Η λεγόμενη Pax Mongolica (Ειρήνη των Μογγόλων) που είναι λιγότερο γνωστή και ως Pax Tatarica[1] (Ταταρική Ειρήνη) είναι ένας ιστορικός όρος που δημιουργήθηκε από σύγχρονους ιστορικούς, σε αναλογία με την Pax Romana (Ρωμαϊκή Ειρήνη), που περιγράφει μία εποχή σχετικής ειρήνης και ευημερίας στην Ευρασία κατά τον 13ο και 14ο αιώνα μ.Χ. που προέκυψε μετά από την ίδρυση της Μογγολικής Αυτοκρατορίας από τον Τζένγκις Χαν.
Η Μογγολική Αυτοκρατορία εκτεινόταν από τη νοτιοανατολική Ασία μέχρι την Ανατολική Ευρώπη και συνέδεε την Ανατολή με τη Δύση μέσω του δρόμου του μεταξιού. Τα μογγολικά χανάτα που είχαν τον έλεγχο των εμπορικών περιοχών είχαν φροντίσει να δημιουργήσουν την απαραίτητη ασφάλεια και σταθερότητα για την ευημερία του εμπορίου. Χαρακτηριστικά λεγόταν ότι εκείνη την εποχή «μία κοπέλα που φορούσε χρυσό στα μαλλιά μπορούσε να ταξιδέψει με ασφάλεια»[2].
Το τέλος της Pax Mongolica θεωρείται ότι έφτασε στα μέσα του 14ου αι. με την κατάρρευση των χανάτων και το ξέσπασμα της βουβωνικής πανώλης που μέσω των εμπορικών οδών εξαπλώθηκε σχεδόν σε όλον τον γνωστό τότε κόσμο.
Ως αρχή της Pax Mongolica θεωρείται η ίδρυση της Μογγολικής Αυτοκρατορίας τον 13ο αι. από τον Τζένγκις Χαν που μέσω των στρατιωτικών κατακτήσεων κατάφερε να ενώσει τις μογγολικές φυλές. Το ιδιαίτερο σύστημα του Τζένγκις Χαν που συνδύαζε τη στρατιωτική επιβολή και την τρομοκρατία με τη θρησκευτική και πολιτισμική ανοχή κατάφερε να δημιουργήσει συνθήκες σταθερότητας και ευημερίας πρωτόγνωρες για την περιοχή. Οι εδαφικές κατακτήσεις παρείχαν νέους στρατιώτες για τον στρατό του Τζένγκις Χαν, νέο εργατικό δυναμικό για την πολιτική του δομή, νέες πηγές εισοδήματος από φορολογία αλλά και νέες ιδέες, εφευρέσεις και μία συνεχώς διευρυνόμενη δεξαμενή ταλέντου. Αυτό το γεγονός μετέτρεψε τη Μογγολική Αυτοκρατορία από μία απλή εδαφική κυριαρχία στο πιο προηγμένο τεχνολογικά και οικονομικά κράτος της εποχής του[3].
Στην ακμή της η Μογγολική Αυτοκρατορία εκτεινόταν από την Κίνα μέχρι την Ουγγαρία και από τη Ρωσία μέχρι το Θιβέτ. Αυτό σήμαινε ότι ένα τεράστιο κομμάτι της ευρασιατικής ηπείρου βρισκόταν υπό τον έλεγχο μίας πολιτικής οντότητας. Σαν αποτέλεσμα οι εμπορικοί οδοί ήταν εξαιρετικά ασφαλείς, γεγονός που οδήγησε στην ανάπτυξη του εμπορίου και την οικονομική ευημερία. Με αυτόν τον τρόπο η Pax Mongolica επηρέασε πολλούς πολιτισμούς τόσο στην Ασία όσο και στην Ευρώπη.
Ο δρόμος του μεταξιού συνέδεε εμπορικά την Ασία με την Ευρώπη, αλλά πριν από την κυριαρχία των Μογγόλων ήταν εξαιρετικά επισφαλής και επικίνδυνος καθώς περνούσε από περιοχές που χαρακτηρίζονταν από συγκρούσεις, ανταγωνισμούς και πολεμικές συρράξεις. Η Μογγολική Αυτοκρατορία εξαφάνισε τις συγκρούσεις, επέκτεινε το εμπορικό δίκτυο και δημιούργησε ευνοϊκές συνθήκες για τους εμπόρους και τους ταξιδευτές του 13ου και του 14ου αιώνα. Ήταν κατά τη διάρκεια της Pax Mongolica που ταξιδευτές από την Ευρώπη όπως ο Μάρκο Πόλο κατάφεραν να φτάσουν μέχρι την Κίνα. Η Ευρώπη και η Ασία άρχισαν να ανταλλάσσουν εμπορεύματα όπως το μετάξι, τα μπαχαρικά, πυρίτιδα, σιτηρά και πολύτιμους λίθους και μαζί με αυτά άρχισαν να ανταλλάσσουν και ιδέες, συνήθειες, τεχνολογία, μόδα και φιλοσοφικές απόψεις. Οι χώρες που συμμετείχαν σε αυτό το εμπόριο εκείνη την εποχή αύξησαν σημαντικά το ΑΕΠ τους[4].
Η Μογγολία βρισκόταν στο κέντρο της ασιατικής ηπείρου και αυτό της επέτρεψε να παίξει κεντρικό ρόλο στον έλεγχο και την ανάπτυξη του εμπορικού δικτύου. Κατά μήκος του δρόμου του μεταξιού οι Μογγόλοι έφτιαξαν φυλάκια με σκοπό την προστασία των καραβανιών. Έφτασαν μάλιστα στο σημείο να φυτέψουν δέντρα κατά μήκος της διαδρομής ώστε να γίνει πιο εύκολο το ταξίδι των εμπόρων και όπου δεν μπορούσε να φυτρώσει δέντρο σημάδεψαν τη διαδρομή με πέτρινα σύμβολα. Ο μογγολικός νόμος που ονομαζόταν «γιάσα» καθόριζε αυστηρούς κανόνες και τιμωρίες για τα ζητήματα που αφορούσαν το εμπόριο. Η ζωοκλοπή, το λαθρεμπόριο και η αγοραπωλησία γυναικών απαγορευόταν αυστηρά και οι διπλωματικές αποστολές έχαιραν ασυλίας και προστασίας. Επίσης προστατευόταν η ανεξιθρησκεία και οι ιερείς εξαιρούνταν από τη φορολογία όπως και οι γιατροί, οι δικηγόροι, οι νεκροθάφτες, οι δάσκαλοι και οι λόγιοι. Η «γιάσα» επίσης φρόντιζε να λαμβάνει υπόψην της τα νομικά συστήματα των διάφορων λαών έτσι ώστε να μην δημιουργεί άχρηστες συγκρούσεις που μπορούσαν να αποφευχθούν. Η νομοθεσία επιβάλλονταν από επιμέρους τοπικά κέντρα με ένα σύστημα κρατικών υπαλλήλων και αστυνομικών που μπορούσε να κάνει συλλήψεις και να επιβάλλει πρόστιμα. Αυτός ο επιμερισμός της εξουσίας επέτρεπε τον έλεγχο της Αυτοκρατορίας που ήταν υπερβολικά αχανής και πολυπολιτισμική για να ελεγχθεί με άλλον τρόπο.[3]
Οι Μογγόλοι δημιούργησαν ένα σύστημα επικοινωνίας σε όλη την αυτοκρατορία τους δημιουργώντας ταχυδρομικούς σταθμούς κάθε 40 – 50 χιλιόμετρα, απόσταση που αντιστοιχούσε περίπου στο ταξίδι μίας ημέρας με άλογο. Σε αυτούς τους σταθμούς οι ταξιδιώτες και οι ταχυδρόμοι μπορούσαν να ξεκουραστούν, να περάσουν τη νύχτα με ασφάλεια και να αλλάξουν τα άλογά τους με πιο ξεκούραστα. Αυτό το σύστημα ονομάστηκε «γιαμ» και επέτρεπε την εύκολη, γρήγορα και ασφαλή μεταφορά μηνυμάτων εξασφαλίζοντας έτσι την πολιτική και οικονομική σταθερότητα της περιοχής[5].
Μέχρι τον 15ο αιώνα η Pax Mongolica είχε φτάσει στο τέλος της και το εμπόριο ανάμεσα στην Ανατολή και τη Δύση περιορίστηκε και σε ορισμένες περιπτώσεις διακόπηκε. Οι λόγοι της παρακμής της μογγολικής ειρήνης είναι πολλοί και σχετίζονται με πολιτικές εξελίξεις, πολεμικές συρράξεις αλλά και θεομηνίες.
Ο Τζένγκις Χαν είχε φροντίσει να επιβάλλει την κοινωνική και θρησκευτική ανοχή γνωρίζοντας ότι μόνο έτσι μπορούσε να διατηρήσει ενωμένο ένα αληθινά πολυπολιτισμικό κράτος όπως ήταν η Μογγολική Αυτοκρατορία του 14ου αιώνα, αλλά αυτό δεν ήταν εξίσου προφανές και για τους διαδόχους του. Στη Ρωσία το χανάτο της Χρυσής Ορδής που είχε ιδρύσει ο απόγονος του Τζένγκις Χαν, ο Μπατού Χαν, μετά από έναν αιώνα ακμής είχε αρχίσει να καταρρέει καθώς είχε αρχίσει να δείχνει όλο και αυξανόμενη εχθρότητα απέναντι στις τοπικές θρησκείες. Οι Μογγόλοι Ρους είχαν αρχίσει να στρέφονται προς το Ισλάμ για πολιτικούς λόγους και οι διάφοροι πρίγκιπες άρχισαν να ερίζουν και να καταστρέφουν το δίκτυο επικοινωνίας μεταξύ τους. Έτσι η διαίρεση της Χρυσής Ορδής δεν άργησε να έρθει. Μέχρι το 1466 είχε κατακερματιστεί εντελώς και την εξουσία είχαν καταλάβει πολυάριθμα μικρότερα χανάτα που ήταν κυρίως τουρκόφωνα.
Στην Κίνα οι απόγονοι του Κουμπλάι Χαν άρχισαν να παραπονιούνται ότι οι Μογγόλοι της περιοχής είχαν γίνει «πολύ Κινέζοι» με αποτέλεσμα οι αυτοκράτορες της δυναστείας Γουάν να απομακρύνονται όλο και περισσότερο από τους υπηκόους τους προσπαθώντας να τονίσουν τη διαφορετική τους καταγωγή και να αποποιηθούν την κινέζικη κουλτούρα. Όπως και στην περίπτωση της Χρυσής ορδής, η ολοένα και αυξανόμενη εχθρότητα προς την τοπική κουλτούρα και θρησκεία οδήγησε στην καταστροφή. Οι Κινέζοι άρχισαν να φοβούνται τους άρχοντες που πια τους θεωρούσαν ξένους και εχθρικούς και άρχισαν να κυκλοφορούν φήμες ότι επρόκειτο να μαζέψουν τα παιδιά των Κινέζων και να τα σκοτώσουν ή να κάνουν μαγικές σεξουαλικές τελετές επάνω τους. Ο φόβος που άρχισε να φουντώνει επικίνδυνα τελικά οδήγησε στην εκδίωξη των Μογγόλων αρχόντων από την Κίνα και την απομόνωση της τελευταίας από το υπόλοιπο εμπορικό δίκτυο[5].
Το μεγάλο ξέσπασμα της επιδημίας βουβωνικής πανώλης που έπληξε την Ευρώπη τον 14ο αιώνα θεωρείται ότι προήλθε μέσω των εμπορικών οδών από την επιδημία που είχε ξεσπάσει στο μεγαλύτερο μέρος της Ασίας. Οι καινοτομίες και οι μεταρρυθμίσεις των Μογγόλων δεν ευνοούσαν μόνο τη διακίνηση εμπορευμάτων και ιδεών αλλά προφανώς και τη διακίνηση ασθενειών. Ο ιστορικός Γουίλιαμ Μακνίλ έγραψε η πανούκλα μεταφέρθηκε στους Μογγόλους στρατιώτες που εισέβαλαν στα κινέζικα και βουρμανέζικα σύνορα στα Ιμαλάϊα το 1252 από τα τρωκτικά της περιοχής[6]. Έπειτα οι στρατιώτες εξάπλωσαν τη μόλυνση προς τη Δύση μέσω της μετακίνησής τους στον δρόμο του μεταξιού. Μολυσμένοι ψύλλοι που βρίσκονταν στη χαίτη των αλόγων, στο τρίχωμα των καμηλών ή σε αρουραίους που κρύβονταν στα εμπορεύματα μετέφεραν τον ιό σε όλο και περισσότερες περιοχές. Εκτιμάται ότι η πανώλη τότε σκότωσε το ένα τρίτο του πληθυσμού της Κίνας και το 25 με 50% του πληθυσμού της Ευρώπης[6].
Αυτή η δημογραφική αποδυνάμωση των Μογγόλων σήμαινε ότι δεν μπορούσαν πλέον να επιβάλλουν τον έλεγχό τους στις αχανείς εκτάσεις της αυτοκρατορίας τους που άρχισε να σπαράζεται από εξεγέρσεις και αιματοχυσίες λόγω του πανικού που προκάλεσε η ασθένεια. Έτσι έφτασε στο τέλος της η Pax Mongolica.
Μετά την κατάρρευση της Pax Mongolica η Κίνα άρχισε να γίνεται όλο και πιο εσωστρεφής και μέσα στους επόμενους τρεις αιώνες θα αποκόπτονταν από το εμπόριο και τον υπόλοιπο πολιτισμό καθώς η δυναστεία των Μινγκ θα απαγόρευε το εμπόριο, θα εκδίωκε τις εμπορικές αποστολές και θα απαγόρευε να ομιλείται εντός των συνόρων της Κίνας οποιαδήποτε άλλη γλώσσα πέρα από τα κινέζικα. Η κινέζικη κοινωνία οπισθοδρόμησε προς τις συντηρητικές και περιοριστικές αξίες του κομφουκιανισμού και επήλθε πολιτισμικός μαρασμός, αλλά κανείς δεν ήταν διατεθειμένος να αναγνωρίσει την πραγματική αιτία της κατάστασης αυτής. Οι Κινέζοι άρχισαν να αποδίδουν την οπισθοδρόμηση στους πολέμους, τις επιδημίες και τις τοπικές εξεγέρσεις που ξεσπούσαν. Η Κίνα έχασε τη θέση της ως παγκόσμια εμπορική δύναμη και το εμπόριο και η πολιτισμική και διπλωματική επικοινωνία της Δύσης με την Ανατολή περιορίστηκε και σε πολλές περιπτώσεις σταμάτησε εντελώς[4].