Το στοματικό διάλυμα, το στοματικό ξέβγαλμα, το στοματικό ξέπλυμα ή το στοματικό λουτρό [1] είναι ένα υγρό που συγκρατείται στο στόμα παθητικά ή στροβιλίζεται μέσα στο στόμα με συστολή των περιστοματικών μυών και/ή κίνηση του κεφαλιού και μπορεί να γίνει γαργάρα, όπου Το κεφάλι γέρνει προς τα πίσω και το υγρό βγάζει φυσαλίδες στο πίσω μέρος του στόματος.
Συνήθως τα στοματικά διαλύματα είναι αντισηπτικά διαλύματα που προορίζονται να μειώσουν το μικροβιακό φορτίο στο στόμα, αν και άλλα στοματικά διαλύματα μπορεί να δοθούν για άλλους λόγους όπως για την αναλγητική, αντιφλεγμονώδη ή αντιμυκητιακή δράση τους. Επιπλέον, ορισμένα ξεβγάλματα λειτουργούν ως υποκατάστατα του σάλιου για να εξουδετερώνουν το οξύ και να διατηρούν το στόμα υγρό σε ξηροστομία (ξηροστομία).[2][3] Τα καλλυντικά στοματικά διαλύματα ελέγχουν ή μειώνουν προσωρινά την κακοσμία του στόματος και αφήνουν στο στόμα μια ευχάριστη γεύση.[4]
Το ξέπλυμα με νερό ή στοματικό διάλυμα μετά το βούρτσισμα με φθοριούχο οδοντόκρεμα μπορεί να μειώσει τη διαθεσιμότητα φθορίου του σάλιου. Αυτό μπορεί να μειώσει την επαναμεταλλοποίηση κατά της κοιλότητας και τα αντιβακτηριακά αποτελέσματα του φθορίου.[5][6][7] Το φθοριούχο στοματικό διάλυμα μπορεί να μετριάσει αυτό το αποτέλεσμα ή σε υψηλές συγκεντρώσεις να αυξήσει το διαθέσιμο φθόριο, αλλά δεν είναι τόσο αποδοτικό όσο το να αφήνεις την φθοριούχο οδοντόκρεμα στα δόντια μετά το βούρτσισμα.[5] Μια ομάδα εμπειρογνωμόνων που συζητούσε το ξέπλυμα μετά το βούρτσισμα το 2012 διαπίστωσε ότι παρόλο που υπήρχαν σαφείς οδηγίες σε πολλές δημοσιεύσεις συμβουλών για τη δημόσια υγεία για «φτύσιμο, αποφυγή έκπλυσης με νερό/υπερβολικό ξέβγαλμα με νερό» [8], πίστευαν ότι υπήρχε περιορισμένη βάση στοιχείων για η καλύτερη εξάσκηση.[9]