Yermolayev Yer-2 | |
---|---|
Το Yermolayev Yer-2 | |
Τύπος | μέσο βομβαρδιστικό |
Κατασκευαστής | Σχεδιαστικό Γραφείο Yermolayev |
Χώρα προέλευσης | ΕΣΣΔ |
Σχεδιασμός | Βλαντίμιρ Γιερμολάεφ |
Παρθενική πτήση | 14 Μαΐου 1940 |
Κύριος χειριστής | Σοβιετική Πολεμική Αεροπορία |
Αναπτύχθηκε από | Bartini Stal-7 |
Το Yermolayev Yer-2 ήταν δικινητήριο μέσο βομβαρδιστικό μακράς ακτίνας δράσης που χρησιμοποιήθηκε από τη Σοβιετική Πολεμική Αεροπορία στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Βασίζονταν στο Bartini Stal-7, ένα επιβατηγό αεροσκάφος που είχε σχεδιαστεί πριν από την έναρξη του πολέμου αλλά δεν μπήκε στην παραγωγή. Yer-2 βομβάρδισαν το Βερολίνο ορμώμενα από αεροπορικές βάσεις στην Εσθονία στις αρχές της Επιχείρησης Μπαρμπαρόσα. Η παραγωγή του αεροσκάφους τερματίστηκε τον Αύγουστο του 1941 προκείμενου να επικεντρωθεί το εργοστάσιο που τα κατασκεύαζε στο σημαντικότερο Ilyushin Il-2. Στα τέλη του 1943 ξεκίνησε ξανά η παραγωγή του Yer-2, με νέους πιο αποδοτικούς κινητήρες diesel Charomskiy ACh-30.
Παρόλο που σχεδιάστηκε σαν μέσο βομβαρδιστικό μακράς ακτίνας δράσης, χρησιμοποιήθηκε στον ρόλο της εγγύς υποστήριξης στην απελπισμένη μάχη για την άμυνα της Μόσχας τον χειμώνα του 1941 και υπέστη τρομακτικές απώλειες. Όσα αεροσκάφη είχαν απομείνει μεταφέρθηκαν στα μέσα του 1943 στα σχολεία εκπαίδευσης βομβαρδιστικών. Η επανέναρξη της παραγωγής το ίδιο έτος επέτρεψε την επιστροφή του τύπου στις πολεμικές αποστολές τον Απρίλιο του 1945. Το Yer-2 παρέμεινε σε υπηρεσία με την Αεροπορία Μακράς Ακτίνας Δράσης μετά το τέλος του πολέμου. Αντικαταστάθηκε από τετρακινητήρια βομβαρδιστικά στα τέλη της δεκαετίας του 1940.
Ο Ρομπέρτο Μπαρτίνι (ιταλ. Roberto Bartini) σχεδίασε το επιβατηγό αεροσκάφος Stal-7 όταν ήταν αρχισχεδιαστής στο ZOK NII GVF (Εργοστάσιο για Ειδικές Κατασκευές του Επιστημονικού Ινστιτούτου Δοκιμών για τον Πολιτικό Αεροπορικό Στόλο). Οι επιδόσεις του αεροσκάφους ήταν εξαιρετικές, ειδικά όσον αφορά το φορτίο που μπορούσε να μεταφέρει: με πλήρες βάρος πάνω από το 56% του συνόλου ήταν φορτίο.[1] Στις αρχές του 1938, ενώ βρίσκονταν σε εξέλιξη το πρόγραμμα δοκιμών, το πρωτότυπο συνετρίβη κατά την απογείωση με μέγιστο φορτίο.[2] Ο Μπαρτίνι συνελήφθη μετά το ατύχημα και φυλακίστηκε σε Γκουλάγκ στη Σιβηρία.[2] Η εξέλιξη του Stal-7 διεκόπη και το πρωτότυπο παρέμεινε κατεστραμμένο μέχρι που ο Βλαντίμιρ Γιερμολάεφ (ρωσ. Владимир Ермолаев, στα αγγλικά αποδίδεται Vladimir Yermolaev) ανέλαβε αρχισχεδιαστής του ομώνυμου σχεδιαστικού γραφείου (κωδικός: OKB-240) με αποστολή να μετατρέψει το Stal-7 σε βομβαρδιστικό μακράς ακτίνας δράσης. Το έργο του διευκολύνθηκε σημαντικά από το γεγονός ότι ο Μπαρτίνι είχε μεριμνήσει για τη διάθεση χώρου όπου θα μπορούσαν να μεταφερθούν βόμβες. Μετά την επισκευή του πρωτοτύπου συνεχίστηκε κανονικά το πρόγραμμα δοκιμών. Το αεροσκάφος έσπασε μάλιστα το παγκόσμιο ρεκόρ συνεχούς πτήσης στις 28 Αυγούστου 1939 πραγματοποιώντας την πτήση Μόσχα - Γεκατερίνμπουργκ (επί ΕΣΣΔ ονομάζονταν Σβερντλόφσκ) - Σεβαστούπολη - Μόσχα, καλύπτοντας απόσταση 5086 km με μέση ταχύτητα 405 km/h.[1]
Ο προκαταρκτικός σχεδιασμός της έκδοσης βομβαρδιστικού του Stal-7, που ονομάζονταν DB-240 (βομβαρδιστικό μακράς ακτίνας δράσης 240), ολοκληρώθηκε στις αρχές του 1939 και τον Ιούλιο ξεκίνησε η κατασκευή δύο πρωτοτύπων. Το DB-240 ήταν επί της ουσίας μια νέα σχεδίαση, που διατηρούσε απλώς το γενικό σχέδιο του Stal-7. Η θέση του πιλότου ήταν μετατοπισμένη σε σχέση με τον διαμήκη άξονα προκειμένου να έχει καλύτερη ορατότητα. Ο πλοηγός/βομβαρδιστής ήταν στο ρύγχος -που ήταν καλυμμένο με πλεξιγκλάς- και χειρίζονταν ένα πολυβόλο ShKAS των 7,62 mm και ο ασυρματιστής κάθονταν κάτω και δεξιά από τον πιλότο. Το αεροσκάφος διέθετε εν μέρει ανασυρόμενο πυργίσκο πολυβόλων στη ράχη, οπλισμένο με ένα βαρύ πολυβόλο Berezin UBT των 12,7 mm. Ένα ακόμα πολυβόλο ShKAS ήταν τοποθετημένο σε κοιλιακή καταπακτή. Το DB-240 μπορούσε να μεταφέρει οπλικό φορτίο 2000 kg εσωτερικά και δύο βόμβες των 500 kg εξωτερικά. Μετέφερε μέχρι 4600 kg καυσίμου. Χρησιμοποιούσε αρχικά τους πειραματικούς κινητήρες Klimov M-106 όμως τελικά αυτοί αντικαταστάθηκαν από τους Klimov M-105.[3]
Το DB-240 πραγματοποίησε την παρθενική του πτήση στις 14 Μαΐου 1940 και οι δοκιμές αποδοχής του από την αεροπορία ξεκίνησαν στις 27 Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους. Το αεροσκάφος δεν είχε τις προβλεπόμενες επιδόσεις εξ' αιτίας της χρήσης των λιγότερο ισχυρών κινητήρων M-105. Είχε μέγιστη ταχύτητα 445 km/h σε ύψος 4250 m αντί της προβλεπόμενης των 500 km/h σε ύψος 6000 m. Αντιμετώπιζε προβλήματα με τους κινητήρες, χρειάζονταν υπερβολικά μεγάλου μήκους αεροδιάδρομους για να απογειωθεί και ο αμυντικός οπλισμός του κρίθηκε ανεπαρκής. Τα προβλήματα αυτά δεν αναιρούσαν το γεγονός ότι μπορούσε να μεταφέρει σημαντικό φορτίο βομβών σε πολύ μεγάλες αποστάσεις (1000 kg σε απόσταση 4100 km). Ο τύπος μπήκε σε παραγωγή τον Μάρτιο του 1941 με την ονομασία Yermolayev Yer-2 στο Εργοστάσιο Νο.18 στο Βορονέζ.[3]
Περίπου 50 μονάδες ήταν διαθέσιμες στις 22 Ιουνίου 1941, ημέρα έναρξης της Επιχείρησης Μπαρμπαρόσα. Τα αεροσκάφη παραγωγής ήταν 5–8 km/h πιο αργά και κατά 1220 kg βαρύτερα σε σχέση με τα πρωτότυπα. Η παραγωγή διεκόπη τον Αύγουστο προκειμένου το εργοστάσιο να επικεντρωθεί στην παραγωγή του απολύτως αναγκαίου για την πολεμική προσπάθεια Ilyushin Il-2.[4]
Τον Ιούλιο του 1941 πέταξε για πρώτη φορά μια βελτιωμένη έκδοση που χρησιμοποιούσε τους πειραματικούς κινητήρες Mikulin AM-37, είχε ενισχυμένο σύστημα προσγείωσης και πολυβόλα UBT των 12.7 mm στη θέση τον ShKAS. Είχε μέγιστη ταχύτητα 505 km/h σε ύψος 6000 m, όμως η ακτίνα δράσης με φορτίο βομβών 1000 kg μειώθηκε στα 3500 km. Οι κινητήρες αντιμετώπιζαν σημαντικά προβλήματα και υπερθερμαίνονταν. Το σχεδιαστικό γραφείο Mikulin δεν είχε εκείνη τη δύσκολη περίοδο τη δυνατότητα να τα επιλύσει με αποτέλεσμα να ακυρωθεί το αεροσκάφος όταν το εργοστάσιο μεταφέρθηκε από την περιοχή της Μόσχας στα μετόπισθεν για να προστατευθεί από τη γερμανική απειλή.[5]
Το 1941 δοκιμάστηκε επίσης η εγκατάσταση των κινητήρων diesel Charomskiy M-40F. Οι κινητήρες diesel έχουν γενικά πολύ μικρότερη κατανάλωση καυσίμου αλλά είναι βαρύτεροι. Το μέγιστο βάρος απογείωσης αυξήθηκε στα 13500 kg με αποτέλεσμα να πρέπει να ενισχυθεί το σύστημα προσγείωσης και να μεγαλώσει το εμβαδόν των πτερύγων ώστε ο πτερυγικός φόρτος να διατηρηθεί στα προηγούμενα επίπεδα. Το αεροσκάφος είχε μέγιστη ταχύτητα 430 km/h σε ύψος 6050 m. Ο πειραματικός κινητήρας Μ-40 δεν ήταν ακόμα έτοιμος για επιχειρησιακή χρήση και το εγχείρημα εγκαταλείφθηκε.[6] Ο συνδυασμός του αεροσκάφους με κινητήρα diesel έδειχνε όμως υποσχόμενος και έτσι επιλέχθηκε ο δοκιμασμένος Charomskiy ACh-30B. Το πιλοτήριο μετασκευάστηκε και πλέον κάθονταν δίπλα-δίπλα δύο πιλότοι. Επίσης αυξήθηκε η επιφάνεια των πτερύγων και του ουραίου. Το πολυβόλο των 12,7 mm του ραχιαίου πυργίσκου αντικαταστάθηκε από πυροβόλο ShVAK των 20 mm. Τα πολυβόλα ShKAS στο ρύγχος και την κοιλιακή καταπακτή αντικαταστάθηκαν από βαρύτερα UBT των 12,7 mm. Το αεροσκάφος μπορούσε να μεταφέρει μέχρι και 5460 kg καυσίμου. Το μετασκευασμένο Yer-2 με τους κινητήρες ACh-30B εντάχθηκε σε παραγωγή στο εργοστάσιο Νο. 39 στο Ιρκούτσκ στα τέλη του 1943. Μερικά αεροσκάφη μετατράπηκαν σε αεροσκάφη μεταφοράς VIP, με την ονομασία Yer-2ON.[6]
Τα Υer-2 δεν είχαν ενταχθεί ακόμα σε μονάδες της Σοβιετικής Αεροπορίας όταν οι Γερμανοί εισέβαλαν στην ΕΣΣΔ στις 22 Ιουνίου 1941. Σύντομα συγκροτήθηκαν τα 420 και 421 Αεροπορικά Συντάγματα Βομβαρδισμού Μεγάλης Εμβέλειας. Τα δύο συντάγματα συμμετείχαν για πρώτη φορά σε πολεμικές επιχειρήσεις στα τέλη του καλοκαιριού.[3] Το απόγευμα της 10ης Αυγούστου Yer-2 του 420ου Συντάγματος και βομβαρδιστικά Petlyakov Pe-8 του 432 Συντάγματος, ορμώμενα από το αεροδρόμιο του Πούσκινο (κοντά στο Λένινγκραντ) επιχείρησαν να πλήξουν το Βερολίνο. Το μήκος του αεροδιαδρόμου ήταν μικρό για να απογειωθεί ένα Yer-2 με πλήρες φορτίο αλλά τρία αεροσκάφη τα κατάφεραν. Δύο μπόρεσαν να βομβαρδίσουν το Βερολίνο, εκ των οποίων μόνο το ένα κατάφερε τελικά να επιστρέψει στη βάση του.[7] Τρία αεροσκάφη του 420ου Συντάγματος βομβάρδισαν το Κένιγκσμπεργκ (το σημερινό Καλίνινγκραντ) τη νύχτα 28 - 29 Αυγούστου και ξανά τη νύχτα 30 Αυγούστου - 1 Σεπτεμβρίου.[8]
Την 1η Οκτωβρίου υπήρχαν 63 αεροσκάφη στις τάξεις της αεροπορίας, εκ των οποίων μόνο τα 34 μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν άμεσα στις επιχειρήσεις.[9] Το 420ο Σύνταγμα είχε 154 πολεμικές αποστολές στο ενεργητικό του μέχρι την 1η Νοεμβρίου (6 τον Αύγουστο, 81 τον Σεπτέμβριο, 67 τον Οκτώβριο) και είχε χάση 30 από τα 40 αεροσκάφη του. Περισσότερα από τα μισά (19) είχαν απολεσθεί εξ αιτίας ατυχημάτων και άλλων αιτιών, που δεν σχετίζονταν με τη δράση του εχθρού. Τα Yer-2 είχαν βαρύτατες απώλειες κατά τη Μάχη της Μόσχας διότι χρησιμοποιήθηκαν σαν αεροσκάφη εγγύς υποστήριξης σε χαμηλό ύψος -δηλαδή σε ρόλο που ήταν εντελώς ακατάλληλα να επιτελέσουν- με αποτέλεσμα τον Μάρτιο του 1942 να έχουν απομείνει μόνο δώδεκα αεροσκάφη.[10] Όσα απέμειναν συνέχισαν να χρησιμοποιούνται σε πολεμικές αποστολές μέχρι και τον Αύγουστο του 1943 που μεταφέρθηκαν στις αεροπορικές σχολές.[10][11]
Το Yer-2 μπήκε ξανά σε παραγωγή στα τέλη του 1943, αλλά κανένα από τα νέα αεροσκάφη δεν είχε ενταχθεί σε κάποια πολεμική μονάδα μέχρι την 1η Ιουνίου 1944. Την πρωτοχρονιά του 1945 βρίσκονταν σε υπηρεσία 42 μονάδες και στις 10 Μαΐου 1945, μια μέρα μετά τη συνθηκολόγηση της Ναζιστικής Γερμανίας, υπήρχαν 101 αεροσκάφη.[9] Η πρώτη πολεμική αποστολή των νέων Yer-2 ήταν ο βομβαρδισμός του Καίνιγκσμπεργκ στις 7 Απριλίου 1945.[12] Ο τύπος παρέμεινε μεταπολεμικά σε υπηρεσία με την Αεροπορία Μακράς Ακτίνας Δράσης μέχρι την αντικατάσταση τους στα τέλη της δεκαετίας του 1940 από πιο σύγχρονα τετρακινητήρια βομβαρδιστικά όπως το Tupolev Tu-4.[6]