Συντεταγμένες: 41°22′28″N 23°26′24″E / 41.37444°N 23.44000°E
Άγκιστρο | |
---|---|
Λουτήρας στις πηγές Αγκίστρου | |
Διοίκηση | |
Χώρα | Ελλάδα |
Περιφέρεια | Κεντρική Μακεδονία |
Περιφερειακή Ενότητα | Σερρών |
Δημοτική Ενότητα | Αγκίστρου |
Γεωγραφία | |
Γεωγραφικό διαμέρισμα | Μακεδονίας |
Νομός | Σερρών |
Υψόμετρο | 280 μέτρα |
Έκταση | 71,457 (η κοινότητα) |
Πληθυσμός | |
Μόνιμος | 350 |
Έτος απογραφής | 2021 |
Πληροφορίες | |
Παλαιά ονομασία | Τσιγγέλη |
Ταχ. κώδικας | 623 00 |
Τηλ. κωδικός | 2323 |
Το Άγκιστρο (μέχρι το 1927 Τσιγγέλη)[1] είναι χωριό του δήμου Σιντικής, της περιφερειακής ενότητας (πρώην νομού) Σερρών, στην περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας. Σύμφωνα με την απογραφή του 2021, έχει πληθυσμό 350 κατοίκους, ενώ σύμφωνα με την απογραφή του 2011 είχε πληθυσμό 373 κατοίκους. Βρίσκεται σε υψόμετρο 180 μέτρων και σε μικρή απόσταση από τα βουλγαρικά σύνορα και 9 χιλιόμετρα από τον Προμαχώνα. Είναι το βορειότερο χωριό του νομού Σερρών. Είναι γνωστό για τις ιαματικές πηγές του.[2]
Νότια του χωριού βρίσκονται ορυχεία χρυσού και αργύρου τα οποία θεωρείται ότι βοήθησαν στην χρηματοδότηση της εκστρατείας του Μεγάλου Αλεξάνδρου και άλλες εκστρατείες των Μακεδόνων κατά τη διάρκεια του 4ου αιώνα π.Χ.,[3] αν και η συγκεκριμένη τοποθεσία δεν αναφέρεται στην αρχαιολογική βιβλιογραφία ως αρχαίο ορυχείο.[4] Στην αρχαιότητα άρχισαν να χρησιμοποιούνται και οι ιαματικές πηγές. Το πέτρινο λουτρό και ο πύργος στο κέντρο του χωριού ανεγέρθηκαν κατά τη διάρκεια της βυζαντινής περιόδου, περί το 950. Στον πύργο προστέθηκε ρολόι κατά τη διάρκεια του 14ου αιώνα.[3]
Κατά τη διάρκεια των οθωμανικών χρόνων, το χωριό ήταν γνωστό ως Τσιγγέλι ή Σεγκέλοβο. Τα βυζαντινά λουτρά χρησιμοποιήθηκαν από τον τοπικό μπέη και το χαρέμι του. Σύμφωνα με την παράδοση, ο πύργος του ρολογιού χρησιμοποιήθηκε ως φυλακή και τόπος εκτελέσεων.[3] Σε έρευνα του 1877 από τον Γάλλο καθηγητή Αλεξάντρ Συνβέ, στο χωριό κατοικούσαν 200 Έλληνες.[5][6] Σε έρευνα του 1888 από τον Gopčević το χωριό κατοικούνταν από 63% Τούρκους και 37% χριστιανούς Σέρβους. Σύμφωνα με τον Στρέζοβ, το 1891 είχε 870 κατοίκους, των οποίων οι εθνικότητες ήταν 480 Βούλγαροι, 350 Τούρκοι και 40 Βλάχοι.[7] Στην έρευνα του 1905 από την Βουλγαρική Εξαρχία, η οποία εξέφραζε τη βουλγαρική πλευρά,[8][9][10] στο χωριό κατοικούσαν 1.536 Βούλγαροι και διέθετε βουλγαρικό σχολείο,[11] ενώ δεν αναφέρει τον πληθυσμό των μουσουλμάνων. Την παρουσία βουλγαρικού σχολείου επιβεβαιώνει χάρτης του ιταλικού ινστιτούτου Geografico de Agostini των χριστιανικών σχολείων της Μακεδονίας.[12] Ο Χαλκιόπουλος το 1910 αναφέρει ότι το Άγκιστρο είχε 1.500 κατοίκους, από τους οποίους οι 1.350 ήταν χριστιανικοί σχισματικοί και 150 μουσουλμάνοι. Στην απογραφή του ελληνικού στρατού το 1912, το χωριό είχε 1.330 κατοίκους, από τους οποίους οι 80 ήταν σλαβόφωνοι ορθόδοξοι, 1.100 σχισματικοί Βούλγαροι και 150 μουσουλμάνοι.[7]
Μετά τον Β΄ Βαλκανικό Πόλεμο, το 1913, το Άγκιστρο βρέθηκε εντός ελληνικών συνόρων και στα επόμενα χρόνια λόγω των ψυχρών σχέσεων με τις γειτονικές χώρες ήταν πλήρως στρατικοποιημένη ζώνη.[3] Στην απαρίθμηση του 1913, το Άγκιστρο είχε 1.190 κατοίκους και στην απογραφή του 1920 είχε 965 κατοίκους. Με την ανταλλαγή πληθυσμών το 1923, οι μουσουλμάνοι αναγκάστηκαν να μετοικήσουν στην Τουρκία και στο χωριό εγκαταστάθηκαν 105 προσφυγικές οικογένειες. Στην απογραφή του 1928, το Άγκιστρο είχε 1.240 κατοίκους, από τους οποίους οι 346 ήταν πρόσφυγες.[7] Από το 1935 και έπειτα στο όρος Άγκιστρο κατασκευάστηκαν τα οχυρά Καρατάς και Τρεις Βρύσες, τμήμα της γραμμής Μεταξά. Στο χωριό υπήρχε έντονη παρουσία στρατού, με τον πληθυσμό του χωριού μαζί με τους αξιωματικούς και τους εφέδρους να φτάνει τα 1.915 άτομα. Με την κήρυξη του ελληνοϊταλικού πολέμου, το Άγκιστρο και οι γύρω οικισμοί εκκενώθηκαν. Το Άγκιστρο σε μεγάλο βαθμό καταστράφηκε κατά τη διάρκεια του πολέμου και του εμφυλίου.[3]
Μετά την λήξη των πολέμων, το Άγκιστρο ξαναχτίστηκε με χρηματοδότηση από το σχέδιο Μάρσαλ και στην απογραφή του 1951 είχε 441 κατοίκους. Τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, το Άγκιστρο και ο Προμαχώνας χαρακτηρίστηκαν ως στρατιωτικές απαγορευμένες ζώνες. Πολλοί από τους κατοίκους του χωριού μετανάστευσαν σε μεγάλα αστικά κέντρα της Ελλάδας ή στο εξωτερικό.[3] Η αυξομείωση του πληθυσμού φαίνεται στις απογραφές: το 1961 829 κ, 1971 475 κ., 1981 356 κ., 1991 388 κ., 2001 410 κ., 2011 373 κ., 2021 350 κ.[7]
Το Άγκιστρο αποτελούσε έδρα ομώνυμης κοινότητας η οποία συνέχισε να υπάρχει κατά τη διάρκεια του προγράμματος Καποδίστριας. Με το πρόγραμμα Καλλικράτης, το 2010, η κοινότητα ενσωματώθηκε στον δήμο Σιντικής.[13]
Το Άγκιστρο είναι έδρα ομώνυμης τοπικής κοινότητας και δημοτικής ενότητας (τέως δήμου). Η τοπική κοινότητα είναι χαρακτηρισμένη ως αγροτικός ορεινός οικισμός, με έκταση 71,457 χμ² (2011). [14]
Έτος | Πληθυσμός |
---|---|
1991 | 386 |
2001 | 393 |
2011 | 373 |
2021 | 350 |
Έτος | Πληθυσμός |
---|---|
1961 | 829 |
1971 | 475 |
1981 | 356 |
1991 | 388 |
2001 | 410 |
2011 | 375 |
Κοντά στο Άγκιστρο βρίσκονται θερμές ιαματικές πηγές. Τα νερά έχουν θερμοκρασία 40,5 °C, και θεωρούνται ιδανικά για ρευματοπάθειες, αρθροπάθειες, δισκοπάθειες και μυαλγίες. Οι μεγάλοι λουτήρες λειτουργούν όλο το 24ωρο.[2]