Εικονογράφηση του 1887 | |
Συγγραφέας | Όσκαρ Ουάιλντ |
---|---|
Τίτλος | The Canterville Ghost |
Γλώσσα | Αγγλικά |
Ημερομηνία δημιουργίας | 1887[1] |
Ημερομηνία δημοσίευσης | 1887 |
Μορφή | διήγημα |
LC Class | OL14877871W[2] |
LΤ ID | 184653 |
Σχετικά πολυμέσα | |
δεδομένα ( ) |
Το φάντασμα του Κάντερβιλ (τίτλος στα αγγλικά:The Canterville Ghost) είναι χιουμοριστικό διήγημα του Όσκαρ Ουάιλντ. Δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά σε δύο συνέχειες τον Φεβρουάριο και τον Μάρτιο του 1887 στο λογοτεχνικό περιοδικό The Court and Society Review και ήταν η πρώτη από τις ιστορίες του συγγραφέα που δημοσιεύτηκε. Το 1891, μαζί με άλλες ιστορίες, εκδόθηκε στη συλλογή Το έγκλημα του λόρδου Άρθουρ Σάβιλ και άλλες ιστορίες.[3]
Η υπόθεση αναφέρεται σε μια αμερικανική οικογένεια που εγκαταστάθηκε στην Αγγλία σε ένα κάστρο στοιχειωμένο από το φάντασμα ενός Άγγλου ευγενή του 16ου αιώνα, ο οποίος σκότωσε τη γυναίκα του και στη συνέχεια τα αδέρφια της γυναίκας του τον παγίδευσαν σε ένα δωμάτιο όπου πέθανε.[4]
Στην ιστορία του, ο Όσκαρ Ουάιλντ παρωδεί τη ρομαντική πίστη στο υπερφυσικό και τον υπερβολικό φόβο για τα φαντάσματα που επικρατούσε στην Αγγλία του 19ου αιώνα, αντιπαραθέτοντας τις αντιλήψεις των Αμερικανών. Ο ίδιος ο συγγραφέας χαρακτήρισε το διήγημα ως «υλική-ιδεαλιστική ρομαντική ιστορία».
Έχει διασκευαστεί για την όπερα, το θέατρο την τηλεόραση και τον κινηματογράφο αρκετές φορές.[5][6]
Αγγλία, τέλη 19ου αιώνα. Ο Αμερικανός πρέσβης Χέραµ Ότις αγοράζει ένα κάστρο στην Αγγλία, παρά τις προειδοποιήσεις του ιδιοκτήτη ότι είναι στοιχειωμένο από ένα φρικτό φάντασμα, και εγκαθίσταται με τη σύζυγο και τα παιδιά του. Η παρουσία του φαντάσματος δεν φαίνεται να τους πτοεί καθόλου. [3]
Πράγματι, όταν βρίσκουν κηλίδες αίματος που επανεμφανίζονται κάθε πρωί στη βιβλιοθήκη, όπου ο Σάιμον του Κάντερβιλ δολοφόνησε τη γυναίκα του τον 16ο αιώνα, και ακούνε αλυσίδες να τρίζουν τη νύχτα, ακόμη και όταν βλέπουν το ίδιο το φάντασμα, το μόνο που κάνουν είναι να καθαρίζουν τις κηλίδες με απορρυπαντικό και να συστήσουν στο φάντασμα να λαδώσει τις αλυσίδες του αν θέλει να συνεχίσει να ζει μέσα στο σπίτι. Το φάντασμα ταράζεται και κάνει ό,τι μπορεί για να τρομάξει την οικογένεια.[7]
Τίποτε από ό,τι κάνει το φάντασμα δεν τους τρομάζει, αν και τα δύο άτακτα δίδυμα αγοράκια απολαμβάνουν να το πειράζουν με διάφορες φάρσες και τελικά καταφέρνουν να το τρομάξουν όταν του παρουσιάζουν ένα ψεύτικο φάντασμα. Βλέποντάς το να κάθεται μόνο και θλιμμένο, η νεαρή κόρη της οικογένειας Βιρτζίνια το λυπάται και αποφασίζοντας να το βοηθήσει να βρει τον δρόμο προς την αιώνια ανάπαυση, του μιλάει. Το φάντασμα μένει έκπληκτο με το θάρρος της κοπέλας και της διηγείται την τραγική ιστορία του, της λέει επίσης ότι δεν έχει κοιμηθεί 300 χρόνια και θέλει απεγνωσμένα να αναπαυθεί. Στη συνέχεια την οδηγεί στο βασίλειο των φαντασμάτων, όπου συναντιούνται εκείνη και ο Θάνατος, η συνάντηση και τι συμβαίνει κατά τη διάρκεια της, δεν περιγράφεται. Η κοπέλα προσεύχεται και κλαίει για τη συγχώρεση των αμαρτιών του και έτσι εκπληρώνεται μια παμπάλαια προφητεία. Το φάντασμα του Κάντερβιλ εξαφανίζεται και ο σκελετός του βρίσκεται σε ένα κρυφό δωμάτιο, εκεί που είχε αλυσοδεθεί πριν από αιώνες.
Η οικογένεια θάβει τον σκελετό και η κόρη παντρεύεται έναν ευγενή, φορώντας ένα κολιέ με ρουμπίνια που της έδωσε το φάντασμα πριν την απελευθέρωσή του.[8]
Η ιστορία προχωρά και βρίσκουμε τη Βιρτζίνια πλέον ενήλικη. Ο σύζυγός της, ο λόρδος Σέσιλ, της ζητά να πει τι είδε στη μετά θάνατον ζωή, αλλά εκείνη αρνείται να ικανοποιήσει αυτή την περιέργεια λέγοντας ότι είναι για το καλό του νεκρού, αφήνοντας στον αναγνώστη την αμφιβολία για το μυστήριο.[9]