Mikoyan-Gurevich MiG-9 | |
---|---|
MiG-9 που εκτίθεται στο Αεροπορικό Μουσείο Μονίνο, στα περίχωρα της Μόσχας. | |
Τύπος | μαχητικό αεροσκάφος |
Κατασκευαστής | Mikoyan-Gurevich |
Χώρα προέλευσης | ΕΣΣΔ |
Παρθενική πτήση | 24 Απριλίου 1946 |
Κύριος χειριστής | Σοβιετική Πολεμική Αεροπορία Πολεμική Αεροπορία του Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού |
Παραγωγή | 1946–1948 |
Μονάδες που παρήχθησαν | 610 |
To Mikoyan-Gurevich MiG-9 (ρωσικά: Микоян и Гуревич МиГ-9, ονομασία αναφοράς NATO: Fargo[1]) ήταν το πρώτο αεριωθούμενο μαχητικό που ανέπτυξε το σοβιετικό Σχεδιαστικό Γραφείο Mikoyan-Gurevich. Οι εργασίες άρχισαν λίγα χρόνια μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και ως προωστικό σύστημα χρησιμοποιήθηκαν δύο κινητήρες turbojet RD-20, που ήταν αντίγραφα των γερμανικών BMW 003 από την περίοδο του πολέμου. Το σημαντικότερο πρόβλημα που αντιμετώπισαν τα MiG-9 ήταν πως όταν έβαλλαν με το κύριο πυροβόλο τους σε μεγάλα ύψη υπήρχε εισρόφηση αερίων του πυροβόλου από τους κινητήρες. Δοκιμάστηκαν διαφορετικά όπλα και διατάξεις, χωρίς όμως να επιλυθεί το πρόβλημα. Επίσης εξετάστηκε η χρήση κινητήρων άλλου τύπου, όμως η έλευση του σαφώς ανώτερου MiG-15 ματαίωσε αυτά τα σχέδια.
Κατασκευάστηκαν 610 αεροσκάφη συνολικά, συμπεριλαμβανομένων των πρωτοτύπων, με τα πρώτα εξ αυτών να εντάσσονται σε υπηρεσία με την Σοβιετική Πολεμική Αεροπορία το 1948. Τουλάχιστον 372 αεροσκάφη παραδόθηκαν στην Αεροπορία του Λαϊκου Απελευθερωτικού Στρατού προκειμένου να υπερασπιστούν τις κινεζικές πόλεις από τις αεροπορικές επιδρομές που πραγματοποιούσαν οι δυνάμεις της Ταϊβάν και για να εκπαιδευτούν οι Κινέζοι στην χρήση των αεριωθουμένων. Η επιχειρησιακή πορεία των MiG-9 ήταν σύντομη, διότι σύντομα αντικαταστάθηκαν από τα MiG-15.
Τον Φεβρουάριο του 1945, το Συμβούλιο των Λαϊκών Επιτρόπων διέταξε το Σχεδιαστικό Γραφείο Mikoyan-Gurevich (MiG) να αναπτύξει ένα μονοθέσιο μαχητικό αεροσκάφος που θα προωθούνταν από δύο γερμανικούς κινητήρες BMW 003. Κύρια αποστολή του νέου αεροσκάφους θα ήταν η κατάρριψη των εχθρικών βομβαρδιστικών και για αυτό τον σκοπό θα ήταν οπλισμένο με ένα πυροβόλο των 57 mm ή των 37 mm, καθώς και με δύο πυροβόλα των 23 mm . Στις 9 Απριλίου εκδόθηκε πιο λεπτομερής οδηγία σύμφωνα με την οποία το αεροσκάφος θα έπρεπε να έχει μέγιστη ταχύτητα 900 km/h στο επίπεδο της θάλασσας και 910 km/h σε ύψος 5000 m. Επίσης θα έπρεπε να μπορεί να φθάσει στα 5000 m το πολύ μέσα σε τέσσερα λεπτά, καθώς και να έχει ακτίνα δράσης 820 km. Ζητήθηκε η κατασκευή τριών πρωτοτύπων, που θα έπρεπε να είναι έτοιμα για πτητικές δοκιμές μέχρι τις 15 Μαρτίου 1946.[2]
Επιλέχθηκε η γενική διάταξη «pod-and-boom» για το νέο μαχητικό, που έφερε την ονομασία I-300, επειδή προσέφερε συγκριτικά πλεονεκτήματα όσον αφορά την συμπεριφορά του αεροσκάφους κατά την προσγείωση. Από την άλλη η επιλογή αυτή είχε και ορισμένα μειονεκτήματα, όπως την ασυνήθιστη διάταξη του τρίκυκλου ανασυρόμενου συστήματος προσγείωσης, ζητήματα προστασίας του πίσω μέρους της ατράκτου από τα θερμά αέρια των κινητήρων τζετ καθώς και της θέσης στην οποία θα τοποθετούνταν το πυροβόλο. Το αεροσκάφος ήταν μεσοπτέρυγο και οι πτέρυγές του δεν ήταν οπισθοκλινείς. Ήταν ολομεταλλικής κατασκευής, με τους αεραγωγούς για τους δύο κινητήρες στο ρύγχος. Προωθούνταν από δύο κινητήρες RD-20, οι οποίοι ήταν σοβιετικής κατασκευής εκδόσεις των BMW 003. Οι κινητήρες βρίσκονταν πίσω από το κόκπιτ, στο κάτω μέρος της ατράκτου. Το κόκπιτ δεν ήταν συμπιεζόμενο. Υπήρχαν τέσσερις δεξαμενές καυσίμου στην άτρακτο και τρεις σε κάθε πτέρυγα, παρέχοντας συνολική εσωτερική χωρητικότητα καυσίμου 1.625 λίτρων. Ο προβλεπόμενος οπλισμός αποτελούνταν από ένα πυροβόλο NL-57 των 57 mm τοποθετημένο κεντρικά, στο διάφραγμα των δύο αεραγωγών και δύο πυροβόλα Nudelman-Suranov NS-23 των 23 mm στο κάτω χείλος των αεραγωγών.[3] Το πυροβόλο N-57 είχε αναχορηγία 28 βλημάτων και τα δύο πυροβόλα NS-23 ογδόντα βλημάτων έκαστο.[4]
Η κατασκευή των τριών πρωτοτύπων ξεκίνησε στα τέλη του 1945 και οι στατικές δοκιμές του πρώτου άρχισαν στις 30 Δεκεμβρίου. Στις 25 Μαρτίου μεταφέρθηκε οδικώς στο Ραμενσκόγιε για να αρχίσει η προετοιμασία για τις πτητικές δοκιμές.[5] Το I-300 πραγματοποίησε την παρθενική του πτήση, διάρκειας έξι λεπτών, στις 24 Απριλίου 1946.[6] Οι πρώτες πτήσεις αποκάλυψαν πως υπήρχαν προβλήματα ευστάθειας και κραδασμών, καθώς και ζητήματα με το θερμομονωτικό κάλυμμα που προστάτευε το πίσω μέρος της ατράκτου από τα αέρια των κινητήρων. Το αρχικό πρωτότυπο συνετρίβη, με συνέπεια να χάσει τη ζωή του ο πιλότος. Οι δοκιμές συνεχίστηκαν τον Αύγουστο με τα δύο εναπομείναντα πρωτότυπα, όμως η προετοιμασίες για τον εορτασμό της Οκτωβριανής Επανάστασης καθυστέρησαν την έναρξη των δοκιμών αποδοχής του τύπου από την Αεροπορία μέχρι την 17η Δεκεμβρίου. Εν τω μεταξύ, ο οριζόντιος σταθεροποιητής του δεύτερου πρωτοτύπου διαλύθηκε κατά τη διάρκεια μιας πτήσης, αλλά ο πιλότος κατάφερε να προσγειώσει το αεροσκάφος. Ανάλογο περιστατικό συνέβη και στο τρίτο πρωτότυπο τον Φεβρουάριο του 1947, γεγονός που οδήγησε στην ενίσχυση του ουραίου.[7]
Σε υπηρεσία το νέο μαχητικό έλαβε την ονομασία MiG-9 και μια μικρή παρτίδα δέκα αεροσκαφών, εξοπλισμένων με αυθεντικούς γερμανικούς κινητήρες, παραγγέλθηκε κατά τη διάρκεια του 1946 από το εργοστάσιο Νο 1 στο Καζάν πριν ακόμα ολοκληρωθούν οι πτητικές δοκιμές. Προοριζόταν να χρησιμοποιηθούν στην παρέλαση, στο πλαίσιο των εορτασμών για την Οκτωβριανή Επανάσταση, όμως εξαιτίας των δυσμενών καιρικών συνθηκών ματαιώθηκε η πτήση τους. Δύο από αυτά τα αεροσκάφη χρησιμοποιήθηκαν για τις δοκιμές αποδοχής του τύπου από την Αεροπορία, ενώ άλλα χρησιμοποιήθηκαν ως αεροσκάφη δοκιμών για διάφορα προγράμματα. Οι δοκιμές ολοκληρώθηκαν τον Ιούνιο και τα MiG-9 σε γενικές γραμμές πληρούσαν τις προδιαγραφές που είχαν τεθεί. Οι δοκιμαστές πιλότοι θεωρούσαν πως το μαχητικό ήταν εύκολο και απλό στην πτήση. Τα ελαττώματα που παρατηρήθηκαν κατά τη διάρκεια των δοκιμών ήταν ότι οι κινητήρες φλέγονταν κατά την πυροδότηση του πυροβόλου σε μεγάλα ύψη λόγω εισρόφησης αερίων του πυροβόλου, ενώ δεν υπήρχε εκτινασσόμενο κάθισμα ή σύστημα πυρόσβεσης. Οι δεξαμενές καυσίμων δεν ήταν αυτοστεγανοποιούμενες και ο πιλότος δεν προστατεύονταν από θωράκιση. Παρόλα αυτά το MiG-9 εντάχθηκε σε παραγωγή στο εργοστάσιο Νο 1 πριν ακόμα ολοκληρωθούν οι δοκιμές αποδοχής, καθώς η σοβιετική ηγεσία έκρινε ότι τα προαναφερθέντα ζητήματα θα μπορούσαν να διορθωθούν κατά τη διάρκεια της παραγωγής. Στα τέλη του 1946 παραγγέλθηκαν πενήντα αεροσκάφη, σαράντα μονοθέσια μαχητικά και δέκα διθέσια εκπαιδευτικά, για να συμμετάσχουν στην παρέλαση για την Εργατική Πρωτομαγιά του 1947. Σε αναγνώριση του επιτεύγματός τους, οι Αρτέμ Μικογιάν και Μιχαήλ Γκουρέβιτς τιμήθηκαν με το Βραβείο Στάλιν το 1947.[8]
Τα MiG-9 παραδόθηκαν σε συντάγματα μαχητικών της 1ης, 7ης, 14η, 15η και 16ης Αεροπορικής Στρατιάς. Οι δύο τελευταίες είχαν τις έδρες τους στην περιοχή του Καλίνινγκραντ και στην Ανατολική Γερμανία αντίστοιχα. Πέραν αυτών MiG-9 παρέλαβε το 1949 και το 177ο Σύνταγμα Μαχητικών που είχε την βάση του κοντά στο Γιαροσλάβλ.[9]
Τον Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο του 1950 έξι αεροπορικές μεραρχίες εξοπλισμένες με MiG-9 στάλθηκαν στην Κίνα για να αναλάβουν καθήκοντα αεράμυνας καθώς και εκπαίδευσης. Ανέλαβαν την προστασία των πόλεων Σενγιάνγκ, Τανγκσάν, Γκουανγκτζόου, Γκονγκζουλίνγκ, της Σαγγάης και του Πεκίνου. Όταν ολοκληρώθηκε η εκπαίδευση των Κινέζων, οι Σοβιετικοί τους παρέδωσαν τα αεροσκάφη τους.[10] Οι Κινέζοι εξέτασαν το ενδεχόμενο να στείλουν τα MiG-9 στην Κορέα, όμως κρίθηκε προτιμότερη η μετάπτωση στα MiG-15.[11]