Ροβέρτος Γ΄ του Λα Μαρκ | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Robert III de La Marck (Γαλλικά) |
Γέννηση | 1491[1][2][3] Σεντάν |
Θάνατος | 21 Δεκεμβρίου 1537 Λονζυμώ |
Παρατσούκλι | le Jeune Adventureux |
Χώρα πολιτογράφησης | Γαλλία |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Μέσα Γαλλικά[4] |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | ιστορικός στρατιωτικός[5] |
Οικογένεια | |
Σύζυγος | Guillemette de Sarrebruck (από 1510)[6] |
Τέκνα | Ροβέρτος Δ΄ του Λα Μαρκ |
Γονείς | Ροβέρτος Β΄ του Λα Μαρκ και d:Q66088338 |
Αδέλφια | Margaretha von der Mark |
Στρατιωτική σταδιοδρομία | |
Βαθμός/στρατός | Στρατάρχης της Γαλλίας/Γαλλικές Ένοπλες Δυνάμεις |
Πόλεμοι/μάχες | Ιταλικοί πόλεμοι |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Βραβεύσεις | Στρατάρχης της Γαλλίας |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Ροβέρτος Γ΄, γαλλ.: Robert III de La Marck, (1491, Σεντάν, Aρντέν – 1537) από τον Οίκο τού Λα Μαρκ, ήταν κύριος τού Φλεράνζ, στρατάρχης της Γαλλίας και ιστορικός . Ο αυτοαποκαλούμενος "νεαρός τυχοδιώκτης", ήταν ένας από τους στενούς συντρόφους τού Φραγκίσκου (Α΄) κατά τελευταία χρόνια της ζωής τού Λουδοβίκου ΙΒ΄ και παρέμεινε κοντά του μετά την άνοδο τού Φραγκίσκου Α΄ στον θρόνο. Ο Ροβέρτος Γ΄ συμμετείχε στις Ιταλικές εκστρατείες τού Φραγκίσκου Α΄ και αιχμαλωτίστηκε στην Παβία. Κατά τη διάρκεια της φυλάκισής του έγραψε μία προσωπική ιστορία. Μόλις ελευθερώθηκε και άκουσε τον τέλος τού πατέρα του, ξεκίνησε για το Αμπουάζ, αλλά ασθένησε και απεβίωσε στο Λονζυμώ το 1537.
Γεννημένος το 1491, ο Ροβέρτος Γ΄ ήταν γιος τού Ροβέρτου Β΄ δούκα τού Μπουγιόν, κυρίου τού Σεντάν και Φλεράνζ [7] και της Αικατερίνης τού Κροΰ. [8]
Η αγάπη για τις στρατιωτικές ασκήσεις εμφανίστηκε στα πρώτα του χρόνια, και σε ηλικία δέκα ετών, ο Ροβέρτος Γ΄ στάλθηκε στην Αυλή τού Λουδοβίκου ΙΒ΄ και τοποθετήθηκε υπό την ευθύνη τού τότε κόμη τού Ανγκουλέμ, τού μετέπειτα βασιλιά Φραγκίσκου Α΄. Το 1510 νυμφεύτηκε μία ανιψιά τού καρδινάλιου τού Αμπουάζ, την Γκυγιεμέτ ντε Σαρεμπρύκ, αλλά μετά από τρεις μήνες εγκατέλειψε το σπίτι του, για να ενταχθεί στον γαλλικό στρατό, στους Μιλανέζους. Με μία χούφτα στρατεύματα ο Ροβέρτος Γ΄ ρίχθηκε στη Βερόνα, πολιορκημένη τότε από τους Βενετούς, αλλά η πολιορκία ήταν παρατεταμένη, και ανυπόμονος για πιο ενεργή υπηρεσία, επέστρεψε στον στρατό. Στη συνέχεια συμμετείχε στην ανακούφιση της Μιράντολα, που επολιορκείτο από τα στρατεύματα τού πάπα Ιούλιου Β΄, και σε άλλες ενέργειες της εκστρατείας. [9]
Το 1512, καθώς οι Γάλλοι αποσύρονταν από την Ιταλία, ο Ροβέρτος Γ΄ στάλθηκε στη Φλάνδρα για να συγκεντρώσει ένα σώμα 10.000 ανδρών, επικεφαλής των οποίων, υπό τον πατέρα του, επέστρεψε στην Ιταλία το 1513, κατέλαβε την Αλεσάντρια και επιτέθηκε σθεναρά στη Νοβάρα. Αλλά οι Γάλλοι ηττήθηκαν και ο Ροβέρτος Γ΄ γλίτωσε σχεδόν τη ζωή του, έχοντας λάβει περισσότερα από σαράντα τραύματα. Διασώθηκε από τον πατέρα του και εστάλη στο Βερτσέλι, και από εκεί στη Λυών. [9]
Επιστρέφοντας στην Ιταλία με τον Φραγκίσκο Α΄ το 1515, ο Ροβέρτος Γ΄ διακρίθηκε σε διάφορες υποθέσεις, και ιδιαίτερα στο Μαρινιάνο, όπου είχε ένα άλογο πυροβολημένο από κάτω του, και συνέβαλε τόσο δυναμικά στη νίκη των Γάλλων, που ο βασιλιάς τον ανακήρυξε ιππότη με το χέρι του. [10] Στη συνέχεια πήρε την Κρεμόνα και μετά σπίτι του, από την είδηση της ασθένειας τού πατέρα του. Το 1519 ο Ροβέρτος Γ΄ στάλθηκε στη Γερμανία για το δύσκολο έργο να παρακινήσει τους εκλέκτορες να δώσουν τις ψήφους τους υπέρ του Φραγκίσκου Α΄, αλλά απέτυχε. Ο πόλεμος στην Ιταλία αναζωπυρώθηκε, συνόδευσε τον βασιλιά εκεί, πολέμησε στην Παβία (1525) και πιάστηκε αιχμάλωτος με τον βασιλικό αφέντη του. Ο βασιλιάς της Γερμανίας, εκνευρισμένος από την αποστασία τού πατέρα του Ροβέρτου Β', τον έστειλε σε περιορισμό στη Φλάνδρα, όπου παρέμεινε για μερικά χρόνια. [9]
Κατά τη διάρκεια αυτής της φυλάκισης έγινε στρατάρχης της Γαλλίας. [11] Χρησιμοποίησε τον αναγκαστικά ελεύθερο χρόνο του γράφοντας το Histoire des choses memorables advenues du règne de Louis XII et de François I, depuis 1499 jusqu'en l'an 1521. [11] Σε αυτό το έργο αυτοπροσδιορίζεται Jeune Adventureux (νεαρός της περιπέτειας). [12] Μέσα σε ένα μικρό έργο δίνει πολλές περίεργες και ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες της εποχής, γράφοντας μόνο όσα είχε δει, με πολύ απλό, αλλά ζωντανό ύφος. Το βιβλίο εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1735 από τον αβά Λαμπέρ, ο οποίος πρόσθεσε ιστορικές και κριτικές σημειώσεις και έχει ανατυπωθεί σε πολλές συλλογές. [9]
Η τελευταία περίπτωση κατά την οποία ο Ροβέρτος Γ΄ συμμετείχε στην ενεργό υπηρεσία, ήταν στην υπεράσπιση τού Περόν, που πολιορκήθηκε από τον κόμη τού Νάσσαου το 1536. Τον επόμενο χρόνο άκουσε το τέλος τού πατέρα του και ξεκίνησε από το Aμπουάζ για την ιδιοκτησία τού Λα Μαρκ. αλλά αρρώστησε στο Λονζυμώ και απεβίωσε εκεί τον Δεκέμβριο του 1537 [9]
Νυμφεύτηκε τη Γκυγιεμέτ ντε Σαρεμπρύκ [13] και είχε: