Autechre | |
---|---|
Οι Autechre σε συναυλία του 2005 | |
Πληροφορίες | |
Προέλευση | Μεγάλη Βρετανία |
Μουσικά είδη | Ηλεκτρονική μουσική |
Παρουσία | 1991 - σήμερα |
Δισκογραφική εταιρεία | Warp Records Skam Wax Trax! TVT |
Μέλη | Σων Μπουθ, Ρομπ Μπράουν |
Ιστότοπος | |
Autechre.ws | |
wikidata (π) |
Οι Autechre (ΔΦΑ /ɔ ˈtɛk ɚ/,[1] ελλ. Ωτέκρ) είναι βρετανικό συγκρότημα ηλεκτρονικής μουσικής, που δημιουργήθηκε το 1987 και αποτελείται από τους Σων Μπουθ (Sean Booth) και Ρομπ Μπράουν (Rob Brown). Μία από τις πλέον διακεκριμένες παρουσίες στο χώρο της ηλεκτρονικής μουσικής, το ντουέτο έχει κυκλοφορήσει το μεγαλύτερο μέρος της δισκογραφικής του δουλειάς υπό την Warp Records, βρετανική δισκογραφική εταιρεία γνωστή για τις πρωτοποριακές κυκλοφορίες ηλεκτρονικής μουσικής από καλλιτέχνες όπως οι Aphex Twin, Boards of Canada, LFO, Squarepusher και άλλοι.
Το όνομα του συγκροτήματος γίνεται συχνά αντικείμενο συζήτησης, αφού πρόκειται για επινοημένη λέξη. Οι Μπουθ και Μπράουν έχουν εξηγήσει ότι η λέξη προφέρεται με οποιον τρόπο βρίσκει ο καθένας βολικότερο.[2] Όσο αφορά το πώς προέκυψε η λέξη, ο Μπουθ επισημαίνει: "Τα δύο πρώτα γράμματα είχαν επιλεχθεί εξ'αρχής, διότι υπήρχε ένας 'au' ήχος σε ένα κομμάτι, ενώ τα υπόλοιπα γράμματα πατήθηκαν τυχαία στο πληκτρολόγιο. Είχαμε αυτόν τον τίτλο σε ένα κομμάτι για αρκετό καιρό, και μάλιστα τον είχαμε γράψει πάνω σε μια κασέτα, διακοσμημένο με γραφικά. Φαινόταν καλό, και αρχίσαμε να το χρησιμοποιούμε ως το όνομά μας." [3] Επίσης, σε ορισμένες κυκλοφορίες έχουν χρησιμοποιήσει το συντετμημένο "Ae".
Οι Μπουθ και Μπράουν συναντήθηκαν το 1987 μέσω ενός κοινού φίλου [4] στο Ρότσντεϊλ (Rochdale), μια κωμόπολη του Μάντσεστερ. Η φιλία τους βασίστηκε στο ενδιαφέρον από κοινού για την κουλτούρα γκραφίτι της περιοχής. Επηρεασμένοι από τα ρεύματα ελέκτρο (electro) και χιπ χοπ (hip hop) της εποχής,[5] άρχισαν να ανταλλάσουν μίξεις, ώσπου οι μίξεις σταδιακά εξελίχθηκαν σε συνθέσεις,[2] ενώ ταυτόχρονα ενίσχυσαν τον μουσικό τους εξοπλισμό με φθηνά μηχανήματα, όπως τον δειγματολήπτη Casio SK-1 και τη ρυθμομηχανή Roland TR-606.[6] Η πρώτη τους κυκλοφορία ως Autechre ήταν ένα single με τίτλο Cavity Job στη δισκογραφική εταιρεία Hardcore Records το 1991. Τον επόμενο χρόνο συμπεριλήφθησαν δύο κομμάτια στη συλλογή Artificial Inteligence (Warp Records, 1992).
Το 1993 κυκλοφόρησαν το ντεμπούτο τους με τίτλο Incunabula (Warp Records, 1993), το οποίο σημείωσε απρόοπτη επιτυχία, φθάνοντας στην κορυφή των βρετανικών τσαρτ ανεξάρτητης μουσικής.[7] Το 1994 κυκλοφόρησε ένα EP με διασκευές του Basscadet (κομμάτι του Incunabula) καθώς επίσης και το δεύτερο σε σειρά άλμπουμ με τίτλο Amber.
Λίγο πριν το Amber, το ντουέτο κυκλοφόρησε το Anti, ένα EP με τρία κομμάτια που αποτελεί ως σήμερα τη μόνη κυκλοφορία του συγκροτήματος με έντονο πολιτικό μήνυμα: πρόκειται για μια διαμαρτυρία κατά του νόμου Ποινικής Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως 1994,[8] ο οποίος στρεφόταν εναντίον της σκηνής rave και των σχετικών 'rave party'. Αυτά ορίζονταν από τον νόμο ως "οποιαδήποτε συγκέντρωση εννέα ή περισσότερων ατόμων, κατά την οποία παίζεται μουσική που περιλαμβάνει ήχους χαρακτηριζόμενους ολικώς ή μερικώς από επαναλαμβανόμενα ρυθμικά μοτίβα." Ο δίσκος ερχόταν σφραγισμένος με χάρτινο αυτοκόλλητο, το οποίο ανέγραφε την εξής προειδοποίηση: "Προσοχή. Τα κομμάτια Lost και Djarum περιέχουν επαναλαμβανόμενους ρυθμούς. Το κομμάτι Flutter έχει προγραμματιστεί κατά τέτοιο τρόπο ώστε κάθε [μουσικό] μέτρο περιλαμβάνει διαφορετικούς ρυθμούς, και συνεπώς μπορεί να παιχθεί τόσο στις 33' όσο και στις 45' στροφές στο πλαίσιο του προτεινόμενου νέου νόμου. Ωστόσο, συμβουλεύουμε τους DJ να συνοδεύονται από την παρουσία δικηγόρου και μουσικολόγου διαρκώς, ώστε να μπορεί να επιβεβαιωθεί η μη επαναλαμβανόμενη φύση της μουσικής σε περίπτωση παρενόχλησης από την αστυνομία."
Το 1995 σημειώθηκε η κυκλοφορία του τρίτου δίσκου με τίτλο Tri Repetae καθώς και των EP Anvil Vapre και Garbage EP. Οι τρεις αυτές κυκλοφορίες συνδυάστηκαν σε ένα δίσκο με τίτλο Tri Repetae++, το οποίο κυκλοφόρησε στις Ηνωμένες Πολιτείες υπό τη δισκογραφική Wax Trax!. Ένα EP δύο κομματιών με τίτλο We R Are Why ήταν διαθέσιμο για αγορά κατά τη διάρκεια ορισμένων συναυλιών, καθώς και μέσω ταχυδρομικών παραγγελιών κατά τη διάρκεια του 1996.
Το 1997, το ντουέτο κυκλοφόρησε τον πλήρες δίσκο με τίτλο Chiastic Slide καθώς και τα EP Envane και Cichlisuite (προφερόμενο ως 'sickly sweet'). Την ίδια χρονιά βγήκε και το Radio Mix, το οποίο είναι ένα σπάνιο προωθητικό CD που περιέχει μια ωριαία μίξη κομματιών από άλλους καλλιτέχνες, ορισμένα από τα οποία διασκευάστηκαν από τους Autechre, καθώς και μια τρίλεπτη συνέντευξη του ντουέτου.
Το 1998 κυκλοφόρησε ένας άτιτλος δίσκος, πλέον γνωστός ως LP5. Έχει εκληφθεί ως ένα μεταβατικό έργο - ο Μπράουν επισήμανε ορισμένα χρόνια αργότερα πως "πολλοί το θεωρούν ένα κλασικό άλμπουμ Autechre διότι γεφυρώνει το χάσμα μεταξύ των ακροατών που προτιμούν τις παλιότερες κυκλοφορίες με αυτούς που ωθήθηκαν προς τη νέα μας κατεύθυνση." [9]
Το 1999 είδε την κυκλοφορία του πρώτου τους Peel Session, με τρία κομμάτια παιγμένα κατά τη διάρκεια της ραδιοφωνικής εκπομπής BBC Radio 1 του Τζων Πηλ (John Peel), καθώς και ένα βινύλιο περιορισμένης έκδοσης με τίτλο Splitrmx12. Την ίδια χρονιά κυκλοφόρησε και το EP7 - όπως μαρτυρά η ονομασία του, πρόκειται για το έβδομο EP, παρόλο που η συνολική του διάρκεια φτάνει τη μία ώρα.
Το 2000 κυκλοφόρισε το δεύτερό τους Peel Session, με τέσσερα κομμάτια των οποίων οι τίτλοι δωθήκαν από τον ίδιο τον Τζων Πηλ.
Το 2001 κυκλοφόρησε το άλμπουμ με τίτλο Confield. Σύμφωνα με τον Μπουθ, "τα περισσότερα κομμάτια του δίσκου ήταν αποτέλεσμα πειραμάτων με το πρόγραμμα MaxMSP, που δεν θα έβρισκαν τόπο σε έναν συναυλιακό χώρο." [10]
Το 2002 κυκλοφόρησε το Gantz Graf, ένα EP μεικτής μορφής, που αποτελείται από ένα CD με τρία κομμάτια και ένα DVD με βίντεο για το ομώνυμο κομμάτι, δημιουργημένο από τον Άγγλο σχεδιαστή Alex Rutterford. Στο βίντεο, ένα γεωμετρικό σχήμα παραμορφώνεται διαρκώς, ακολουθώντας πιστά τις ταχύτατες ρυθμικές εναλλαγές που σημειώνονται στο κομμάτι.[11]
Το 2003 κυκλοφόρησε το άλμπουμ Draft 7.30. Ο Μπουθ δήλωσε σε συνέντευξή του γύρω από την κυκλοφορία του Draft 7.30 πως η σύνθεση του δίσκου έγινε με τυπικές μεθόδους προγραμματισμού και πως δεν χρησιμοποιήθηκαν αλγοριθμικές ή γεννητικές τεχνικές μουσικής σύνθεσης.[12][13]
Το 2005 κυκλοφόρισε το άλμπουμ Untilted. Το τελικό του κομμάτι "Sublimit", που διαρκεί σχεδόν 16 λεπτά, ήταν το πιο μεγάλο τους κομμάτι σε αλμπουμ μέχρι το elseq 1–5 του 2016.
Το 2008 κυκλοφόρησε το ένατο άλμπουμ με τίτλο Quaristice. Σε αντίθεση με την ως τώρα τάση του συγκροτήματος για μακρόχρονες συνθέσεις, το Quaristice αποτελείται από είκοσι κομμάτια ολιγόλεπτης διάρκειας (μεταξύ 2-5 λεπτών). Τον ίδιο καιρό ανακοινώθηκε και το περιορισμένο σε 1000 αντίτυπα Quaristice (Versions),[14] ένα διπλό άλμπουμ σε μορφή ψηφιακού δίσκου, όπου στο πρώτο CD περιλαμβάνονται τα 20 κομμάτια της κανονικής κυκλοφορίας, ενώ το δεύτερο αποτελείται από εναλλακτικές εκδόσεις ορισμένων κομματιών. Ερχόμενο σε ατσάλινη θήκη με σκαλιστά γράμματα, σχεδιασμένο από τους The Designers Republic, το Quaristice (Versions) εξαντλήθηκε εντός 12 ωρών από τη στιγμή διάθεσής του. Το περιοδικό Creative Review επέλεξε τη συγκεκριμένη κυκλοφορία στο τεύχος Μαΐου 2009 για τη στήλη Best in Book, ως ένα από τα εννέα καλύτερα σχέδια της χρονιάς.[15]
Λίγο μετά από την κανονική κυκλοφορία, ανακοινώθηκε το ψηφιακής μορφής EP με τίτλο Quaristice.Quadrange.ep.ae,[16] που πρόκειται για ένα δίωρο EP με επιπλέον εναλλακτικές εκδόσεις των κομματιών της αρχικής κυκλοφορίας. Οι Μπουθ και Μπράουν εξήγησαν πως προέκυψαν από μακρόχρονα jam,[17] εκ των οποίων ορισμένες παραλλαγές εμφανίζονται στις άλλες δύο εκδόσεις.
Τον Ιανουάριο του 2010, η Warp Records ανακοίνωσε την κυκλοφορία του δέκατου άλμπουμ με τίτλο Oversteps. Τον Ιούνιο του ίδιου έτους κυκλοφόρησε το EP με τίτλο Move of Ten.
Το συγκρότημα συχνά εντάσσεται στη μουσική κατηγορία IDM (Intelligent Dance Music, ευφυής χορευτική μουσική). Ωστόσο, οι Μπουθ και Μπράουν εξέφραζαν πάντα αντιμαχόμενες απόψεις σχετικά με την κατηγοριοποίηση της μουσικής τους με βάση καθιερωμένες μουσικές ταμπέλες.[18] Σε συνέντευξη που έδωσαν το 2010 στο ψηφιακό περιοδικό Avopolis, χαρακτήρισαν τον όρο IDM ως 'ηλίθιο'.[19]
Οι Autechre φημίζονται για τους τίτλους που δίνουν στα κομμάτια και τις κυκλοφορίες τους - παρ'όλο που χρησιμοποιούν εξ'ολοκλήρου αλφαριθμητικούς χαρακτήρες και σημεία στίξης, οι τίτλοι συνδυάζουν δυσνόητες παραπομπές, ακρώνυμα, απρόοπτη γραμματική και επιτηδευμένη ανορθογραφία. Έτσι, ενώ οι πρώτες κυκλοφορίες είχαν τίτλους όπως Bike, Nil, Foil και άλλα, αυτό το ύφος μεταμορφώθηκε σταδιακά, οδηγώντας σε τίτλους όπως 90101-5L-l, IV VV IV VV VIII, και fwzE. Ορισμένες ονομασίες, όπως "Theme Of Sudden Roundabout" (το οποίο παραπέμπει σε ένα ορόσημο του Rochdale) ή "Netlon Sentinel" (βιομηχανική εταιρεία κατασκευής συρματοπλεγμάτων) προσφέρουν στον αναγνώστη έμμεσες αναφορές. Εκ πρόθεσης ή μη, ο πρώτος δίσκος (Incunabula) παίρνει τον τίτλο του από τη λατινική λέξη incunabulum που μεταφράζεται ως αρχέτυπο / "τα πρώτα στάδια"· το πρόθεμα "tri" (από το ελληνικό τρι-) συμπεριλαμβάνεται στον τίτλο του τρίτου δίσκου τους ("Tri Repetae")· η λέξη "chiastic" (ελλ. χιαστί) εννοεί την πλεκτή ή σταυρωτή μορφή ομοιοκαταληξίας σε ένα τετράστιχο ποίημα και εμφανίζεται στο τέταρτο άλμπουμ ("Chiastic Slide")· το Draft 7.30 ίσως παραπέμπει στην τριακοστή μορφή του έβδομου άλμπουμ. Ο Μπουθ εξηγεί πως 'συνήθως πρόκειται για αστεία. Ορισμένοι απ' αυτούς είναι ονόματα [ψηφιακών] αρχείων.' [3]
Οι Autechre χρησιμοποιούν ένα ευρύ φάσμα ηλεκτρονικών και ηλεκτρικών μέσων, τόσο αναλογικών όσο και ψηφιακών, για τη σύνθεση και παραγωγή μουσικής, χωρίς να εμμένουν σε ένα συγκεκριμένο μέσο.[6] Το συγκρότημα έχει διατηρήσει μια μυστικοπάθεια όσο αφορά τις συνθετικές μεθόδους που χρησιμοποιεί, η οποία είναι ένα συχνό θέμα τόσο των οπαδών όσο και των δημοσιογράφων. Ωστόσο, το αντίθετο έχει συμβεί σε πολλές συνεντεύξεις, όπου το ντουέτο έχει παραθέσει ανοικτά πολλές πληροφορίες σχετικά με τον εξοπλισμό τους.
Ορισμένα μηχανήματα έχουν υποστεί παραλλαγές στο ηλεκτρονικό τους κύκλωμα, καθώς αυτό προσφέρει ήχους που δεν θα μπορούσαν να αναπαραχθούν από το πρότυπο κύκλωμα.[6] Επίσης, φημολογείται ότι έχουν χρησιμοποιήσει στρατιωτικό εξοπλισμό σε ορισμένες συνθέσεις.[20]
Το 1997, το συγκρότημα άρχισε να χρησιμοποιεί την εφαρμογή MaxMSP - ο Μπουθ αναφέρει ότι "την πρώτη φορά που δουλέψαμε στο Max, το βρήκαμε τελείως εγκεφαλικό. Δημιουργήσαμε ενδιαφέροντα πράγματα πολύ γρήγορα. Στην αρχή, το χρησιμοποιούσαμε για εφαρμογές MIDI, καθώς ήταν για μας ένας τρόπος να φτιάχνουμε ακολουθίες [sequences] στις οποίες μπορούσαμε να τροποποιούμε και να δημιουργούμε δεδομένα σε πραγματικό χρόνο." [3]
Το 2008, ο Μπουθ ανέφερε πως αν ήταν κλεισμένος σε ένα κελί για ένα χρόνο και είχε να διαλέξει ένα μηχάνημα και ένα πρόγραμμα μουσικής, πιθανώς θα διάλεγε την εφαρμογή Digital Performer και το μικρόφωνο AKG C 1000.[21]
Η μουσική του συγκροτήματος δέχεται σε γενικές γραμμές εγκωμιαστικές κριτικές από τον σχετικό τύπο - οι Μπουθ και Μπράουν έχουν χαρακτηριστεί ως πρωτοπόροι σε θέματα σύνθεσης και συνεχίζουν να προκαλούν δέος με τη συνεχόμενα εξελικτική στάση τους και την απρόσμενη τροπή που παίρνει η μουσική τους από τον ένα δίσκο στον άλλο. Για το λόγο αυτό, ωστόσο, κάθε νέα κυκλοφορία γίνεται αντικείμενο αντιφατικών απόψεων - ό,τι ορισμένοι ακροατές θεωρούν ως προσβάσιμο, κάποιοι άλλοι χαρακτηρίζουν ως δυσνόητο και απρόσιτο. Πάνω σ'αυτό, οι ίδιοι αναφέρουν πως οι κριτικές απόψεις "συνήθως αντικρούουν η μια την άλλη." [17]
Η πολυπλοκότητα των μουσικών συνθέσεων, ιδιαίτερα της τελευταίας δεκαετίας, σε συνδυασμό με την έλλειψη/απόκρυψη πληροφοριών και τους επινοημένους τίτλους, έχουν επίσης οδηγήσει ένα μέρος του ακρωατηρίου και μουσικού τύπου σε μεταμουσικές εικασίες περί κρυμμένων μηνυμάτων και γρίφων προς επίλυση - ο κριτικός Γιάννης Γιαννακόπουλος αναφέρει: "[..]πάντα θα περιμένω τον επόμενο δίσκο για να συμπληρώσω κι άλλο το παζλ." [22] Ο Μπουθ θεωρεί ότι "ορισμένοι άνθρωποι είναι τόσο κολλημένοι με το όλο θέμα του να καταλάβουν - νομίζουν πως πρέπει να το καταλάβεις για να σου αρέσει. Οι άνθρωποι έχουν προγραμματιστεί από αμερικανούς διαφημιστές και διάφορες άλλες πολιτιστικές δυνάμεις κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα", και ο Μπράουν προσθέτει: "Η μουσική μας είναι εκεί για ανάλυση αν θέλει κανείς, ωστόσο υπάρχει τόση πληθώρα πληροφοριών που δεν θα έπρεπε να ανησυχεί κανείς [για μεμονωμένα γεγονότα]. Θα πρέπει να την αφήσεις να έρθει σαν κύμα, χωρίς να κοιτάζεις κάθε σταγονίδιο του αφρού που σκάει στην όχθη." [23] Οι ίδιοι έχουν επίσης δηλώσει πως θα προτιμούσαν να αφήνουν τα κομμάτια τους άτιτλα.[19]