Manilla Road | |
---|---|
Πληροφορίες | |
Προέλευση | Ουιτσίτα, Κάνσας Ηνωμένες Πολιτείες |
Μουσικά είδη | Heavy metal, power metal |
Παρουσία | 1977-1990 2001-παρόν |
Δισκογραφική εταιρεία | Iron Glory, Black Dragon, Leviathan, Roadster, My Graveyard Productions, Monster, Cult Metal Classics, Dragonheart, Underground Symphony, Sentinel Steel, Battle Cry, New Iron Age, ZYX |
Μέλη | Μαρκ Σέλτον Μπράιαν Πάτρικ Τζος Καστίγιο Αντρέας Νόιντερτ |
Πρώην μέλη | Σκοτ Παρκ Μπεν Μάνκιρς Ρόμπερτ Παρκ Ρικ Φίσερ Μάιλς Σάιπ Ράντι Φοξ Άντριου Κος Άαρον Μπράουν Χάρβεϊ Πάτρικ Μαρκ Άντερσον Σκοτ Πίτερς Κόρι Κράιστνερ Βινς Γκόλμαν |
Ιστότοπος | |
http://www.manillaroad.net/ | |
wikidata (π) |
Οι Manilla Road είναι αμερικανικό heavy metal συγκρότημα, το οποίο σχηματίστηκε το 1977 στην Ουιτσίτα του Κάνσας, από τον κιθαρίστα και τραγουδιστή Μαρκ Σέλτον.
Ο Σέλτον δημιούργησε τους Manilla Road μαζί με τον μπασίστα Σκοτ Παρκ, τον κιθαρίστα Ρόμπερτ Παρκ και το ντράμερ Μπεν Μάνκιρς. Ο τελευταίος αντικαταστάθηκε το 1979, αρχικά από τον Μάιλς Σάιπ και στην συνέχεια από τον Ρικ Φίσερ.
Πρώτη ηχογράφηση του συγκροτήματος, με τον Σάιπ στα τύμπανα, ήταν μία ντέμο-κασέτα, το 1979, η οποία στάλθηκε σε διάφορους ραδιοφωνικούς σταθμούς στην ευρύτερη περιοχή της Ουιτσίτα.[1] Λίγο αργότερα, αποχώρησε ο Ρόμπερτ Παρκ αφήνοντας το συγκρότημα ως τρίο.[2]
Η νέα σύνθεση κυκλοφόρησε τον πρώτο δίσκο του συγκροτήματος με τίτλο Invasion, στις 20 Μαρτίου 1980, μέσω της δικής τους δισκογραφικής εταιρείας "Roadster Records".[3] Οι ρίζες του συγκροτήματος βρίσκονταν στο progressive rock της δεκαετίας του '70, με αιχμή του δόρατος τα ρινικά φωνητικά του Σέλτον και τις ανορθόδοξες και πολύπλοκες συνθέσεις τους. Με το πέρασμα των χρόνων, ο ήχος των Manilla Road βάρυνε.
Το άλμπουμ Metal ακολούθησε το 1982,[4] αν και την προηγούμενη χρονιά, το συγκρότημα είχε γράψει υλικό για έναν ολόκληρο δίσκο με τίτλο The Dreams Of Eschaton, το οποίο τελικά κυκλοφόρησε το 2002 ως Mark of the Beast.[5] Στο Metal, συμπεριλήφθηκε το κομμάτι Queen Of The Black Coast, βασισμένο στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Ρόμπερτ Χάουαρντ (1934).[6]
Οι δύο πρώτοι δίσκοι του συγκροτήματος είχαν περιορισμένη προώθηση, αλλά όταν το κομμάτι Flaming Metal System συμπεριλήφθηκε στην συλλογή της Shrapnel Records με τίτλο US Metal 3, έλαβαν θετικές κριτικές και η δημοτικότητα τους ανέβηκε. Ο Μάικ Μετζ έπαιξε πλήκτρα στο Crystal Logic του 1983, το οποίο κυκλοφόρησε στην Ευρώπη μέσω της γαλλικής Black Dragon Records.[7] Ο δίσκος παρουσίασε doom metal στοιχεία, τα οποία οι Manilla Road συνδύασαν με την επική τους θεματολογία.
Ο ντράμερ Ράντι Φοξ αντικατέστησε τον Ρικ Φίσερ,[8] πριν την ηχογράφηση του άλμπουμ Open the Gates, το οποίο ήταν επηρεασμένο από διάφορα μυθιστορήματα όπως το Poeticon Astronomicon του Μάρκου Μανίλιου, τα Ειδύλλια των Βασιλέων του Άλφρεντ Τέννυσον, η σκανδιναβική μυθολογία, η Η Λευκή Θεά του Ρόμπερτ Γκρέιβς, το ουαλικό Mabinogion, το Hanes Taliesin και η Ποιητική Έντα.[9] Οι πωλήσεις του άλμπουμ ανέβηκαν λόγω του ιδιαίτερα προσεγμένου εξωφύλλου του, το οποίο σχεδίασε ο Έρικ Λαρνόι.[10]
Τα The Deluge και Mystification του 1986 και 1987, αντίστοιχα, ήταν επηρεασμένα στιχουργικά από τον Έντγκαρ Άλλαν Πόε, με το πρώτο να χωρίζεται σε τρία μέρη, τα Eye of the Sea, Drowned Lands και Engulfed Cathedral,[11] ενώ περισσότερα από τα μισά κομμάτια του δεύτερου άλμπουμ έχουν ονομασίες και είναι επηρεασμένα από έργα του Πόε, όπως και το εξώφυλλο του.[12] Το συγκρότημα περιόδευσε μαζί με τους Liege Lord, με ηχογραφήσεις αυτής της περιοδείας να αποτελούν το ζωντανά ηχογραφημένο Roadkill του 1988.[13]
Την ίδια χρονιά, ένα ακόμη στούντιο άλμπουμ έκανε την εμφάνιση του, με το Out of the Abyss να παρουσιάζει μεγαλύτερες ταχύτητες σε σχέση με το παρελθόν, με πολλές speed metal επιρροές. Τα κομμάτια Return of the Old Ones και Black Cauldron είναι επηρεασμένα από την μυθολογία του Χ. Φ. Λάβκραφτ, το Midnight Meat Train από τα διηγήματα του Κλάιβ Μπάρκερ, το Whitechapel από τις δολοφονίες του Τζακ του Αντεροβγάλτη, και άλλα.[14]
Το The Courts of Chaos του 1990 κυκλοφόρησε σε δύο μορφές, μία ως άλμπουμ των Manilla Road και μία ως προσωπική δουλειά του Μαρκ Σέλτον, αποκλειστικά σε κασέτα.[15] Στον δίσκο συμπεριλήφθηκε η διασκευή στο D.O.A. των Bloodrock.
Το συγκρότημα διαλύθηκε μετά από αυτή την κυκλοφορία και ο Σέλτον ηχογράφησε τον δίσκο "The Circus Maximus" με τον μπασίστα Άντριου Κος και το ντράμερ Άαρον Μπράουν, με σκοπό την κυκλοφορία του ως σόλο άλμπουμ του κιθαρίστα, αλλά η "Black Dragon Records" τον κυκλοφόρησε υπό την επωνυμία των Manilla Road, το 1992.[16]
Κατά την περίοδο της διάλυσης του συγκροτήματος, κυκλοφόρησε η συλλογή Live by the Sword: The Very Best of Manilla Road από την Black Dragon σε συνεργασία με το ελληνικό Metal Hammer, στις 22 Ιουλίου 1998.[17]
Το συγκρότημα επέστρεψε το 2001 με την σύνθεση του να αποτελείται από τον Σέλτον, τον τραγουδιστή Μπράιαν Πάτρικ, τον μπασίστα Μαρκ Άντερσον και το ντράμερ Σκοτ Πίτερς, ηχογραφώντας το άλμπουμ Atlantis Rising μέσω της γερμανικής Iron Glory.[18] Το συγκρότημα είχε εμφανιστεί ζωντανά στο φεστιβάλ Bang Your Head μερικούς μήνες νωρίτερα.[19]
Το ανανεωμένο ενδιαφέρον για τους Manilla Road οδήγησε στην κυκλοφορία του The Dreams of Eschaton ως Mark of the Beast, τον Δεκέμβριο του 2002.[20] Έναν μήνα νωρίτερα, η Iron Glory Records κυκλοφόρησε ένα άλμπουμ με νέο υλικό με αρχικό τίτλο Seven Trumpets, το οποίο στην τελική του κυκλοφορία ονομάστηκε Spiral Castle.[21]
Το 2003, ο Χάρβεϊ Πάτρικ αντικατέστησε τον Μαρκ Άντερσον και το συγκρότημα περιόδευσε στην Ιταλία και την Ελλάδα και εμφανίστηκε στο φεστιβάλ "Keep It True" στις 10 Απριλίου 2004.[22] Τα τύμπανα ανέλαβε ο 19χρονος Κόρι Κράιστνερ,[23] με τους Manilla Road να κυκλοφορούν το Gates of Fire τον Ιούλιο του 2005.[24]
Η σύνθεση των Σέλτον, Πάτρικ και Κράιστνερ ηχογράφησε τον δίσκο Voyager, που κυκλοφόρησε το 2008, με τον Βινς Γκόλμαν να αναλαμβάνει το μπάσο για την περιοδεία του άλμπουμ.[25] Το 2010, νέος μπασίστας του συγκροτήματος ήταν ο Τζος Καστίγιο και την επόμενη χρονιά εντάχθηκε στο σχήμα ο ντράμερ Αντρέας Νόιντερθ.[26]
Το συγκρότημα ηχογράφησε το άλμπουμ Playground of the Damned το οποίο κυκλοφόρησε στις 15 Ιουλίου 2011,[27] ακολουθούμενο από το Mysterium του 2013.[28] Οι Manilla Road εμφανίστηκαν στο Hellfest τον Ιούνιο του 2013 και περιόδευσαν στις Ηνωμένες Πολιτείες το Νοέμβριο.[29][30]
Στις αρχές του 2015, ανακοινώθηκε η κυκλοφορία του διπλού άλμπουμ The Blessed Curse μέσω της ZYX.[31] Για την προώθηση του εμφανίστηκαν σαν πρώτο όνομα στο Up The Hammers Festival Xστην Αθήνα, στις 7 Μαρτίου του 2015.[32]
Στούντιο ηχογραφήσεις
|
Ζωντανές ηχογραφήσεις
Συλλογές
|