Renault 19 | |
---|---|
Renault 19 TSE 1.4e Chamade Φάσης 1 (παραγωγής μεταξύ 1989 και 1992) | |
Σύνοψη | |
Κατασκευαστής | Renault |
Εναλλακτική ονομασία | Renault Energy (Κολομβία και Βενεζουέλα) |
Παραγωγή | Μάιος 1988 — Ιανουάριος 2000 |
Σχεδιαστής | Τζορτζέτο Τζουτζιάρο |
Αμάξωμα και σασί | |
Κατηγορία | Μικρομεσαίο αυτοκίνητο |
Αμάξωμα | 3-πορτο hatchback 5-πορτο hatchback 4-πορτο sedan (στη Φάση 1 ονομαζόταν «19 Chamade») 2-πορτο cabriolet |
Διαμόρφωση | Κινητήρας μπροστά, εμπρόσθια κίνηση |
Σχετική εξέλιξη | Renault Mégane πρώτης γενιάς |
Σύστημα κίνησης | |
Κινητήρας | Βενζίνη: 1.2 λίτρα 1.4 λίτρα 1.6 λίτρα 1.7 λίτρα 1.8 λίτρα 16V Ντίζελ: 1.9 λίτρα Όλοι 4-κύλινδροι σε σειρά (I4) |
Μετάδοση | 5-τάχυτο μηχανικό κιβώτιο 3-τάχυτο αυτόματο κιβώτιο 4-τάχυτο αυτόματο κιβώτιο |
Χωρητικότητα καυσίμου | 55 λίτρα |
Διαστάσεις | |
Μεταξόνιο | 2.545 χιλιοστά |
Μήκος | Hatchback : 4.156 χιλιοστά Sedan : 4.248 χιλιοστά |
Πλάτος | 1.694 χιλιοστά |
Ύψος | 1.412 χιλιοστά |
Κενό Βάρος | 886 - 1.175 κιλά |
Χρονολόγιο | |
Προηγούμενο μοντέλο | Renault 9 / 11 |
Επόμενο μοντέλο | Renault Mégane πρώτης γενιάς |
Το Renault 19 ήταν ένα μικρομεσαίο οικογενειακό αυτοκίνητο της κατηγορίας C, που κατασκευάστηκε από τη γαλλική αυτοκινητοβιομηχανία Renault, από τον Μάιο του 1988 έως τον Ιανουάριο του 2000. Αντικατέστησε τα Renault 9 / 11 και υπήρξε το τελευταίο μοντέλο της εταιρείας με «αριθμητικό» όνομα. Επίσης, γνώρισε τεράστια εμπορική επιτυχία, με τη συνολική διεθνή παραγωγή του να φτάνει τα 5,9 εκατομμύρια αντίτυπα. Αντικαταστάθηκε τον Ιανουάριο του 1996 από το Renault Mégane πρώτης γενιάς.
Η εξέλιξη του μοντέλου ξεκίνησε τον Νοέμβριο του 1983 και διήρκεσε 42 μήνες. Το σχετικό «πρότζεκτ Х53» είχε ως επείγοντα στόχο να βγάλει την εταιρεία από την εξαιρετικά δύσκολη οικονομική θέση που είχε βρεθεί τότε λόγω ακραίας αναξιοπιστίας. Η Renault ήταν κυριολεκτικά στο χείλος της καταστροφής, λόγω της πολύ κακής ποιότητας των προϊόντων της, που είχαν χτυπήσει εξαιρετικά χαμηλούς δείκτες αξιοπιστίας. Ιδιαίτερα τα Renault 14 και Renault 25, θεωρούνται ως η κορύφωση των προβλημάτων ποιότητας, γεγονός που και η ίδια η Renault παραδέχτηκε, διά στόματος του τότε διευθύνοντος συμβούλου της.
Ως αποτέλεσμα, η εταιρεία είχε αντιληφθεί ότι έπρεπε να βελτιώσει ριζικά την αξιοπιστία των μοντέλων της για να σπάσει το αδιέξοδο. Παράλληλα με τη δραματική μείωση των δαπανών, κάτι που επιτεύχθηκε με την πώληση αρκετών από τις δραστηριότητες της εταιρείας και τη σχεδόν ολοκληρωτική αποχώρησή της από τους αγώνες (ενώ έγιναν και μεγάλες μειώσεις προσωπικού), αποφάσισε να ξεκινήσει την αναβάθμιση των αυτοκινήτων της από τις δύο πλέον εμπορικές κατηγορίες της ευρωπαϊκής αγοράς:
Για τη σχεδίαση του αμαξώματος του πρότζεκτ Х53 έγινε, για πρώτη φορά σε Renault, εκτεταμένη χρήση ηλεκτρονικών υπολογιστών (Computer Aided Design). Μεταγενέστερα, επίσης, η συναρμολόγηση του μοντέλου παραγωγής γινόταν σε εργοστάσια αυτόματης ρομποτικής, άκρως φουτουριστικά για την εποχή του.
Απόδειξη της προσοχής που δόθηκε στο συγκεκριμένο πρότζεκτ της κατηγορίας С, είναι ότι αν και το αμάξωμα ήταν έτοιμο από τον Ιούλιο του 1985 (με το σαλόνι να διαμορφώνεται σε 5 επιπλέον μήνες) και τον Απρίλιο του 1986 το μοντέλο ήταν πρακτικώς έτοιμο, ωστόσο η εταιρεία το υπέβαλε σε εξαντλητικές δοκιμές προτού το ρίξει στη μαζική παραγωγή, επί 2 ολόκληρα χρόνια! Διάφορα αντίτυπα του νέου αυτοκινήτου διήνυσαν συνολικά 7,5 εκατομμύρια χιλιόμετρα, τόσο σε εσωτερικές εργαστηριακές δοκιμές, όσο και σε όλων των ειδών τα κλίματα και εξωτικά μέρη, από τη Σαχάρα έως την Αρκτική, σε ακραίες συνθήκες (βροχή, χιόνι, υψηλές και χαμηλές θερμοκρασίες).
Σε όλο αυτό το χρονικό διάστημα εξέλιξης, δεν είχε αποφασιστεί το όνομα του νέου μοντέλου, ούτε καν το είδος του ονόματος, αριθμητικό ή λεκτικό. Μόλις μερικές εβδομάδες πριν την κυκλοφορία, έλαβε τελικά ένα όνομα: Renault 19. Όπως μάλιστα προαναφέρθηκε, έμελλε να είναι και το τελευταίο μοντέλο της εταιρείας με αριθμητικό όνομα.
Τελικώς παρουσιάστηκε τον Ιούνιο του 1988,[1] ενώ τα πρώτα αντίτυπα έφτασαν στις αντιπροσωπείες στις 5 Σεπτεμβρίου 1988 στη Γαλλία και από τον Δεκέμβριο άρχισε να εξάγεται σε άλλα κράτη της Ευρώπης. Ενδεικτικώς, στη Γερμανία κυκλοφόρησε για πρώτη φορά στις 19 Ιανουαρίου 1989 και η δεξιοτίμονη εκδοχή έφτασε στο Ηνωμένο Βασίλειο τον Φεβρουάριο του 1989.
Αρχικά διατέθηκε μόνο σε εκδόσεις 3-πορτες και 5-πορτες hatchback 2 όγκων. Τον Μάρτιο του 1989, επίσης, κυκλοφόρησε και σε έκδοση 4-πορτη σεντάν 3 όγκων, που ειδικά στη Φάση 1 έφερε το όνομα 19 Chamade.[1] Στα μέσα Ιουλίου 1991, παρουσιάστηκε και μια έκδοση καμπριολέ που κατασκευαζόταν από τον οίκο Karmann. Κυκλοφόρησε για πρώτη φορά τον Οκτώβριο του 1991, συνδυαζόταν μόνο με τους κινητήρες 1.8 λίτρων, 8-βάλβιδο και 16-βάλβιδο, και παρήχθη σε μόλις 29.222 αντίτυπα.[2] Οι εργοστασιακοί κωδικοί για την πλατφόρμα της κάθε έκδοσης, ήταν C53 για το 3-πορτο hatchback, B53 για το 5-πορτο hatchback, L53 για το 4-πορτο sedan και D53 για το 2-πορτο cabriolet. Όλοι αυτοί οι κωδικοί είχαν προέλθει από τον κωδικό X53 που έφερε το πρότζεκτ κατά τη διάρκεια της εξέλιξής του.
Αν και η εξωτερική εμφάνιση του 19, η οποία είχε σχεδιαστεί από τον Τζορτζέτο Τζουτζιάρο (Giorgetto Giugiaro), προκάλεσε αμφιλεγόμενα σχόλια, καθώς θεωρήθηκε μάλλον συντηρητική και απρόσωπη (λόγω της ανυπαρξίας μπροστινής γρίλιας), ωστόσο εισέπραξε επαίνους για τους ιδιαίτερα μεγάλους εσωτερικούς του χώρους, την πολύ καλή ποιότητα κατασκευής στο εσωτερικό του, το ελκυστικό ταμπλό και πίνακα οργάνων, τους οικονομικούς και αξιόπιστους κινητήρες του και την πολύ καλή του οδική συμπεριφορά και άνετη ανάρτηση. Ιδιαίτερη προσοχή είχε δοθεί και στην αεροδυναμική του μοντέλου, καθώς το 19 hatchback είχε αεροδυναμικό συντελεστή Cd 0,31 και το 19 σεντάν μόλις 0,30 - νούμερα κορυφαία για μικρομεσαίο αυτοκίνητο στα τέλη της δεκαετίας του 1980.
Προσφερόταν με τον καινούριο τότε βενζινοκινητήρα E-type («Enengy») 1.4 λίτρων (μεταξύ του 1988 και του 1990 υπήρχε και μια εκδοχή του «Enengy» με κυβισμό 1.2 λίτρων), καθώς και με τους κινητήρες της σειράς F-type 1.7 και 1.8 βενζίνης και 1.9 ντίζελ. Υπήρξαν επίσης και «βασικές» εκδόσεις με τους βενζινοκινητήρες C-type Cléon 1.2 και 1.4 λίτρων (στην Αργεντινή και 1.6 λίτρων) σε ορισμένες αγορές.
Η κορυφαία έκδοση του μοντέλου ήταν το Renault 19 GTI 1.8 16V / 16S, βενζίνης, ισχύος 137 ίππων, με τελική ταχύτητα 215 χιλιόμετρα την ώρα και ήταν ο μόνος κινητήρας του 19 με 4 βαλβίδες ανά κύλινδρο, αντί για 2. Η παραγωγή του ξεκίνησε τον Οκτώβριο του 1990 και αντικατέστησε τα 9 Turbo και 11 Turbo.[1] Η έκδοση αυτή ήταν διαθέσιμη και με τις 3 εκδοχές του αμαξώματος και έφερε σπορ ανάρτηση, στάνταρ καθρέφτες και προφυλακτήρες στο χρώμα του αμαξώματος, ζάντες 15 ιντσών, εισαγωγή αέρα στο καπό, πίσω αεροτομή, τριάκτινο σπορ τιμόνι (αντί για 2 ακτίνων στις άλλες εκδόσεις) και ταχύμετρο με μέγιστη ένδειξη τα 240 χιλιόμετρα την ώρα, ενώ στις άλλες εκδόσεις η μέγιστη ένδειξη ήταν 230 χιλιόμετρα την ώρα.
Αναλυτικά, όλοι οι συνδυασμοί κινητήρων και εκδόσεων ήταν οι εξής:
Τον Ιούνιο του 1992, το μοντέλο υπέστη έναν επανασχεδιασμό στη γρίλια και στα μπροστινά και πίσω φώτα, ενώ και το ταμπλό άλλαξε σχεδίαση, υιοθετώντας πιο σύγχρονες καμπυλωτές γραμμές, μολονότι σε όλες τις δεξιοτίμονες αγορές διατηρήθηκε το αρχικό ταμπλό, και ταυτόχρονα το 19 άρχισε να προσφέρει και Σύστημα Αντιμπλοκαρίσματος Τροχών (ABS). Επίσης, κατά τον επανασχεδιασμό, στις περισσότερες χώρες (μεταξύ των οποίων και στην Ελλάδα) το όνομα «Chamade» καταργήθηκε από τις εκδόσεις σεντάν και έμεινε το 19 σκέτο, ενώ σε κάποιες άλλες χώρες αντικαταστάθηκε από το «Europa». Όλα τα μετέπειτα μοντέλα έγιναν γνωστά ως Φάσης 2, ενώ τα παλαιότερα αναφέρονται από τότε ως Φάσης 1. Τον Σεπτέμβριο του 1993, εμφανίστηκε αερόσακος οδηγού, κάτι σχετικά δυσεύρετο τότε σε μικρομεσαίο όχημα (δείτε την επόμενη ενότητα).
Το 19 παρέμεινε στις αγορές της Ευρώπης έως τις αρχές του 1996, οπότε και αντικαταστάθηκε από το Renault Mégane πρώτης γενιάς, με εξαίρεση την έκδοση καμπριολέ που διατηρήθηκε μέχρι το 1997, αν και το 19 συνέχισε να παράγεται έως τον Ιανουάριο του 2000 στην Αργεντινή για τις αγορές της Νότιας Αμερικής. Αξίζει να σημειωθεί ότι τόσο το αμάξωμα, όσο και τα μηχανικά του μέρη (κινητήρες και συστήματα μετάδοσης), μεταφέρθηκαν και στην πρώτη γενιά του Megane, με μικρές μόνο τροποποιήσεις. Επίσης, όπως το 19, έτσι και η παραγωγή του Mégane συνεχίστηκε στο Ντουαί, στη βόρεια Γαλλία.
Το Renault 19 κέρδισε τον τίτλο του Αυτοκινήτου της Χρονιάς για το 1989 στη Γερμανία και στην Ισπανία, για το 1990 στην Ιρλανδία και για το 1993 στην Αργεντινή. Επιπλέον, από το 1990 έως το 1994 ήταν το νούμερο 1 σε πωλήσεις εισαγόμενο (μη γερμανικό) αυτοκίνητο στη Γερμανία και, μαζί με το Renault Clio της κατηγορίας B, έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην εμπορική ανάκαμψη της εταιρείας στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Συνολικά 5,9 εκατομμύρια Renault 19 κατασκευάστηκαν παγκοσμίως στα 12 χρόνια της παραγωγής του.