Άμαδις της Γαλατίας

Άμαδις της Γαλατίας
ΓλώσσαΙταλικά
Ημερομηνία δημιουργίας1715
Ημερομηνία δημοσίευσης18ος αιώνας
Μορφήόπερα
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Το έργο Άμαδις της Γαλατίας (ιταλικά: Amadigi di Gaula‎‎) (HWV 11) συνιστά μια «μαγική όπερα» σε τρεις πράξεις σε μουσική του Γκέοργκ Φρίντριχ Χαίντελ, βασισμένη στην γαλλική λυρική τραγωδία Άμαδις της Ελλάδας (Amadis de Grèce) των Αντρέ Καρδινάλιου Ντετούς και Αντουάν Χουντάρ ντε λα Μοτ. Ήταν η πέμπτη ιταλική όπερα που έγραψε ο Χαίντελ για ένα αγγλικό θέατρο και η δεύτερη για τον Ρίτσαρντ Μπόιλ, 3ο κόμη του Μπέρλινγκτον το 1715. Ο Χαίντελ συνέθεσε τον Άμαδι για ένα μικρό καστ, χρησιμοποιώντας τέσσερις υψηλές φωνές. Επίσης ο Χαίντελ χρησιμοποίησε ιδιαίτερα τα πνευστά όργανα, με αποτέλεσμα η παρτιτούρα να είναι ασυνήθιστα πολύχρωμη, συγκρίσιμη με την Μουσική των Νερών.

Η όπερα έλαβε την πρώτη της παράσταση στο King's Theatre του Χέιμαρκετ στις 25 Μαΐου 1715, σε μια πλούσια επιτυχημένη παραγωγή. Ο μουσικολόγος Τσαρλς Μπέρνεϊ υποστήριξε κοντά στα τέλη του 18ου αιώνα:

Ο Άμαδις περιείχε «...περισσότερη εφεύρεση, ποικιλία και καλή σύνθεση, από οποιοδήποτε άλλο από τα μουσικά δράματα του Χαίντελ που έχω εξετάσει προσεκτικά και κριτικά.»

Ο Χαίντελ συνέθεσε την όπερα το 1715 για τον Ρίτσαρντ Μπόιλ, 3ο κόμη του Μπέρλινγκτον, κατά τη διάρκεια της παραμονής του στον Οίκο του Μπέρλινγκτον. Η ταυτότητα του λιμπρετίστα δεν είναι γνωστή με βεβαιότητα. Η προηγούμενη συναίνεση ήταν ότι ο Τζον Τζέικομπ Χάιντεγκερ, ο οποίος υπέγραψε την αφιέρωση στον Ρίτσαρντ Μπόιλ ήταν ο συγγραφέας, αλλά πιο πρόσφατη έρευνα έδειξε ότι πιο πιθανό να ήταν ο Τζάκομο Ρόσι, με τον Νικόλα Φραντσέσκο Χάιμ.

Το αρχικό χειρόγραφο της όπερας έχει εξαφανιστεί, μαζί με τμήματα μπαλέτου στη μουσική. Μόνο μία έκδοση του λιμπρέτου είναι γνωστή, που χρονολογείται από το 1715. Υπάρχουν δύο δημοσιευμένες εκδόσεις της όπερας, η έκδοση Händelgesellschaft του 1874, και η πρώτη κριτική έκδοση, του Τζον Μέριλ Κναππ, την οποία δημοσίευσε η Bärenreiter το 1971.

Ο Οίκος του Μπέρλινγκτον,1698-99

Η πρεμιέρα της όπερας πραγματοποιήθηκε στο King's Theatre, στο Χέιμαρκετ του Λονδίνου στις 25 Μαΐου 1715. Η παραγωγή, μιας και φρόντισαν αρκετά για αυτήν, στέφθηκε με επιτυχία. Ακόμα και ο Βασιλιάς παρακολούθησε πολλές παραστάσεις. Η όπερα έλαβε τουλάχιστον 17 ακόμη παραστάσεις στο Λονδίνο μέχρι το 1717. Μια σκηνή του έργου όπου έγινε πραγματικά διάσημη κυρίως για τα θεαματικά εφέ της είναι μια σκηνή στην Β΄ Πράξη, όπου ο Άμαδις απευθύνεται στο Συντριβάνι της Αληθινής Αγάπης ερμηνεύοντας μια μακρά καβατίνα εξαιρετικής αισθησιακής ομορφιάς. Για τη σκηνή αυτή, χρησιμοποίησαν ένα πραγματικό συντριβάνι που ψέκαζε πραγματικό νερό. Μάλιστα η σκηνή αυτή απασχολούσε μεγάλο αριθμό μηχανικών σκηνής και υδραυλικούς.

Η όπερα παίχτηκε στο Αμβούργο για 17 παραστάσεις από το 1717 έως το 1720, αλλά με διαφορετικό τίτλο, Οριάνα. Στη συνέχεια, η όπερα παραμελήθηκε μέχρι το 1929 όπου αναβίωσε στο Οσναμπρύκ και στη συνέχεια στην Αγγλία το 1968, από την Unicorn Opera στο Άμπεϊ Χολ του Άμπινγκτον. Με την αναβίωση του ενδιαφέροντος για τη μπαρόκ μουσική και τις ιστορικά τεκμηριωμένες εκτελέσεις από τη δεκαετία του 1960, ο Άμαδις, όπως όλες οι όπερες του Χαίντελ, έχει λάβει παραστάσεις σε φεστιβάλ και Όπερες. Μεταξύ άλλων παραστάσεων, η όπερα έλαβε την πρεμιέρα της στη Βόρεια Αμερική τον Μάρτιο του 2003 στη Μουσική Σχολή Ντον Ράιτ του Δυτικού Πανεπιστημίου του Καναδά και η πρώτη πλήρως ανεβασμένη παραγωγή στη Βόρεια Αμερική ήταν τον Ιούλιο του 2011 στην Όπερα του Central City στο Κολοράντο. Μια άλλη παραγωγή του έργου εμφανίστηκε στο Διεθνές Φεστιβάλ Χαίντελ του Γκέτινγκεν το 2012 και το έργο επίσης παρήχθη από την Όπερα του Χέιμαρκετ, στο Σικάγο το 2015. Το γαλλικό μπαρόκ ερμηνείας συγκρότημα Les Paladins δημιούργησε μια παραγωγή το 2019 που παίχτηκε σε μια σειρά από θέατρα, συμπεριλαμβανομένου του Théâtre de l'Athénée, Παρίσι.