Ο Μέλας Λίθος (Λατινικά: Lapis Niger) είναι ένα αρχαίο ιερό στην Αγορά της Ρώμης. Μαζί με το σχετικό Ηφαιστείο (Vulcanal, ιερό στο Vulcan) αποτελεί το μόνο σωζόμενο κατάλοιπο του παλαιού Comitium, πρώιμου χώρου Συνέλευσης, που προηγήθηκε της Αγοράς και πιστεύεται ότι προέρχεται από έναν αρχαϊκό λατρευτικό χώρο του 7ου ή 8ου αι. π.Χ.
Το μαύρο μαρμάρινο πλακόστρωτο (1ος αιώνας π.Χ.) και το σύγχρονο τσιμεντένιο περίβλημα (αρχές 20ού αι.) του Μέλανος Λίθου επικαλύπτουν έναν αρχαίο βωμό και έναν ορθογώνιο Λίθο με μία από τις παλαιότερες γνωστές παλαιές λατινικές επιγραφές (π. 570-550 π.Χ.). Το μνημείο και το ιερό της υπερκατασκευής μπορεί να κτίστηκε από τον Ιούλιο Καίσαρα κατά την αναδιοργάνωση των χώρων της Αγοράς και της Συνέλευσης. Εναλλακτικά, αυτό μπορεί να είχε γίνει μία γενιά νωρίτερα από τον Λ. Κ. Σύλλα κατά τη διάρκεια ενός από τα κατασκευαστικά του έργα γύρω από την Παλαιά Σύγκλητο (Curia Hostilia). Ο χώρος ανακαλύφθηκε εκ νέου και ανασκάφθηκε από το 1899 έως το 1905 από τον Ιταλό αρχαιολόγο Τζιάκομο Μπόνι.
Αναφερόμενο σε πολλές αρχαίες περιγραφές της Αγοράς που χρονολογούνται από τη Ρωμαϊκή Δημοκρατία και τις πρώτες ημέρες της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, η σημασία του ιερού του Μέλανος Λίθου ήταν σκοτεινή και μυστηριώδης για τους μεταγενέστερους Ρωμαίους, αλλά συζητιόταν πάντα ως τόπος μεγάλης ιερότητας και σημασίας. Είναι κτισμένος επάνω από ένα ιερό σημείο, που αποτελείται από πολύ παλαιότερα τεχνουργήματα, που βρέθηκαν περίπου 5 feet (1,5 m) κάτω από το σημερινό επίπεδο του εδάφους. Το όνομα "Μέλας Λίθος" μπορεί να αναφερόταν αρχικά στοΛίθο της μαύρης πέτρας (με μία από τις πρώτες γνωστές λατινικές επιγραφές) ή μπορεί να αναφέρεται στο μεταγενέστερο πλακόστρωτο με μαύρο μάρμαρο στην επιφάνεια. Καθώς βρίσκεται στον χώρο Συνέλευσης (Comitium) μπροστά από τη Νέα Σύγκλητο (Curia Julia), αυτή η κατασκευή επέζησε για αιώνες, λόγω ενός συνδυασμού ευλαβικής μεταχείρισης και επικάλυψης κατά την εποχή της πρώιμης Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.
Η τοποθεσία πιστεύεται ότι χρονολογείται από τη Ρωμαϊκή βασιλική περίοδο. Η επιγραφή περιλαμβάνει τη λέξη rex, η οποία πιθανόν να αναφέρεται είτε στον βασιλιά (rex), είτε στον rex sacrorum, υψηλό θρησκευτικό αξιωματούχο. Κάποια στιγμή οι Ρωμαίοι ξέχασαν την αρχική σημασία του ιερού. Αυτό οδήγησε σε πολλές αντικρουόμενες ιστορίες για την προέλευσή του. Οι Ρωμαίοι πίστευαν ότι ο Μέλας Λίθος σήμαινε είτε τον τάφο του πρώτου βασιλιά της Ρώμης, του Ρωμύλου, είτε το σημείο όπου δολοφονήθηκε από τη Σύγκλητο. [1] ή τον τάφο του Όστου Οστίλιου, πάππου του βασιλιά Tύλλου Οστίλιου. ή τη θέση όπου έπεσε στη μάχη ο Φαύστος, ανάδοχος πατέρας του Ρωμύλου.
Τα πρώτα γραπτά που αναφέρονται σε αυτό το σημείο το θεωρούν ως βήμα (suggestum), όπου οι πρώτοι βασιλείς της Ρώμης θα μιλούσαν στα πλήθη στην Αγορά και στη Σύγκλητο. Οι δύο βωμοί είναι συνηθισμένοι στα ιερά καθ' όλη την πρώιμη Ρωμαϊκή ή την ύστερη Ετρουσκική περίοδο.
Ο Μέλας Λίθος αναφέρεται με αβέβαιο και διφορούμενο τρόπο από αρκετούς συγγραφείς της πρώτης Αυτοκρατορικής περιόδου: τον Διονύσιο Αλικαρνασσέα, τον Πλούταρχο και τον Φέστο. Δεν φαίνεται να γνωρίζουν, ποιες παλαιές ιστορίες για το ιερό πρέπει να πιστέψουν.
Τον Νοέμβριο του 2008 η έντονη βροχόπτωση προκάλεσε ζημιές στο τσιμεντένιο κάλυμμα, που προστατεύει το Ηφαιστείο (Vulcanal) και τα μνημεία του από τη δεκαετία του 1950. Αυτό περιλαμβάνει τον με την επιγραφή Λίθο με το όνομα ο Μέλας Λίθος (Lapis Niger). Η επένδυση από μάρμαρο και τσιμέντο είναι ένα μείγμα από το αρχικό μαύρο μάρμαρο, που λέγεται ότι χρησιμοποιήθηκε για την κάλυψη του χώρου από τον Σύλλα και σύγχρονου τσιμέντου, που χρησιμοποιήθηκε για τη δημιουργία του καλύμματος και τη συγκράτηση του μαρμάρου στη θέση του. Μία τέντα προστατεύει τώρα τα αρχαία υπολείμματα, μέχρι να επισκευαστεί το κάλυμμα, επιτρέποντας στο κοινό να δει το αρχικό βήμα (suggestum) για πρώτη φορά μετά από 50 χρόνια. [2] Δυστυχώς, η φύση των επικαλύψεων και οι συνεχείς επισκευές καθιστούν αδύνατο να δούμε τον Μέλανα Λίθο, που βρίσκεται αρκετά μέτρα υπόγεια.
Ο Μέλας Λίθας πέρασε από διάφορες διαμορφώσεις. Οι αρχικές εκδοχές καταστράφηκαν από πυρκαγιά ή λεηλασία της πόλης. Θάφτηκαν κάτω από τις πλάκες από μαύρο μάρμαρο πιστεύεται ότι αυτό έγινε από τον Σύλλα. Ωστόσο έχει επίσης υποστηριχθεί, ότι ο Ιούλιος Καίσαρας ενδέχεται να κατάχωσε τον χώρο κατά τη διάρκεια της αναμόρφωσης του χώρου Συνέλευσης (Comitium).
Η αρχική μορφή του χώρου, που ανασκάφηκε για πρώτη φορά το 1899, περιλάμβανε έναν κόλουρο κώνο τόφφου (πιθανώς μνημείο) και το κάτω τμήμα μίας τετράγωνης στήλης (cippus), η οποία ήταν γραμμένη με παλαιά λατινική επιγραφή, ίσως την παλαιότερη που υπάρχει (αν δεν είναι αρχαιότερες η επιγραφή Duenos ή αυτή στην περόνη της Πραινέστης). Ένας βωμός σε σχήμα U, του οποίου σώζεται μόνο η βάση, προστέθηκε λίγο αργότερα. Μπροστά από τον βωμό υπάρχουν δύο βάσεις, οι οποίες μπορεί επίσης να έχουν προστεθεί ξεχωριστά από τον κύριο βωμό. Ο αρχαιότατος Βέρριος Φλάκκος (το έργο του οποίου σώζεται μόνο στην επιτομή του Πομπηίου Φέστου), σύγχρονος του Αυγούστου, περιέγραψε το άγαλμα ενός λέοντος, που αναπαύεται τοποθετημένο σε κάθε βάση, «όπως ακριβώς φαίνονται σήμερα λέοντες να φυλάνε τάφους». Αυτό μερικές φορές αναφέρεται ως Ηφαιστείο (Vulcanal). Προστέθηκε επίσης σε μία άλλη περίοδο μία τιμητική στήλη, πιθανώς με ένα άγαλμα στην κορυφή της.
Οι αρχαιολογικές ανασκαφές (1899–1905) αποκάλυψαν διάφορα αφιερωτικά αντικείμενα από θραύσματα αγγείων, αγάλματα και κομμάτια από θυσίες ζώων γύρω από τον χώρο σε ένα στρώμα -σκόπιμα τοποθετημένου- χαλικιού. Όλα αυτά τα τεχνουργήματα χρονολογούνται από την πολύ αρχαία Ρώμη, μεταξύ του 5ου και του 7ου αι. π.Χ.
Η δεύτερη μορφή που τοποθετήθηκε, όταν η πρώτη μορφή κατεδαφίστηκε τον 1ο αι. π.Χ. για να δώσει περισσότερη ανάπτυξη στην Αγορά, είναι ένα πολύ απλούστερο ιερό. Ένα πλακόστρωτο από μαύρο μάρμαρο τοποθετήθηκε επάνω από τον αρχικό Λίθο και περιβαλλόταν από χαμηλό λευκό τοίχο ή στηθαίο. Το νέο ιερό βρισκόταν ακριβώς δίπλα στα Ρόστρα, το βήμα των αγορητών.
Η επιγραφή στον Λίθο έχει διάφορα ενδιαφέροντα χαρακτηριστικά. Η γραφή είναι πιο κοντά στο ελληνικό αλφάβητο από κάθε γνωστό λατινικό γράμμα, αφού χρονολογικά είναι πιο κοντά στην υιοθέτηση του ελληνικού αλφαβήτου από λαούς της Ιταλίας, που το πήραν από ιταλικές ελληνικές αποικίες, όπως η Κύμη (Cumae). Η επιγραφή είναι γραμμένη βουστροφηδόν. Πολλές από τις παλαιότερες λατινικές επιγραφές είναι γραμμένες με αυτόν τον τρόπο. Η έννοια της επιγραφής είναι δύσκολο να διακριθεί, καθώς λείπει η αρχή και το τέλος και σώζεται μόνο το ένα τρίτο έως το μισό κάθε γραμμής. Φαίνεται, όμως, να αφιερώνει το ιερό σε έναν rex ή βασιλιά και να αποτρέπει με κατάρες, όποιον τολμά να το βεβηλώσει.
Έχουν γίνει προσπάθειες να ερμηνευθεί η έννοια του σωζόμενου θραύσματος από τους Γιοχάνες Στρουξ, [3] Ζωρζ Ντυμεζίλ και Ρόμπερτ Ε. Α. Πάλμερ.
Ακολουθεί η ανάγνωση της επιγραφής, όπως δόθηκε από τον Ντυμεζίλ (στα δεξιά η ανάγνωση του Άρθουρ Ε. Γκόρντον [4]):
|
|
Οι ρωμαϊκοί αριθμοί αντιπροσωπεύουν τις τέσσερις όψεις της στήλης (βάθρου) συν την άκρη. Τα θραύσματα σε κάθε όψη σημειώνονται με γράμματα (a, b, c). Οι αραβικοί αριθμοί δηλώνουν γραμμές. Η κάθετος (/) σηματοδοτεί το τέλος μιας γραμμής.
Τα γράμματα των οποίων η ανάγνωση είναι αβέβαιη ή αμφισβητούμενη δίνονται με πλάγια γράμματα. Η έκταση του κενού είναι αβέβαιη: μπορεί να διαφέρει από1⁄2 έως2⁄3 ή και περισσότερο. Στην ανάγνωση του Γκόρντον το v του dvo στη γραμμή 11 διαβάζεται εγγεγραμμένο μέσα στο ο.
Ο Ντυμεζίλ αρνήθηκε να ερμηνεύσει τις πρώτες επτά γραμμές, με το σκεπτικό ότι η επιγραφή ήταν πολύ χαλασμένη, ενώ αναγνώρισε ότι αυτό μπορούσε να αρθεί.
Η απόπειρα του Ντυμεζίλ [5] βασίζεται στην υπόθεση ενός παραλληλισμού ορισμένων σημείων του αποσπασματικού κειμένου, που είναι εγγεγραμμένο στο μνημείο, και ενός αποσπάσματος του Μ. Τ. Κικέρωνα στο έργου του Περί Μαντικής (De Divinatione II 36. 77). Σε αυτό το απόσπασμα ο Κικέρωνας, συζητώντας τις προφυλάξεις που λάμβαναν οι ιερείς (augurs) για να αποφύγουν τoυς ενοχλητικούς οιωνούς (auspices), δηλώνει: «Τούτο είναι παρόμοιο, με αυτό που ορίζουν οι ιερείς, για να αποφύγουν την εμφάνιση του iuges auspicium: εκείνοι διατάζουν να απαλλαγούν από τον ζυγό τα δύο ζώα". [6] Εδώ το «εκείνοι» υποδηλώνει τους προπορευόμενους (calatores), δημόσιους υπαλλήλους τους οποίους είχαν στην υπηρεσία τους οι ιερείς και άλλοι ιεροσκόποι (sacerdotes) και οι οποίοι, στο αναφερόμενο απόσπασμα, θα εκτελούσαν εντολές, που αποσκοπούν στο να αποτρέψουν τη βλάβη των βέβηλων ανθρώπων, που με την ακούσια δράση τους καθιστούσαν άκυρη, την ιερή λειτουργία. [7] Παρόλο που είναι αδύνατο να συνδεθεί ουσιαστικά με το υπόλοιπο κείμενο, η αναφορά του rex σε αυτό το πλαίσιο θα ήταν σημαντική, καθώς την εποχή της Ρωμαϊκής μοναρχίας η ιεροσύνη θεωρείτο ότι προσιδίαζε στον βασιλιά: ο Κικέρων στην ίδια πραγματεία αναφέρει: "Η μαντεία, καθώς και η σοφία, θεωρούντο βασιλικά». [8]
Το iuges auspicium ορίζεται έτσι από τον Παύλο τον Διάκονο: [9] «Το iuges auspicium συμβαίνει όταν ένα ζώο κάτω από το ζυγό, κάνει τα περιττώματά του».
Ο Βάρρων. για να εξηγήσει τη σημασία του ονόματος της Ιεράς Οδού (Via Sacra), αναφέρει ότι οι ιερείς, προχωρούν κατά μήκος αυτού του δρόμου, μετά την έξοδό τους από το κέντρο της ακρόπολης (arx), για να ευλογήσουν την ανάληψη αξιώματος (inaugurate). [10] Ενώ προχωρούν κατά μήκος της Ιεράς Οδού, θα πρέπει να αποφύγουν να συναντήσουν ένα iuges auspicium. Καθώς η Via Sacra ξεκινάει από το Καπιτώλιο και εκτείνεται σε όλη την Αγορά, κατά την κάθοδο από τον λόφο στην Αγορά η πρώτη διασταύρωση που συναντούν, δηλαδή το πρώτο μέρος όπου θα μπορούσε να συμβεί το εν λόγω περιστατικό, ονομάστηκε Λύση ζεύξης (Vicus Jugarius): Ο Ντυμεζίλ πιστεύει ότι το όνομα, πρέπει να γίνεται κατανοητό σε συνάφεια με το σχετικό θέμα. [11] Πράγματι o χώρος Συνέλευσης (Comitium), όπου βρέθηκε η στήλη, είναι πολύ κοντά στην αριστερή πλευρά αυτής της διασταύρωσης. Αυτό το γεγονός καθιστά φυσική την τοποθέτηση της στήλης ακριβώς εκεί, ως προειδοποίηση προς τους περαστικούς για την πιθανή εμφάνιση της τάξης των προπορευομένων (calatrores).
Προς υποστήριξη μιας τέτοιας ερμηνείας της επιγραφής, ο Ντυμεζίλ δίνει έμφαση στην εμφάνιση της λέξης recei (δοτική περίπτωση του rex). Οι γραμμές 8-9 θα μπορούσαν να διαβαστούν ως: (ο ιερέας ή ο βασιλιάς) [ ... iubet suu]m calatorem ha[ec *calare ], οι γραμμές 10-11 θα μπορούσαν να είναι [ ... iug ]ō (ή [ .. .subiugi ]ō ή [ ... iugari ]ō) iumenta capiat, δηλαδή: "ότι παίρνει υποζύγια από τον ζυγό" (με πρόθεμα διαχωρισμού ex ή de πριν την αφαιρετική πτώση, όπως στην Οδύσσεια ι 416: "από μεν λίθον είλε θυράων "= capere). Η γραμμή 12 θα μπορούσε να ερμηνευτεί ως εξής: [ ... uti augur/ rex ad ...- ]m iter pe[rficiat ].
Οι υπόλοιπες γραμμές θα μπορούσαν επίσης να ερμηνευθεί ομοίως: κατά την άποψη του Ντυμεζίλ: iustum και liquidum είναι τεχνικοί όροι, που χρησιμοποιούνται για προσδιορισμό οιωνών και σημαίνουν "κανονικοί, που έχουν ληφθεί σωστά και είναι ευνοϊκοί". [12] Επιπλέον, η αρχική μορφή του κλασικού λατινικού aluus, δηλ. της κοιλιάς και των κοπράνων, όπως εξακολουθεί να πιστοποιείται στο Κάτωνα τον Πρεσβύτερο ήταν *aulos, που ο Μαξ Μήντερμαν, επηρεασμένος από τα λιθουανικά, ανακατασκευάζει ως *au(e)los. Το h στο quoihauelod θα μπορούσε να δηλώσει μία παύση, όπως στο ahēn(e)us, huhuic (δηλ. δισύλλαβο huic). Έτσι ο Ντυμεζίλ προτείνει την ακόλουθη ερμηνεία για τις γραμμές 12-16: ... ne, descensa tunc iunctorum iumentoru]m cui aluo, nequ[eatur (θρησκευτική λειτουργία υπό πορεία, στο απαρέμφατο παθητικής φωνής) auspici]o iusto liquido. Η διακοπή που σημειώνεται με h στη γραμμή 13 θα απαιτούσε την ανάγνωση της προηγούμενης λέξης ως quoii, δοτική πτώση του quoi: quoiei είναι η αρχαία δοτική της τονισμένης σχετικής αντωνυμίας, αλλά θα μπορούσε κανείς να υποθέσει ότι στην εγκλιτική αόριστη αντωνυμία η δοτική θα μπορούσε νωρίτερα να μειωθεί σε quoiī. Το e στο auelod μπορεί να είναι εμβόλιμο φωνήεν, όπως στο numerus από *nom-zo: βλ. Etruscan Avile. Όσον αφορά το loi(u)quod, μπορεί να είναι μία αρχαϊκή μορφή ενός τύπου, του οποίου μπορεί κανείς να αναφέρει άλλες περιπτώσεις, όπως lucidus και Lucius, fluuidus και flŭuius, liuidus και Līuius.
Ο Μάικλ Γκράντ, στο βιβλίο του Ρωμαϊκή Αγορά γράφει: «Η επιγραφή που βρέθηκε κάτω από το μαύρο μάρμαρο ... αντιπροσωπεύει σαφώς έναν τελετουργικό νόμο ... οι εναρκτήριες λέξεις μεταφράζονται ως προειδοποίηση, ότι ένας άνθρωπος που βλάπτει, μολύνει ή παραβιάζει το σημείο, θα καταραστεί. Μία αποκατάσταση του κειμένου το ερμηνεύει ως αναφορά στην ατυχία, που θα μπορούσε να προκληθεί, εάν συμβεί δύο σε ζυγό βόδια που περνούν, ρίξουν ταυτόχρονα περιττώματα. Η σύμπτωση θα ήταν επικίνδυνος οιωνός». [13]
Το ότι η επιγραφή μπορεί να περιέχει ορισμένους νόμους πολύ πρώιμης περιόδου, αναγνωρίζεται επίσης από τον Άλεν Κ. Τζόνσομ. [14]
Αντ' αυτού, ο Πάλμερ, με βάση μία λεπτομερή ανάλυση κάθε αναγνωρίσιμης λέξης, έδωσε την ακόλουθη ερμηνεία αυτής της επιγραφής, την οποία και αυτός θεωρεί ότι είναι νόμος: