Συντεταγμένες: 51°55′30″N 6°34′51″E / 51.92500°N 6.58083°E
Άαλτεν | |||
---|---|---|---|
![]() | |||
| |||
51°55′30″N 6°34′51″E | |||
![]() | |||
Χώρα | Ολλανδία | ||
Διοικητική υπαγωγή | Χέλντερλαντ[1] | ||
Διοίκηση | |||
• mayor of Aalten | Anton Stapelkamp (από 2017) | ||
Έκταση | 97,04 km²[2] | ||
Υψόμετρο | 31 μέτρα | ||
Πληθυσμός | 27.120 (1 Ιανουαρίου 2021)[3] | ||
Ταχ. κωδ. | 7090, 7091, 7095, 7120, 7121, 7122, 7123, 7125 και 7126 | ||
Τηλ. κωδ. | 0543 | ||
Ζώνη ώρας | UTC+01:00 | ||
Ιστότοπος | Επίσημος ιστότοπος | ||
![]() | |||
Το Άαλτεν (Aalten ) είναι πόλη και έδρα δήμου της επαρχίας Χέλντερλαντ (Gelderland) της Ολλανδίας. Ο δήμος έχει έκταση 97,03 χλμ² και πληθυσμό 27.077 κατοίκους (2013). Καταλαμβάνει το ΝΑ τμήμα της επαρχίας, δίπλα στα γερμανικά σύνορα. Απέχει 45 χλμ. περίπου, Α του Άρνεμ και, βρίσκεται σε ένα γωνιακό σημείο της χώρας που έχει την ονομασία Άχτερχουκ (Achterhoek).
Η πόλη είναι σημαντικός σιδηροδρομικός κόμβος και βρίσκεται πάνω στις κεντρικές αρτηρίες, που συνδέουν την περιοχή με τα μεγάλα βιομηχανικά συγκροτήματα στη Γερμανία.
Ο κάτοικος της πόλης ονομάζεται Άαλτενάαρ (πληθ. Άαλτενάρεν) (Aaltenaar-en).
Οι ρίζες της ίδρυσης της πόλης βρίσκονται περίπου στον 6ο μ. Χ. αιώνα, με την ίδρυση ενός οικισμού στη θέση Άαλτερ Ες (Aalter Es), όπως προκύπτει από την ανακάλυψη ενός χώρου ταφής στη σημερινή Ντάμστραατ (Damstraat). Η επίσημη ίδρυση του χωριού, τοποθετείται κάπου στο δεύτερο μισό του 8ου αιώνα, όταν ο Καρλομάγνος, υπέταξε τις Σαξονικές φυλές στην περιοχή. Από εκείνη την περίοδο χρονολογούνται αρχαιολογικές ανασκαφές που διεξήχθησαν στη θέση Χόφεν και, έχουν βρεθεί ίχνη κτηρίων, τα οποία δεν είχαν κάποια εμφανή λειτουργία ως αγροκτήματα, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι το Άαλτεν ήταν ήδη ένα χωριό όπου ζούσαν τεχνίτες.[4] Κάθε κοινότητα στις κατακτημένες περιοχές έπρεπε να παραδώσει ένα μεγάλο υποστατικό (hoofdhof) για την ίδρυση μιας εκκλησίας. Πιθανώς, η πρώτη εκκλησία του Άαλτεν να κτίστηκε, τότε, στην πρώην θέση Άχοφ (Ahof), το σημερινό Ντε Πολ (De Pol). Η ενορία Άλαντον (Aladon) ή Άλετνιν (Alethnin), η οποία δημιουργήθηκε και αναφέρθηκε για πρώτη φορά το 1152, περιελάμβανε, επίσης αρχικά, το Μπρέντεφοορτ (Bredevoort) και το Ντίνξπερλο (Dinxperlo). Στον 10ο και 12ο αιώνες η ενορία Άαλτεν ήταν μέρος της κομητείας Λον (Lohn). Κατά τη διάρκεια του Ογδοηκονταετούς Πολέμου, η περιοχή υπέφερε πολύ από τις πολιορκίες, μεταξύ άλλων, του Μπρέντεφοορτ και του Χρούνλο (Groenlo), από τα διερχόμενα στρατεύματα, που συν τοις άλλοις, είχαν εγκαταστήσει στρατόπεδο στο χωριό. Κατά την εποχή της Γαλλικής κατοχής, το Άαλτεν ανήκε στο φεουδάτο του Μπρέντεφοορτ, ενώ το 1811 έγινε αυτοδιοίκητος δήμος. Κατά τον 19ο αιώνα, γύρω στο 1844, πολλοί κάτοικοι της πόλης έφυγαν ως μετανάστες προς τις Ηνωμένες Πολιτείες, τόσο για οικονομικούς όσο και για λόγους θρησκευτικής καταπίεσης.
Την 1η Οκτωβρίου 1940, βρετανικά αεροπλάνα έριξαν τρεις βόμβες στην πόλη, αλλά οι ζημιές ήσαν μόνον υλικές. Τον Μάρτιο του 1942 το πρώτο θύμα μιας αεροπορικής επιδρομής, ήταν ένα κορίτσι από το Ρότερνταμ, που βρέθηκε στην πόλη εκτάκτως, για λόγους υγείας. Στις 29 Αυγούστου του ιδίου έτους, διαλύθηκε το δημοτικό συμβούλιο και τον Φεβρουάριο του 1943, αφαιρέθηκαν οι καμπάνες από τους πύργους της εκκλησίας της Αγ. Ελένης, ενώ ξέσπασε απεργία στο εργοστάσιο αερίου, στα δημοτικά έργα, στην περίφημη υφαντουργία της πόλης, Ντρίσεν (Driessen) και στην Ολλανδική Βιοτεχνία Κουμπιών.[5]
Εκείνη την εποχή, αυξήθηκε πολύ μέσα στην πόλη ο αριθμός εκείνων που κρύβονταν από τους Γερμανούς. Στο Άαλτεν κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, κατέφυγαν, αναλογικά με τους μόνιμους κατοίκους, οι περισσότεροι Εβραίοι -και μη- σε όλη την Ολλανδία (κάποια στιγμή, περί τους 2500, σε συνολικό πληθυσμό 13.000).[6] Επίσης, στο Άαλτεν κετέφυγαν γύρω στους 500 κατοίκους του Σχέιφενίνγκεν (Scheveningen). Την 28η Ιανουαρίου του 1945, η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία της οδού Ντάικ (Dijkstraat) έπιασε φωτιά από συμμαχικούς βομβαρδισμούς. Το πρεσβυτέριο δέχθηκε καίριο χτύπημα, από το οποίο 3 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους, που ήσαν παρόντες, ενώ μια γυναίκα σε υπηρεσία ανασύρθηκε σώα από τα συντρίμμια. Στις 24 Μαρτίου του ιδίου έτους, η πόλη δέχθηκε ισχυρό βομβαρδισμό και, 18 άνθρωποι σκοτώθηκαν με άγνωστο αριθμός τραυματιών. Έξι ημέρες αργότερα, τη Μεγάλη Παρασκευή 30 Μαρτίου, το Άαλτεν απελευθερώθηκε από μονάδες του βρετανικού και ιρλανδικού στρατού.
Ο θυρεός του Άαλτεν αποτελείται από ένα συνδυασμό του δέντρου από τον παλαιό θυρεό του χωριού, με τα ασημένια σπαθιά που απεικονίζονταν στον παλαιό θυρεό του Ντίνξπερλο. Το δέντρο είναι μια φτελιά και τα σπαθιά είναι ανεστραμμένα και τοποθετημένα διαγωνίως, ενώ φέρουν στις λαβές τους χρυσά κρεμάμενα σχοινιά. Στην κορυφή του θυρεού, υπάρχει χρυσή κορώνα με δύο διαμάντια στο βάση της.[7]
Στα τέλη του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ου, το Άαλτεν -όπως και άλλες πόλεις της περιοχής- γνώρισε μια ακμάζουσα υφαντουργία. Η κλωστοβιομηχανία Ντρίσεν (Driessen) του Χάινριχ Ντρίσσεν και των ανηψιών του Άντον και Γιόζεφ έγιναν γνωστές σε όλη την Ολλανδία και όχι μόνον.[8] Εκτός από την τεράστια αύξηση της απασχόλησης για πολλούς κατοίκους, η κλωστοϋφαντουργία Ντρίσεν είχε, επίσης, μεγάλη κοινωνική και πολιτισμική σημασία για την πόλη. Έτσι, η φερώνυμη οικογένεια φρόντισε για καλύτερες διασυνδέσεις, υποστήριξε τις ενώσεις των κατοίκων και την Καθολική Εκκλησία. Η εταιρεία προσέφερα μαθήματα για τους εργαζομένους της, ώστε να μπορέσουν να εξελιχθούν περαιτέρω. Όμως, στο τέλος του 1969, η κλωστοϋφαντουργία που στεγαζόταν στην οδό Χόφ (Hofstraat) αναγκάστηκε να κλείσει.[9]
Το Άαλτεν περιλαμβάνει 28 μνημεία της ολλανδικής παραδοσιακής κληρονομιάς (Rijksmonumenten). Λόγω των ποικίλων εκκλησιαστικών του μνημείων και της θέσης του -λέγεται ότι η πόλη είναι κτισμένη σε 7 λόφους- αποκαλείται η Ιερουσαλήμ του Άχτερχουκ (Achterhoek).[10]