1934 και πέθανε στις 23 Μαρτίου 2007)[13] ήταν Αμερικανός μαθηματικός. Είναι περισσότερο γνωστός για την απόδειξή του το 1963, ότι η υπόθεση του συνεχούς και το αξίωμα της επιλογής είναι ανεξάρτητα από τη θεωρία συνόλων Ζερμέλο-Φράνκελ, για την οποία του απονεμήθηκε το μετάλλιο Φιλντς το 1966[14].
Ο Κοέν γεννήθηκε στο Λονγκ Μπραντς του Νιου Τζέρσεϊ, σε μια εβραϊκή οικογένεια που είχε μεταναστεύσει στις Ηνωμένες Πολιτείες από την σημερινή Πολωνία, ενώ μεγάλωσε στο Μπρούκλιν[15][16]. Αποφοίτησε το 1950, σε ηλικία 16 ετών, από το Λύκειο Στάιβεσαντ της Νέας Υόρκης[13][16].
Στη συνέχεια ο Κοέν σπούδασε στο Κολλέγιο του Μπρούκλιν από το 1950 έως το 1953, αλλά έφυγε χωρίς να πάρει το πτυχίο του όταν έμαθε ότι μπορούσε να ξεκινήσει τις μεταπτυχιακές του σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Σικάγο με μόλις δύο χρόνια κολλεγίου. Στο Σικάγο, ο Κοέν ολοκλήρωσε το μεταπτυχιακό του στα μαθηματικά το 1954 και το διδακτορικό του το 1958, υπό την επίβλεψη του Αντόνι Ζίγκμουντ. Ο τίτλος της διδακτορικής του διατριβής έφερε τον τίτλο Topics in the Theory of Uniqueness of Trigonometrical Series[17].
Το 1957, πριν από την απονομή του διδακτορικού του, ο Κοέν διορίστηκε ως καθηγητής Μαθηματικών στο Πανεπιστήμιο του Ρότσεστερ για ένα έτος. Στη συνέχεια, πέρασε το ακαδημαϊκό έτος 1958-59 στο Τεχνολογικό Ινστιτούτο της Μασαχουσέτης, πριν περάσει το 1959-61 ως υπότροφος στο Ινστιτούτο Προηγμένων Σπουδών του Πρίνστον. Κατά την περίοδο αυτή ο Κοέν πραγματοποίησε μια σειρά από σημαντικές μαθηματικές ανακαλύψεις. Στο Factorization in group algebras (1959) έδειξε ότι κάθε ολοκληρώσιμη συνάρτηση σε μια τοπικά συμπαγή ομάδα είναι η συνέλιξη δύο τέτοιων συναρτήσεων, επιλύοντας ένα πρόβλημα που είχε θέσει ο Walter Rudin. Στο έργο On a conjecture of Littlewood and idempotent measures (1960) ο Κοέν έκανε μια σημαντική ανακάλυψη λύνοντας την εικασία του Λίτλγουντ[18].
Ο Κοέν ήταν μέλος της Αμερικανικής Ακαδημίας Τεχνών και Επιστημών[19], της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών των Ηνωμένων Πολιτειών[20] και της Αμερικανικής Φιλοσοφικής Εταιρείας[21]. Στις 2 Ιουνίου 1995 ο Κοέν ανακηρύχθηκε επίτιμος διδάκτορας της Σχολής Επιστημών και Τεχνολογίας του Πανεπιστημίου της Ουψάλα στη Σουηδία[22].
Ο Πολ Κοέν ανέπτυξε τη μαθηματική μέθοδο που ονομάζεται εξαναγκασμός[23], την οποία χρησιμοποίησε για να δείξει ότι ούτε η υπόθεση του συνεχούς ούτε το αξίωμα της επιλογής μπορούν να αποδειχθούν από τα αξιώματα της θεωρίας συνόλων Ζερμέλο-Φράνκελ. Σε συνδυασμό με την προηγούμενη εργασία του Γκέντελ, αυτό έδειξε ότι αυτές οι δύο προτάσεις είναι λογικά ανεξάρτητες από τα αξιώματα Ζερμέλο-Φράνκελ: αυτές οι προτάσεις δεν μπορούν ούτε να αποδειχθούν ούτε να ακυρωθούν από αυτά τα αξιώματα. Υπό αυτή την έννοια, η υπόθεση του συνεχούς είναι μη αποφασίσιμη και αποτελεί το καλύτερο γνωστό παράδειγμα μιας φυσικής δήλωσης που είναι ανεξάρτητη από τα αξιώματα της θεωρίας συνόλων των Ζερμέλο-Φράνκελ.
Για αυτό το αποτέλεσμα σχετικά με την υπόθεση του συνεχούς, ο Κοέν τιμήθηκε με το μετάλλιο Φιλντς το 1966 και με το Εθνικό Μετάλλιο Επιστήμης το 1967.[24]