Citroën C6 | |
---|---|
Το πρώτο αντίτυπο του Citroën C6 στη Γερμανία (τον Οκτώβριο του 2005) Citroën C6 2.7 λίτρων V6 HDi Exclusive του 2006 στη Χιλή | |
Σύνοψη | |
Κατασκευαστής | Citroën |
Μητρική εταιρεία | Όμιλος PSA |
Παραγωγή | Σεπτέμβριος 2005 — Δεκέμβριος 2012 |
Σεζόν | 2006 — 2012 |
Συναρμολόγηση | Ρεν, Γαλλία |
Σχεδιαστής | Jean-Pierre Ploué Marc Pinson |
Αμάξωμα και σασί | |
Κατηγορία | Μεσαίο πολυτελές αυτοκίνητο |
Αμάξωμα | 4-πορτο fastback |
Διαμόρφωση | Κινητήρας μπροστά, εμπρόσθια κίνηση |
Πλατφόρμα | PSA PF3 platform |
Σχετική εξέλιξη | Citroën C5 πρώτης γενιάς |
Σύστημα κίνησης | |
Κινητήρας | Βενζίνη: 3.0 λίτρα V6 «ES9» Ντίζελ: 2.2 λίτρα 4-κύλινδρος σε σειρά (I4) bi-turbo HDi 2.7 λίτρα V6 bi-turbo HDi 3.0 λίτρα V6 bi-turbo HDi |
Μετάδοση | 6-τάχυτο αυτόματο κιβώτιο 2006 — 2008 : 6-τάχυτο μηχανικό κιβώτιο, προαιρετικά με τον κινητήρα 2.2 λίτρων |
Χωρητικότητα καυσίμου | 72 λίτρα |
Διαστάσεις | |
Μεταξόνιο | 2.900 χιλιοστά |
Μήκος | 4.908 χιλιοστά |
Πλάτος | 1.860 χιλιοστά |
Ύψος | 1.464 χιλιοστά |
Κενό Βάρος | 1.816 - 1.895 κιλά |
Χρονολόγιο | |
Προηγούμενο μοντέλο | Citroën XM |
Επόμενο μοντέλο | Citroën C6 δεύτερης γενιάς (2016 - 2023, μόνο στην Κίνα) και DS 9 (από το 2020, Κίνα και Ευρώπη) |
Το Citroën C6 πρώτης γενιάς ήταν ένα μεσαίο πολυτελές αυτοκίνητο της κατηγορίας Ε, που κατασκευάστηκε από τη γαλλική αυτοκινητοβιομηχανία Citroën, από τον Σεπτέμβριο του 2005 έως τις 19 Δεκεμβρίου 2012, στη Ρεν, Γαλλία. Στο χρονικό αυτό διάστημα ήταν το μεγαλύτερο και ακριβότερο μοντέλο στην παλέτα της Citroën. Με το ίδιο όνομα είχε υπάρξει, μεταξύ του 1928 και του 1932, και ένα άλλο μοντέλο της Citroën.
Ειδικότερα το C6 των ετών 2005 - 2012, αντικατέστησε το Citroën XM και θεωρήθηκε επίσημα ως ιδεολογικός «απόγονος» του Citroën DS (το γνωστό στην Ελλάδα ως «βάτραχος»), καθώς η εμφάνισή του και η γενικότερη σχεδιαστική του φιλοσοφία έμοιαζαν να παραπέμπουν άμεσα σε αυτό, καθώς και στο Citroën CX, τον διάδοχο του DS. Η Citroën κατασκεύασε συνολικά 23.384 αντίτυπα σειράς C6, κατά τη διάρκεια των 7 ετών παραγωγής του.
Τον Απρίλιο του 2016, παρουσιάστηκε στο Σαλόνι Αυτοκινήτου στο Πεκίνο η δεύτερη γενιά του C6, αλλά αποκλειστικά για την αγορά της Κίνας, όπου και παρήχθη έως το 2023, χωρίς απευθείας διάδοχο, λόγω χαμηλών πωλήσεων.[1] Ωστόσο, μέσα στο έτος 2020 παρουσιάστηκε και μπήκε στην παραγωγή τον Νοέμβριο του 2020 και ένα νέο μοντέλο της συγγενικής μάρκας πολυτελείας DS Automobiles, με τελική ονομασία DS 9, που έχει σχεδιαστεί πρωτίστως για την Κίνα, αλλά σύντομα άρχισε να εξάγεται και στην Ευρώπη και σε άλλες χώρες διεθνώς. Κατασκευάζεται με βάση την πλατφόρμα EMP2 του Ομίλου PSA (κοινή με του Peugeot 5008 και του κινεζικής κατασκευής C6), ενώ το μήκος του φτάνει τα 4,934 μέτρα, έναντι 4,908 μέτρων του C6 γαλλικής κατασκευής και 4,980 μέτρων του C6 δεύτερης γενιάς στην Κίνα. Όπως και το αρχικό C6, δεν είναι ένα τυπικό σεντάν, αλλά ένα πολυτελές αντισυμβατικό fastback, και μάλιστα το DS 9 αντλεί σχεδιαστικά στοιχεία από το πρωτότυπο Citroen Numero 9 Concept που είχε παρουσιαστεί το 2012.
Το C6 γαλλικής παραγωγής βασίστηκε στο πρωτότυπο C6 Lignage (lignage στα γαλλικά σημαίνει «καταγωγή» ή «γενεαλογική σειρά»), που είχε παρουσιαστεί στο 69ο Διεθνές Σαλόνι Αυτοκινήτου της Γενεύης τον Μάρτιο του 1999 και διαφέρει από το τελικό μοντέλο παραγωγής σε ελάχιστες μόνο λεπτομέρειες. Την εποχή της παρουσίασης του σχετικού concept car, φαινόταν ότι το τελικό C6 θα έβγαινε στην παραγωγή έως τα τέλη του 2000 ή το πολύ μέσα στο 2001, προκειμένου να αντικαταστήσει το XM, το οποίο σημειωτέον παραγόταν από το μακρινό πλέον 1989 (και η παραγωγή του, τελικώς, έληξε τον Ιούνιο του 2000). Ωστόσο, η εξέλιξη και παρουσίαση του C6 μετατέθηκε κατά 5 έτη, μια καθυστέρηση που τελικώς απέβη μοιραία για την εμπορική του καριέρα (δείτε την ενότητα: Εμπορική πορεία).
Στο μεσοδιάστημα αυτής της καθυστέρησης, είχε κυκλοφορήσει στον Τύπο αυτοκινήτου μια σχετική θεωρία ότι το C6 αναβλήθηκε τόσα χρόνια επειδή η Citroën είχε δώσει τότε, για οικονομικούς λόγους, προτεραιότητα στην ανανέωση των μοντέλων της στις πιο εμπορικές μικρές και μεσαίες κατηγορίες. Μεταγενέστερα, ωστόσο, αποκαλύφθηκε ότι η υπαίτια ήταν η Peugeot και ότι αυτή ήταν που τότε παρεμπόδισε τη Citroën για 5 χρόνια ακόμα να εισάγει πολυτελές μοντέλο, με σκοπό να προετοιμάσει το έδαφος για να πετύχει εμπορικά το νέο της κορυφαίο μοντέλο, το Peugeot 607 (που κυκλοφόρησε για πρώτη φορά στην αγορά τον Μάιο του 2000), στερώντας επίτηδες από τη Citroën έναν άμεσο διάδοχο του XM και εξαλείφοντας έτσι κάθε μετωπικό ανταγωνισμό από τη Citroën. Ως αποτέλεσμα, την εξανάγκασε να αρκεστεί στην ενδιάμεση αυτή 5ετία στο Citroën C5 πρώτης γενιάς (και να φτάσει στην κορυφή της κλίμακας μόλις το 2005, με το C6).[2]
Το σχετικό «πρότζεκτ X6» εξελίχθηκε με βάση την πλατφόρμα του Citroën C5 πρώτης γενιάς, αλλά με μακρύτερο μεταξόνιο. Στα τέλη του 2003 προς αρχές του 2004, διέρρευσαν στο Διαδίκτυο και σε διάφορα περιοδικά αυτοκινήτου οι πρώτες κατασκοπευτικές φωτογραφίες. Τον Σεπτέμβριο του 2004, η Citroën παρουσίασε στον Τύπο για πρώτη φορά επίσημα το Citroën C6 πειραματικής μορφής, σε σχετική εκδήλωση. Ακολούθησαν κάποιες ακόμα βελτιώσεις στον εξοπλισμό και δοκιμές αξιοπιστίας, και η τελική του μορφή αποκαλύφθηκε τον Μάρτιο του 2005, όταν και παρουσιάστηκε στο 75ο Διεθνές Σαλόνι Αυτοκινήτου της Γενεύης (που διήρκησε από τις 3 έως τις 13 Μαρτίου 2005).
Στις 14 Ιουλίου 2005, κατά την εθνική εορτή της Γαλλίας, ο τότε Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Ζακ Σιράκ, εμφανίστηκε μέσα σε ένα μαύρο Citroën C6 προ-παραγωγής, που είχε επιλέξει για επίσημο κυβερνητικό αυτοκίνητο.[3] Σύντομα στη Γαλλία, όλο και περισσότερα Citroën C6 από τον κατασκευαστή χρησιμοποιήθηκαν ως μοντέλα επίδειξης για την προσέλκυση των μελλοντικών αγοραστών. Στο ευρύ κοινό, κυκλοφόρησε για πρώτη φορά στη Γαλλία, στις 16 Νοεμβρίου 2005, και οι πρώτες εξαγωγές του ξεκίνησαν στη Γερμανία, στα μέσα Δεκεμβρίου του ίδιου έτους, ενώ στα άλλα κράτη, μεταξύ των οποίων και στην Ελλάδα, τα πρώτα αυτοκίνητα άρχισαν να πωλούνται την άνοιξη του 2006.
Απέσπασε ιδιαίτερα θετικά σχόλια από τον Τύπο αυτοκινήτου και το κοινό, για το υψηλό του επίπεδο εξοπλισμού άνεσης και ασφάλειας, καθώς και την άκρως φουτουριστική εμφάνισή του, που διαθέτει επιπλέον αρκετές ελκυστικές λεπτομέρειες. Για παράδειγμα, τα πλαϊνά του παράθυρα είναι χωρίς πλαίσιο, όπως ακριβώς συνέβαινε και στο Citroën DS. Το συνολικό σχήμα του αμαξώματος, αν και θυμίζει έντονα hatchback 2 όγκων, στην πραγματικότητα είναι fastback, όπως ήταν και το Citroën CX, καθώς η γραμμή της οροφής κατεβαίνει ομαλά προς το πίσω μέρος, χωρίς αισθητή γωνία. Επίσης, μια σειρά από στιλιστικά στοιχεία προήλθαν από παλαιότερα κορυφαία μοντέλα και ιδιαίτερα από το Citroën DS. Μάλιστα το πίσω παρμπρίζ έχει την ιδιαιτερότητα να είναι κοίλο, όπως και του Citroën CX, ιδέα που υιοθετήθηκε μετά και στο Citroën C5 δεύτερης γενιάς του 2008 - 2017. Επιπλέον, το σχέδιο των στραμμένων προς τα πάνω και καμπυλωτών πίσω φώτων του C6 θυμίζει πολλά αμερικανικά αυτοκίνητα της δεκαετίας του 1950.
Αντίθετα με τα παλαιότερα μεγάλα Citroën, όπως το Traction Avant που κατασκευαζόταν ως σεντάν, κουπέ και καμπριολέ, το DS που προσφερόταν ως sedan, station wagon και cabriolet (σπανιότατα και ως coupé), καθώς και τα CX και XM που είχαν κυκλοφορήσει ως fastback και liftback, αντίστοιχα, και ως station wagon, το C6 σχεδιάστηκε και κυκλοφόρησε αποκλειστικά ως fastback λιμουζίνα. Αρχικά είχε προταθεί από την επίσημη ομάδα σχεδίασης και μια εκδοχή station wagon για το C6, αλλά η ιδέα αυτή απορρίφθηκε από τα ανώτατα στελέχη της Citroën, με το σκεπτικό ότι το C6 είχε σχεδιαστεί ως αμιγώς πολυτελές αυτοκίνητο και, επομένως, μια τέτοια εκδοχή δεν θα γνώριζε καμία απολύτως απήχηση στο κοινό. Επίσημα, το τμήμα της αγοράς των μεγάλων station wagon καλύφθηκε τότε από το πολυμορφικό (MPV) Citroën C8.
Τον πρώτο καιρό, το C6 ήταν διαθέσιμο με δύο 6-κύλινδρους κινητήρες διάταξης V6 : τον 3.0 λίτρων ES9 βενζίνης (η επίσημη στρογγυλοποίηση, ωστόσο, ήταν κάπως ανακριβής, καθώς ο πραγματικός κυβισμός του ήταν 2.946 cm³), με ισχύ 215 hp στις 6.000 στροφές το λεπτό, και τον 2.7 λίτρων twin turbo HDi ντίζελ, με ισχύ 208 hp στις 4.000 στροφές το λεπτό, ο οποίος αναπτύχθηκε σε συνεργασία με τη Ford. Και οι δύο συνδυάζονταν αποκλειστικά με 6-τάχυτο αυτόματο κιβώτιο με μια διπλανή «θυρίδα» για δυνατότητα και για χειροκίνητες αλλαγές ταχυτήτων, φυσικά χωρίς συμπλέκτη.
Τον Οκτώβριο του 2006, προστέθηκε στην παλέτα και μια 4-κύλινδρη έκδοση 2.2 λίτρων twin turbo HDi ντίζελ, με ισχύ 170 hp στις 4.000 στροφές το λεπτό. Η έκδοση αυτή αρχικά μπορούσε να παραγγελθεί και με 6-τάχυτο μηχανικό κιβώτιο, με μια έκπτωση στην τιμή πώλησης, αλλά από το 2008 το χειροκίνητο κιβώτιο διακόπηκε οριστικά, λόγω εξαιρετικά χαμηλής ζήτησης.
Τον Ιούνιο του 2009, ο κινητήρας ντίζελ 2.7 λίτρων V6 twin turbo HDi αντικαταστάθηκε από έναν καινούριο 3.0 λίτρων V6 twin turbo HDi ντίζελ, με ισχύ 240 hp στις 3.800 στροφές το λεπτό. Το μηχανικό αυτό σύνολο αναπτύχθηκε και πάλι σε συνεργασία με τη Ford και βασίστηκε στον 2.7 λίτρων ντίζελ που αντικατέστησε, αλλά με αυξημένο κυβισμό, στα 2.992 cm³. Ο νέος κινητήρας συνδυάστηκε επίσης αποκλειστικά με το 6-τάχυτο αυτόματο κιβώτιο με δυνατότητα και για χειροκίνητες αλλαγές ταχυτήτων, και πληρούσε πλέον τις προδιαγραφές καυσαερίων Euro 5. Για την ιστορία, όλοι οι κινητήρες του Citroën C6 ήταν εγκάρσιας τοποθέτησης.
Το επίπεδο εξοπλισμού του Citroën C6 θεωρήθηκε εξ αρχής ως κορυφαίο για την τότε εποχή, ακόμα και για τα δεδομένα της κατηγορίας των πολυτελών αυτοκινήτων. Στα περισσότερα κράτη, διατέθηκε σε δύο εκδόσεις εξοπλισμού, την Business και την Exclusive. Η έκδοση Business έφερε από το λανσάρισμα και για όλα τα έτη παραγωγής τα εξής, ως στάνταρ:
Στάνταρ στην κορυφαία έκδοση Exclusive ήταν, για όλα τα έτη παραγωγής, επιπλέον τα εξής:
Επίσης αρχικά είχε υπάρξει και μια βασική έκδοση εξοπλισμού, γνωστή ως Pallas σε κάποια κράτη, όπως στη Γερμανία, σε συνδυασμό με τους κινητήρες 2.2 λίτρων turbodiesel και 2.7 λίτρων turbodiesel. Διέθετε σχεδόν τον ίδιο εξοπλισμό με την έκδοση Business, με τη διαφορά ότι η πλοήγηση NaviDrive, οι αισθητήρες παρκαρίσματος και το πακέτο Pack Lounge για τα πίσω καθίσματα ήταν έξτρα. Πρακτικώς όμως, ελάχιστα αυτοκίνητα παρήχθησαν χωρίς αυτά τα στοιχεία εξοπλισμού και τελικώς η έκδοση αυτή καταργήθηκε το καλοκαίρι του 2009, λόγω πολύ χαμηλής ζήτησης.
Αξιοσημείωτο ιστορικά είναι ότι κατά τη συνολική διάρκεια της παραγωγής του Citroën C6 δεν υπήρξε σχεδόν καμία αλλαγή στον εξοπλισμό του και στην αισθητική του. Η μοναδική ελαφριά εξαίρεση σημειώθηκε τον Ιούνιο του 2009, με την έναρξη της σεζόν (model year) του 2010, όταν το αυτοκίνητο απέκτησε τεχνολογία LED στα φώτα ημέρας των μπροστινών προβολέων και λίγο μεγαλύτερους εξωτερικούς καθρέφτες.
Σε ορισμένα κράτη της Δυτικής Ευρώπης υπήρξε, εκτός από τις εκδόσεις αυτές, και μια βραχύβια ενδιάμεση έκδοση εξοπλισμού με το όνομα Lignage, τα έτη 2006 έως 2008, η οποία πήρε το όνομά της από το πρωτότυπο Citroën C6 Lignage του 1999, στο οποίο και βασίστηκε το τελικό C6 παραγωγής. Ελάχιστα αντίτυπα κυκλοφόρησαν από αυτήν και σήμερα είναι εξαιρετικά σπάνια και δυσεύρετη.
Επιπλέον, στην Ιαπωνία είχε κυκλοφορήσει, μόνο το έτος 2007 και σε περιορισμένα αντίτυπα, και μια έκδοση με το όνομα C6 Silver Style Edition. Βασιζόταν στην έκδοση C6 Lignage, με επιπλέον ηλεκτρικά ρυθμιζόμενη ηλιοροφή και αποκλειστικά ασημί εξωτερικό χρώμα, εξ ου και η ονομασία της. Συνδυαζόταν μόνο με τον ES9 κινητήρα 3.0 λίτρων V6 βενζίνης.[4]
Ιδιαίτερα αξιόλογη είναι και η λειτουργία της υδροπνευματικής ανάρτησης του C6, γνωστής με το όνομα Hydractive 3+, που «διαβάζει» το οδόστρωμα και ανάλογα με την ταχύτητα και την κατάσταση του οδοστρώματος, μπορεί να αυτοπροσαρμόζεται, ρυθμίζοντας ανάλογα την σκληρότητά της, την απόσβεσή της, καθώς και το ύψος του αμαξώματος, προσφέροντας 400 μεταβολές αυτορύθμισης το δευτερόλεπτο και σε κάθε τροχό.
Παράλληλα επιτρέπει και στον οδηγό να επιλέγει και χειροκίνητα τις αντίστοιχες ρυθμίσεις όποτε το θελήσει ο ίδιος. Εκτός της κανονικής (normal) θέσης, το Citroën C6 μπορεί να ψηλώσει κατά 2 σκάλες και να χαμηλώσει κατά μία.
Καθίσταται αντιληπτό ότι η Hydractive 3+ δεν επιτρέπει στον οδηγό χειροκίνητες επιλογές που θα δημιουργούσαν πιθανή ζημιά. Επιπλέον, ακόμα και αν κατά τη διάρκεια της οδήγησης ξεπεραστεί η μέγιστη επιτρεπόμενη ταχύτητα για κάποια από τις «ειδικές» θέσεις, τότε το αυτοκίνητο επανέρχεται αυτόματα στη θέση κανονικού ύψους.
Επίσης, όταν η ταχύτητα του αυτοκινήτου ξεπεράσει τα 110 χιλιόμετρα την ώρα σε καλό οδόστρωμα, το αμάξωμα χαμηλώνει ελαφρά, προκειμένου να βελτιώσει την αεροδυναμική, σταθερότητα και κατευθυντικότητα στον αυτοκινητόδρομο. Η ανάρτηση επανέρχεται στην κανονική θέση όταν η ταχύτητα ξαναπέσει κάτω από τα 90 χιλιόμετρα την ώρα.
Το Citroën C6 του 2005 - 2012 υπήρξε το πρώτο μοντέλο στην ιστορία που απέσπασε την μέγιστη διάκριση των 4 αστέρων στο τεστ του ανεξάρτητου οργανισμού Euro NCAP, που έγινε τον Νοέμβριο του 2005, για τις προσκρούσεις με πεζούς, λόγω της ύπαρξης του active bonnet που προαναφέρθηκε (στο συγκεκριμένο τεστ, η κλίμακα είναι 4 αστέρων το μέγιστο, ενώ στο crash test προστασίας επιβατών η κλίμακα είναι 5 αστέρων).
Επίσης, κατά την ίδια δοκιμή απέσπασε την μέγιστη διάκριση των 5 αστέρων για την προστασία ενηλίκων, με το ποσοστό των 34 στους 37 πόντους, στα σχετικά τεστ πλαγιομετωπικής και πλευρικής πρόσκρουσης, καθώς και πλευρικής πρόσκρουσης σε κολώνα, όπως και για όλα τα συστήματα ασφαλείας που έφερε στάνταρ:[5][6]
Συνολικά:
Τον Ιανουάριο του 2009 μάλιστα, σε σχετική κατατακτήρια μελέτη, που βασίστηκε στο συνολικό σκορ της ασφάλειας επιβατών και πεζών, όλων των δοκιμών του Euro NCAP έως τότε, αναδείχτηκε το πιο ασφαλές διαθέσιμο στην Ευρώπη μοντέλο[7][8] (παραγωγής ή εισαγωγής), ενώ επίσης το τρίτο στη σειρά ασφαλέστερο μοντέλο αναδείχτηκε το Citroën C4 πρώτης γενιάς. Γενικότερα, το C6 του 2005 - 2012 είχε αξιολογηθεί ως ένα από τα ασφαλέστερα αυτοκίνητα της τότε εποχής.
Μοντέλο | Κυβισμός | Ισχύς | Ροπή | Κιβώτιο ταχυτήτων |
Επιτάχυνση 0-100 km/h |
Μέγιστη ταχύτητα |
Βάρος (κιλά) |
Χρονική περίοδος παραγωγής |
---|---|---|---|---|---|---|---|---|
3.0 V6 βενζίνης |
2.946 cm³ | 215 hp / 6.000 rpm | 290 N·m / 3.750 rpm | 6AT | 9,4 sec | 230 km/h | 1.816 | Σεπτέμβριος 2005 - Φεβρουάριος 2009 |
2.2 Ι4 HDi | 2.179 cm³ | 170 hp / 4.000 rpm | 370 N·m / 1.750 rpm | 6AT ή 6MT | 6MT: 9,6 sec 6AT: 11,2 sec |
6MT: 217 km/h 6AT: 214 km/h |
1.895 | Οκτώβριος 2006 - Απρίλιος 2011 |
2.7 V6 HDi | 2.720 cm³ | 208 hp / 4.000 rpm | 435 N·m / 1.900 rpm | 6AT | 8,9 sec | 230 km/h | 1.871 | Σεπτέμβριος 2005 - Ιούνιος 2009 |
3.0 V6 HDi | 2.992 cm³ | 240 hp / 3.800 rpm | 450 N·m / 1.600-3.600 rpm |
6AT | 8,5 sec | 240 km/h | 1.873 | Ιούνιος 2009 - Δεκέμβριος 2012 |
Κατά την εισαγωγή του C6 πρώτης γενιάς, η Citroën είχε βάλει στόχο για το μοντέλο τις 20.000 ετήσιες πωλήσεις. Ωστόσο, αν και απέσπασε θετικά σχόλια για τον εξοπλισμό, την αισθητική και την οδική συμπεριφορά του από τον Τύπο αυτοκινήτου, ακόμα και από επώνυμους δημοσιογράφους, μεταξύ των οποίων και ο Τζέρεμι Κλάρκσον σε σχετικά σχόλια στη γνωστή βρετανική εκπομπή Top Gear, οι υποψήφιοι αγοραστές κράτησαν απόσταση. Πιθανολογείται ότι ο κυριότερος λόγος ήταν οι ταχείς ρυθμοί τιμολογιακής απαξίωσης των μεταχειρισμένων γαλλικών αυτοκινήτων μεγάλου κυβισμού, με συνέπεια να θεωρηθεί από το ευρύ κοινό ως αντιεμπορικό. Ειδικά αυτή η παράμετρος της ραγδαίας απαξίωσης των μεγάλων γαλλικών αυτοκινήτων, είχε τονιστεί εξ αρχής από όλα ανεξαιρέτως τα έντυπα μέσα και τις σχετικές ιστοσελίδες στο Διαδίκτυο, με αποτέλεσμα πολλοί αγοραστές πολυτελών μοντέλων να μην το εξετάσουν καν ως πιθανή επιλογή ή έστω να το αντιμετωπίσουν ως υποψήφια μελλοντική αγορά ως μεταχειρισμένο λίγων ετών, αντί για καινούριο, παρά μόνο αρκετά χρόνια μετά, αφού είχε πλέον σταματήσει να παράγεται και η εμπορική τιμή του είχε πλέον πέσει σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα.
Η μακρά περίοδος των 5,5 ετών από την λήξη της παραγωγής της προκατόχου Citroën XM, τον Ιούνιο του 2000, έως την εμπορική εισαγωγή του C6, φαίνεται ότι έπαιξε επίσης μοιραίο ρόλο, καθώς άφησε ανοιχτό πεδίο στις γερμανικές εταιρείες πολυτελείας, Mercedes-Benz, BMW και Audi, να κυριαρχήσουν ολοκληρωτικά στην κατηγορία E. Αντιθέτως, αν η Citroën είχε εισάγει χωρίς καθυστέρηση τον διάδοχο του XM, κατά τα τέλη του 2000 ή έστω μέσα στο 2001, όπως αρχικά σχεδίαζε, πολλοί ιδιοκτήτες, τόσο του XM (ιδίως όσοι αγοράζουν αυτοκίνητα με τη μέθοδο λίζινγκ, άρα αναγκαστικά μόνο καινούρια αντί για μεταχειρισμένα) όσο και αντίστοιχων πολυτελών μοντέλων από άλλες μάρκες, πιθανώς να το είχαν αντικαταστήσει απευθείας με το C6.
Επίσης, η αντικομφορμιστική και ελαφρώς μπαρόκ αισθητική του C6, παρά τις αναμφισβήτητα κορυφαίες τεχνολογικές του ιδιότητες, σε συνδυασμό με την εξίσου υψηλή με τα αντίστοιχα γερμανικά μοντέλα τιμή πώλησης, θεωρήθηκε παρομοίως ολέθρια. Λόγω της φιλοσοφίας του, το αυτοκίνητο δεν έτυχε καλής υποδοχής σε ένα τμήμα της αγοράς που κυριαρχείται από τη αισθητική συντηρητικότητα και τον επίσημο κομφορμισμό των γερμανικών πολυτελών αυτοκινήτων.
Πρακτικώς, το Citroën C6 μόνο στη Γαλλία και στα κράτη της Μπενελούξ γνώρισε κάποια απήχηση. Επίσης, σε μικρότερο βαθμό, κατάφερε αισθητές πωλήσεις και στη Γερμανία, όπου πωλήθηκαν 3.701 καινούρια αντίτυπα του μοντέλου από τον Δεκέμβριο του 2005 έως τον Δεκέμβριο του 2012, με το μέγιστο ετήσιο νούμερο να σημειώνεται το 2007, με 1.751 αντίτυπα ως καινούρια. Αντιθέτως, σε όλες τις άλλες εξαγωγικές αγορές, μεταξύ των οποίων και στην Ελλάδα, ο αριθμός των C6 που κυκλοφόρησαν ήταν εντελώς μηδαμινός, σε βαθμό που ήδη εξ αρχής ήταν εξαιρετικά σπάνιο θέαμα στους δρόμους, ενώ σήμερα εκτός Γαλλίας έχει γίνει σχεδόν άγνωστο θέαμα. Μάλιστα το 2008 σημειώθηκε μια ολική κατάρρευση της ζήτησης ακόμα και στις αγορές με αρχικά θετική ανταπόκριση, καθώς επλήγη περαιτέρω όταν ξέσπασε η παγκόσμια οικονομική κρίση, και τον Μάιο του 2012 η δεξιοτίμονη έκδοση του C6 αποσύρθηκε οριστικά από την παραγωγή, λόγω ανυπαρξίας ζήτησης στα κράτη με την κυκλοφορία στα αριστερά και το τιμόνι δεξιά. Τελικώς, στις 19 Δεκεμβρίου 2012 έληξε και η παραγωγή της αριστεροτίμονης εκδοχής του, αφού είχαν κατασκευαστεί συνολικά μόλις 23.384 αντίτυπα του Citroën C6 σε διάστημα 7 ετών. Το αποτέλεσμα ήταν να εξελιχθεί σε οικονομική απώλεια και πικρή εμπορική ζημιά για τη Citroën, τη χειρότερη που είχε βιώσει η εταιρεία από την εξαγορά της από τον Όμιλο PSA το 1976.
Από την άλλη όμως, λόγω του μικρού αριθμού αντιτύπων του, έχει αρχίσει ήδη να γίνεται άκρως συλλεκτικό μοντέλο, παρά το γεγονός ότι ακόμα και τα πλέον αρχικά του αντίτυπα δεν έχουν ακόμα συμπληρώσει το όριο ηλικίας των 30 ετών για να θεωρηθούν και χρονολογικά επίσημα ως ιστορικά οχήματα.
Τα περισσότερα αντίτυπα συνδυάστηκαν με τους κινητήρες ντίζελ, ενώ μόνο 2.783 αντίτυπα του C6 παρήχθησαν με τον κινητήρα 3.0 V6 λίτρων βενζίνης. Οι χρονολογίες δίνονται σε ημερολογιακά έτη και όχι σε σεζόν (model years).
Έτος | Παραγωγή |
---|---|
2005 | 400 |
2006 | 7.100 |
2007 | 7.600 |
2008 | 2.800 |
2009 | 2.000 |
2010 | 1.100 |
2011 | 1.029 |
2012 | 1.355 |
Σύνολο | 23.384 |
Στη Γαλλία είναι το συνηθέστερο αυτοκίνητο του Προέδρου της Δημοκρατίας, αρχικά του Ζακ Σιράκ (τότε σε μαύρο χρώμα), στη συνέχεια (τα μεταγενέστερα κυβερνητικά ήταν σε μπλε χρώμα) του Νικολά Σαρκοζί, μετά του Φρανσουά Ολλάντ και σήμερα του Εμμανυέλ Μακρόν,[9] και χρησιμοποιείται και από άλλες προσωπικότητες και VIP ιδιοκτήτες του, συνεχίζοντας έτσι μια μακροχρόνια παράδοση επιλογής όλων των μεγάλων μοντέλων της εταιρείας για επίσημα οχήματα του Προέδρου και άλλων μελών της κυβέρνησης της Γαλλίας. Όπως μάλιστα προαναφέρθηκε, ο Ζακ Σιράκ είχε επιλέξει ήδη από το καλοκαίρι του 2005 ένα μοντέλο προ-παραγωγής, πριν ακόμα το αυτοκίνητο αρχίσει να κυκλοφορεί επίσημα.[10][11]