Agora | |
---|---|
Κινηματογραφική αφίσα της ταινίας. | |
Σκηνοθεσία | Αλεχάντρο Αμενάμπαρ |
Σενάριο | Αλεχάντρο Αμενάμπαρ Ματέο Γκιλ |
Πρωταγωνιστές | Ρέιτσελ Βάις Μαξ Μινγκέλα Όσκαρ Άιζακ |
Μουσική | Νταρίο Μαριανέλι |
Ενδυματολόγος | Γκαμπριέλα Πεσκούτσι |
Διανομή | Focus Features Newmarket Films Telecinco Cinema |
Πρώτη προβολή | 9 Οκτωβρίου 2009[1] |
Διάρκεια | 126 λεπτά |
Προέλευση | Ισπανία |
Γλώσσα | Αγγλικά |
Προϋπολογισμός | $70 εκατομμύρια |
Ακαθάριστα έσοδα | $39 εκατομμύρια |
δεδομένα ( ) |
Το Agora είναι αγγλόφωνη ιστορική δραματική ταινία ισπανικής παραγωγής που προβλήθηκε το 2009. Σκηνοθετήθηκε από τον Αλεχάντρο Αμενάμπαρ και το σενάριο γράφτηκε από τους Αμενάμπαρ και Ματέο Γκιλ. Η ταινία εστιάζει στη σύγκρουση μεταξύ επιστήμης και θρησκείας στην υστερορωμαϊκή Αλεξάνδρεια. Το σενάριο έχει πραγματικά γεγονότα από τη ζωή της φιλοσόφου και μαθηματικού Υπατίας, του έπαρχου της Αλεξανδρείας Ορέστη, του Πατριάρχη Αλεξανδρείας Κύριλλου.
Η Υπατία, που ενσαρκώνεται από τη Ρέιτσελ Βάις, είναι μαθηματικός, φιλόσοφος και αστρονόμος στα τέλη του 4ου αιώνα μ.Χ. στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, η οποία ανακάλυψε τις αδυναμίες του γεωκεντρικού μοντέλου του Πτολεμαίου και του ηλιοκεντρικού μοντέλου. Προσπαθεί να σώσει τη γνώση της κλασικής αρχαιότητας, παρά τις θρησκευτικές προκαταλήψεις και τις κοινωνικές αναταραχές. Στην ταινία συμπρωταγωνιστούν ο Μαξ Μινγκέλα ως Ντέιβους (ο δούλος του πατέρα της Υπατίας) και ο Όσκαρ Άιζακ ως Ορέστης, ένας από τους μαθητές της Υπατίας και αργότερα έπαρχος της Αλεξάνδρειας.
Η ταινία πήρε τον τίτλο της από την αγορά, θρησκευτικό χώρο της αρχαίας Ελλάδας, όμοιο με το ρωμαϊκό φόρουμ. Η ταινία γυρίστηκε στο νησί της Μάλτας από τον Μάρτιο μέχρι τον Ιούνιο του 2008, με παραγωγό τον Φερνάντο Μποβάιρα και με τη βοήθεια του Τζάστιν Πόλαρντ στα ιστορικά σημεία της ταινίας. Το Agora προβλήθηκε εκτός συναγωνισμού στο Φεστιβάλ Καννών το 2009[2] και στις αίθουσες της Ισπανίας στις 9 Οκτωβρίου του 2009. Έγινε μία από τις μεγαλύτερες επιτυχίες στη χώρα. Έλαβε επτά Βραβεία Γκόγια στην Ισπανία, συμπεριλαμβανομένου του βραβείου Καλύτερου Πρωτότυπου Σεναρίου. Τιμήθηκε, επίσης, στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Χάμπτονς.
Την περίοδο όπου η Αλεξάνδρεια ήταν μέρος της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, η Ελληνίδα φιλόσοφος Υπατία είναι καθηγήτρια στην πλατωνική σχολή, στην οποία φοιτούσαν μελλοντικοί ηγέτες. Διδάσκει τις θεωρίες του Ευκλείδη και προσπαθεί να εμβαθύνει το γεωκεντρικό μοντέλο του Πτολεμαίου για να καθορίσει τους ακριβείς νόμους που διέπουν το σύμπαν. Η Υπατία είναι η κόρη του μαθηματικού και αστρονόμου Θέωνα, υπευθύνου του Μουσείου (Μούσες) της Αλεξάνδρειας. Η Υπατία, ο σκλάβος του πατέρα της, Ντέιβους και δύο άλλοι σύντροφοί της, ο Ορέστης και ο Συνέσιος, εμπλέκονται στις θρησκευτικές και κοινωνικές διαταραχές. Εκείνη απορρίπτει τον έρωτα του Ορέστη, καθώς επιθυμεί να αφιερώσει τον εαυτό της στις επιστήμες. Ο Ντέιβους ενδιαφέρεται αρκετά για την επιστήμη και είναι, επίσης, κρυφά ερωτευμένος με την Υπατία.
Εν τω μεταξύ, η κοινωνική αναταραχή ξεκινά αμφισβητώντας την ρωμαϊκή κυριαρχία της πόλης, καθώς οι ειδωλολάτρες και οι χριστιανοί έρχονται σε σύγκρουση. Όταν οι χριστιανοί ξεκινούν τη βεβήλωση των αγαλμάτων των παγανιστικών θεών, οι ειδωλολάτρες, όπως ο Ορέστης και ο πατέρας της Υπατίας, στήνουν ενέδρα στους χριστιανούς, ώστε να περιορίσουν την αυξανόμενη επιρροή τους. Ωστόσο, στη μάχη που ακολούθησε, οι ειδωλολάτρες απροσδόκητα βρίσκονται σε μειονεκτική θέση, όντας λιγότεροι μπροστά σε ένα μεγάλο χριστιανικό όχλο. Ο πατέρας της Υπατίας τραυματίζεται σοβαρά, ενώ η Υπατία και οι ειδωλολάτρες έχουν καταφύγει στη Βιβλιοθήκη του Σεραπείου. Η χριστιανική πολιορκία της βιβλιοθήκης τελειώνει, όταν ένας απεσταλμένος του Ρωμαίου αυτοκράτορα δηλώνει ότι οι ειδωλολάτρες μπορούν να φύγουν, όμως θα πρέπει να επιτραπεί στους χριστιανούς η είσοδος στη βιβλιοθήκη προκειμένου να κάνουν ό,τι τους αρέσει. Η Υπατία και οι ειδωλολάτρες διαφεύγουν προσπαθώντας να σώσουν τα πιο σημαντικά έγγραφα και παπύρους, πριν οι χριστιανοί εισβάλουν στη βιβλιοθήκη και καταστρέψουν το περιεχόμενό της. Ο Ντέιβους, όμως, επιλέγει να ενωθεί με τις χριστιανικές δυνάμεις. Αργότερα, επιστρέφει και επιτίθεται σεξουαλικά στη Υπατία, αλλά γρήγορα προσφέρει το σπαθί του σε αυτήν για να τον τιμωρήσει. Ωστόσο, αυτή του αφαιρεί τον χαρακτηριστικό περιδέραιο των δούλων και του λέει ότι είναι ελεύθερος.
Αρκετά χρόνια αργότερα, ο Ορέστης, αφού στο μεταξύ έχει ασπασθεί τον Χριστιανισμό, είναι ο έπαρχος της Αλεξάνδρειας. Η Υπατία συνεχίζει να διερευνά τις κινήσεις του Ήλιου, της Σελήνης, τους πέντε γνωστούς «περιηγητές» (πλανήτες) και τα άστρα. Μερικοί χριστιανοί χλευάζουν τη σκέψη ότι η Γη είναι σφαιρική, με το επιχείρημα ότι οι άνθρωποι μακριά από την κορυφή θα πέσουν από τη Γη. Όταν ρωτούν τον Ντέιβους τη γνώμη του, αποφεύγει τη σύγκρουση, λέγοντας ότι μόνο ο Θεός ξέρει αυτά τα πράγματα. Η Υπατία ερευνά επίσης το ηλιοκεντρικό μοντέλο του ηλιακού συστήματος που προτείνεται από τον Αρίσταρχο της Σάμου. Με ένα αντικείμενο που έχει πέσει από το ιστίο ενός κινούμενου πλοίου, αποδεικνύει στον Ορέστη ότι μια πιθανή κίνηση της Γης δεν θα επηρέαζε την κίνηση, σε σχέση με τη Γη, ενός αντικειμένου που πέφτει στη Γη. Ωστόσο, λόγω θρησκευτικών αντιρρήσεων κατά του ηλιοκεντρισμού, οι χριστιανοί έχουν πλέον απαγορεύσει στην Υπατία να διδάσκει στη σχολή της.
Έπειτα, οι χριστιανοί και οι Εβραίοι έρχονται σε σύγκρουση, διαπράττοντας πράξεις βίας ο ένας εναντίον του άλλου. Ο ηγέτης των χριστιανών, ο Κύριλλος, θεωρεί ότι η Υπατία έχει πολύ μεγάλη επιρροή πάνω στον Ορέστη με απώτερο σκοπό της να αναγκάσει τον Ορέστη να υποταχθεί σε εκείνη. Ένας πρώην μαθητής της Υπατίας, ο Συνέσιος, έχοντας λάβει το αξίωμα του Επισκόπου Κυρήνης, έρχεται για τη διάσωσή της ως αντίβαρο θρησκευτικής αρχής, αλλά δηλώνει ότι δεν μπορεί να την βοηθήσει αν αρνείται να αποδεχθεί τον Χριστιανισμό. Παράλληλα η Υπατία κάνει μια προσωπική ανακάλυψη, θεωρώντας ότι η Γη περιστρέφεται γύρω γύρω από τον Ήλιο ελλειπτικά και όχι κυκλικά.
Τελικά, ο Κύριλλος πείθει έναν όχλο χριστιανών ότι η Υπατία είναι μια μάγισσα και ορκίζονται να την σκοτώσουν. Ο Ορέστης, ο οποίος αρνείται να την προδώσει, αλλά δεν μπορεί να αντιταχθεί πολιτικά στη σύλληψή της χωρίς να χάσει ό,τι λίγο από τη νομιμότητα που του έμεινε, τρέπεται σε φυγή. Ο Ντέιβους προσπαθεί να τρέξει μπροστά για να προειδοποιήσει την Υπατία, αλλά συλλαμβάνεται από τον όχλο. Εκείνοι την μεταφέρουν στο Σεράπειο, την απογυμνώνουν και είναι έτοιμοι την γδάρουν ζωντανή μέχρι που ο Ντέιβους τους πείθει να την σκοτώσουν με άλλο τρόπο και αποφασίζουν να την λιθοβολήσουν. Όταν ο καθένας βγαίνει έξω για να συλλέξει πέτρες, ο Ντέιβους, κρυφά, αποφασίζει να της δώσει ένα λιγότερο επώδυνο θάνατο (πνίγοντάς την), πριν επιστρέψουν. Όταν αυτοί επιστρέφουν ανακοινώνει στον όχλο ότι λιποθύμησε. Ο Ντέιβους κατόπιν φεύγει, καθώς αρχίζουν να λιθοβολούν το άψυχο κορμί της.
Ο Βρετανός συγγραφέας και κριτικός κινηματογράφου Πίτερ Μπράντσο στην εφημερίδα The Guardian εξήρε τον Αλεχάντρο Αμενάμπαρ και την ταινία του, περιγράφοντας το Agora ως «μια φιλόδοξη, πολύπλοκη και εγκεφαλική ταινία». Αντίθετα με τις περισσότερες ταινίες, δεν στηριζόταν στο θέαμα, αλλά σε πραγματικό δράμα και ιδέες. Ο Μπράντσο επιδοκίμασε επίσης τον ρόλο της Ρέιτσελ Βάις ως Υπατίας, χαρακτηρίζοντάς τον «μία εξαιρετική επίδοση».[3] Ακόμη, η ταινία άρεσε και στον Αμερικανό σεναριογράφο και κριτικό Ρότζερ Ίμπερτ, ο οποίος και της έδωσε τρία αστέρια από τα τέσσερα. Είπε: «Πήγα να δω το Agora περιμένοντας ένα έπος με σανδάλια, σπαθιά, έρωτα και βρήκα σπαθιά και σανδάλια, μερικές απροσδόκητες απόψεις για το σεξ, και κάτι πολύ περισσότερο».[4]
Το Θρησκευτικό Αντιδυσφημιστικό Παρατηρητήριο (Observatorio Antidifamaciónreligiosa), μια ισπανική ομάδα καθολικών, ισχυρίστηκε ότι η ταινία ήταν υπεύθυνη για την «προώθηση μίσος κατά των χριστιανών και την ενίσχυση ψευδών στερεοτύπων σχετικά με την Καθολική Εκκλησία».[5] Ο Μάικλ Ορντόνια των Los Angeles Times αναγνωρίζει ότι η ταινία έχει επικριθεί για «αντιληπτές προσβολές κατά των χριστιανών» αλλά ότι «η έλλειψη καταδίκης συγκεκριμένων δογμάτων κάνει τον στόχο της ταινίας να φαίνεται σε γενικές γραμμές φονταμενταλισμός».[6]
Αντίθετα, ο Φίλιπ Γκρέι έγραψε μια θετική κριτική της ταινίας και συνέστησε έντονα: «Οι χριστιανοί που βλέπουν τους εαυτούς τους σε φανατικούς, φονικούς μοναχούς της ταινίας και θεωρούν ότι θίγονται, πρέπει να κάνουν κάποια σοβαρή ενδοσκόπηση. (...) η Υπατία, όπως απεικονίζεται στην ταινία είναι κατηγορηματικά αντίθετη σε αυτό που, στην εποχή της και στην πόλη της, έχει προσφερθεί ή μάλλον, που επιβάλλεται από την ωμή βία με την επωνυμία «Χριστιανισμός». Όπως και να ’χει, αυτή μου φαίνεται πολύ περισσότερο οπαδός των διδαγμάτων του Χριστιανισμού από τους ίδιους τους διώκτες και τους βασανιστές της. (...) ειδικότερα, βλέποντας την συγκλονιστική τελική σκηνή, εκείνη να πηγαίνει ήρεμα για το θάνατό της, προπηλακισμένη μέσα στον όχλο, δεν θα μπορούσε παρά να υπενθυμίσει έντονα τον Ιησού Χριστό στον δρόμο του προς τον Γολγοθά.»[7]