Στέλλα Κύμπλερ | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Stella Goldschlag (Γερμανικά) |
Γέννηση | 10 Ιουλίου 1922 Βερολίνο |
Θάνατος | 26 Οκτωβρίου 1994 (72 ετών) Φράιμπουργκ[1][2] |
Αιτία θανάτου | πτώση από ύψος |
Συνθήκες θανάτου | αυτοκτονία[3] |
Εθνικότητα | Εβραίοι[4] |
Χώρα πολιτογράφησης | Γερμανία Ναζιστική Γερμανία |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Γερμανικά[5] |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | στρατιωτικός wartime collaborator informer collaborator Gestapo agent |
Εργοδότης | Γκεστάπο |
Οικογένεια | |
Γονείς | Gerhard Goldschlag και Tony Goldschlag |
Η Στέλλα Κύμπλερ - Ίζαακζον (γεννημένη Γκόλντσλαγκ) (γερμανικά: Stella Kübler-Isaacksohn) (10 Ιουλίου 1922 - 1994)[6][7] ήταν Γερμανίδα εβραϊκής καταγωγής καταδότρια που συνεργάστηκε με τη Γκεστάπο κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, εκθέτοντας και καταγγέλλοντας κρυμμένους Εβραίους στο Βερολίνο.
Η Στέλλα Γκόλντσλαγκ γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Βερολίνο ως το μοναδικό παιδί μίας αφομοιωμένης εβραϊκής οικογένειας της μεσαίας τάξης. Μετά την άνοδο των Ναζί στην εξουσία το 1933, απαγορεύτηκε, όπως και σε άλλα παιδιά Εβραίων, να πάει σε κρατικό σχολείο, οπότε παρακολούθησε το σχολείο Γκόλντσμιντ, που ιδρύθηκε από την τοπική εβραϊκή κοινότητα. Στο σχολείο ήταν γνωστή για την ομορφιά και τη ζωντάνια της.[8]
Η οικογένεια της βρέθηκε σε δυσμενή κατάσταση, όταν οι Εβραίοι εκκαθαρίστηκαν από θέσεις επιρροής και ο πατέρας της, Γκέρχαρντ Γκόλντσκλαγκ, μαέστρος και συνθέτης πραγματοποιούσε πλέον συναυλίες μέσω του Εβραϊκού Πολιτιστικού Συλλόγου.[9] Οι γονείς της επιχείρησαν να φύγουν από τη Γερμανία μετά τη Νύχτα των Κρυστάλλων το 1938 για να ξεφύγουν από το ναζιστικό καθεστώς, αλλά δεν μπόρεσαν να αποκτήσουν βίζα για άλλες χώρες. Η Στέλλα ολοκλήρωσε την εκπαίδευσή της το 1938, ως σχεδιάστρια μόδας στη Σχολή Εφαρμοσμένης Τέχνης στην οδό Νίρνμπεργκερ (Nürnbergerstraße).[10]
Λίγο πριν από την έναρξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου παντρεύτηκε τον Εβραίο μουσικό Μάνφρεντ Κύμπλερ. Μαζί εργάζονταν ως καταναγκαστικοί εργάτες σε πολεμικό εργοστάσιο στο Βερολίνο. Περίπου το 1942, όταν ξεκίνησε η μεγάλη επιχείρηση μεταφοράς των Εβραίων του Βερολίνου σε στρατόπεδα εξόντωσης, άρχισε να χρησιμοποιεί πλαστά χαρτιά για να μην ανακαλυφθεί η πραγματική ταυτότητα της. Λόγω της εμφάνισης της με τα ξανθά μαλλιά και τα γαλάζια μάτια ήταν εύκολο να παραστήσει την «Άρια».[8]
Την άνοιξη του 1943, αυτή και οι γονείς της συνελήφθησαν από τους Ναζί. Υπέστη βασανιστήρια μετά από μία απόπειρα απόδρασης από τα κρατητήρια της οδού Γκρόσε Χάμπουργκερ (Große Hamburger Straße) και προκειμένου να αποφευχθεί η μεταφορά της ίδιας και των γονέων της σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, συμφώνησε να γίνει καταδότρια για τη Γκεστάπο, κυνηγώντας Εβραίους που κρύβονταν.[8]Της υποσχέθηκαν έναν μισθό 300 Ράιχσμαρκ για κάθε Εβραίο που πρόδιδε. Άρχισε να αναζητά σε όλο το Βερολίνο για Εβραίους και, καθώς γνώριζε μεγάλο αριθμό Εβραίων από τα χρόνια της στο εβραϊκό σχολείο , η Κύμπλερ κατάφερε να εντοπίσει τους πρώην συμμαθητές της και να δίνει πληροφορίες για αυτούς στη Γκεστάπο.[11]
Ορισμένες φορές, για να τους δελεάσει, τους υποσχόταν να τους μεταφέρει σε κάποιο ασφαλές μέρος με φαγητό, ενώ τελικά τους παρέδιδε στις ναζιστικές αρχές. Σε ορισμένες περιπτώσεις, έκανε συλλήψεις μόνη της ή σταματούσε ανθρώπους που προσπαθούσαν να δραπετεύσουν μέχρι να φτάσει η Γκεστάπο. Η Γκεστάπο την εξόπλισε με ένα πιστόλι για το σκοπό αυτό. Τα στοιχεία σχετικά με τον αριθμό των θυμάτων της ποικίλλουν, ανάλογα με διαφορετικές πηγές πληροφοριών, από 600 έως 3.000 Εβραίους. Το χάρισμα της Κύμπλερ και η εντυπωσιακή εμφάνιση της ήταν ένα μεγάλο πλεονέκτημα στην αναζήτηση των κρυμμένων Εβραίων. Οι Ναζί την αποκαλούσαν «ξανθό δηλητήριο».[8]
Παρά τη συνεργασία της με τη Γκεστάπο, η Κύμπλερ δεν μπόρεσε να σώσει τον σύζυγο και τους γονείς της από τον θάνατο. Ο σύζυγός της εκτοπίστηκε μαζί με την οικογένειά του στο Άουσβιτς το 1943 και οι γονείς της στο Μαουτχάουζεν και στο Τερέζιενσταντ. Ωστόσο, αυτό δεν την εμπόδισε να συνεχίσει να εργάζεται για τη Γκεστάπο. Η Κύμπλερ συνέχισε τη δουλειά της για τη Γκεστάπο μέχρι τον Μάρτιο του 1945. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, συνάντησε και παντρεύτηκε τον δεύτερο σύζυγό της, τον Ρολφ Ίζαακζον, στις 29 Οκτωβρίου 1944. Ο Ίζαακζον ήταν επίσης Εβραίος συνεργάτης των Ναζί γνωστός επίσης ως Greifer (αυτός που «άρπαζε», κατέδιδε Εβραίους).[8]
Κατά τη διάρκεια της μάχης του Βερολίνου τον Απρίλιο του 1945 έφυγε από το Βερολίνο για το Λίμπενβαλντ. Εκεί γέννησε ένα κορίτσι με το όνομα Υβόννη.[12] Στο τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, κρύφτηκε. Βρέθηκε και συνελήφθη από τους Σοβιετικούς τον Οκτώβριο του 1945 ως κατάσκοπος της Γκεστάπο και καταδικάστηκε σε δέκα χρόνια κράτησης σε στρατόπεδο. Μετά την ολοκλήρωση της ποινής της, μετακόμισε στο Δυτικό Βερολίνο. Εκεί δικάστηκε ξανά και καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης δέκα ετών. Δεν χρειάστηκε να εκτίσει τη δεύτερη ποινή επειδή είχε ήδη υπηρετήσει στη σοβιετική φυλακή. Μετά τον πόλεμο, η Κύμπλερ μεταστράφηκε στον Χριστιανισμό και έγινε αντισημίτρια.[13] Η κόρη της, η οποία μεγάλωσε σε ανάδοχη οικογένεια, δεν ήθελε να έχει καμία σχέση μαζί της όταν έμαθε λεπτομέρειες για τη ζωή της μητέρας της. Εκπαιδεύτηκε ως νοσοκόμα και μετανάστευσε στο Ισραήλ το 1967.[14]
Η Κύμπλερ αυτοκτόνησε το 1994 στο διαμέρισμα της στο Φράιμπουργκ.[15]
Η Κύμπλερ παντρεύτηκε συνολικά πέντε φορές: Μετά τον εγκλεισμό του πρώτου συζύγου της, Μάνφρεντ, παντρεύτηκε τον Εβραίο συνεργάτη των Ναζί Ίζαακζον στις 29 Οκτωβρίου 1944. Μετά τον πόλεμο, παντρεύτηκε τρεις μη Εβραίους. Ο τελευταίος σύζυγός της πέθανε το 1984.[16]
Το 1992, ο Πίτερ Βίντεν, συμμαθητής της από το Βερολίνο, του οποίου η οικογένεια μπόρεσε να αποκτήσει βίζα για τις ΗΠΑ το 1937 και αργότερα έμαθε για τον ρόλο της Κύμπλερ ως καταδότριας ενώ εργαζόταν για τον αμερικανικό στρατό, έγραψε μια βιογραφία της.
Το 2019, ο Γερμανός δημοσιογράφος Τάκις Βύργκερ δημοσίευσε μυθιστόρημα βασισμένο στη ζωή της. Έλαβε σε μεγάλο βαθμό αρνητικές κριτικές. Οι κριτικοί περιέγραψαν το έργο ως «κιτς του Ολοκαυτώματος», αλλά είχε καλές πωλήσεις.[17]
Η Κύμπλερ εμφανίζεται στο μυθιστόρημα του Κρις Πετιτ Οι χασάπηδες του Βερολίνου.[18]