Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν. |
Αυτό το λήμμα χρειάζεται επιμέλεια ώστε να ανταποκρίνεται σε υψηλότερες προδιαγραφές ορθογραφικής και συντακτικής ποιότητας ή μορφοποίησης. Αίτιο: ξένα ονόματα, εσωτερικοί σύνδεσμοι Για περαιτέρω βοήθεια, δείτε τα λήμματα πώς να επεξεργαστείτε μια σελίδα και τον οδηγό μορφοποίησης λημμάτων. |
Χανς Πέλτσιγκ | |
---|---|
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Hans Poelzig (Γερμανικά)[1] |
Γέννηση | 30 Απριλίου 1869[2][3][4] Βερολίνο[5][6][1] |
Θάνατος | 14 Ιουνίου 1936[2][6][3] Βερολίνο[7][6][1] |
Τόπος ταφής | Alter Friedhof Wannsee |
Χώρα πολιτογράφησης | Γερμανικό Ράιχ[8][1] |
Σπουδές | Τεχνικό Πανεπιστήμιο του Βερολίνου (1888, 1893)[1] και Πολυτεχνείο του Βερολίνου |
Ιδιότητα | αρχιτέκτονας[9][10][1], διδάσκων πανεπιστημίου, στρατιωτικός[1], construction officer[1], ζωγράφος[11] και σχεδιαστής[11] |
Σύζυγος | Marlene Poelzig[1] |
Τέκνα | Ρουθ Πέλτσιγκ[1] και Peter Poelzig[1] |
Κίνημα | εξπρεσιονιστική αρχιτεκτονική |
Καλλιτεχνικά ρεύματα | εξπρεσιονιστική αρχιτεκτονική |
Σημαντικά έργα | Κτήριο της IG Farben[1], Haus des Rundfunks[1], Kino Babylon[1], Chemical Plant Luboń[1], Mosaikbrunnen, Geschäftshaus Junkernstraße, Four Domes Pavilion, Wrocław και IG Farben |
Βραβεύσεις | honorary doctorate from the University of Stuttgart και Schinkel Award (1896)[1] |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Χανς Πέλτσιγκ (στα γερμανικά: Hans Pölzig) (1869 - 1936) ήταν Γερμανός αρχιτέκτονας, καθηγητής, ζωγράφος και σκηνογράφος.
Τα κύρια έργα του εντάσσονται στο ρεύμα του εξπρεσιονισμού και θεωρείται πρωτοπόρος του είδους στη Γερμανία των αρχών του 20ου αιώνα μαζί με αρχιτέκτονες όπως ο Μπρούνο Ταούτ, ο Έριχ Μέντελσον και ο Ρούντολφ Στάινερ.
Γεννημένος στις 30 Απριλίου 1869 στο Βερολίνο από την Κόμισσα Clara Henrietta Maria Poelzig, η ταυτότητα του πατέρα του είναι υπό αμφισβήτηση. Ο George Acland Ames, Άγγλος σύζυγος της Κόμισσας δεν αποδέχτηκε ποτέ την κηδεμονία και έτσι ο Χανς πήρε το επίθετο της μητέρας του. Αργότερα, η κηδεμονία του Χανς δόθηκε στον πρωτοψάλτη Liese του χωριού Stolpe, κοντά στο Πότσδαμ, ο οποίος τον ανέθρεψε και του μετέδωσε την αγάπη του για το εκκλησιαστικό όργανο[12]. Ο ίδιος στη διάρκεια της ζωής του έκανε δύο γάμους, έναν με τη Maria Voss με την οποία απέκτησε τέσσερα παιδιά, και έναν με την καλλιτέχνιδα Marlene Moeschke. Απεβίωσε στις 14 Ιουνίου 1936 στο Βερολίνο.
Αφού τελείωσε το σχολείο στο Πότσδαμ, σπούδασε αρχιτεκτονική στο Technische Hochschule στο Σαρλότενμπουρκ του Βερολίνου. Εκεί επηρεάστηκε βαθιά από το έργο του καθηγητή του Karl Schäfer[12]. Το 1903 γίνεται καθηγητής και διευθυντής στην "Ακαδημία Τεχνών και Design" του Μπρεσλάου και το 1920 επιστρέφει στο Technische Hochschule, αυτή τη φορά ως καθηγητής μέχρι και το 1935. Τέλος, επιλέχθηκε ως διευθυντής του τμήματος αρχιτεκτονικής στην Πρωσική Ακαδημία Καλών Τεχνών του Βερολίνου.
Το έργο του Χανς Πέλτσιγκ χωρίζεται συμβατικά από τους μελετητές του σε τρεις μεγάλες χρονικές περιόδους.
Στα πρώτα χρόνια της επαγγελματικής του σταδιοδρομίας ο Χανς Πέλτσιγκ επηρεάζεται αρχιτεκτονικά από τις επιταγές της Deutscher Werkbund. Ως κύριο μέλος της καλλιτεχνικής αυτής ομάδας υποστηρίζει ότι η αρχιτεκτονική πρέπει να ξεφύγει από τους αποστειρωμένους επιστημονικούς κανόνες που έχουν θέσει οι επαγγελματίες και να έρθει σε επαφή με την καθημερινότητα των χρηστών-κατοίκων της μέσης αστικής τάξης. Μια από τις εκφάνσεις αυτής της άποψης είναι και η θέληση για μαζική βιομηχανική παραγωγή και τυποποίηση προϊόντων υψηλών προδιαγραφών, την οποία επιδιώκουν αρχιτέκτονες σαν τον Χέρμαν Μουτέσιους (Hermann Muthesius). Ταυτοχρόνως, στους κόλπους της Werkbund υπάρχει και η τάση για επιστροφή στη χειρωνακτική εργασία και στον σχεδιασμό από τεχνίτες με δεξιοτεχνία, που έρχεται σε αντίθεση με την «πρότυπη μορφή» (Typisierung, δηλαδή τυποποίηση) του Μουτέσιους.
Ο Πέλτσιγκ τάσσεται υπέρ της ατομικής έκφρασης των καλλιτεχνών και των δημιουργών (Kunstwollen, δηλαδή ανάγκη για τέχνη) θέλοντας έτσι να ακολουθήσει τα ιστορικά πρότυπα και την τεχνογνωσία που μέχρι τότε είχε κατακτηθεί, εξελίσσοντας μόνο τις μεθόδους κατασκευής και όχι ακολουθώντας τον βιομηχανικό σχεδιασμό[13].
Κυριότερα έργα αυτής της περιόδου είναι ο πύργος διανομής νερού στο Πόζναν (1911), τα κτήρια γραφείων στο Μπρεσλάου (1911), καθώς και το χημικό εργοστάσιο στο Luboń (1912), όπου ο Πέλτσιγκ κρατώντας κάποια στοιχεία του παρελθόντος, όπως τα ανοίγματα με τοξωτή επίστεψη και τα παρατεταγμένα αετώματα με αυξανόμενο ύψος, θέτει τις βάσεις για μια νέα μοντέρνα βιομηχανική αρχιτεκτονική. Οι γιγάντιες επιφάνειες τούβλινων τοίχων, τα μεγάλα παράθυρα με εξαιρετική διάρθρωση, η νεωτερική χρήση του χάλυβα, αποτελούν στοιχεία που θα καθιερωθούν πλήρως στο σχεδιασμό των εργοστασίων του μέλλοντος.
Το 1916, και αφού έχει ξεκινήσει ο 1ος παγκόσμιος πόλεμος, ο Πέλτσιγκ αφήνει στην άκρη ιδέες για ριζική αλλαγή των κατασκευαστικών δομών και τεχνικών, καθώς πλέον το κλίμα δεν τις επιτρέπει. Μεταφέρει τη βάση του στη Δρέσδη και έτσι αρχίζει η περίοδος που θα διαρκέσει μέχρι το 1920 και θα χαρακτηριστεί ως η κατεξοχήν εποχή του εξπρεσιονισμού στην αρχιτεκτονική του. Πλέον σχεδιάζονται αφηρημένα γλυπτικά έργα που απομακρύνονται από τον τεχνικό σχεδιασμό και τις κατασκευαστικές δυνατότητες της εποχής, και για το λόγο αυτό τα περισσότερα μένουν ανοικοδόμητα στα σχέδια των εξπρεσιονιστών.
Κύρια υλικά που επιλέγονται είναι το μέταλλο και το γυαλί σε εξεζητημένες μορφές που εξάπτουν συναισθηματικές αντιδράσεις. Το έργο-σύμβολο αυτής της περιόδου είναι το Μεγάλο Θέατρο (Grosses Schauspielhaus) στο Βερολίνο(1919), το θέατρο που κατασκευάστηκε για λογαριασμό του Μάξ Ράινχαρντ (en:Max Reinhardt), όπου ο εσωτερικός σχεδιασμός με τον θόλο που αποδομείται σε πολυάριθμους σταλακτίτες που διαχέουν το φως αντικατοπτρίζει με ακρίβεια το πνεύμα της εποχής.
Την ίδια περίοδο ο Πέλτσιγκ σχεδίασε το Θέατρο Εορτών (Festspielhaus) στο Σάλτσμπουργκ, όπου χρησιμοποίησε το ίδιο μοτίβο με τους σταλακτίτες και ασχολήθηκε με τη δημιουργία σκηνικών για την ταινία “The Golem: How he came into the world” (1920) του Πολ Βέγκενερ (Paul Wegener).
Στην τελευταία δημιουργική του περίοδο ο Χανς Πέλτσιγκ επιστρέφει στο Βερολίνο, αλλά και σχεδιαστικά στους κόλπους του «κρυπτοκλασικισμού»[13]. Σχεδιάζει κτήρια όπως ο κινηματογράφος Capitol του Βερολίνου που μόνο το εσωτερικό του διατηρεί ακόμα στοιχεία της εποχής του Festspielhaus, ενώ το περίβλημα σχεδιάζεται με αρχές που γνώριζε ήδη από την εποχή της δημιουργίας του στο Μπρέσλαου.