Χένρι Μακένζι | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 26 Αυγούστου 1745 Εδιμβούργο |
Θάνατος | 14 Ιανουαρίου 1831[1][2][3] Εδιμβούργο |
Τόπος ταφής | Greyfriars Kirkyard |
Χώρα πολιτογράφησης | Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και Ιρλανδίας |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Αγγλικά[2] |
Σπουδές | Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου Βασιλική Ανώτερη Σχολή |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | συγγραφέας[4] μυθιστοριογράφος ποιητής[5] |
Οικογένεια | |
Σύζυγος | Penuel Ogilvy Grant |
Τέκνα | Joshua Mackenzie, Lord Mackenzie |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Χένρι Μακένζι (αγγλικά: Henry Mackenzie) (1745 - 1831, γεννήθηκε και πέθανε στο Εδιμβούργο) ήταν Σκωτσέζος δικηγόρος, μυθιστοριογράφος, θεατρικός συγγραφέας, δοκιμιογράφος και εκδότης. Αν και είναι γνωστός κυρίως ως συγγραφέας, το κύριο επάγγελμά του ήταν η δικηγορία και το 1804-1831 κατείχε μια προσοδοφόρα θέση στη Σκωτία ως ελεγκτής φόρων.[6]
Ο Χένρι Μακένζι γεννήθηκε στο Εδιμβούργο στις 26 Ιουλίου 1745. Ο πατέρας του ήταν διακεκριμένος γιατρός και η μητέρα του ανήκε σε παλιά οικογένεια.
Μετά τη βασική του εκπαίδευση, σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου και από το 1765 συνέχισε τις νομικές σπουδές του στο Λονδίνο. Κατά την επιστροφή του στο Εδιμβούργο το 1768, άνοιξε νομικό γραφείο και ταυτόχρονα ήταν δικηγόρος του Στέμματος. Τα επαγγελματικά του καθήκοντα, ωστόσο, δεν εμπόδισαν την λογοτεχνική του ενασχόληση και υπήρξε ένας από τους επιφανέστατους ανθρώπους των γραμμάτων στην εποχή του.[7]
Το 1783, ο Μακένζι ήταν ιδρυτικό μέλος της λογοτεχνικής Βασιλικής Εταιρείας του Εδιμβούργου, της οποίας διετέλεσε πρόεδρος από την ίδρυση έως το 1828 και στη συνέχεια αντιπρόεδρος το 1828-1831. Δραστηριοποιήθηκε ως μέλος της επιτροπής που ερευνούσε την αυθεντικότητα των Ποιημάτων του Οσσιανού του Τζέιμς Μακφέρσον. Επίσης, επιμελήθηκε την έκδοση δύο περιοδικών.[8]
Ο Μακένζι ήταν ένθερμος Τόρις. Έγραψε πολλά φυλλάδια κατά της Γαλλικής Επανάστασης, με άρθρα σε εφημερίδες τα περισσότερα από τα οποία ήταν ανώνυμα, και την Αναθεώρηση των Κύριων Πρακτικών του Κοινοβουλίου του 1784 , μια υπεράσπιση της πολιτικής του Γουίλιαμ Πιτ. Το 1804 επιβραβεύτηκε με το αξίωμα του ελεγκτή των φόρων για τη Σκωτία.[9]
Το 1776 παντρεύτηκε και απέκτησε τρεις γιους και δύο κόρες. Πέθανε στο Εδιμβούργο στις 14 Ιανουαρίου 1831.[10]
Τα πρώτα έργα του Μακένζι είναι στο ύφος παραδοσιακών σκωτσέζικων μπαλάντων, αλλά, όταν μετακόμισε στο Λονδίνο για να σπουδάσει νομικά μετά το 1765, επηρεάστηκε από την αγγλική λογοτεχνική τεχνοτροπία, στην οποία εκείνη την εποχή κυριαρχούσε ο Συναισθηματισμός, κυρίως από τα μυθιστορήματα των Σάμιουελ Ρίτσαρντσον και Λώρενς Στερν.[11]
Το πιο διάσημο έργο του, Ο αισθηματίας (The Man of Feeling) εκδόθηκε ανώνυμα το 1771, είχε άμεση επιτυχία και τον καθιέρωσε ως σημαντική λογοτεχνική προσωπικότητα στη Σκωτία. Αυτό το μυθιστόρημα, το οποίο θεωρείται χαρακτηριστικό παράδειγμα της λογοτεχνίας του Συναισθηματισμού, προδρόμου του Ρομαντισμού, άσκησε σημαντική επιρροή στον Γουόλτερ Σκοτ ο οποίος το 1814 του αφιέρωσε το πρώτο του μυθιστόρημα Ουέιβερλι. Το 1773 δημοσίευσε το δεύτερο μυθιστόρημά του, Ο Άνθρωπος του Κόσμου (The Man of the World), στο οποίο παρουσιάζει έναν διεφθαρμένο ήρωα. Ακολούθησε το επιστολικό μυθιστόρημα Τζούλια ντε Ρουμπινιέ (Julia de Roubigné, 1777), στο ύφος της Κλαρίσας του Ρίτσαρντσον, το οποίο ορισμένοι σύγχρονοι θεωρούσαν το καλύτερο έργο του. Το πρώτο από τα δραματικά έργα του, Ο Πρίγκιπας της Τύνιδας, ανέβηκε στο Εδιμβούργο το 1773 με κάποια επιτυχία. Έγραψε επίσης την τραγωδία Ο Ισπανός Πατέρας (1775) και την κωμωδία Ο Λευκός Υποκριτής (1789).[12]