Η AMOLED (Active-Matrix Organic Light-Emitting Diode) αποτελεί μια τεχνολογία απεικόνισης και εκπομπής για χρήση σε συσκευές κινητών τηλεφώνων και τηλεοράσεων. Το OLED περιγράφει μια τεχνολογία συγκεκριμένου τύπου, όσον αφορά ιδιαιτέρα λεπτές οθόνες, στην οποία οργανικές ενώσεις μορφοποιούν τα υλικά που εκπέμπουν φωτεινότητα και η οθόνη ενεργών στοιχείων που αναφέρεται στη τεχνολογία αντιμετώπισης των εικονοστοιχείων. Η τεχνολογία AMOLED χρησιμοποιείται από το 2007 σε ηλεκτρονικές συσκευές όπως τα μέσα αναπαραγωγής μουσικής, τα κινητά τηλέφωνα και οι ψηφιακές φωτογραφικές μηχανές[1] και συνεχίζει να αναπτύσσεται δημιουργώντας εφαρμογές για οθόνες μεγαλύτερου μεγέθους, με έμφαση στην εξοικονόμηση ισχύος και στην μείωση του κόστους.[2]
Μια οθόνη τεχνολογίας AMOLED αποτελείται από μια οθόνη ενεργών στοιχείων OLED εικονοστοιχείων (pixels) που εκπέμπουν φωτεινότητα κατά την ηλεκτρική ενεργοποίηση στην οποία το ρεύμα εισέρχεται σε μια σειρά από τρανζίστορ λεπτής μεμβράνης (TFT) που λειτουργούν ως διακόπτες οι οποίοι ελέγχουν την ροή σε κάθε ένα εικονοστοιχείο.[3] Η συνεχής ροή του ρεύματος ελέγχεται ουσιαστικά από τουλάχιστον δύο τρανζίστορ λεπτής μεμβράνης (TFT) σε κάθε εικονοστοιχείο, όπου το ένα χρησιμοποιείται για να ξεκινάει και να σταματάει τη φόρτιση του πυκνωτή αποθήκευσης και το δεύτερο για να παρέχει μια πηγή τάσης επιθυμητού επιπέδου για να δημιουργεί μια σταθερή ροή στο εικονοστοιχείο και να εξαλείφει την ανάγκη για πολύ υψηλή ροή ρεύματος που απαιτείται για την λειτουργία οθόνης παθητικών στοιχείων OLED. Οι σύγχρονες ελαστικές οθόνες τεχνολογίας TFT είναι ζωτικής σημασίας για την κατασκευή της AMOLED οθόνης. Οι δύο κύριες ελαστικές οθόνες TFT τεχνολογίας, πολυκρυσταλλικού πυριτίου (poly-Si) και άμορφου πυριτίου (a-Si), χρησιμοποιούνται σήμερα στις AMOLED οθόνες. Αυτές οι τεχνολογίες δίνουν την δυνατότητα να κατασκευαστούν ελαστικές οθόνες ενεργών στοιχείων σε χαμηλές θερμοκρασίες (χαμηλότερες των 150 βαθμών Celsius)σε εύκαμπτα πλαστικά υποστρώματα ώστε να κατασκευαστούν εύκαμπτες οθόνες.[4]
Οι κατασκευαστές έχουν αναπτύξει κυψελωτά πάνελ αφής ενσωματώνοντας την παραγωγή μιας σειράς αισθητήρων χωρητικότητας στην μονάδα κατασκευής-διεργασίας. Στους κατασκευαστές των κυψελωτών αισθητήρων αφής AMOLED συμπεριλαμβάνονται η AU Optronics και η Samsung. Η Samsung έχει ονομάσει τη δική της τεχνολογία σαν Super AMOLED. Η οθόνη CBD (Clear Black Display) είναι τύπου AMOLED με ένα πολωμένο φίλτρο στην επιφάνεια. Οι ερευνητές στην αμερικάνικη εταιρία DuPton χρησιμοποίησαν το λογισμικό CFD, για να δημιουργήσουν μια νέα βελτιωμένη μέθοδο επίστρωσης στις οθόνες AMOLED, με μειωμένο κόστος και λειτουργικότητα ανταγωνιστικά προς την ήδη υπάρχουσα τεχνολογία (CBD). Χρησιμοποιώντας προσαρμοσμένα μοντέλα και αναλυτικές προσεγγίσεις, ανάπτυξαν διαφόρων μεγεθών μεμβράνες ελέγχου ώστε να προσαρμόζονται και να είναι βιώσιμες σε μεγάλες γυάλινες επιφάνειες.[5]
Η τεχνολογία AMOLED χαρακτηρίζεται από τη μειωμένη κατανάλωση ισχύος, το οποίο είναι βασική παράμετρος για τη διάρκεια ζωής της μπαταρίας. Το ποσοστό της ενέργειας που καταναλώνεται εξαρτάται από το πλήθος των χρωμάτων της οθόνης και τη φωτεινότητά της. Ένα μειονέκτημά τους είναι ότι κατά την έκθεσή τους κάθετα στο φως του ήλιου δύσκολα ο χρήστης διακρίνει το περιεχόμενο της οθόνης του συγκριτικά με τις οθόνες LCD εξαιτίας της μείωσης του μέγιστου επιπέδου φωτεινότητάς τους. Η Super AMOLED της Samsung αντιμετώπισε το πρόβλημα μειώνοντας τα κενά ανάμεσα στα επίπεδα της οθόνης.
Οι Super AMOLED οθόνες είναι ο εμπορικός όρος της Samsung με ενσωματωμένο ψηφιοποιητή, εννοώντας ότι το επίπεδο ανίχνευσης αφής είναι ενσωματωμένο στην οθόνη αντί να είναι πάνω από αυτή.[6][7] Αναφορικά με την Samsung η Super AMOLED αντανακλά πέντε φορές λιγότερο το φως του ηλίου συγκριτικά με την πρώτη γενιά AMOLED. Η τεχνολογία της οθόνης δεν έχει αλλάξει. Επίσης χρησιμοποιεί μια διευθέτηση του τύπου PenTile RGBG εικονοστοιχείου μειώνοντάς τα από μια παραδοσιακή διευθέτηση RGB RGB.
Εισήχθησαν αρχικά με τα Samsung Galaxy 2 και Samsung Droid Charge smartphones και αποτελεί πατέντα της Samsung όπου η μεθοδολογία PenTile RGBG έχει αντικατασταθεί από τη μεθοδολογία LCD. Αυτή η παραλλαγή της AMOLED είναι πιο φωτεινή και ως εκ τούτου ενεργειακά πιο αποδοτική από τη Super AMOLED και παράγει μια εικόνα πιο έντονη με λιγότερες ενδείξεις μικρών κόκκων λόγω της αύξησης του αριθμού των υπο-εικονοστοιχείων.[8]
Είναι μια πατέντα της Samsung για μια έκδοση υψηλής ευκρίνειας Super AMOLED οθονών. Η πρώτη συσκευή που χρησιμοποιήθηκε είναι το Samsung Galaxy Note.