Curtiss P-36 Hawk | |
---|---|
Το Curtiss P-36 Hawk | |
Τύπος | μαχητικό αεροσκάφος |
Κατασκευαστής | Curtiss |
Χώρα προέλευσης | ΗΠΑ |
Σχεδιασμός | Don R. Berlin |
Παρθενική πτήση | 6 Μαΐου 1935 |
Αποσύρθηκε | 1954, Αργεντινή |
Μονάδες που παρήχθησαν | 215 (P-36) και 900 Hawk διάφορων εκδόσεων για εξαγωγή |
Κόστος μονάδας | $23,000[1] |
Εξελίχθηκε σε | Curtiss P-40 Warhawk Curtiss YP-37 Curtiss XP-42 |
Το Curtiss P-36 Hawk (αγγλ. γεράκι) -που είναι γνωστό και σαν Curtiss Hawk Model 75- ήταν μονοθέσιο, μονοκινητήριο μαχητικό αεροσκάφος της δεκαετίας του 1930 και του 40. Είναι σύγχρονο του βρετανικού Hawker Hurricane και του γερμανικού Messerschmitt Bf 109 και ένα από τα πρώτα μαχητικά μονοπλάνα με ανασυρόμενο σύστημα προσγείωσης και κύριο δομικό συστατικό το μέταλλο, αντί για το ξύλο.
Το P-36 αποτέλεσε σχεδιαστικά τον πρόγονο του Curtiss P-40 Warhawk, ενός από τα σημαντικότερα μαχητικά των ΗΠΑ στο πρώτο μισό του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Χρησιμοποιήθηκε πολύ λίγο από την Αεροπορία του Στρατού των ΗΠΑ (USAAC) κατά τη διάρκεια του πολέμου, αλλά αποτέλεσε ένα από τα σημαντικότερα μαχητικά της Γαλλικής Πολεμικής Αεροπορίας στη Μάχη της Γαλλίας το 1940. Ο τύπος κατασκευάζονταν επίσης στην Κίνα, κατόπιν αδείας, καθώς και στην Ινδία -που τότε ήταν βρετανική αποικία- για τον εξοπλισμό της RAF και της Ινδικής Βασιλικής Αεροπορίας (Royal Indian Air Force, RIAF).
Οι δυνάμεις του Άξονα ενέταξαν στις δυνάμεις τους πολλά P-36 των αεροποριών ηττημένων χωρών. Μετά την πτώση της Νορβηγίας και της Γαλλίας το 1940, οι Γερμανοί έδωσαν στους Φινλανδούς συμμάχους τους δεκάδες P-36 που αιχμαλώτισαν. Τα αεροσκάφη αυτά γνώρισαν σημαντική δράση στο Ανατολικό Μέτωπο ενάντια στους Σοβιετικούς. Η αεροπορία της Γαλλίας του Βισύ αξιοποίησε τον τύπο σε διάφορες περιφερειακές συγκρούσεις μικρής κλίμακας.
Από τα μέσα του 1940 και μετά, πολλά αεροσκάφη από γαλλικές και ολλανδικές παραγγελίες που δεν ολοκληρώθηκαν εξ αιτίας της κατάκτησης των χωρών αυτών από τη Γερμανία παραδόθηκαν σε άλλες συμμαχικές χώρες. Σημαντικότερος αποδέκτης ήταν η Βρετανική Κοινοπολιτεία. Συγκεκριμένα τα P-36 της Νότιας Αφρικής συμμετείχαν σε επιχειρήσεις κατάληψης της Ιταλικής Ανατολικής Αφρικής, ενώ η RAF τα χρησιμοποίησε ενάντια στους Ιάπωνες πάνω από την Μπούρμα. Τα ολλανδικά Hawk, που παραδόθηκαν τελικά στις Ολλανδικές Ανατολικές Ινδίες, πολέμησαν επίσης ενάντια στους Ιάπωνες. Συνολικά παρήχθησαν περίπου 1000 μονάδες, καθιστώντας το P-36 μεγάλη εξαγωγική επιτυχία.
Η ανάπτυξη του αεροσκάφους ξεκίνησε με ίδιους πόρους της κατασκευάστριας Curtiss, με αρχισχεδιαστή τον Don R. Berlin. Το αρχικό πρωτότυπο κατασκευάστηκε το 1934. Ήταν ένα αεροσκάφος σύγχρονης σχεδίασης, ολομεταλλικής κατασκευής, που προωθούνταν από τον αστεροειδή κινητήρα Wright XR-1670-5 των 900 hp. Ο οπλισμός -τυπικός για τα αμερικανικά μαχητικά της περιόδου- αποτελούνταν από ένα πολυβόλο των 7,62 mm και ένα των 12,7 mm. Επίσης τυπική για την περίοδο ήταν παντελής έλλειψη θωράκισης και αυτοφρασσόμενων δεξαμενών καυσίμου. Το σύστημα προσγείωσης στρεφόταν κατά 90° προκειμένου οι τροχοί να χωρέσουν στις πτέρυγες.
Το πρωτότυπο πραγματοποίησε την παρθενική του πτήση στις 6 Μαΐου 1935, φτάνοντας την ταχύτητα των 452 km/h σε ύψος 3000 m κατά τη διάρκεια των πρώτων δοκιμών. Στις 27 Μαΐου το πρωτότυπο πέταξε στην αεροπορική βάση στο Wright Field του Οχάιο προκειμένου να συμμετάσχει στις συγκριτικές δοκιμές για την επιλογή νέου μαχητικού. Ο διαγωνισμός καθυστέρησε διότι το ανταγωνιστικό αεροσκάφος της Seversky συνετρίβη ενώ ερχόταν στην αεροπορική βάση. Οι μηχανικοί της Curtiss εκμεταλλεύτηκαν την παράταση αντικαθιστώντας τον αναξιόπιστο κινητήρα XR-1670-5 με τον ισχυρότερο Wright XR-1820-39 Cyclone των 950 hp και κάνοντας κάποιες τροποποιήσεις στην άτρακτο. Το τροποποιημένο πρωτότυπο ονομάστηκε Model 75B, ενώ το αρχικό πήρε εκ των υστέρων την ονομασία Model 75D. Τελικά οι συγκριτικές δοκιμές έλαβαν χώρα τον Απρίλιο του 1936, όμως ο κινητήρας δεν απέδωσε τα αναμενόμενα και το αεροσκάφος ανέπτυξε μέγιστη ταχύτητα μονάχα 459 km/h.
Παρόλο που το ανταγωνιστικό Seversky P-35 επίσης δεν απέδωσε καλά στις δοκιμές και επιπλέον ήταν ακριβότερο, ανακηρύχθηκε νικητής στον διαγωνισμό και η Seversky πήρε το συμβόλαιο για την παράδοση 77 αεροσκαφών. Στις 16 Ιουνίου 1936 η Curtiss πήρε παραγγελία από την USAAC για κατασκευή τριών πρωτοτύπων με την ονομασία Y1P-36. Η εντολή οφειλόταν εν πολλοίς στην ασταθή πολιτική κατάσταση στην Ευρώπη και τις αμφιβολίες της αεροπορίας όσον αφορά τη δυνατότητα της Seversky να παραδώσει τα P-35 εγκαίρως. Το Hawk θα λειτουργούσε σαν εφεδρικό σχέδιο. Το Y1P-36 (Model 75E) προωθούνταν από τον Pratt & Whitney R-1830-13 Twin Wasp των 900 hp και απέδωσε τόσο καλά που νίκησε τον διαγωνισμό της USAAC το 1937 και η κατασκευάστρια έλαβε παραγγελία για 210 P-36A.
Το αεροσκάφος είχε εξαιρετικά χαμηλό πτερυγικό φόρτο (μόνο 23,9 lb/ft²) που το καθιστούσε εξαιρετικό στις στροφές,[N 1] και πολύ καλό για την εποχή του ρυθμό ανόδου χάρη στον λόγο ώσης προς βάρος που ήταν 0,186 hp/lb. Ο κινητήρας δεν διέθετε υπερσυμπιεστή, με αποτέλεσμα οι επιδόσεις να μην είναι το ίδιο καλές σε μεγάλα ύψη.
Στις αρχές του 1937 η USAAC διέταξε την Curtiss να μετατρέψει κατάλληλα ένα P-36 για χρήση με τον υδρόψυκτο υπετροφοδοτούμενο κινητήρα Allison V-1710 των 1150 hp. Το πειραματικό αεροσκάφος, που χρησιμοποιούσε την άτρακτο του αρχικού Model 75, ονομάστηκε XP-37. Το κόκπιτ μετακινήθηκε πολύ πίσω, προκειμένου να ισορροπήσει το αεροσκάφος στο νέο κέντρο βάρους του και για να εξοικονομηθεί χώρος για τα ψυγεία και τον ογκώδη υπερσυμπιεστή. Το XP-37 πραγματοποίησε την παρθενική του πτήση τον Απρίλιο του 1937 και έφτασε την ταχύτητα των 550 km/h σε ύψος 6100 m. Παρόλο που ο υπερσυμπιεστής αποδείχθηκε αναξιόπιστος και η ορατότητα από το κόκπιτ κατά την απογείωση και την προσγείωση ήταν εξαιρετικά κακή, η αεροπορία θεώρησε τις επιδόσεις αρκετά υποσχόμενες και παρήγγειλε 13 αεροσκάφη δοκιμών YP-37. Αυτά ενσωμάτωναν διάφορες βελτιώσεις στην αεροδυναμική και περισσότερο αξιόπιστο υπερσυμπιεστή. Ο κινητήρας παρέμεινε αναξιόπιστος. Το όλο εγχείρημα ακυρώθηκε τελικά διότι προτιμήθηκε το ανώτερο τεχνολογικά Curtiss P-40.
Το XP-42 αναπτύχθηκε ως μια προσπάθεια βελτίωσης της αεροδυναμικής των αερόψυκτων κινητήρων. Ήταν μετασκευή του τέταρτου P-36A παραγωγής και διέθετε ένα επίμηκες αεροδυναμικά ραφιναρισμένο κάλυμμα που θύμιζε το σχήμα υδρόψυκτου κινητήρα. Δοκιμάστηκαν 12 διαφορετικές σχεδιάσεις, χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία. Παρόλο που το αεροσκάφος ήταν ταχύτερο από τα P-36A παραγωγής, οι μηχανικοί δεν κατάφεραν να επιλύσουν τα προβλήματα με το σύστημα ψύξης του κινητήρα. Όπως και το YP-37, το XP-42 ακυρώθηκε επειδή ήταν πλέον διαθέσιμο το ανώτερο P-40.
Η Αργεντινή αγόρασε αεροσκάφη Hawk 750 με σταθερό σύστημα προσγείωσης, κατάλληλα για επιχειρήσεις σε χωμάτινους τροχοδρόμους και ευκολότερα στη συντήρηση. Συνολικά παραδόθηκαν 50 αεροσκάφη, 30 από την Curtiss και άλλα 20 που κατασκευάστηκαν τοπικά κατόπιν αδείας. Τα Hawk 750 προωθούνταν από τον κινητήρα Wright Cyclone R-1820-G5, όπως και άλλα αεροσκάφη της αργεντινής αεροπορίας. Ο οπλισμός αποτελούνταν συνήθως από ένα πολυβόλο Madsen των 11,35 mm και τρία των 7,62 mm. Υπήρχε επίσης δυνατότητα μεταφοράς μέχρι και 10 βομβών των 14 kg. Τα τελευταία Hawk 750 παρέμειναν σε υπηρεσία μέχρι τον Νοέμβριο του 1954.[3]
Τον Μάρτιο του 1942 παραδόθηκαν στη Βραζιλία δέκα P-36A της USAAC.
Η RAF απέκτησε 229 Hawk που είχαν παραγγελθεί από τη Γαλλία, αλλά δεν παραδόθηκαν εξ αιτίας της κατάληψης της χώρας από τους Γερμανούς. Σε βρετανική υπηρεσία ονομάζονταν Mohawk και ήταν οπλισμένα με πολυβόλα Vickers K.[4]
Αν και θεωρήθηκαν απαρχαιωμένα, μερικά συμμετείχαν στις πολεμικές επιχειρήσεις με τη RAF και την Ινδική Βασιλική Αεροπορία (Royal Indian Air Force, RIAF) ενάντια στους Ιάπωνες στην Ινδία και την Μπούρμα. Τον Απρίλιο του 1941 η βρετανική κυβέρνηση της Ινδίας παρήγγειλε 48 Mohawk IV με κινητήρες Cyclone για τη RIAF που θα κατασκευάζονταν τοπικά από την Hindustan Aircraft. Το πρώτο εξ αυτών πραγματοποίησε την παρθενική του πτήση στις 31 Ιουλίου 1942. Μόνο τέσσερα αεροσκάφη κατασκευάστηκαν πριν τη ματαίωση του προγράμματος. Η παραγωγή των κινέζικων Hawk 75A-5 επίσης μεταφέρθηκε στην Ινδία και τα αεροσκάφη απορροφήθηκαν από μονάδες της RAF και της RIAF στην περιοχή. Στα υπάρχοντα Mohawk IV προστέθηκαν και δέκα αεροσκάφη που ανήκαν στο Ιράν αλλά αιχμαλωτίστηκαν από τους Βρετανούς όταν κατέλαβαν τη χώρα από κοινού με την ΕΣΣΔ.[5] Ακόμα 74 αεροσκάφη που ανήκαν στη γαλλική αεροπορία επίσης μεταφέρθηκαν στην Ινδία από το Ηνωμένο Βασίλειο.[4] Οι μόνες μονάδες της RAF που ενεπλάκησαν ενεργά σε πολεμικές επιχειρήσεις διαθέτοντας Mohawk ήταν οι No. 5 Squadron και No. 155 Squadron, που χρησιμοποίησαν τα μαχητικά τους σε αποστολές συνοδείας βομβαρδιστικών και εγγύς υποστήριξης. Όλα αποσύρθηκαν από τις τάξεις της RAF και της RIAF μέχρι το 1944.[6]
Η Πολεμική Αεροπορία της Νότιας Αφρικής παρέλαβε 72 Mohawk, με τις παραδόσεις να ξεκινούν στην Ανατολική Αφρική στα μέσα του 1941. Συμμετείχαν στις επιχειρήσεις για την κατάληψη της Ιταλικής Ανατολικής Αφρικής και με το τέλος της εκστρατείας στη φύλαξη των συνόρων με τη γαλλική αποικία του Τζιμπουτί, που είχε περάσει στον έλεγχο του Βισύ.[7] Τα Mohawk επέστρεψαν στη συνέχεια στη Νότια Αφρική όπου μαζί με νέα αεροσκάφη αξιοποιήθηκαν στην αεράμυνα και σαν εκπαιδευτικά.[8]
Το πρωτότυπο του Hawk 75H, μιας απλοποιημένης έκδοσης με σταθερό σύστημα προσγείωσης που ήταν παρόμοια με το προαναφερθέν Hawk 750, πωλήθηκε στην Κίνα. Η κινεζική κυβέρνηση το δώρισε στον Claire L. Chennault, τον επικεφαλής των περίφημων Flying Tigers, για προσωπική του χρήση. Η Κίνα παρέλαβε επίσης δύο παρόμοια Hawk 75Q καθ αριθμό απλοποιημένων Hawk 75Μ που χρησιμοποίησαν εναντίον των Ιαπώνων. Το Hawk 75A-5 κατασκευάζονταν κατόπιν αδείας στην Κίνα, αλλά η γραμμή παραγωγής μεταφέρθηκε αργότερα στην Ινδία και τα αεροσκάφη απορροφήθηκαν από τη RAF με τα χρώματα της οποίας υπηρέτησαν σαν Mohawk IV.
Μετά την πτώση της Γαλλίας οι Γερμανοί πώλησαν στη Φινλανδία αιχμαλωτισμένα γαλλικά Hawk. Συνολικά παραδόθηκαν 44 αεροσκάφη, πέντε διαφορετικών εκδόσεων, σε τρεις παρτίδες. Η πρώτη παραδόθηκε στις 23 Ιουνίου 1941 και η τελευταία στις 5 Ιανουαρίου 1944.[9] Πρέπει να σημειωθεί ότι δεν προέρχονταν όλα από τη Γαλλία, τα 13 ήταν νορβηγικά.[10]
Οι Φινλανδοί ήταν ευχαριστημένοι με τα P-36, χάρη στα οποία 58 διαφορετικοί πιλότοι κατέρριψαν 190 σοβιετικά αεροσκάφη από τις 16 Ιουλίου 1941 μέχρι τις 27 Ιουλίου 1944, με απώλεια 15 αεροσκαφών.[9] Ο Φινλανδός άσσος Kyösti Karhila πέτυχε τις 12 από τις 32 καταρρίψεις της καριέρας του με το P-36. Ο καλύτερος Φινλανδός πιλότος των Hawk ήταν ο K. Tervo με 14 καταρρίψεις.[11]
Τα φινλανδικά Hawk ήταν αρχικά οπλισμένα με τέσσερα ή έξι πολυβόλα των 7,5mm. Όταν οι Σοβιετικοί εισήγαγαν καλύτερα προστατευμένα και ταχύτερα αεροσκάφη σε υπηρεσία, κατέστη σαφές ότι τα πολυβόλα ήταν πλέον ανεπαρκή. Από το 1942 το Κρατικό Εργοστάσιο Αεροσκαφών αντικαθιστούσε τα πολυβόλα της ατράκτου με ένα ή δύο Colt των 12,7 mm και εγκαθιστούσε δύο ή τέσσερα πολυβόλα Browning των 7,7 mm σε κάθε πτέρυγα. Επίσης χρησιμοποιήθηκαν πολυβόλα Berezin UB ή LKk/42 επίσης των 12,7 mm.[9] Η εγκατάσταση επιπλέον οπλισμού δεν επηρέασε τα πολύ καλά πτητικά χαρακτηριστικά του αεροσκάφους.
Όσα Hawk απέμειναν μετά το τέλος των εχθροπραξιών παρέμειναν στις τάξεις της αεροπορίας μέχρι την 30η Αυγούστου 1948 οπότε και τα τελευταία μπήκαν σε αποθήκευση. Το 1952 καταστράφηκαν για σκραπ.[9][12]
Πριν την ένταξη του P-36A σε παραγωγή, η Γαλλική Πολεμική Αεροπορία ξεκίνησε τις διαπραγματεύσεις με την Curtiss για την παράδοση 300 αεροσκαφών. Η διαδικασία αποδείχθηκε επίπονη και παρατεταμένη διότι το Hawk κόστιζε το διπλάσιο από τα σύγχρονα του γαλλικά μαχητικά Morane-Saulnier M.S.406 και Bloch MB.150, ενώ το χρονοδιάγραμμα παραδόσεων κρίνονταν πολύ αργό. Η USAAC, που δεν ήταν ευχαριστημένη με τον ρυθμό παραδόσεων για τις δικές της δυνάμεις, αντιτίθονταν στην εξαγωγή του αεροσκάφους διότι κάτι τέτοιο θα καθυστερούσε ακόμα περισσότερο τη διαδικασία. Χρειάστηκε προσωπική παρέμβαση του Αμερικανού προέδρου Φραγκλίνου Ρούζβελτ προκειμένου να δοθεί άδεια στον Γάλλο πιλότο δοκιμών Michel Detroyat να πετάξει με το Y1P-36.
Ο ενθουσιασμός του Detroyat, σε συνδιασμό με τα προβλήματα στην ανάπτυξη του ΜΒ.150 και την πίεση από τη διαρκώς αυξανόμενη ισχύ της γερμανικής Luftwaffe οδήγησαν τελικά τη Γαλλία στην αγορά 100 αεροσκαφών και 173 κινητήρων. Το πρώτο Hawk75A-1 έφτασε στη Γαλλία τον Δεκέμβριο του 1938 και εντάχθηκε στη δύναμη της Groupe de Chasse II/5 La Fayette τον Μάρτιο του επόμενου έτους. Τα περισσότερα αεροσκάφη παραδόθηκαν σε κομμάτια και συναρμολογήθηκαν στη Γαλλία από την Société Nationale de Constructions Aéronautiques du Centre. Η γαλλική αεροπορία τα ονόμαζε Curtiss H75-C1 αντί για Hawk. Προωθούνταν από τον Pratt & Whitney R-1830-SC-G ισχύος 900 hp και είχαν όλα τα όργανα προσαρμοσμένα στο μετρικό σύστημα, κατάλληλη θέση για τα ραχιαία αλεξίπτωτα και ήταν οπλισμένα με τέσσερα (αργότερα έξι) πολυβόλα FN-Browning των 7,5 mm. Έγιναν διάφορες μετασκευές στα αεροσκάφη, με σημαντικότερη την εγκατάσταση του κινητήρα Wright R-1820 Cyclone. Συνολικά παραδόθηκαν 316 Η75 μέχρι την πτώση της Γαλλίας.[13]
Στις 20 Σεπτεμβρίου 1939 ο πιλότος André-Armand Legrand, με H75A-1, πέτυχε την πρώτη αεροπορική νίκη των Συμμάχων στο Δυτικό Μέτωπο όταν κατέρριψε ένα Messerschmitt Bf 109E πάνω από το Oberhern. Στα 1939-40 τα H75 κατέρριψαν 230 εχθρικά αεροσκάφη από τα συνολικά 1009 που κατέρριψε η γαλλική αεροπορία εκείνη την περίοδο, με πιθανή την κατάρριψη ακόμα 81.[14] Την ίδια περίοδο χάθηκαν μόλις 29 H75 σε αερομαχίες. Συνεπώς αν και ο τύπος αποτελούσε μόλις το 12,6% της ολικής δύναμης μαχητικών είναι υπεύθυνος για το ένα τρίτο περίπου των συνολικών καταρρίψεων.[13] Από τους 11 Γάλλους άσσους των αρχών του πολέμου, οι επτά πετούσαν με H75. Πολλές σμηναρχίες διέφυγαν στη γαλλική Βόρεια Αφρική για να μην αιχμαλωτιστούν από τους Γερμανούς όταν κατακτήθηκε η μητρόπολη. Υπό το καθεστώς του Βισύ τα μαχητικά αυτά χρησιμοποιήθηκαν ενάντια στους Βρετανούς στο Μερς Ελ-Κεμπίρ και στο Ντακάρ. Επίσης αντιμετώπισαν αμερικανικά μαχητικά κατά τη διάρκεια της Επιχείρησης Πυρσός. Από τα τέλη του 1942 οι Σύμμαχοι επανεξόπλισαν της μοίρες των H75, που δεν ήταν πλέον υπό τον έλεγχο του Βισύ, με πιο σύγχρονα μαχητικά Bell P-39 Airacobra και Curtiss P-40 Warhawk.
Η Περσία παρέλαβε δέκα Hawk 75A-9, τα οποία όμως αιχμαλώτισαν οι Βρετανοί όταν εισέβαλαν στη χώρα και την κατέλαβαν από κοινού με την ΕΣΣΔ. Τα αεροσκάφη χρησιμοποιήθηκαν στην Ινδία σαν Mohawk IV.
Τον Οκτώβριο του 1938 η Ολλανδία παρήγγειλε 24 Hawk 75A-7 για χρήση στις Ολλανδικές Ανατολικές Ινδίες. Προωθούνταν από τον κινητήρα Cyclone των 1200 hp. Αρχικά ήταν οπλισμένα με ένα πολυβόλο των 12,7 mm και ένα των 7,7 mm στο ρύγχος και δύο πολυβόλα των 7,7 mm στις πτέρυγες. Αργότερα το πολυβόλο των 12,7 mm αντικαταστάθηκε από ένα των 7,7 mm. Μπορούσαν να μεταφέρουν έξι βόμβες των 23 kg. Τα αεροσκάφη χρησιμοποιήθηκαν εκτενώς ενάντια στους Ιάπωνες που σάρωσαν το πρώτο μισό του 1942 ολόκληρη την ανατολική Ασία. Τα ολλανδικά Hawk συμμετείχαν σε επιχειρήσεις πάνω από τη Μαλάκκα, τη Σουμάτρα και την Ιάβα. Επίσης συμμετείχαν μαζί με αμερικανικά και βρετανικά αεροσκάφη στις μεγάλες αερομαχίες πάνω από τη Σουραμπάγια. Είχαν τόσο πολλές ώρες πτήσεις στο ενεργητικό τους που εμφάνιζαν σημάδια υπερβολικής καταπόνησης.
Η Νορβηγία παράγγειλε μικρό αριθμό Hawk 75A-6 με κινητήρες Twin_Wasp εκ των οποίων κανένα δεν ήταν έτοιμο όταν εισέβαλαν οι Γερμανοί στη χώρα το 1940. Δεκατρία αιχμαλωτίστηκαν από τις γερμανικές δυνάμεις και παραδόθηκαν μαζί με γαλλικά Ηawk στη Φινλανδία.[10] Η Νορβηγία είχε επίσης παραγγείλει 36 Hawk 75A-8, τα περισσότερα εκ των οποίων κατέληξαν τελικά στον Καναδά όπου αξιοποιήθηκαν από νορβηγική μονάδα σαν προκεχωρημένα εκπαιδευτικά.[15] Αργότερα μεταπωλήθηκαν ξανά στις ΗΠΑ όπου μετονομάστηκαν σε P-36G[16]
Το 1943 οι ΗΠΑ παρέδωσαν 28 Hawk στο Περού στα πλαίσια του προγράμματος Lend-Lease. Επρόκειτο για πρώην νορβηγικά P-36G που είχαν χρησιμοποιηθεί στον Καναδά.
Η Πορτογαλία ήταν ουδέτερη κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, όμως διατηρούσε καλές σχέσεις με τους Συμμάχους στους οποίους έδινε τη δυνατότητα κατασκευής αεροπορικών και ναυτικών εγκαταστάσεων σε διάφορες περιοχές της. Στα ευρύτερα πλαίσια των σχέσεων αυτών η RAF παρέδωσε στην Πορτογαλική Πολεμική Αεροπορία 12 Hawk 75A, που αξιοποιήθηκαν στην αεράμυνα των Αζορών.
Τα πρώτα αεροσκάφη παραγωγής παραδόθηκαν στην 20η Πτέρυγα Μαχητικών (20th Fighter Wing) στο Barksdale Field της Λουιζιάνα τον Απρίλιο του 1938. Τα αεροσκάφη αντιμετώπισαν πολλά τεχνικά προβλήματα, που περιόρισαν σημαντικά τις επιχειρησιακές τους δυνατότητες. Όταν τα ζητήματα είχαν πια επιλυθεί, ο τύπος είχε ήδη ξεπεραστεί τεχνολογικά από πιο προηγμένες σχεδιάσεις και θεωρούνταν ξεπερασμένος με αποτέλεσμα τα P-36 να χρησιμοποιηθούν σε δευτερεύουσες αποστολές, όπως της εκπαίδευσης. Πολλά εστάλησαν σε περιφερειακές βάσεις στον Παναμά, την Αλάσκα και τη Χαβάη.
Τα πρώτα P-36 μεταφέρθηκαν στη Χαβάη τον Φεβρουάριο του 1941 με το αεροπλανοφόρο USS Enterprise. Για πρώτη φορά στα χρονικά USAAC τα αεροσκάφη απογειώθηκαν από το αεροπλανοφόρο όταν αυτό έφτασε κοντά στις ακτές και προσγειώθηκαν μόνα τους στην καινούργια τους αεροπορική βάση. Η διαδικασία ήταν πολύ απλούστερη και ταχύτερη σε σχέση με την αποσυναρμολόγηση και τη μεταφορά των μαχητικών με εμπορικά πλοία για επανασυναρμολόγηση στην ξηρά που γίνονταν μέχρι τότε.[17] Τα P-36 που βρίσκονταν στη Χαβάη ήταν τα μοναδικά σε αμερικανική υπηρεσία που ενεπλάκησαν σε μάχη. Πέντε από τα 39 συνολικά που βρίσκονταν στο νησί κατάφεραν να απογειωθούν κατά τη διάρκεια της ιαπωνικής επίθεσης στο Περλ Χάρμπορ και κατέρριψαν ένα εχθρικό Mitsubishi A6M Zero, με απώλεια ένα P-36.[18]
Το P-36A με αριθμό 38-001, το πρώτο που παραδόθηκε στην USAAC, εκτίθεται σήμερα στο Εθνικό Μουσείο της Πολεμικής Αεροπορίας των ΗΠΑ στο Dayton του Οχάιο. Είναι βαμμένο όπως το Hawk που πετούσε ο Phil Rasmussen όταν οι Ιάπωνες επιτέθηκαν στο Περλ Χάρμπορ.[1][21] Επίσης ένα πλήρως ανακαινισμένο Hawk 75N βρίσκεται στο Μουσείο της Βασιλικής αεροπορίας της Ταϊλάνδης.[22]